Υποχρέωση εκπαιδευτικών καταγγελίας περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας σύμφωνα με το Ν. 5090/2024

Με αφορμή την σύλληψη και ομολογία για ενδοοικογενειακή βία γνωστού ποινικολόγου, μετά από καταγγελία του ιατρού που εξέτασε το θύμα, σας ενημερώνουμε ότι ο Ν. 5090/2024 θεσπίζει υποχρέωση καταγγελίας σε ένα σύνολο επαγγελματιών μεταξύ αυτών και των εκπαιδευτικών, όταν διαπιστώσουν ενδοοικογενειακή βία, και τους θωρακίζει με σχετικό (εκτός αν αποδειχθεί πως ενήργησαν δολίως) ακαταδίωκτο σε εκδικητικές σε βάρος μηνύσεις των δραστών, αλλά και αποφυγή της ταλαιπωρίας να καταθέσουν ως μάρτυρες στο ακροατήριο κατά την εκδίκαση της υπόθεσης, (εκτός αν το δικαστήριο κρίνει απολύτως αναγκαία τη κατάθεση τους με φυσική παρουσία και δεν αρκεί η ανάγνωση της αναφοράς τους).

Το νέο άρθρο 23 του ν.3500/2006 όπως διαμορφώθηκε με το νόμο 5090/2024 (νέος ΠΚ):

Νόμος 5090/2024, Άρθρο 130

Υποχρεώσεις των επαγγελματιών Αντικατάσταση άρθρου 23 ν. 3500/2006

Στο άρθρο 23 του ν. 3500/2006 (Α’ 232) επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στον τίτλο οι λέξεις «των εκπαιδευτικών» αντικαθίστανται από τις λέξεις «των επαγγελματιών», β) οι παρ. 1 και 2 αντικαθίστανται, γ) προστίθεται παρ. 2Α και το άρθρο 23 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 23 Υποχρεώσεις των επαγγελματιών

1. Παιδαγωγός, εκπαιδευτικός, μέλος του ειδικού εκπαιδευτικού προσωπικού ή του ειδικού βοηθητικού προσωπικού της πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, κοινωνικός λειτουργός, ψυχολόγος, επιμελητής, προπονητής ή γιατρός που παρέχει τις υπηρεσίες του σε ανήλικο, ο οποίος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του πληροφορείται ή διαπιστώνει με οποιονδήποτε τρόπο, ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος ανηλίκου έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας, υποχρεούται να το αναφέρει αμελλητί στις αρμόδιες διωκτικές αρχές. Την ίδια υποχρέωση έχει ιατρός που με βάση σοβαρά αντικειμενικά ευρήματα της ιατρικής εξέτασης διαπιστώνει ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος ενηλίκου έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας.

2. Τα πρόσωπα της παρ. 1, που προβαίνουν σε αναφορά εγκλήματος ενδοοικογενειακής βίας δεν εγκαλούνται, δεν ενάγονται, δεν διώκονται πειθαρχικά, δεν απολύονται, ούτε υφίστανται άλλου είδους κυρώσεις ή δυσμενή μεταχείριση, για το περιστατικό που ανέφεραν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, παρά μόνο εάν προέβησαν εν γνώσει τους σε αναληθή αναφορά.

2.Α. Τα πρόσωπα της παρ. 1 καλούνται να εξετασθούν ως μάρτυρες κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο, μόνο αν το έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας δεν αποδεικνύεται με οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό μέσο.

3. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται αναλόγως και για τα μέλη του προσωπικού και τους Προϊσταμένους των Κέντρων Εκπαιδευτικής και Συμβουλευτικής Υποστήριξης (Κ.Ε.Σ.Υ.) του άρθρου 6 και της παρ. 3 του άρθρου 18 του ν. 4547/2018 (Α’ 102).»

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *