Στα Χανιώτικα Νέα διαβάζουμε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο για τα κτίρια των Χανίων που αποτελούσαν τα παλιά προξενεία της Κρητικής Πολιτείας, πριν απο την πολυπόθητη ένωση της με την μητέρα Ελλάδα, αλλά και μεταγενέστερα.
Αρχιτεκτονικά κοσμήματα θα μπορούσαν να ονομαστούν τα παλιά προξενεία στην ευρύτερη περιοχή της Χαλέπας. Κτήρια που, αν και μετρούν πάνω από έναν αιώνα ζωής, εξακολουθούν να μαγνητίζουν το βλέμμα των περαστικών καθώς τους ταξιδεύουν στην πολυτάραχη και πλούσια ιστορία των Χανίων. Κάποια από αυτά, χάρη στο μεράκι ορισμένων ιδιωτών που τα αναστήλωσαν για να τα αξιοποιήσουν, αποτελούν μια όαση μέσα στη σύγχρονη ‘ζούγκλα’ του τσιμέντου, ενώ κάποια άλλα -δυστυχώς- έχουν παραδοθεί στη φθορά του χρόνου. Οι ‘Διαδρομές’ ανιχνεύουν και παρουσιάζουν σήμερα το παρελθόν και το παρόν των προξενείων της Μεγάλης Βρετανίας, της Αυστροουγγαρίας, της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας, αλλά και της Ελλάδας, που λειτούργησαν κατά το παρελθόν στη Χαλέπα ή γύρω από αυτή. Μία αναδρομή σε κάποιους από τους ξεχωριστούς αρχιτεκτονικούς θησαυρούς της πόλης…
Της Μεγάλης Βρετανίας
Επιβλητικό, παρά τον πάνω από έναν αιώνα ζωής που κουβαλά, το σημερινό ξενοδοχείο «Χαλέπα» και πρώην προξενείο της Μεγάλης Βρετανίας, δεσπόζει στη γειτονιά ταξιδεύοντας τους επισκέπτες του σε άλλες εποχές.
Για την ιστορία του κτηρίου και τις προσπάθειες αναστήλωσής του μας μίλησε ο διευθυντής και κύριος μέτοχος της εταιρείας στην οποία ανήκει πλέον το οίκημα Αντώνης Σπανουδάκης.
«Το κτήριο υπήρξε προξενείο της Μεγάλης Βρετανίας επί Κρητικής Πολιτείας, ενώ αργότερα επί γερμανικής κατοχής το είχαν επιτάξει. Θα πρέπει να πούμε ότι ευθύς εξαρχής είχε χρησιμοποιηθεί ως κατοικία. Ο χώρος που κατοικούσαν οι ιδιοκτήτες του ήταν ο πάνω όροφος και γι’ αυτό είχε δοθεί μεγαλύτερη βαρύτητα αρχιτεκτονικά», σημείωσε ο κ. Σπανουδάκης και πρόσθεσε ότι έως σήμερα διασώζονται τα παλιά περίτεχνα διακοσμητικά στοιχεία, όπως οι κόγχες, τα παράθυρα με λαξευτές πέτρες, το μεγάλο εντυπωσιακό βιτρό, αλλά και ο θυρεός που αποτελείται από ατόφιο μάρμαρο.
Σε ό,τι αφορά δε το ισόγειο, όπου σήμερα βρίσκεται το κύριο σαλόνι του ξενοδοχείου με το εντυπωσιακό τζάκι, χρησιμοποιούνταν παλαιότερα ως κουζίνα και αποθηκευτικός χώρος.
Το οίκημα, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει συγκεντρώσει το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας – Τμήμα Δυτικής Κρήτης, είχε κατασκευαστεί το 1886 από τον Θεμιστοκλή Μιτσοτάκη για την κόρη του Φαιναρέτη. Μάλιστα, για την κατασκευή του ακολουθήθηκαν τα αρχιτεκτονικά πρότυπα του κτηρίου που βρίσκεται δίπλα από το σπίτι του Βενιζέλου, το οποίο είναι γνωστό ως «παλάτι» και το οποίο ήταν η κατοικία του Θεμιστοκλή, ενώ αργότερα φιλοξένησε τον πρίγκιπα Γεώργιο.
«Η Φαιναρέτη δεν απέκτησε παιδιά και κληροδότησε το σπίτι σε κάποια συγγενή της, η οποία το πούλησε σε άλλους, μέχρι που το απέκτησε η εταιρεία μας και άρχισε να λειτουργεί ως ξενοδοχείο από το 1987», επεσήμανε ο κ. Σπανουδάκης και πρόσθεσε ότι προκειμένου να αποκατασταθεί το κτήριο και να καταστεί λειτουργικό χρειάστηκε να γίνουν σημαντικές επεμβάσεις: «Όταν το αναλάβαμε, το σπίτι ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση. Είναι τεράστιο και οι προηγούμενοι ιδιοκτήτες του αδυνατούσαν να το συντηρήσουν. Μέρος της οροφής του είχε πέσει, τα μεσοπατώματα είχαν υποστεί μεγάλες φθορές λόγω της υγρασίας κ.λπ. και έπρεπε να γίνει ριζική ανακαίνιση. Ωστόσο, πρόθεσή μας ήταν εξαρχής να το φέρουμε κοντά στην εποχή που αρχικά είχε χτιστεί και γι’ αυτό τον λόγο προσπαθήσαμε να του δώσουμε όλα αυτά τα στοιχεία που ανήκουν σε εκείνη την εποχή».
Δυστυχώς, όπως εξήγησε ο κ. Σπανουδάκης, όταν ξεκίνησαν οι εργασίες ανακαίνισης του οικήματος ελάχιστα παλιά αντικείμενα είχαν διασωθεί από την ιστορία του σπιτιού καθώς τα περισσότερα είχαν λεηλατηθεί από τους διάφορους ενοικιαστές του κατά το παρελθόν. «Παρόλα αυτά το εξωτερικό κέλυφος έχει μείνει ατόφιο, όπως ήταν και παλιά, χωρίς καμία προσθήκη ή επέμβαση. Απλώς διορθώσαμε ό, τι ήταν φθαρμένο και σε καμία περίπτωση δεν ενεργήσαμε αυθαίρετα», τόνισε ο διευθυντής του ξενοδοχείου, υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι «οι επισκέπτες μας εισπράττουν την παλιά ατμόσφαιρα καθώς οι συνεργάτες μας, αρχιτέκτονες και μηχανικοί, διέθεσαν πολύ χρόνο, κόπο και ιδρώτα για να το φέρουν υπό τις οδηγίες μας σε αυτή την κατάσταση».
Γεγονός πάντως είναι ότι οποιοσδήποτε σημερινός επισκέπτης του ξενοδοχείου, που παραμένει ανοιχτό όλο τον χρόνο, μπαίνοντας στο εντυπωσιακό οίκημα αισθάνεται την αύρα της ιστορίας του χώρου, βιώνοντας ένα μοναδικό ταξίδι στο παρελθόν.
Της Αυστροουγγαρίας
Στο κτίσμα που στέγασε το προξενείο της Αυστροουγγαρίας στεγάζεται σήμερα το ξενοδοχείο «Δώμα». Το οίκημα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας – Τμήμα Δυτικής Κρήτης, κατασκευάστηκε του 19ου αιώνα από τον Αυστριακό μηχανικό Μπιρίντα ειδικά για τον σκοπό αυτό.
Στην ιστοσελίδα του ξενοδοχείου, με τη διεύθυνση του οποίου προσπαθήσαμε να επικοινωνήσουμε, αλλά δεν κατέστη δυνατό καθώς δεν λειτουργεί τους χειμερινούς μήνες, το 1933 η οικία αγοράστηκε από τη γιαγιά των σημερινών ιδιοκτητριών, Ρένας Βαλυράκη και Ιωάννας Κουτσουδάκη. Τότε το σπίτι είχε μεγάλους κήπους, δικό του αμπέλι και πηγή νερού, ενώ ο μόνος τρόπος να φτάσει κανείς στα Χανιά ήταν με τα πόδια ή με το γαϊδουράκι.
Το 1940 ο Άγγλος πρόξενος εντυπωσιάστηκε από το ακίνητο κι έπεισε τους διστακτικούς ιδιοκτήτες να το νοικιάσουν με τα έπιπλά του – το σήμα του Βρετανικού Προξενείου κρέμεται στο ξενοδοχείο έως και σήμερα.
Το 1941 οι Γερμανοί καταλαμβάνουν την Κρήτη, ενώ ίδια τύχη έχει και η οικία. Με την απελευθέρωση του νησιού η οικογένεια προσπαθεί να πάρει πίσω το σπίτι της, το Βρετανικό Προξενείο όμως έχει ήδη προλάβει να το καταλάβει. Μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις δόθηκαν στην οικογένεια 3 δωμάτια, ενώ το υπόλοιπο κτήριο μετατράπηκε σε Αγγλικό σχολείο. Το σπίτι παραδόθηκε τελικά στους ιδιοκτήτες του το 1955. Η Ρένα Βαλυράκη κατοικούσε στο σπίτι όταν η αδελφή της, Ιωάννα Κουτσουδάκη, διακοσμήτρια, είχε την ιδέα να το μετατρέψουν σε ξενοδοχείο. Πολλά οικογενειακά κειμήλια, έπιπλα, πίνακες ζωγραφικής και φωτογραφίες, στολίζουν ακόμη τους χώρους του κτηρίου.
Το Γαλλικό
«Το αγαπάμε πολύ, ερχόμαστε συχνά, μπαίνουμε μέσα, ωστόσο, η ανακατασκευή του κτηρίου θέλει πολλά εκατομμύρια ευρώ», μας λέει η κα Αρια Παρασκευάκη, ιδιοκτήτρια, μαζί με την αδελφή της Λίτσα, της βίλας Μπλανς, του παλιού Γαλλικού προξενείου.
Το κτήριο ήταν κατασκευή του μηχανικού Λ. Λυγκούνη, ο οποίος το έδωσε προίκα στην κόρη του που παντρεύτηκε τον Πωλ Μπλανς, Γάλλο πρόξενο στα Χανιά. Σήμερα μόνο ο όγκος του κτηρίου αρκεί για να εντυπωσιάσει τον επισκέπτη. Ωστόσο, εγκαταλελειμμένο για χρόνια, κινδυνεύει ακόμα και με κατάρρευση σε διάφορα σημεία του. Οι ιδιοκτήτριες έχουν κάνει προσπάθειες για την ανακατασκευή του και τη μετατροπή του σε ξενοδοχείο, κάτι που ειδικά στις ημέρες μας είναι πολύ δύσκολο.
«Πριν από 15 χρόνια ξεκινήσαμε τη διαδικασία να αγοράσουμε το κτήριο. Μας αρέσουν τα παλιά κτήρια, τα ιστορικά κτήρια. Υπήρχαν κάποια χρήματα τότε και είπαμε να τα διαθέσουμε σε αυτήν την αγορά. Ήταν μια δύσκολη αγορά γιατί ήταν πάρα πολύ οι κληρονόμοι», μας εξηγεί η κα Άρια. Οπως χαρακτηριστικά επισημαίνει, οι ίδιοι ως ιδιοκτήτες «κάναμε μια οικονομοτεχνική μελέτη για να γίνει ξενοδοχείο. Δυστυχώς, όμως, έχουν σταματήσει οι επιδοτήσεις που έδιναν για την ανακατασκευή παλιών κτηρίων. Αυτά τα κτήρια θέλουν πάρα πολλά χρήματα για να αποκατασταθούν.
Οι εποχές είναι δύσκολες και η οικονομική επένδυση το ίδιο». Στο ίδιος μήκος κύματος και η αδελφή της. «Πρέπει να βοηθήσει η πολιτεία στη διατήρηση αυτών των κτηρίων και στις προσπάθειες που γίνονται για την αποκάστασή τους», υπογραμμίζει η κα Λίτσα.
Το Γερμανικό
«Το κτήριο χτίστηκε το 1870 περίπου και στέγασε το Γερμανικό Προξενείο. Σε αυτό έμενε ο Ρεούφ Πασάς και ο παππούς του άντρα μου Κυριάκος Ναξάκης το πήρε το 1914 από τον Τούρκο Αλή Μπέη Ρουσενιωτάκη». Με αυτά τα λόγια η κα Αθηνά Ναξάκη μας βάζει στο κλίμα του Γερμανικού προξενείου, που πλέον λειτουργεί ως «Βίλα Ανδρομέδα», ένα εξαιρετικό ξενοδοχείο με μοναδική θέα στον κόλπο των Χανίων και ένα πολύ καλά συντηρημένο κήπο. Κατά τη διάρκεια της κατοχής οι ναζί προχώρησαν στην επίταξη του κτηρίου και το χρησιμοποίησαν για τις ανάγκες των στρατευμάτων τους. Σε αυτό φιλοξενήθηκε και ο στρατηγός Ρόμελ σε μια ανάπαυλα των μαχών στο μέτωπο της Β. Αφρικής. Από το 1999 – 2000 λειτουργεί ως ξενοδοχείο. Το κτήριο έχει ανακαινιστεί πλήρως, κρατώντας όμως πολλά κομμάτια της παραδοσιακής νεοκλασικής αρχιτεκτονικής. Στη ρεσεψιόν ξεχωρίζουν οι αυθεντικές εικονογραφίες της οροφής, η μαρμάρινη σκάλα που διαδέχθηκε την παλιά ξύλινη για λόγους πυρασφάλειας, ενώ οι 8 σουίτες είναι πολύ ευρύχωρες και άνετες. Στον κήπο έχει κατασκευαστεί πισίνα, ενώ εκτείνεται σε μεγάλη έκταση . «Ο κόσμος που έρχεται εντυπωσιάζεται και δένεται με το ξενοδοχείο. Μαθαίνουν την ιστορία του και αντιλαμβάνονται ότι είναι ένα ιστορικό κτήριο, ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής αξίας», τονίζει η κα Ναξάκη.
Ελληνικό
Ένα από τα πιο ιστορικά κτήρια της Χαλέπας είναι και το Ελληνικό Προξενείο. Κτίσθηκε από τον βαμβακέμπορο Χορτάτζη τον 19ο αιώνα. Τις τελευταίες δεκατίες λειτουργούσε ως χώρος διασκέδασης μπαρ-καφέ. Εδώ και μερικά χρόνια είναι στην ιδιοκτησία κατασκευαστικής εταιρείας αλλά παραμένει κλειστός.
Το Ιταλικό
«Το κτήριο αυτό το γνώριζα από πολύ παλιά. Ήταν η κλινική του παθολόγου Λευτέρη Μητσοτάκη, την οποία επισκεπτόμουνα τακτικά από τη δεκαετία του ΄60 ως γιατρός», είναι τα λόγια του κ. Παντελή Σπυριδάκη. Το παλιό προξενείο στεγάζεται στον αριθμό 114 της οδού Ελ. Βενιζέλου και σήμερα αξιοποιείται για τη λειτουργία του Οίκου Ευγηρίας «Αγία Άννα» στον οποίο συνιδιοκτήτης είναι ο κ. Σπυριδάκης. «Στα μέσα της δεκαετίας του ΄90 ξεκινήσαμε τη λειτουργία του οίκου ευγηρίας. Οι παρεμβάσεις μας ήταν κυρίως στο να το φρεσκάρουμε και να επιδιορθώσουμε κάποιες φθορές του χρόνου. Σε κάποια μεγάλα δωμάτια μειώσαμε το μέγεθός τους και τα κάναμε δύο. Το κτήριο είναι διατηρητέο και δεν κάναμε πολλές παρεμβάσεις σε αυτό. Κρατήσαμε το ίδιο χρώμα, το ίδιο παράθυρο και πόρτες», μας επισημαίνει ο κ. Σπυριδάκης καθώς μας ξεναγεί μέσα στο κτήριο. Για χρόνια το κτήριο ήταν το σπίτι του βουλευτή Πλουμιστάκη, ενώ στέγασε και το Ιταλικό προξενείο.
«Η ποιότητα κατασκευής του είναι μοναδική. Στον μεγάλο σεισμό του 2006 δεν υπήρξε ούτε μια χαραμάδα, ούτε μια. Μιλάμε για πραγματικό ογκόλιθο, με εξαιρετικά θεμέλια. Ως κατασκευή μας εξυπηρετεί, δεν νομίζω ότι θα κάναμε πολλές αλλαγές», καταλήγει ο συνομιλητής μας.
Της Μεγάλης Βρετανίας
Επιβλητικό, παρά τον πάνω από έναν αιώνα ζωής που κουβαλά, το σημερινό ξενοδοχείο «Χαλέπα» και πρώην προξενείο της Μεγάλης Βρετανίας, δεσπόζει στη γειτονιά ταξιδεύοντας τους επισκέπτες του σε άλλες εποχές.
Για την ιστορία του κτηρίου και τις προσπάθειες αναστήλωσής του μας μίλησε ο διευθυντής και κύριος μέτοχος της εταιρείας στην οποία ανήκει πλέον το οίκημα Αντώνης Σπανουδάκης.
«Το κτήριο υπήρξε προξενείο της Μεγάλης Βρετανίας επί Κρητικής Πολιτείας, ενώ αργότερα επί γερμανικής κατοχής το είχαν επιτάξει. Θα πρέπει να πούμε ότι ευθύς εξαρχής είχε χρησιμοποιηθεί ως κατοικία. Ο χώρος που κατοικούσαν οι ιδιοκτήτες του ήταν ο πάνω όροφος και γι’ αυτό είχε δοθεί μεγαλύτερη βαρύτητα αρχιτεκτονικά», σημείωσε ο κ. Σπανουδάκης και πρόσθεσε ότι έως σήμερα διασώζονται τα παλιά περίτεχνα διακοσμητικά στοιχεία, όπως οι κόγχες, τα παράθυρα με λαξευτές πέτρες, το μεγάλο εντυπωσιακό βιτρό, αλλά και ο θυρεός που αποτελείται από ατόφιο μάρμαρο.
Σε ό,τι αφορά δε το ισόγειο, όπου σήμερα βρίσκεται το κύριο σαλόνι του ξενοδοχείου με το εντυπωσιακό τζάκι, χρησιμοποιούνταν παλαιότερα ως κουζίνα και αποθηκευτικός χώρος.
Το οίκημα, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει συγκεντρώσει το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας – Τμήμα Δυτικής Κρήτης, είχε κατασκευαστεί το 1886 από τον Θεμιστοκλή Μιτσοτάκη για την κόρη του Φαιναρέτη. Μάλιστα, για την κατασκευή του ακολουθήθηκαν τα αρχιτεκτονικά πρότυπα του κτηρίου που βρίσκεται δίπλα από το σπίτι του Βενιζέλου, το οποίο είναι γνωστό ως «παλάτι» και το οποίο ήταν η κατοικία του Θεμιστοκλή, ενώ αργότερα φιλοξένησε τον πρίγκιπα Γεώργιο.
«Η Φαιναρέτη δεν απέκτησε παιδιά και κληροδότησε το σπίτι σε κάποια συγγενή της, η οποία το πούλησε σε άλλους, μέχρι που το απέκτησε η εταιρεία μας και άρχισε να λειτουργεί ως ξενοδοχείο από το 1987», επεσήμανε ο κ. Σπανουδάκης και πρόσθεσε ότι προκειμένου να αποκατασταθεί το κτήριο και να καταστεί λειτουργικό χρειάστηκε να γίνουν σημαντικές επεμβάσεις: «Όταν το αναλάβαμε, το σπίτι ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση. Είναι τεράστιο και οι προηγούμενοι ιδιοκτήτες του αδυνατούσαν να το συντηρήσουν. Μέρος της οροφής του είχε πέσει, τα μεσοπατώματα είχαν υποστεί μεγάλες φθορές λόγω της υγρασίας κ.λπ. και έπρεπε να γίνει ριζική ανακαίνιση. Ωστόσο, πρόθεσή μας ήταν εξαρχής να το φέρουμε κοντά στην εποχή που αρχικά είχε χτιστεί και γι’ αυτό τον λόγο προσπαθήσαμε να του δώσουμε όλα αυτά τα στοιχεία που ανήκουν σε εκείνη την εποχή».
Δυστυχώς, όπως εξήγησε ο κ. Σπανουδάκης, όταν ξεκίνησαν οι εργασίες ανακαίνισης του οικήματος ελάχιστα παλιά αντικείμενα είχαν διασωθεί από την ιστορία του σπιτιού καθώς τα περισσότερα είχαν λεηλατηθεί από τους διάφορους ενοικιαστές του κατά το παρελθόν. «Παρόλα αυτά το εξωτερικό κέλυφος έχει μείνει ατόφιο, όπως ήταν και παλιά, χωρίς καμία προσθήκη ή επέμβαση. Απλώς διορθώσαμε ό, τι ήταν φθαρμένο και σε καμία περίπτωση δεν ενεργήσαμε αυθαίρετα», τόνισε ο διευθυντής του ξενοδοχείου, υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι «οι επισκέπτες μας εισπράττουν την παλιά ατμόσφαιρα καθώς οι συνεργάτες μας, αρχιτέκτονες και μηχανικοί, διέθεσαν πολύ χρόνο, κόπο και ιδρώτα για να το φέρουν υπό τις οδηγίες μας σε αυτή την κατάσταση».
Γεγονός πάντως είναι ότι οποιοσδήποτε σημερινός επισκέπτης του ξενοδοχείου, που παραμένει ανοιχτό όλο τον χρόνο, μπαίνοντας στο εντυπωσιακό οίκημα αισθάνεται την αύρα της ιστορίας του χώρου, βιώνοντας ένα μοναδικό ταξίδι στο παρελθόν.
Της Αυστροουγγαρίας
Στο κτίσμα που στέγασε το προξενείο της Αυστροουγγαρίας στεγάζεται σήμερα το ξενοδοχείο «Δώμα». Το οίκημα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας – Τμήμα Δυτικής Κρήτης, κατασκευάστηκε του 19ου αιώνα από τον Αυστριακό μηχανικό Μπιρίντα ειδικά για τον σκοπό αυτό.
Στην ιστοσελίδα του ξενοδοχείου, με τη διεύθυνση του οποίου προσπαθήσαμε να επικοινωνήσουμε, αλλά δεν κατέστη δυνατό καθώς δεν λειτουργεί τους χειμερινούς μήνες, το 1933 η οικία αγοράστηκε από τη γιαγιά των σημερινών ιδιοκτητριών, Ρένας Βαλυράκη και Ιωάννας Κουτσουδάκη. Τότε το σπίτι είχε μεγάλους κήπους, δικό του αμπέλι και πηγή νερού, ενώ ο μόνος τρόπος να φτάσει κανείς στα Χανιά ήταν με τα πόδια ή με το γαϊδουράκι.
Το 1940 ο Άγγλος πρόξενος εντυπωσιάστηκε από το ακίνητο κι έπεισε τους διστακτικούς ιδιοκτήτες να το νοικιάσουν με τα έπιπλά του – το σήμα του Βρετανικού Προξενείου κρέμεται στο ξενοδοχείο έως και σήμερα.
Το 1941 οι Γερμανοί καταλαμβάνουν την Κρήτη, ενώ ίδια τύχη έχει και η οικία. Με την απελευθέρωση του νησιού η οικογένεια προσπαθεί να πάρει πίσω το σπίτι της, το Βρετανικό Προξενείο όμως έχει ήδη προλάβει να το καταλάβει. Μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις δόθηκαν στην οικογένεια 3 δωμάτια, ενώ το υπόλοιπο κτήριο μετατράπηκε σε Αγγλικό σχολείο. Το σπίτι παραδόθηκε τελικά στους ιδιοκτήτες του το 1955. Η Ρένα Βαλυράκη κατοικούσε στο σπίτι όταν η αδελφή της, Ιωάννα Κουτσουδάκη, διακοσμήτρια, είχε την ιδέα να το μετατρέψουν σε ξενοδοχείο. Πολλά οικογενειακά κειμήλια, έπιπλα, πίνακες ζωγραφικής και φωτογραφίες, στολίζουν ακόμη τους χώρους του κτηρίου.
Το Γαλλικό
«Το αγαπάμε πολύ, ερχόμαστε συχνά, μπαίνουμε μέσα, ωστόσο, η ανακατασκευή του κτηρίου θέλει πολλά εκατομμύρια ευρώ», μας λέει η κα Αρια Παρασκευάκη, ιδιοκτήτρια, μαζί με την αδελφή της Λίτσα, της βίλας Μπλανς, του παλιού Γαλλικού προξενείου.
Το κτήριο ήταν κατασκευή του μηχανικού Λ. Λυγκούνη, ο οποίος το έδωσε προίκα στην κόρη του που παντρεύτηκε τον Πωλ Μπλανς, Γάλλο πρόξενο στα Χανιά. Σήμερα μόνο ο όγκος του κτηρίου αρκεί για να εντυπωσιάσει τον επισκέπτη. Ωστόσο, εγκαταλελειμμένο για χρόνια, κινδυνεύει ακόμα και με κατάρρευση σε διάφορα σημεία του. Οι ιδιοκτήτριες έχουν κάνει προσπάθειες για την ανακατασκευή του και τη μετατροπή του σε ξενοδοχείο, κάτι που ειδικά στις ημέρες μας είναι πολύ δύσκολο.
«Πριν από 15 χρόνια ξεκινήσαμε τη διαδικασία να αγοράσουμε το κτήριο. Μας αρέσουν τα παλιά κτήρια, τα ιστορικά κτήρια. Υπήρχαν κάποια χρήματα τότε και είπαμε να τα διαθέσουμε σε αυτήν την αγορά. Ήταν μια δύσκολη αγορά γιατί ήταν πάρα πολύ οι κληρονόμοι», μας εξηγεί η κα Άρια. Οπως χαρακτηριστικά επισημαίνει, οι ίδιοι ως ιδιοκτήτες «κάναμε μια οικονομοτεχνική μελέτη για να γίνει ξενοδοχείο. Δυστυχώς, όμως, έχουν σταματήσει οι επιδοτήσεις που έδιναν για την ανακατασκευή παλιών κτηρίων. Αυτά τα κτήρια θέλουν πάρα πολλά χρήματα για να αποκατασταθούν.
Οι εποχές είναι δύσκολες και η οικονομική επένδυση το ίδιο». Στο ίδιος μήκος κύματος και η αδελφή της. «Πρέπει να βοηθήσει η πολιτεία στη διατήρηση αυτών των κτηρίων και στις προσπάθειες που γίνονται για την αποκάστασή τους», υπογραμμίζει η κα Λίτσα.
Το Γερμανικό
«Το κτήριο χτίστηκε το 1870 περίπου και στέγασε το Γερμανικό Προξενείο. Σε αυτό έμενε ο Ρεούφ Πασάς και ο παππούς του άντρα μου Κυριάκος Ναξάκης το πήρε το 1914 από τον Τούρκο Αλή Μπέη Ρουσενιωτάκη». Με αυτά τα λόγια η κα Αθηνά Ναξάκη μας βάζει στο κλίμα του Γερμανικού προξενείου, που πλέον λειτουργεί ως «Βίλα Ανδρομέδα», ένα εξαιρετικό ξενοδοχείο με μοναδική θέα στον κόλπο των Χανίων και ένα πολύ καλά συντηρημένο κήπο. Κατά τη διάρκεια της κατοχής οι ναζί προχώρησαν στην επίταξη του κτηρίου και το χρησιμοποίησαν για τις ανάγκες των στρατευμάτων τους. Σε αυτό φιλοξενήθηκε και ο στρατηγός Ρόμελ σε μια ανάπαυλα των μαχών στο μέτωπο της Β. Αφρικής. Από το 1999 – 2000 λειτουργεί ως ξενοδοχείο. Το κτήριο έχει ανακαινιστεί πλήρως, κρατώντας όμως πολλά κομμάτια της παραδοσιακής νεοκλασικής αρχιτεκτονικής. Στη ρεσεψιόν ξεχωρίζουν οι αυθεντικές εικονογραφίες της οροφής, η μαρμάρινη σκάλα που διαδέχθηκε την παλιά ξύλινη για λόγους πυρασφάλειας, ενώ οι 8 σουίτες είναι πολύ ευρύχωρες και άνετες. Στον κήπο έχει κατασκευαστεί πισίνα, ενώ εκτείνεται σε μεγάλη έκταση . «Ο κόσμος που έρχεται εντυπωσιάζεται και δένεται με το ξενοδοχείο. Μαθαίνουν την ιστορία του και αντιλαμβάνονται ότι είναι ένα ιστορικό κτήριο, ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής αξίας», τονίζει η κα Ναξάκη.
Ελληνικό
Ένα από τα πιο ιστορικά κτήρια της Χαλέπας είναι και το Ελληνικό Προξενείο. Κτίσθηκε από τον βαμβακέμπορο Χορτάτζη τον 19ο αιώνα. Τις τελευταίες δεκατίες λειτουργούσε ως χώρος διασκέδασης μπαρ-καφέ. Εδώ και μερικά χρόνια είναι στην ιδιοκτησία κατασκευαστικής εταιρείας αλλά παραμένει κλειστός.
Το Ιταλικό
«Το κτήριο αυτό το γνώριζα από πολύ παλιά. Ήταν η κλινική του παθολόγου Λευτέρη Μητσοτάκη, την οποία επισκεπτόμουνα τακτικά από τη δεκαετία του ΄60 ως γιατρός», είναι τα λόγια του κ. Παντελή Σπυριδάκη. Το παλιό προξενείο στεγάζεται στον αριθμό 114 της οδού Ελ. Βενιζέλου και σήμερα αξιοποιείται για τη λειτουργία του Οίκου Ευγηρίας «Αγία Άννα» στον οποίο συνιδιοκτήτης είναι ο κ. Σπυριδάκης. «Στα μέσα της δεκαετίας του ΄90 ξεκινήσαμε τη λειτουργία του οίκου ευγηρίας. Οι παρεμβάσεις μας ήταν κυρίως στο να το φρεσκάρουμε και να επιδιορθώσουμε κάποιες φθορές του χρόνου. Σε κάποια μεγάλα δωμάτια μειώσαμε το μέγεθός τους και τα κάναμε δύο. Το κτήριο είναι διατηρητέο και δεν κάναμε πολλές παρεμβάσεις σε αυτό. Κρατήσαμε το ίδιο χρώμα, το ίδιο παράθυρο και πόρτες», μας επισημαίνει ο κ. Σπυριδάκης καθώς μας ξεναγεί μέσα στο κτήριο. Για χρόνια το κτήριο ήταν το σπίτι του βουλευτή Πλουμιστάκη, ενώ στέγασε και το Ιταλικό προξενείο.
«Η ποιότητα κατασκευής του είναι μοναδική. Στον μεγάλο σεισμό του 2006 δεν υπήρξε ούτε μια χαραμάδα, ούτε μια. Μιλάμε για πραγματικό ογκόλιθο, με εξαιρετικά θεμέλια. Ως κατασκευή μας εξυπηρετεί, δεν νομίζω ότι θα κάναμε πολλές αλλαγές», καταλήγει ο συνομιλητής μας.
Αφήστε μια απάντηση