Το μέγα σκάνδαλο της σκυφτής ζωής..

Ο τίτλος παρμένος από το σύντομο και περιεκτικό post του Sofistis, τον οποίο ανακάλυψα σήμερα.

“Παγκοσμιοποίηση είναι ο σημερινός καπιταλισμός της ελεύθερης μετακίνησης του κεφαλαίου χωρίς αντίπαλη πρόταση” έγραφε ο Θ. Π. Λιανός στο Βήμα το 2001 κι αν θέλει κάποιος να διαβάσει σωστά τούτη την αφαίρεση, δε φτάνει να κουνήσει καταφατικά το κεφάλι του συμφωνώντας. Χρειάζεται να αντικαταστήσει τους βασικούς, τουλάχιστον, όρους με τα σημαινόμενά τους. Δε θέλω να κάνω τον ειδικό ούτε να κάνω μάθημα σε κανέναν αλλά η κρίση του συστήματος που όλοι διαπιστώνουν καθώς και ο εντυπωσιακός τρόπος με τον οποίο αυτή εκδηλώνεται, δεν ανήκουν στο χώρο του μεταφυσικού, ούτε αποτελούν στρέβλωση. Είναι τόσο αναπόφευκτη, όσο και προσεσημασμένη.

Ας αποκαταστήσουμε λοιπόν έναν κώδικα επικοινωνίας, για να συνεννοηθούμε.

Το κεφάλαιο, ως τεχνητός (μη φυσικός) συντελεστής παραγωγής, δεκαετίες τώρα, έχει σταματήσει να συνδέει την ανάπτυξή του με την κάλυψη των αναγκών των ανθρώπων σε αγαθά και, όντας ανταγωνιστικό κυρίως προς τον εαυτό του, γιγαντώνεται διαρκώς και ασφυκτιά τόσο στα πλαίσια ενός αστικού έθνους – κράτους, όσο και στα πλαίσια ευρύτερων οικονομικών ή άλλων ενώσεων κρατών.

Από το σύνολο του παραγόμενου σε ετήσια βάση κεφαλαίου, ένα μικρό μόνο μέρος επενδύεται στην παραγωγή αγαθών. Το υπόλοιπο αλωνίζει στις κεφαλαιαγορές του πλανήτη, δημιουργεί πρόσκαιρα προσδοκία κέρδους, όπου εμφανίζεται, τις υπερτιμάει τεχνητά, τις απομυζά και πάει γι άλλα. Σε παράλληλες αγορές, επίσης, εξαϋλώνει κερδοσκοπώντας τις βασικές υλικές προϋποθέσεις της επιβίωσης των κοινωνιών, όπως είναι η ενέργεια και τα τρόφιμα.

Το παλιό ιδεολόγημα του θαύματος της ιδιωτικής πρωτοβουλίας σύμφωνα με το οποίο ο ιδιώτης ως κινητήρια δύναμη της οικονομίας αποκομίζει το κέρδος και η κοινωνία επωμίζεται το κόστος σε όλα τα επίπεδα, έδωσε, καιρό τώρα, τη θέση του σε μια μεταφυσική, σχεδόν, αντίληψη για την οικονομία. Οι Μηχανισμοί Μαζικής ιδεολογικής Εξαπάτησης μας έχουν πείσει, τους λοβοτομημένους, ότι η οικονομία, η αγορά, η οικονομία της αγοράς (όχι των ανθρώπων ή των κοινωνιών) λειτουργεί με νόμους σχεδόν φυσικούς, κάτι σαν αυτόματο, και πως το να παρέμβει κανείς σ’ αυτούς ισοδυναμεί, σε καταστρεπτικές συνέπειες, με την παρέμβαση στις τροχιές των πλανητών, των άστρων και των γαλαξιών μαζί. Σκοπός της πολιτικής, επομένως, είναι όχι να διαμορφώνει την οικονομία αλλά να φροντίζει για την απρόσκοπτη μετακίνηση των κεφαλαίων και γι αυτό το κέντρο λήψης των αποφάσεων έχει μετατοπιστεί από τους πολιτικούς στους κεντρικούς τραπεζίτες, οι αποφάσεις των οποίων έχουν παγκόσμιο αντίκτυπο.

Το αστικό έθνος-κράτος είναι πια ένα ξοφλημένο θεσμικό πλαίσιο με ηγεσίες που προκύπτουν με όρους show – biz και star system, ανίκανες να πάρουν αποφάσεις, ενώ την πραγματική διαχείριση την ασκούν τα μοντέλα διακυβέρνησης που σχεδιάζουν και υλοποιούν τεχνοκράτες. Το κράτος δικαίου (που ιστορικά εξίσωσε νομικά όχι τον πλούσιο με το φτωχό αλλά την αριστοκρατία του πλούτου με την αριστοκρατία της καταγωγής), το κοινωνικό κράτος ( που ιστορικά λειτούργησε ως βαλβίδα εκτόνωσης των πιέσεων που δημιουργούσε η σύγκρουση κεφαλαίου -εργασίας επιβαρύνοντας το κοινωνικό σύνολο με τις υποχρεώσεις που ανήκαν στο κεφάλαιο), και το «δημοκρατικό» αντιπροσωπευτικό πολιτικό πλαίσιο δε συμβαδίζουν εξ ορισμού με αυτά τα μοντέλα διακυβέρνησης και γι αυτό εκφυλίζονται, απαξιώνονται και οδηγούνται στην κατάρρευση. Το σύγχρονο κράτος είναι χρήσιμο μόνο ως ο καλύτερος πελάτης του κεφαλαίου και ως μηχανισμός καταστολής και επιβολής σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Στις κοινωνίες επιτήρησης που στήνονται και οργανώνονται συστηματικά, τα κάθε είδους επιτελεία ξανασχεδιάζουν τα συστήματα ασφάλειας και, εκμεταλλευόμενα την τρομοϋστερία που δημιούργησαν και συντηρούν, αναδιατάσσουν τις δυνάμεις τους (και τις στρατιωτικές) για την αντιμετώπιση και (κυρίως) του εσωτερικού εχθρού.

Η περίπτωση της Ελλάδας

Η Ελλάδα, χώρα αδιάφορη οικονομικά στον παγκόσμιο καταμερισμό αλλά σημαντική γεωπολιτικά, είχε γι αυτό ακριβώς το λόγο, ανέκαθεν, εξαρτημένη πολιτική ηγεσία και μια παρασιτική αστική τάξη εξαρτημένη επίσης. (Τη μοναδική φορά που η ελληνική αστική τάξη διεκδίκησε για τον εαυτό της ζωτικό χώρο στην ευρύτερη περιοχή, την πληρώσαμε με τη μικρασιατική καταστροφή). Το πολιτικό κατεστημένο, γαλουχημένο στις αρχές του κοτζαμπασισμού, τις οποίες ποτέ δεν απαρνήθηκε πραγματικά, διαμόρφωσε ένα θεσμικό πλαίσιο τέτοιο, που επέτρεπε στην παρασιτική αστική τάξη να απομυζά τους κρατικούς πόρους, να προβαίνει σε βραχυπρόθεσμες αρπαχτές υψηλής απόδοσης και να φορτώνει τις ζημιές της στο κράτος -τσιφλίκι της. Έχοντας στην κατοχή της τα Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης και χρηματοδοτώντας φανερά ή κρυφά τους μηχανισμούς εξουσίας εξασφάλιζε και εξασφαλίζει ασυλία και αποθρασύνεται.

Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα:

1. Δημόσιο έργο που στοίχισε στο κράτος μερικά δις δραχμές το εκτέλεσε και το εκμεταλλεύεται εταιρεία που συστάθηκε με 80 εκατομμύρια ίδια κεφάλαια και 200 εκατομμύρια δάνειο (νομίζω με εγγύηση του δημοσίου).

2. Η πιο βίαιη ανακατανομή εισοδήματος της νεότερης ελληνικής ιστορίας, που μετέφερε σε λίγους μόνο μήνες δεκάδες τρις λαϊκής αποταμίευσης στις τσέπες αεριτζήδων, το λεγόμενο σκάνδαλο του χρηματιστηρίου, ουσιαστικά νομιμοποιήθηκε από την έκβαση της δικαστικής διαδικασίας.

Ελάχιστοι πλέον αμφιβάλλουν πως το μπαράζ αποκαλύψεων και διώξεων των ημερών μας θα έχει παρόμοια κατάληξη. Όπως σε πολλές περιπτώσεις μέχρι τώρα, η δικαστική έρευνα θα λειτουργήσει ως μηχανισμός αθώωσης και, ως εκ τούτου, νομιμοποίησης της ρεμούλας. Μπορεί κανείς να το δει σαν extreme sports της high society. Κάτι σαν το Bungee jumping του Ζαχόπουλου. Αθώοι και με τη βούλα.

Για τη σκυφτή ζωή

Οι κοινωνίες, και η δική μας, δεν είναι ομοιογενείς καταστάσεις, ώστε να έχουν ενιαία συνείδηση. Είναι διαστρωματωμένες, έχουν τη μορφή πυραμίδας και τα διαφορετικά στρώματα αντιλαμβάνονται διαφορετικά τα συμφέροντά τους και τη σχέση τους με την εξουσία, ατομικά και συλλογικά. Επομένως, εκφράσεις όπως: «η κοινωνία μας» ή «τι κάνει η κοινωνία μας» είναι αφελείς και ακίνδυνες, όσο κι αν εκφράζουν κάτι. Επιπλέον, οι εκτεταμένες πελατειακές σχέσεις κληρονομικού, ένθεν κακείθεν, χαρακτήρα, η ανοχή της διαχυμένης και στα λαϊκά στρώματα παραοικονομίας που βοηθά στη συμπλήρωση του καχεκτικού εισοδήματος στο οποίο είναι καταδικασμένα και η πλύση εγκεφάλου που καθημερινά υφίστανται από την επιστημονικά οργανωμένη τεχνική του φόβου, μαζί με άλλα, εμποδίζουν τη ριζοσπαστικοποίηση, τουλάχιστον, των πιο εξαθλιωμένων.

Είναι γεγονός πως δεν ξυπνήσαμε μια μέρα απότομα και δεν μπορούσαμε να δούμε ουρανό. Πρώτα ξεχάσαμε να βλέπουμε τον ουρανό, γιατί δεν ήταν ο ουρανός ένα διαρκές αίτημά μας, μια διαρκής προτεραιότητα. Το γιατί, φαίνεται, κάπως, πιο πάνω. Να θυμίσω μια – δυο περιπτώσεις: Όλοι δεν είπαμε τον ΟΤΕ ΠΟΤΕ και περιμέναμε με ανυπομονησία τους εναλλακτικούς παρόχους, οι οποίοι με υποδομή μηδέν αγόραζαν φθηνά υπηρεσίες από τον ΟΤΕ και χρησιμοποιώντας την υποδομή του μας τις πουλούσαν φθηνότερα από αυτόν χτίζοντας αεριτζίδικο πλούτο; Ελπίζαμε στον ανταγωνισμό αλλά κάθε φορά που ο ΟΤΕ επιχειρούσε να γίνει ανταγωνιστικός, ο χωροφύλακας του έριχνε πρόστιμα για αθέμιτο ανταγωνισμό. Όμως η υποδομή του ΟΤΕ δεν ανήκει ούτε στις διορισμένες για το ξεπούλημα διοικήσεις ούτε στους συνδικαλοπατέρες που ονειρεύονται βουλευτιλίκια και υπουργικές καρέκλες. Ήταν περιουσία του ελληνικού λαού και οι υπηρεσίες του κοινωνικό αγαθό. Και εκχωρήθηκε με τη συναίνεσή μας. Το ίδιο συμβαίνει τώρα με τη ΔΕΗ, μετά με τα πανεπιστήμια κ.ο.κ

Πράγματι, το σκάνδαλο της σκυφτής ζωής είναι το δικό μας μέγα σκάνδαλο.

Με τέτοιο σεντόνι κείμενο και κατάφερα να διαβάσω, κατά πως μου κόβει, τη μισή, μόνο, φράση του Λιανού. Δοθείσης ευκαιρίας θα επιχειρήσω και την υπόλοιπη, το «χωρίς αντίπαλη πρόταση».

 

.

;


Τα σχόλια είναι κλειστά.

Copyright © Γκρίνιαα!!          Φιλοξενείται από Blogs.sch.gr
Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση