… μ’ αυτό το πλευρό να κοιμάσαι!

ΟΙ (ΠΑΝ)ΑΘΛΙΟΙ

by VICTOR ΛΟΥΖΕΡ (Μ)ΟΥΓΚΟ

 

Χτες το βράδυ, (αναδρομική αφήγηση) αργά σαν από προαίσθημα, έγειρα στο αριστερό (όπως πάντα) πλευρό να κοιμηθώ (να ονειρευτώ πως ήμουν πλούσιος, ιδιοκτήτης νησιού με 14 γράμματα). Ίσα που πρόλαβα ν’ ακούσω τα πρώτα ροχαλητά της χρόνιας τσιγαρίτιδας καθώς βυθιζόμουν κι έκανα μία σκέψη, όχι ολόκληρη, κάτι σαν … «τι μου φταίει τώρα …» και … (δραματικό απρόοπτο)

… Την άλλη στιγμή, είδα, λέει, πως ήμουνα, λέει, καθηγητής σε δημόσιο σχολείο, λέει, αλήθεια, κλάδου ΠΕ02 , Μ.Κ. κάτι και Α.Μ. 15…, δε θυμάμαι τώρα, πάντως  μεγάλο νούμερο, ήμουνα. Δίδασκα, εκτός των άλλων, και τη συστηματική και αντικειμενική (αλήθεια, το ?χα διαβάσει στο εισαγωγικό σημείωμα) Ιστορία Γενικής Παιδείας στη Γ΄ Λυκείου, λέει, σκέτος εφιάλτης, και κόντευε να τελειώσει ο Απρίλης και μου έλειπαν, παρ’ όλο το τρέξιμο, ακόμη δύο κεφάλαια για να ολοκληρώσω την ύλη. Κι ήταν κι άλλοι σαν και μένα και είχαν γράψει κι οι εφημερίδες κι όλοι το κουβέντιαζαν αλλά χαμηλόφωνα, μάλλον, γιατί το «Παιδαγωγικό» Ινστιτούτο, λέει, δεν είχε ακούσει τίποτα. Κι ήτανε, βέβαια και κάποιοι, φιλότιμοι, που είχαν τελειώσει την ύλη από το Μάρτη και ποιοι, ακόμα πιο φιλότιμοι, από το Φεβρουάριο, μπορείς να πεις. Κι έλεγα, γύρω μου κι εντός: «όποιος την όρισε την ύλη να έλθει να τη βγάλει, την ύλη. Ύλη που δε διδάχθηκε, απλώς, δεν εξετάζεται. Εγώ (ανάστημα Κούγια ο ομοδιηγητικός αφηγητής!) ώρες απεργίας και αργίες δεν αναπληρώνω». Και άλλα τέτοια ηρωικά και πένθιμα. Και μου την πέσανε, λέει, διευθυντής και σύμβουλος (το αρμόδιο γραφείο μάλλον δεν πήρε είδηση, αφού ούτε την ενημέρωση της ύλης δεν είχε στείλει στο σχολείο) να βγάλω την ύλη οπωσδήποτε πριν το Πάσχα. Αλήθεια. Εβδομήντα σελίδες σε δύο διδακτικές ώρες!

-Μα δε βγαίνει, είπα, δεν είναι δυνατόν! (μίμηση:ζωντάνια, ένταση)

-Βγαίνει, έφη, πρέπει. Θα εκθέσεις το σχολείο. Είναι ντροπή!

-Ντροπή είναι αυτό που μου ζητάτε, ήν δ’ εγώ, με τι μούτρα θα κάνω τέτοιο πράγμα! Τα παιδιά που το δίνουν δεν τα σκέφτεστε; Γιατί να τα πάρουμε στο λαιμό μας.

-Έχεις δίκιο, ή δ’ ός, αλλά δε γίνεται αλλιώς. Εξάλλου τα δικά μας το δίνουν ενδοσχολικά. Βγάλε την ύλη συνοπτικά και στο τέλος τους την αφαιρείς.

-Αυτό το «συνοπτικά» το θέλω εγγράφως από σύμβουλο, απαίτησα, τάχα μου, και αφού έλαβα υπόσχεση, τάχα τους, είπα «θα δω τι θα κάνω» και αποχώρησα. (διήγηση πάλι, εναλλαγή).

Αργότερα, βρέθηκα, λέει, να ανεβαίνω τις σκάλες για την αίθουσα. Σκεφτόμουνα (σαν τις ξανθές κουλτουριάρες) πώς γίνεται το κολλαγόνο που χάνεται με τα χρόνια από την πέτσα να συγκεντρώνεται όλο στη συνείδηση. Δεν μπορούσα να εξηγήσω διαφορετικά τόση ελαστικότητα. Κάποιος μου σιγοτραγούδησε στ’ αυτί «υπαλληλίσκοι φοβιτσιάρηδες δούλοι παχιοί..». Γύρισα, τον ήξερα, παλιά. Ήταν ο Μπίρμαν.

«Άει στο Γαβαλά» τον έβρισα κι έκλεισα πίσω μου την πόρτα. Μέσα στην αίθουσα ήτανε τέσσερα παιδιά.  Ήταν από αυτά που άλλοι τα λένε αδιάφορα, άλλοι φυλακισμένα, μα είναι απλώς παιδιά που δε χαραμίζουν τη γλύκα του αποκαλόκαιρου προσδοκώντας μιαν άνοιξη, τόσο επώδυνη, γι αυτό και κάνουν νωρίς τις απουσίες που όλοι, εξάλλου, βάσει νόμου δικαιούνται. Κι ούτε στενοχωριούνται για την εις βάρος τους διάκριση, να χάνουν, δηλαδή, πενήντα ολόκληρες απουσίες επιπλέον μόνο και μόνο επειδή δεν έχουν τον απαραίτητο, βάσει του νόμου, μέσον όρο. Έτσι κι αλλιώς, κι αυτοί που τις δικαιούνται, στα φροντιστήρια τις τρώνε. Χώρια τα φράγκα στους γιατρούς για τα δικαιολογητικά.

Ήλθε κι ένας πέμπτος, ευτυχώς, γιατί ίσα που χώρεσαν οι απόντες σε μία σελίδα στο απουσιολόγιο.

-Πού ήσουν; Γιατί άργησες; ρώτησα, έτσι, για να μην ξεχνιόμαστε.

-Είχα μάθημα εδώ κοντά, είπε, και πέρασα να πω ένα γεια. Θα κάνουμε μάθημα τόσο λίγοι;

-Φυσικά, είπα, γι αυτό είμαστε εδώ.

Και ξεκίνησα. Κεφάλαιο ΣΤ΄. ΣΤ έεεενα (είναι και πυκνογραμμένο το άτιμο) … Τα παιδιά έστριψαν τα κεφάλια τους προς το παράθυρο και κοίταζαν πίσω από τα κάγκελα τον κίτρινο ουρανό με τη λάσπη που κρεμόταν από πάνω μας , που έχει έλθει, λένε, από την Αφρική, αλλά εμείς ξέρουμε πως είναι ψέμα αυτό και πως, χρόνια τώρα, αυτός ο τόπος τη γεννάει έτσι όπως γίνεται έρημος σιγά – σιγά.

ΣΤ δύυυυο … ΣΤ τρίιιια … βρήκα ρυθμό, θα βγει, σκέφτηκα. Μα ήταν κι ο Μπίρμαν εκεί. Πώς μπήκε; «… κι οι δάσκαλοι της νεολαίας γδαρτάδες…» μου υπενθύμισε. Θα φωνάξω τον Πλεύρη, τον απείλησα και συνέχισα εναγωνίως. ΣΤ τέεσσερα … ΣΤ πέεεεντε.  «… κι ο παροιμιώδης μέσος ανθρωπάκος…» μου γέλασε. Αδιαφόρησα. ΣΤ έεεεξι … κοντεύω, ΣΤ επτ. «… που συνηθίζει στην κάθε βρωμιά…» με διέκοψε με πείσμα.

-Ε δεν αντέχεσαι άλλο! φώναξα. Τα παιδιά πετάχτηκαν τρομαγμένα. Κι εγώ … ξύπνησα. (επιτέλους, άρχισα να βαριέμαι).

Ουφ! Στο καλό του. Όνειρο ήτανε. Είπα κι εγώ.

Γίνονται τέτοια στην πραγματικότητα;

Άλλαξα, λοιπόν, πλευρό και ξανάπεσα για ύπνο. Και κοιμήθηκα. Και δεν είδα ούτε το ίδιο ούτε άλλο όνειρο.

Και σήμερα το πρωί που πήρα τηλέφωνο τον ψυχαναλυτή μου και του είπα όλα τα καθέκαστα με το σι και με το νίγμα το κε το, αυτός με καθησύχασε και μου εξήγησε πως φταίει το πλευρό που κοιμάμαι, γιατί πιέζει την καρδιά. Με το δεξιό, μου είπε,

… μ’ αυτό το πλευρό να κοιμάσαι!

;


2 σχόλια προς “… μ’ αυτό το πλευρό να κοιμάσαι!”

  1. ΝΠΙΡΜΑΝ SAID:
    ??κάθε σημαίας πλαισιώνουν τους ιστούς,
    με ιδεώδης υποταχτικούς,
    που είναι στο μυαλό νωθροί,
    μα υπακοή έχουν περισσή τους έχω βαρεθεί?
    POUTATZ SAID: Πολύ ωραίο κείμενο. Keep walking!!!

  2. ΟΠΟΙΟΣ ΒΙΑΖΕΤΑΙ ΚΑΝΕΙ ΛΑΘΗ (ΕΚΤΟΣ ΤΟΥ ΟΤΙ ΣΚΟΝΤΑΦΤΕΙ)
    ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:
    ΜΠΙΡΜΑΝ SAID:
    ??κάθε σημαίας πλαισιώνουν τους ιστούς,
    με ιδεώδεις υποταχτικούς,
    που είναι στο μυαλό νωθροί,
    μα υπακοή έχουν περισσή τους έχω βαρεθεί?
    POUTATZ SAID: Πολύ ωραίο κείμενο. Keep walking!!!

Copyright © Γκρίνιαα!!          Φιλοξενείται από Blogs.sch.gr
Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση