Ταξίδι στη σχολική τάξη

Γογονάκη Μαρία

ΜΑΘΗΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ 100 ΧΡΟΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ (σχολικό έτος 2012-13)

ΕΝΩΣΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ – 100 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ

“Η σημασία της Ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα, μέσα από τη ματιά των σημερινών μαθητών”

synedrio100b

Τετάρτη 24 και Πέμπτη 25 Απριλίου 2013

Πνευματικό Κέντρο Χανίων

Το blog του συνεδρίου

Γενικό Λύκειο Παλαιόχωρας, σχολικό έτος 2012-13

Το σχολείο συμμετείχε στο μαθητικό συνέδριο με την παρακάτω εργασία η παρουσίαση της οποίας υποστηρίχθηκε από παρουσίαση.

ΚΡΗΤΗ :
ΜΙΑ ΦΩΝΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΠΟΥ ΥΨΩΘΗΚΕ ΓΙΑ ΝΑ ΕΝΩΘΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΛΟΙΠΗ ΕΛΛΑΔΑ

Μαθήτριες Α’ Λυκείου ΓΕΛ ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΑΣ
Γεντεκάκη Γεωργία
Κοντορίνη –  Μπενέκη Αριάδνη
Κουφάκη Ειρήνη
Λαμπάκη Νίκη
Μπικογιαννάκη Μαρία
Ξηρουχάκη Νεκταρία
Σάλλα Ενκελέδα
Χαλμούκη Ευτυχία-Βαλεντίνη
Ψαράκη Μαρία

Υπεύθυνες καθηγήτριες :
Αναγνώστου Κωνσταντινιά ΠΕ 02
Γογονάκη Μαρία ΠΕ 02

4

ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Το φαινόμενο της επανάστασης της Κρήτης είναι μοναδικό σε όλη την ιστορία του ελληνικού αγώνα.
Ήταν μία εξέγερση εγκάθειρκτων και αλυσόδετων Ελλήνων που το μόνο τους όπλο και δύναμη ήταν η ελληνική συνείδηση, η ζωντάνια, η φιλοτιμία και η οργή τους.
Κατά την προεπαναστατική περίοδο (1821-1824), η  κατάσταση στην Κρήτη ήταν ιδιαίτερα δύσκολη.
Η μεγάλη απόσταση από το γεωγραφικό κορμό της Ελλάδας και η παρεμβαλλόμενη  θάλασσα καθιστούσαν δύσκολη την επικοινωνία με τα άλλα ελληνικά κέντρα, την αποστολή εφοδίων και όπλων και το συντονισμό των πολεμικών ενεργειών.

 Αντιξοότητες:
Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν το ποσοστό του μουσουλμανικού πληθυσμού στο 30% του συνόλου.
Η παιδεία ήταν σχεδόν ανύπαρκτη στην Κρήτη.
Υπήρχε η ανάγκη πολιτικής οργάνωσης και συντονισμού των πολεμικών και πολιτικών ενεργειών προς τις γενικές αρχές του αγώνα στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Η απουσία γενικού αρχηγού στην Κρήτη και οι φιλοδοξίες των τοπικών αρχηγών και οπλαρχηγών έβλαπταν τα πολεμικά πράγματα και το συντονισμό του αγώνα.

Το 1830 ο σουλτάνος παραχώρησε την Κρήτη στον αντιβασιλέα της Αιγύπτου Μωχάμετ Άλυ ως αντάλλαγμα για τις υπηρεσίες που του είχε προσφέρει.
Το 1856 έγινε η Συνθήκη των Παρισίων και παραχωρήθηκε από το Σουλτάνο το Χάτι-Χουμαγιούν που όριζε την παραχώρηση σημαντικών προνομίων προς τους χριστιανούς που όμως ποτέ δεν τηρήθηκαν και αυτό προκάλεσε την εξέγερση των χριστιανών και το Κίνημα του Μαυρογένη στην Κρήτη.
Η επανάσταση του 1866-69, το δεύτερο ’21 όπως ονομάστηκε, αποτελεί την κορυφαία έκφραση του πόθου των Κρητών για ελευθερία  και εθνική αποκατάσταση.
Η περίοδος 1889-1894  χαρακτηρίστηκε ως η πιο ζοφερή περίοδος της τουρκοκρατίας στην Κρήτη.
Το 1897, η ευρωπαϊκή διπλωματία που ήταν υπέρ της Τουρκίας, πρότεινε για πρώτη φορά τη λύση της αυτονομίας.
Τον Ιανουάριο του 1897, oι επαναστάτες των Χανίων μεταξύ και αυτών και ο Ελευθέριος Βενιζέλος, υπέγραψαν στο Ακρωτήριο, ψήφισμα όπου κήρυτταν την κατάλυση της τουρκικής κατοχής της Κρήτης και την ένωση με την Ελλάδα, και καλούσαν το βασιλιά Γεώργιο Α’ να καταλάβει το νησί.
Στις 4/12/1898 ο πρίγκιπας Γεώργιος ανέλαβε τα καθήκοντά του ως Ύπατος Αρμοστής στην Κρήτη.
Η κακοδιαχείριση όμως του πρίγκιπα οδήγησε σε νέα επαναστατική δράση με σημαντικότερη το κίνημα του Θερίσου το Μάρτη του 1905.
Επιτεύχθηκε ωστόσο συμφωνία μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων και του Βενιζέλου με αλλαγή Αρμοστή και νέο καθεστώς διακυβέρνησης.
Το 1908 σε λαϊκή συγκέντρωση στα Χανιά εγκρίθηκε ομόφωνα το πρώτο ψήφισμα της Ένωσης.
Στη 1 Δεκεμβρίου 1913 κηρύχθηκε επίσημα η ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα με την παρουσία του τότε βασιλιά Κωνσταντίνου και του πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου.
Η ελληνική σημαία υψώθηκε στο ιστορικό φρούριο του Φιρκά     και στη θέση που άλλοτε κυμάτιζε η τουρκική σημαία, στήθηκε μαρμάρινη επιγραφή που έγραφε :
«Τουρκοκρατία ἐν Κρήτῃ 1669-1913, ἤτοι 267 ἔτη, 7   μήνες, 7 ἡμέραι ἀγωνίας».

1 2

ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ:
ΑΠΑΥΓΑΣΜΑ ΤΟΥ ΕΥΡΥΤΕΡΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ

–   Πώς εκφράζεται αυτό;

Μέσα από τις ποικίλες εκφάνσεις του:
Παραδοσιακοί χοροί
Δημοτικά τραγούδια
Λαϊκή τέχνη
Παραδοσιακή ενδυμασία

Το στοιχείο που κυρίως επέδρασε στην πολιτιστική φυσιογνωμία της Κρήτης είναι η ιδιάζουσα γεωγραφική της θέση.
Απομονωμένη  στο νότιο άκρο του ελληνισμού, στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων, δημιούργησε και διατήρησε διαρκέστερη πολιτιστική παράδοση, ενώ συγχρόνως δέχθηκε από Ανατολή και Δύση και αφομοίωσε επιδράσεις πολυαριθμότερες σε σύγκριση με άλλες περιοχές.
Σε μια ευρύτερη πάντως θεώρηση, η πολιτιστική παράδοση της Κρήτης εντάσσεται στη γενικότερη παράδοση του Αιγαίου, με αρκετά κοινά, όμοια ή παρεμφερή, στοιχεία σε διάφορες εκφάνσεις της, όπως είναι η μουσική, τα τραγούδια, το ένδυμα.

Η κρητική μουσική είναι μονοφωνική, όπως η δημοτική μουσική της υπόλοιπης Ελλάδας (πλην ορισμένων πολυφωνικών τραγουδιών της Ηπείρου και Επτανήσου).
Το δημοτικό τραγούδι και η βυζαντινή μουσική, που διαιωνίζουν την αρχαιοελληνική μουσική κληρονομιά όπως διαδόθηκε από τον Μ.Αλέξανδρο στους λαούς της ανατολής μέχρι Ινδία, Περσία, Αραβία, είναι μουσική της εγρήγορσης του νου. Ο παραδοσιακός Έλληνας ακροατής και χορευτής, και βέβαια ο Κρητικός, συμμετέχει και στο παραμικρό μουσικό παιχνίδισμα του οργανοπαίκτη, τη μελωδική δημιουργία του οποίου παρακολουθεί άμεσα, χορεύοντας ή ακούγοντας ή και τραγουδώντας μαζί του αλλά και ο μουσικός συμμετέχει αυτοσχεδιάζοντας σε κάθε τσαλίμι του χορευτή.

Η ελληνική παραδοσιακή μουσική, η δημοτική ελληνική  και η κρητική,  είναι τροπική, όπως και η βυζαντινή. Ακολουθεί δηλ. τους λεγόμενους δρόμους (αρχαίους τρόπους, τους ήχους της βυζαντινής μουσικής, τα μακάμια των λαών της ανατολικής Μεσογείου) ξεκινώντας από τη βασική νότα που επιλέγει ο μουσικός.

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚOΙ ΚΡΗΤΙΚOI ΧΟΡΟΙ

Στη ζωντανή χορευτική κληρονομιά της Κρήτης περιλαμβάνονται 25 περίπου παραδοσιακοί χοροί. Γνωστοί σε όλη την Κρήτη ήταν μόνο : η σούστα, ο σιγανός, ο μαλεβιζιώτης, ο χανιώτικος (συρτός) και το πεντοζάλι. H σούστα είναι ο χορός της αγάπης όπου οι χορευτές σχηματίζουν ζευγάρια και χορεύουν αντικρυστά με πολλές φιγούρες. Οι μουσικές μελωδίες που συνοδεύουν τη σούστα διατηρούν τον πυρρίχιο ζωηρό χαρακτήρα αλλά έχουν εξελιχθεί σε πιο ευαίσθητα μουσικά ξόμπλια (στολίσματα) και συνοδεύονται από τις αντίστοιχες μαντινάδες.

• Οι γρήγοροι χοροί της Κρήτης Πεντοζάλης, Σούστα, Καστρινός ή Μαλεβιζιώτης, οι Πηδηχτοί, έχουν μουσική υπόκρουση με προέλευση από τους αρχαίους πυρρίχιους χορούς, που αποτελούσαν πολεμικά γυμνάσια και ανάμνηση του χορού των Κουρητών και Ιδαίων Δακτύλων οι οποίοι ρυθμικά κτυπούσαν τα πόδια τους στο έδαφος και ταυτόχρονα τις ασπίδες με τα δόρατα και τα ξίφη τους ώστε να καλύψουν το κλάμα του νεογέννητου Δία για να μην το ακούσει ο Κρόνος που ήθελε να τον εξοντώσει.

Ο πιο φημισμένος κρητικός χορός ήταν ο πυρρίχιος και με τη γενική ονομασία “πυρρίχη” χαρακτηρίζονταν όλοι οι πολεμικοί χοροί της αρχαιότητας. Ο χορός εξαπλώθηκε σε όλη την Ελλάδα και κάθε πόλη του έδινε διαφορετικό όνομα.
Οι πυρρίχιοι της Κρήτης έχουν άμεση σχέση με τους πυρρίχιους χορούς του    Πόντου, σέρα, τρομαχτόν, μασερί χορόν, αφού η Μίλητος, η αποικία από την οποία ξεκίνησε ο αποικισμός του Εύξεινου Πόντου ήταν αποικία της Κρητικής πόλης Μιλάτου. Και βέβαια πολλοί Βορειοελλαδίτες – Πόντιοι εγκαταστάθηκαν στην Κρήτη με το στρατό του Νικηφόρου Φωκά και με τα 12 Βυζαντινά Αρχοντόπουλα.

Ο συρτός χορός και οι μελωδίες του αποτελούν σήμερα το κύριο τμήμα της μουσικοχορευτικής παράδοσης της Κρήτης. Ο χορός αποτελεί ένα από τα αρχαιότερα εκφραστικά μέσα και χρονολογικά έπεται του τραγουδιού. Οι ρίζες του χορού στην Ελλάδα εντοπίζονται περίπου το 1000 π. Χ. Ιδιαίτερα ονομαστοί στην Κρήτη, από τη μινωική εποχή, ήταν οι τελετουργικοί κυκλικοί χοροί, κλειστοί και ανοιχτοί, ως απαραίτητα στοιχεία των θρησκευτικών τελετουργιών.   Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι οι Κρήτες είχαν εφεύρει αυτού του είδους τις τελετουργίες με τους συρτούς χορούς, που χορεύονταν κατά τη διάρκεια θυσίας γύρω από το βωμό.

Ιστορικά στοιχεία αναφέρουν ότι οι πρώτες μελωδίες του συρτού, στη μορφή που τον γνωρίζουμε σήμερα, δημιουργήθηκαν από Κρήτες που πολεμούσαν υπέρ του Βυζαντίου την περίοδο της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης. Πολύ αργότερα , στην Κίσαμο του νομού Χανίων παίχτηκαν οι μελωδίες του συρτού και κάποιοι συμμετέχοντες στο γλέντι φαίνεται πως χόρεψαν ( αυτοσχεδιαστικά ) τον κυκλικό χορό της Κρήτης.
Ο συρτός έχει δώδεκα βήματα σεμνά, συρτά στο έδαφος. Χορεύεται κυκλικά, με τα χέρια πιασμένα από τις παλάμες με λυγισμένους αγκώνες.
Ο δημοφιλέστερος συρτός χορός είναι ο Καλαματιανός με καταγωγή την Πελοπόννησο.
Ο συρτός σήμερα είναι παραδοσιακός ελληνικός χορός που χορεύεται σε όλη την Ελλάδα. Ενδεικτικά υπάρχουν : ο καλαματιανός, νησιώτικοι συρτοί, συρτός Ρόδου, συρτός Κεφαλλονιάς, συρτός Μακεδονίας, κρητικός, χανιώτικος, συρτός Πυλαίας, συρτός πολίτικος, συρτός Άνω ορεινής Σερρών.

ΓΛΥΚΟΜΗΛΙΤΣΑ
Χορός της επαρχίας Κισσάμου Χανίων. Ανήκει στην κατηγορία των συρτών χορών. Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες σε κύκλο. Το μουσικό μέτρο του χορού είναι 2/4, τα βήματά του 12 και η λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων. Ο χορός παίρνει το όνομά του από το ριζίτικο τραγούδι “Το μήλον όσο κρέμεται εις την γλυκομηλίτσα”, με το οποίο μοιράζεται και την ίδια μελωδία. Η αναβίωση του χορού είναι εξαιρετικά πρόσφατη.

4

ΤΟ ΡΙΖΙΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Τα ριζίτικα τραγούδια, αν και είναι ευρύτατα διαδεδομένα στην Κρήτη, έχουν βυζαντινές καταβολές αλλά καλλιεργήθηκαν και αναπτύχθηκαν κυρίως στο Ν. Χανίων.
Ως ρίζες τους θεωρούνται οι υπώρειες καθώς συνήθως τραγουδιούνται στα χωριά που βρίσκονται στους πρόποδες των ορέων, την Ίδη και τη Δίκτη, και τα Λευκά Όρη. Άλλες απόψεις θέλουν τα ριζίτικα να προέρχονται από την αρχαία Ριζηνία (Μεσκλά των Χανίων) και από τα τραγούδια της ρίζας, δηλαδή των προγόνων της γενιάς και αφορούν ποικίλες εκφάνσεις της ανθρώπινης ζωής όπως γάμους, γιορτές, βαπτίσεις αλλά και μνημονεύσεις ηρώων.
Διακρίνονται με βάση τη θεματολογία τους σε ηρωϊκά, επαναστατικά, ιστορικά, αφηγηματικά, της ξενιτιάς, θρησκευτικά, αλληγορικά, της αγάπης, ποιμενικά και άλλα.

Μορφολογικά, τα ριζίτικα μπορούμε να τα χωρίσουμε σε δυο μεγάλες κατηγορίες. Τα ριζίτικα “της τάβλας” και τα ριζίτικα “της στράτας”. Τα ριζίτικα της τάβλας ακούγονται κατά την διάρκεια κάποιου γεύματος η κάποιας εκδήλωσης χωρίς όμως την συνοδεία μουσικών οργάνων. Σε αντίθεση με εκείνα της τάβλας, τα ριζίτικα της στράτας συνοδεύονται από μουσικά όργανα και ακούγονται κατά την διάρκεια κάποιας πορείας (π.χ γαμήλια πομπή).  Χρονολογικά, τα ριζίτικα τοποθετούνται από τα Βυζαντινά χρόνια μέχρι και σήμερα.
Η μουσική τους είναι σοβαρή και με στοιχεία πόνου και γι’ αυτό δε χορεύονται.
Τραγουδιούνται σε 32 μελωδίες με δύο βασικούς τρόπους: ομαδικά ή με έναν πρωτοτραγουδιστή που λέει ένα ημιστίχιο, που στη συνέχεια το επαναλαμβάνει η συντροφιά.
Δεν υπάρχει πάντα ομοιοκαταληξία ούτε ο δεκαπεντασύλλαβος είναι το συνηθισμένο μέτρο και δε συνοδεύονται από λαούτο, βιολί ή λύρα.
Ένα από τα αρχαιότερα ριζίτικα είναι το «Κρούσος της Ανδριανούπολης» που μαρτυρά και τη στενή σχέση των Κρητών με τους βόρειους Έλληνες αλλά και τη συναισθηματική συμμετοχή τους σε όλα τα βάσανα του πολύπαθου ελληνικού γένους.

«Κρούσος της Αντριανούπολης»

«Τα χελιδόνια τση Βλαχιάς και τα πουλιά τση Δύσης
κλαίσιν αργά, κλαίσιν ταχιά, κλαίσιν το μεσημέρι,
κλαίσιν την Αντριανούπολη τη βαροκουρσεμένη,
Όπου την εκουρσεύανε τσι τρεις γιορτές του χρόνου,
τω Χριστουγέννω για κερί και τω Βαγιώ για βάγια,
και την ημέρα τση Λαμπρής για το Χριστός Ανέστη».

ΛΑΪΚΗ ΤΕΧΝΗ
Σε όλη σχεδόν τη χώρα, από τη Θεσσαλία, την Ήπειρο, τη Μακεδονία και τη Θράκη και από τα Επτάνησα ως τα νησιά του Αιγαίου (Κύπρο, Χίο, Μυτιλήνη) κατασκευάζονται υφαντά στον αργαλειό που γίνονταν ανάρπαστα στα αστικά κέντρα της Ελλάδας αλλά και στις αγορές της Δύσης και της Ανατολής.
Οι τεχνικές και αισθητικές παραλλαγές που απαντούν στα διάκοσμα υφαντά της γυναικείας χειροτεχνίας στην Ελλάδα είναι πολλές. Κάθε περιοχή ακολουθώντας την ιδιαίτερη καλλιτεχνική της αντίληψη, δημιουργεί τη δική της ξεχωριστή παράδοση. Από άποψη τεχνικής τα πιο διαδεδομένα υφαντά ήταν τα κιλίμια, τα σκουλάτα, τα δίμιτα  κ.ά.
Έτσι, τα έργα της υφαντικής επηρεάζονται άμεσα από τις ενδυματολογικές ποικιλίες, την κοινωνική οργάνωση, το κλίμα και τη διαμόρφωση των εσωτερικών χώρων της λαϊκής αρχιτεκτονικής του κάθε τόπου.

Στον τομέα της λαϊκής τέχνης η Κρήτη έχει να παρουσιάσει θαυμάσια υφαντά, με χαρακτηριστική επικόσμηση (ξόμπλια, πλουμιά) που γίνεται με την παράθεση πάνω στην ύφανση κατάλληλων νημάτων διαφορετικού χρώματος ή διαφορετικής ύλης, τα οποία στερεώνονται στο υφάδι, αποτελώντας μέρος του σώματος του υφαντού.
Σχεδόν κάθε σπίτι διαθέτει έναν αργαλειό, στον οποίο κατασκευάζουν είδη για τις ανάγκες της οικογένειας.
Οι κύριες υφαντικές ύλες είναι το βαμβάκι, το λινάρι, το μαλλί, το μετάξι, που βάφονταν ανεξίτηλα απ’ τις ίδιες τις γυναίκες χρησιμοποιώντας ρίζες, φύλλα, άνθη, καρπούς φυτών και δέντρων.

5

ΜΙΚΡΑ ΥΦΑΝΤΑ : ντρουβάδες (σάκοι για διάφορες χρήσεις), βούργιες και βουργιαλίδια (πολύχρωμα σακίδια κυρίως για βοσκούς) που κρέμονται από τους ώμους.
6 7 8

Βούργια Μεραμπέλο, Σακούλι Κίσσαμος, Βούργια Μυλοπόταμος

2 3 1

Βούργια Μαλεβίζι, Βούργια Άγιος Βασίλειος,  Βούργια Ανώγεια

ΜΕΓΑΛΑ ΥΦΑΝΤΑ : κιλίμια, πατανίες, χιράμια (μάλλινα κλινοσκεπάσματα), πάντες (στολίδια για τον τοίχο), μακάθια (σκεπάσματα για τον καναπέ), μπαγκάλια (καλύμματα για τον καναπέ και για τα βρέφη), σιντσαντίδες (το έριχναν πάνω στα ζώα).

6 5 4

Μπαγκάλι (Σητεία), Πάντα (Μεραμπέλο), Κιλίμι (Καινούριο)

7

Υφαντό εφίππιο (σεντζανές) Ανώγεια

8

Πετσέτα με γυναικείες μορφές και φυτικά μοτίβα

Οι πατανίες : απ’ τα ωραιότερα δείγματα νεοελληνικής υφαντικής οι κόκκινες αυτές πατανίες με την τοιχογραφική αντίληψη της ενυφασμένης διακόσμησης στις στενές πλευρές τους.
Είναι τρίφυλλα κλινοσκεπάσματα που στολίζουν επιδεικτικά, την ημέρα του γάμου, τους τοίχους του σπιτιού της νύφης. Τα πιο ωραία δείγματα της υφαντικής αυτής προέρχονται από τα χωριά Κισσάμου της Δ. Κρήτης.

9 10

11

Πατανία, τέλη 19ου/αρχές 20ου αι.  Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης.
Τμήμα κόκκινου, μάλλινου τρίφυλλου κλινοσκεπάσματος με πολύχρωμο ενυφασμένο διάκοσμο. Στο κέντρο δεσπόζουν δύο θέματα : μία μεγάλη άμαξα που τη σέρνουν δύο άλογα και την Αγία Σοφία  με ψηλά καμπαναριά, που τα στολίζει ο σταυρός. Στο κάτω μέρος η υφάντρα έχει κεντήσει τη λέξη “καλημέρα” πλαισιωμένη από δύο πετεινούς, αρχέγονο σύμβολο της πάλης και την νίκης των δυνάμεων του καλού ενάντια στο κακό. Τη σύνθεση συμπληρώνουν κοπέλες που χορεύουν και παραστάσεις πουλιών και λουλουδιών.

ΜΙΑ ΙΔΙΑΙΤΕΡΗ ΜΟΡΦΗ ΥΦΑΝΤΩΝ ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΧΑΝΙΩΝ

Πολλά μεγάλα υφαντά του νομού Χανίων διαφέρουν τόσο στο ύφος όσο και στην τεχνοτροπία από τα υπόλοιπα κρητικά υφαντά με γεωμετρικό διάκοσμο. Παρόμοια υφαντά φαίνεται πως σπανίζουν στις άλλες περιοχές της Κρήτης, συναντώνται όμως σε άλλα μέρη της Ελλάδας, όπως στη Μακεδονία, τη Θράκη, την Πελοπόννησο και αλλού.
Τα υφαντά αυτά δεν κοσμούνται με τα γνωστά μας ρομβοειδή μοτίβα. Εδώ τα μοτίβα είναι απλά σχήματα που ορίζουν άλλοτε μικρές και άλλοτε μεγαλύτερες ομοιόχρωμες επιφάνειες και που επαναλαμβάνονται είτε μέσα σε μια ζώνη, είτε σ’ ολόκληρη την επιφάνεια του υφαντού.

Τα μοτίβα δεν κεντιούνται πάνω στο υφαντό, αλλά είναι αυτά τα ίδια που αρθρώνουν και δημιουργούν την επιφάνεια του υφαντού.
Τα χρώματα παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο, λόγω του πλούτου, της έντασης και της λαμπρότητάς τους, αλλά και της μεγάλης επιφάνειας που το καθένα καλύπτει.

14 13 12

Τα υφαντά αποτελούσαν κύριο μέρος της προίκας (προύκας) των κοριτσιών. Τα ετοίμαζαν κατά κανόνα οι ίδιες οι νέες. Όταν τελείωναν ένα κέντημα ή υφαντό, το δίπλωναν και το φύλαγαν σε κασέλα ή μέσα σε ένα μεγάλο πιθάρι τοποθετημένο σε δροσερό μέρος. Μαζί έβαζαν αρωματικά φυτά για να τα προφυλάσσουν από το σκόρο.

Συνήθιζαν να τα κεντούν κρυφά. Τα πρωτοπαρουσίαζαν στο γάμο τους, λίγες μέρες (συνήθως 8) πριν τη στέψη, οπότε τα άπλωναν και τα επιδείκνυαν στο σπίτι της νύφης (το έθιμο “του στρωσίματος του κρεβατιού”), μέχρι να τα μεταφέρουν οι προυκολόγοι με όργανα και τραγούδια, στο νέο σπίτι της.

1

Μορφή ιδιότυπης καλλιτεχνικής έκφρασης που απορρέει από θρησκευτικές και κοινωνικές συνήθειες αλλά και από μαγικές – δεισιδαιμονικές αντιλήψεις αποτελούν τα πλουμιστά  (διακοσμημένα) ψωμιά, που γίνονται με εθιμική τελετουργία σε διάφορες περιστάσεις (λοχεία, βάφτιση, γάμο, μεγάλες γιορτές κτλ).
2

Η επιφάνειά τους είναι γεμάτη συνδυασμούς από πουλιά, άνθη, φίδια κ.ά. θέματα που εκφράζουν ποικίλους συμβολισμούς κατά περίσταση. Ιδιαίτερα ονομαστά είναι τα γαμήλια ψωμιά καθώς και τα ψωμιά της βάφτισης (για τον σύντεκνο = ανάδοχο) που γίνονται στα Ανώγεια Μυλοποτάμου, στις βόρειες υπώρειες της Ίδης (Ψηλορείτη).

Η ξομπλιαστή γαμοκουλούρα είναι τόσο στολισμένη που μοιάζει με κεντημένη. Το έθιμο του κουλουριού του γάμου απαντά και σε άλλα μέρη της Ελλάδας, στην Πελ/σο, τη Θεσσαλία, τη Στερεά Ελλάδα, όπου τα “ξόμπλια” εκεί ονομάζονται “κεντήματα”.3

Κάθε “ξόμπλι” είναι ένα σύμβολο :

το ρόδι συμβολίζει την καλή τύχη,
τα ρόδα την ευτυχία,
ο ήλιος τη φωτεινή και χαρούμενη ζωή,
τα δέντρα τη μακροζωία,
τα πουλιά τα καλά νέα,
τα δαχτυλίδια το σταθερό και αιώνιο δέσιμο του ζευγαριού.

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΦΟΡΕΣΙΑ

Ένα από τα προϊόντα της κρητικής λαϊκής τέχνης είναι και η παραδοσιακή φορεσιά. Ακολουθώντας το γενικότερο τρόπο ένδυσης κάθε εποχής ή προσαρμοζόμενη σε διατάξεις και απαγορεύσεις των κατακτητών, γνώρισε διάφορες μεταλλαγές στους αιώνες της ιστορίας της.

Οι περισσότερες παραδοσιακές ελληνικές φορεσιές αποτελούνται από:
Το πουκάμισο που δε λείπει από καμιά ελληνική φορεσιά.
Το καφτάνι, καβάδι, άντερί, σαγιά (είδη φορέματος-πανωφοριού, φτιαγμένα συνήθως από πολύτιμη στόφα), ή το γιουρντί, σιγκούνι κλπ., (είδη αμάνικων ή και μανικωτών πανωφοριών από σαγιάκι, μάλλινο δηλαδή νεροτριβιασμένο υφαντό ύφασμα).
Το φουστάνι, τσούκνα (είδη φορεμάτων με ή χωρίς μέση).
Το ζωνάρι , τη ζώνη και την ποδιά.
Το κοντογούνι, γιλέκι κλπ. (είδη κοντών μανικωτών ή αμάνικων ζακέτων).
Τα διάφορα εσώρουχα και μικροεξαρτήματα.
Τα πολύπλοκα κεφαλοκαλύμματα και κεφαλοδέματα, κυρίως νυφικά. – συχνά σύμβολα αποτροπής, καρπερότητας κλπ. – που διευθετούνται με ξεχωριστή πάντα προσοχή, συνήθως από γυναίκες που η κοινότητα θεωρεί ειδικές.
Τα πολύτιμα ή άλλα στολίδια-κοσμήματα.
Τις κάλτσες και τα παπούτσια
4 5 6

ΑΙΓΙΝΑ, ΑΡΓΟΣ, ΚΡΗΤΗ

7 8 9

ΕΥΒΟΙΑ, ΚΕΡΚΥΡΑ, ΚΟΡΙΝΘΟΣ

ΑΝΔΡΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΦΟΡΕΣΙΑ
Το παραδοσιακό ανδρικό ένδυμα στην Κρήτη ήταν παραλλαγή της γνωστής βράκας. Η βράκα απαντάται -με κάποιες παραλλαγές- σε όλα τα νησιά του Αιγαίου και σε παραλιακές πόλεις της Ηπειρωτικής Ελλάδας. Θεωρείται ότι έχει αραβική καταγωγή και φορέθηκε περισσότερο από τους Αλγερινούς και τους Αιγυπτίους. Η τυπολογική ή χρωματική διαφορά της φορεσιάς, μαρτυρεί τη χωρογεωγραφική της προέλευση, την αστική ή χωρική, τη γιορτινή ή καθημερινή χρήση της. Στη δυτική Κρήτη την ονομάζουν “κάρτσα” ενώ στην ανατολική “σ(χ)λιαβάρι”. Επικράτησε όμως σε ολόκληρη την Κρήτη να χρησιμοποιείται ο πληθυντικός “βράκες” ή “σαλβάρια” και να εννοείται το σύνολο της ανδρικής ενδυμασίας.

10

1 2 3 4

ΠΟΝΤΟΣ, ΚΥΚΛΑΔΕΣ, ΚΡΗΤΗ, ΥΔΡΑ

5 6 7 8

ΚΥΠΡΟΣ, ΜΑΝΗ, ΚΑΛΥΜΝΟΣ

Ο κρητικός φορούσε πουκάμισο μεταξωτό ή βαμβακερό λευκό, μαύρο, γκρι, ριγέ και καρό. Σε γάμους και σε γλέντια φοριόταν πάντα το άσπρο πουκάμισο. Ο λαιμός ήταν στρογγυλός και τα κουμπιά των μανικιών και του λαιμού ήταν πάντα κλειστά, σα δείγμα σεμνότητας.

Το επόμενο τμήμα ήταν η “ζώνη”. Των αστών είναι μεταξωτή και των χωρικών πλεκτή, μάλλινη. Στη ζώνη υπάρχει το μαχαίρι, η καπνοσακούλα, το παραδοσάκουλο (σακούλι του παρά = του χρήματος). Επίσης υπήρχε και ένα μεταξωτό μαντήλι το οποίο ήταν έθιμο να γίνεται δώρο από τις νέες κοπέλες στους άντρες.
Το μεϊντάνι είναι ένα τελείως ανοικτό γιλέκο, φτιάχνεται από την ίδια τσόχα που φτιάχνεται και η βράκα και έχει εσωτερική επένδυση κόκκινης φόδρας. Είναι κοντό, εφαρμοστό στα χέρια και φοριέται πάνω από το πουκάμισο.
Το γελέκι, τύπος γιλέκου, κλειστό στο στήθος, χωρίς μανίκια. Έχει τρεις τύπους : το σταυρωτό, το ανοικτό και το ανωγειανό.
Το καπότο είναι κοντή κάπα με κουκούλα και μακριά μανίκια. Είναι επίσημο εξάρτημα της φορεσιάς και φοριέται ριχτά στην πλάτη. Φτιάχνεται από την ίδια τσόχα, έχει εσωτερική επένδυση από κόκκινη φόδρα και στις τέσσερις γωνιές διακοσμείται με κεντήματα πάνω σε βυσσινί βελούδο και πολύχρωμα μεταξωτά κορδόνια.

9 10

Στο κεφάλι οι Κρήτες φορούσαν “φέσι” όχι τριγωνικό όπως των Τούρκων, αλλά σπαστό, το οποίο κάλυπταν πάντα με σαρίκι, η “πέτσα” .Στο σαρίκι προστίθενται “κρόσσια”, τα οποία συμβολίζουν τα δάκρυα του κρητικού λαού, τα πολλά χρόνια σκλαβιάς αλλά και το θρήνο για το ολοκαύτωμα της μονής Αρκαδίου. Το μαύρο χρώμα έρχεται για να εκπληρωθεί η προφητεία που είχε τις ρίζες της στα Σφακιά και διεμήνυε ότι όταν έρθουν οι μαυροσκουφάδες θα ελευθερωθεί η Κρήτη.
Το σαρίκι κάλυπτε το φέσι το οποίο ήταν αντικείμενο αντιπαράθεσης ανάμεσα σε χριστιανούς και μουσουλμάνους. Χαρακτηριστικά πρέπει να αναφερθεί η διαταγή του Κιαμήλ Αχμέτ Πασά – διοικητή του Χάνδακα – που απαγόρευε στους χριστιανούς να φορούν κόκκινα και λευκά φέσια αλλά και σαρίκια. Το ίδιο και με τις βράκες που τους επέβαλαν να είναι μπλε ή μαύρου χρώματος, καθώς και  τα παπούτσια να είναι κόκκινα. Στις απαγορεύσεις αυτές έθεταν το επιχείρημα ότι ο ιερός μουσουλμανικός νόμος παραβιάζεται, αφού δε διακρίνονται οι μεν από τους δε.
Τις ίδιες αντιστάσεις συναντάμε και με τα στιβάνια,  το υπόδημα που χαρακτηρίζει τους Κρήτες. Φορούσαν μαύρα, κόκκινα αλλά και τα απαγορευμένα άσπρα στιβάνια. Το λευκό χρώμα ενοχλούσε τους Τούρκους γιατί μαρτυρά τη λεβεντιά του Κρητικού. Τα λευκά στιβάνια στην πραγματικότητα ήταν κίτρινα, ή γίνονταν με τον καιρό και λόγω της απαγόρευσης τα φορούσαν οι πιο ανήσυχοι, αψηφώντας τον κίνδυνο.
11 12

ΚΡΗΤΙΚΟ ΜΑΧΑΙΡΙ
Το μαχαίρι είναι απαραίτητο συμπλήρωμα της ελληνικής παραδοσιακής φορεσιάς και χαρακτηριστικές εκφάνσεις του αντικειμένου αυτού στον ελληνικό χώρο αποτελούν το κρητικό, το αρκαδικό, το ποντιακό.
Το κρητικό μαχαίρι συνιστά ένα αντικείμενο διαμορφωμένο μες στην εξέλιξη της ιστορίας των περιοχών που εντάσσονται στη λεκάνη της Μεσογείου.
1

ΚΡΗΤΙΚΟ ΜΑΧΑΙΡΙ

2

ΠΟΝΤΙΑΚΟ ΜΑΧΑΙΡΙ

Αναπόσπαστο κομμάτι της ανδρικής φορεσιάς δημιουργήθηκε στα τέλη του 18ου αι. Είχε πρακτική αλλά και συναισθηματική αξία. Σύμβολο αντρειοσύνης και του πνεύματος αντίστασης της Κρήτης.
Έχει σχήμα σαΐτας και χαρακτηριστικό του είναι η ατσάλινη λεπίδα, η οποία έχει μόνο μία κόψη, είναι έντονα κυρτή και καταλήγει σε μια οξύτατη αιχμή, η οποία έχει ελαφριά κλίση προς τα πάνω. Αυτή η ιδιομορφία της αιχμής προσδίδει στο μαχαίρι μεγάλη διατρητική ικανότητα. Τα μεγέθη του ποικίλουν.
Η λαβή του μαχαιριού ονομάζεται “μανίκα”. Το δημοφιλέστερο σχήμα της είναι αυτό σε σχήμα V το οποίο προσδίδει στο μαχαίρι μια σχηματική μοναδικότητα μιας και δε συναντάμε τη συγκεκριμένη λαβή σε κανένα άλλο μέρος του πλανήτη. Η λαβή είναι κατασκευασμένη από ζωική ύλη (κέρατο ή κόκαλο) ή ελεφαντόδοντο στα πολυτελή μαχαίρια. Τα μαχαίρια με τις σκουρόχρωμες κεράτινες λαβές ονομάζονται “μαυρομάνικα” και θεωρούνται τα πιο λεβέντικα μαχαίρια.

3

 Το μαχαίρι ήταν στοιχείο που κοσμούσε και τη γυναικεία φορεσιά.
Οι αρραβωνιασμένες κόρες και οι παντρεμένες γυναίκες φορούσαν μια μικρογραφία του αντρικού μαχαιριού, το οποίο ονομάζεται “πασαλάκι” ή “μπασαλάκι” ή “αργυρομπουνιαλάκι”.
Αποτελούσε παραδοσιακό δώρο αρραβώνα του μνηστήρα στην κοπέλα του.

4

 KΡΗΤΙΚΗ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΦΟΡΕΣΙΑ

Φιλόκαλη από φυσικού της, η Κρητικοπούλα εξεδήλωνε τον εσωτερικό της κόσμο κυρίως με τη φορεσιά· όποιες επιδράσεις δέχτηκε, τις διαμόρφωσε σύμφωνα με το γούστο της, τις έχυσε σε καλούπι κρητικό.

Η είσοδος της ανδρικής βράκας στην Κρήτη, επηρέασε και τη γυναικεία φορεσιά. Οι νέες κοπέλες δανείστηκαν από τους άνδρες το «μεϊτάνι» και το ονόμασαν ζιπόνι (χειριδωτό μπολερό) το οποίο κέντησαν με χρυσές κλωστές και ονομάστηκε και χρυσοζίπονο.
Αξίζει εδώ να σημειωθεί η καταπληκτική ομοιότητα του ζιπονιού, που αφήνει το στήθος ανοικτό, με το περικόρμιο των γυναικών της Κνωσού.

Το ζιπόνι στην αρχή ήταν κοντό και φορέθηκε πάνω από το φόρεμα. Αργότερα το φόρεμα χωρίστηκε σε επανωκόρμι και φούστα .

Το επανωκόρμι σιγά σιγά αποσύρεται και αντικαθίσταται από κεντημένο πουκάμισο .

Αργότερα η φορεσιά συμπληρώνεται με τη διακοσμητική μπροσποδιά, κατάλοιπο της βυζαντινής εποχής.

5 6 7 8

ΣΑΛΑΜΙΝΑ, ΗΠΕΙΡΟΣ, ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, ΠΟΝΤΟΣ

HPEIROS KIPROS  STEREA ELLADA

ΗΠΕΙΡΟΣ, ΚΥΠΡΟΣ, ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑMAKEDONIA 2

ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

 ΟΙ ΒΑΣΙΚΟΙ ΤΥΠΟΙ ΤΩΝ ΕΝΔΥΜΑΣΙΩΝ

Οι βασικοί τύποι των γιορτινών γυναικείων ενδυμασιών της Κρήτης, που έφθασαν μέχρις τις αρχές του 20ου   αιώνα, οπότε τις παραλάβαμε, είναι: η «Φορεσιά με ζιπόνι και φουστάνι», η «Σάρτζα» και η «Κούδα». Από αυτές προέρχονται πολλές παραλλαγές ή τοπικές ονομασίες τους, όπως η «Σφακιανή», η «Χανιώτικη», η «Μεσσαρίτικη», η «Ρεθεμνιώτικη», η «Κριτσιώτικη» κ.α.  Αρκετά στοιχεία από τις φορεσιές αυτές προέρχονται από τα βυζαντινά γυναικεία ρούχα του 11ου αιώνα (ζώνη, ποδιά).

FORESIA ME ZIPONI KAI FOUSTANI

Η «Φορεσιά με ζιπόνι και φουστάνι» παρουσιάστηκε στις αρχές του 17ου αιώνα και φορέθηκε σε όλη σχεδόν την Κρήτη, ιδιαίτερα, όμως, στη δυτική ως η πιο επίσημη, γιορτινή ή νυφιάτικη αστική.  Είναι ο τύπος της φορεσιάς με τα παλαιότερα στοιχεία. Απηχούν τη βενετσιάνικη μόδα των γυναικείων ρούχων του 15ου αιώνα.  Αποτελείται από το «ζιπόνι» (μεταξωτό μακρύ πουκάμισο), τη φούστα ή “ρούχο” (μακρύ μεταξωτό φουστάνι), το «σπαλέτο» (μεταξωτό μαντήλι που δένεται στο λαιμό), τη μεταξωτή ζώνη, την ποδιά, το «μπασαλάκι» μέσα στη ζώνη και μεταξοΰφαντο κεφαλοκάλυμμα. Το «ζιπόνι» της φορεσιάς αυτής φτιάχνεται σε διάφορα σχέδια και χρώματα.  Άλλοτε σκεπάζει το στήθος και έχει μπροστά μεγάλο άνοιγμα σε σχήμα V, άλλοτε αφήνει μεγάλο ημικυκλικό άνοιγμα και δεν καλύπτει το στήθος, άλλοτε έχει μισά μανίκια, άλλοτε ολόκληρα και άλλοτε αυτοτελή ξεχωριστά που στερεώνονται στους ώμους με θελιές και τα οποία έχουν σχισμές κατά μήκος τους, από το μπράτσο έως τον καρπό.  Όταν παλαιότερα με τη φορεσιά αυτή φοριόταν το «χρυσόπλεκτο» κεφαλομάντηλο, τότε όλη η ενδυμασία λεγόταν «Χρυσόπλεκτο».

FORESIA SARTZA

 Η φορεσιά «Σάρτζα» παρουσιάστηκε στα μέσα περίπου του 17ου αιώνα και φορέθηκε σε ολόκληρη την Κρήτη, ιδιαίτερα, όμως, στην κεντρική και ως επίσημη και ως καθημερινή.  Συνήθιζαν να τη φορούν οι «ψικαρούδες», δηλαδή οι κοπέλες που αποτελούσαν τη συνοδεία της νύφης.  Είναι η ενδυμασία που τις τελευταίες δεκαετίες ακούγεται με την ονομασία  «ανωγειανή», παρασύροντας έτσι αρκετούς στο λανθασμένο συμπέρασμα ότι η φορεσιά αυτή προέρχεται  από τα Ανώγεια της επαρχίας Μυλοποτάμου ή ότι φοριόταν μόνον εκεί.
Το όνομα της ενδυμασίας προέρχεται από ένα βασικό κομμάτι-εξάρτημά της που έχει σχήμα ποδιάς και λέγεται “σάρτζα”. Η λέξη σάρτζα δηλώνει είδος υφάσματος και σημαίνει την κοινή μάλλινη τσόχα.
Φαίνεται,  λοιπόν, ότι το είδος του υφάσματος έδωσε το όνομά του στο κομμάτι – εξάρτημα, που ήταν φτιαγμένο από αυτό, και στη συνέχεια σε ολόκληρο το φόρεμα.  Να σημειωθεί ότι η «σάρτζα» δένεται στη μέση, καλύπτοντας το αριστερό πόδι, κι υπάρχουν διάφοροι τρόποι με τους οποίους φοριέται.  Στη φορεσιά αυτή δεν περιλαμβάνεται φούστα, καθώς αυτή υποκαθίσταται από τη «σάρτζα».  Το σύνολο της φορεσιάς συγκροτούν: η «σάρτζα»,  το “ζιπόνι” (το μακρύ μεταξωτό πουκάμισο), η μακριά φουφουλωτή βράκα που φθάνει μέχρι κάτω στους αστραγάλους και φαίνεται, το «γιεμενί», δηλαδή το  αραχνοΰφαντο μεταξωτό (άλλοτε βαμβακερό ) κεφαλομάντηλο σε χρώμα ρουμπινί, η φαρδιά ζώνη, η ποδιά και το «μπασαλάκι» .

FORESIA KOUDA

Στα μέσα του 17ου αιώνα, και σχεδόν ταυτόχρονα με την εμφάνιση της φορεσιάς «Σάρτζα», παρουσιάζεται, στην Ανατολική Κρήτη η ενδυμασία «Κούδα».  Το όνομά της το πήρε και αυτή από ένα εξάρτημα σε σχήμα φούστας, που λέγεται «κούδα» από την ιταλική λέξη coda, που σημαίνει ουρά.  Από τον τρόπο με τον οποίο φοριέται η φούστα αυτή – η οποία να σημειωθεί πως αποτελεί εξέλιξη μιας βυζαντινής μόδας του 15ου αιώνα και της «καρπέτας», μιας φούστας του 17ου αιώνα, σχηματίζεται μια ιδιότυπη διακόσμηση, ένα μεγάλο drape, δηλαδή περικάλυψη με ύφασμα, που μοιάζει με ουρά.  Έτσι, το σχήμα της φούστας έδωσε το όνομα στο ρούχο και στη συνέχεια σε ολόκληρη την ενδυμασία.  Η Κούδα λέγεται και φορεσιά Κριτσάς, επειδή λέγεται ότι πρωτοεμφανίστηκε εκεί που βρίσκεται το σημερινό κεφαλοχώρι Κριτσάς, στο νομό Λασιθίου.

Η φορεσιά «Κούδα» αποτελείται από: «κούδα», «ζιπόνι» ή «σαλταμάργκα» ή «φέρμελη», μακρύ μεταξωτό πουκάμισο, μακριά φουφουλωτή βράκα, πλούσια κεντημένη, που φθάνει μέχρι κάτω στους αστραγάλους και φαίνεται, μεταξωτή ζώνη , ποδιά και για κεφαλοκάλυμμα τη «σάλπα».

Συμπερασματικά, είναι ολοφάνερο ότι τα στοιχεία και οι μορφές της κρητικής λαϊκής τέχνης και του πολιτισμού (χορός, μουσική, δραστηριότητες, πηγές έμπνευσης, χρώματα, σχήματα) καταμαρτυρούν το μεγαλείο και την πνευματικότητα του νησιού της Κρήτης.
Τα στοιχεία του πολιτισμού της τα χαρακτηρίζει η διαχρονικότητα αλλά ταυτόχρονα τονίζουν και επιβεβαιώνουν τη συγγένεια με αντίστοιχα στοιχεία ολόκληρου του ελληνικού χώρου.
Η Κρήτη, αν και αποκομμένη γεωγραφικά από την ηπειρωτική Ελλάδα, ωστόσο ήταν πάντα πολύ κοντά της “σώματι και ψυχή”, και σε όλους τους αγώνες και τις εκδηλώσεις της αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι της.

Σας ευχαριστούμε για την προσοχή σας

4

ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ



Δεν υπάρχουν σχόλια »

Χωρίς σχόλια ακόμα.

RSS κανάλι για τα σχόλια του άρθρου. TrackBack URI

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *