Ε. Η ΕΝΤΑΞΗ… 1. Η ενσωμάτωση των προσφύγων

Οι σημειώσεις του μαθήματος

ΠΗΓΕΣ

1.Κοινωνική ένταξη των προσφύγων

Αντλώντας στοιχεία από τa ιστορικά παραθέματα και με βάση τις πληροφορίες από το σχολικό εγχειρίδιο να καταγράψετε τους λόγους που στάθηκαν εμπόδιο στη γρήγορη κοινωνική ένταξη των προσφύγων

“…οι εκλογικοί κατάλογοι των προσφύγων είναι νοθευμένοι.”
Αντιβενιζελικές ομάδες άρχισαν να βλέπουν με δυσαρέσκεια την πολιτική βαρύτητα που απέκτησαν οι πρόσφυγες με τη δυνατότητα τους να ψηφίζουν. Είναι γνωστό ότι η βενιζελική, ιδιαίτερα, παράταξη ευνοήθηκε από την ψήφο τους. Συχνές είναι οι καταγγελίες του αντιπάλου κόμματος ότι οι εκλογικοί κατάλογοι των προσφύγων είναι νοθευμένοι.
Χ. Λούκος, «Οι Μικρασιάτες πρόσφυγες στην Ερμούπολη», στο συλλογικό τόμο Ο ξεριζωμός και η άλλη πατρίδα, ό.π., σ. 209

“…τίτλος ανυποληψίας το «πρόσφυγας»…”
«Είμαστε Έλληνες όσο κι εδώ. Αλλά με το «πρόσφυγες» μας ξεχώρισαν, μας τοποθέτησαν στο περιθώριο της κοινωνίας και κοντέψαμε να ξεχάσουμε τις ήμαστε. Ήταν τίτλος ανυποληψίας το «πρόσφυγας», πώς να σας το πω. Μόνο όταν πιάσαμε στα χέρια μας τον κόπο μας και κάναμε δικό μας σπίτι, όταν έγιναν γνωστοί οι Κόντογλου, Βαλσαμάκης, Βενέζης, οι επιστήμονες μας κι έτρεχαν σ’ αυτούς οι ντόπιοι να τους συμβουλευτούν, τότε το “πρόσφυγας”, δεν μας ένοιαζε. Τιμή μας, που αν και μας ήθελαν πρόσφυγες, εμείς τα είχαμε καταφέρει» (μαρτυρία Π. Καλαϊτζή).
Άννα Παναγιωταρέα, ό.π., σ. 177

Σχέσεις προσφύγων και ντόπιων

Με όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω θέλησα να δείξω ότι η ελληνική κοινωνία βρέθηκε μπροστά σε ζητήματα δυσεπίλυτα, σε ζητήματα που, ενώ δεν ανατρέπουν δομές, ενώ υποτάσσονται στο κοινωνικό status quo, δημιουργούν ωστόσο παρενέργειες στην καθημερινή ζωή των γηγενών, πολύ περισσότερες από αυτές που δημιουργούν οι άλλες μέθοδοι της στεγαστικής πολιτικής. Επιτάξεις και συγκατοίκηση, όταν θεωρούνται στο επίπεδο της καθημερινότητας, όπου οι σχέσεις των ανθρώπων μεταλλάσσονται σε σχέσεις φόβων, καχυποψίας, προκαταλήψεων και επιρροής στερεοτύπων, αντεγκλίσεων και ε¬ντάσεων, φαίνεται ότι δεν τεκμηριώνουν αυτές τις στάσεις κοινωνικής ευαισθησίας και σύμπνοιας που θέλουμε να πιστεύουμε ότι υπήρξαν και ότι οδήγησαν στην αμοιβαία αφομοίωση των δύο κοινωνικών μορφωμάτων, προσφύγων και ντόπιων. Όταν όμως θεωρούνται στο επίπεδο μιας γενικεύουσας προοπτικής του ευρύτερου φαινομένου, αποδεικνύουν περίτρανα την ύπαρξη μιας κοινωνίας με ανεκτικότητα, αντοχή και βαθύ αίσθημα κοινωνικής αλληλεγγύης, μιας κοινωνίας που στάθηκε εντέλει ικανή να αφομοιώσει 1,5 σχεδόν εκατομμύριο πληθυσμού, πραγματοποιώντας ένα τεράστιο έργο αποκατάστασης και παραχωρώντας, ως ένα βαθμό, ακόμα και τα σχολεία της, ακόμα και τα ενδότερα της οικογενειακής της ζωής.
Μένει να διερευνηθεί αν η διαφορά της κοινωνικής συμπεριφοράς στα δύο αυτά επίπεδα ανάλυσης εντάσσεται μέσα στο πλαίσιο του φυσιολογικού και του αναμενόμενου, ή μήπως υποδηλώνει ίδιες της κοινωνίας μας εσωτερικές αντιφάσεις. Βίκα Δ. Γκιζελή, «Επίταξις ακινήτων κατοικουμένων ή οπωσδήποτε χρησιμοποιουμένων», στο συλλογικό τόμο Ο ξεριζωμός και η άλλη πατρίδα, ό.π., σσ. 84-85

2.Η ενσωμάτωση των προσφύγων

Αντλώντας στοιχεία από τα ιστορικά παραθέματα και με βάση τις ιστορικές σας γνώσεις να δείξετε την αποφασιστικότητα της ΕΑΠ να επιτελέσει το έργο της αλλά και των ίδιων των προσφύγων να ενταχθούν στη νέα πραγματικότητα. Ποια στοιχεία αποτέλεσαν εμπόδιο στην αποκατάσταση;

Δήλωση του εκπροσώπου της Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων (ΕΑΠ) στο Συμβούλιο της Κοινωνίας των Εθνών το 1924
«Είμαστε αποφασισμένοι να διαθέσουμε το ποσόν του ενός εκατομμυρίου αγγλικών λιρών, το οποίο μας έχει χορηγηθεί ως τώρα για να αποδείξουμε πως αυτοί οι άνθρωποι μπορούν να στεγαστούν και να εγκατασταθούν και πώς αυτή η τεράστια συμφορά μπορεί να μετατραπεί σε ευλογία Θεού και αφενός να καταστήσει τους πρόσφυγες οικονομικά αυτάρκεις, αφετέρου να συμβάλει στην αύξηση της αγροτικής παραγωγής σε τέτοιο βαθμό, ώστε να γίνει και η Ελλάδα ένα κράτος αύταρκες, το οποίο ύστερα από λίγα χρόνια δεν θα εξαρτάται πια από τις εισαγωγές».
Ε. Κοντογιώργη, «Αγροτικές προσφυγικές εγκαταστάσεις στη Μακεδονία 1923-1930», Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, τ. 9ος, Μικρασιατική Καταστροφή και Ελληνική Κοινωνία, Αθήνα 1992, σ. 54)

Ο πρόσφυγας Σάββας Φωτόπουλος αποκαλύπτει τις διαστάσεις του προβλήματος της προσφυγικής αποκατάστασης
«Ο καημός όμως ήτανε να ΄χουμε ένα μικρό κτήμα δικό μας, ν΄αποκτήσουμε πάλι λίγη γη και να πούμε πως κάναμε πάλι χωριό δικό μας. Πες, πες, καταφέραμε και μας έστειλαν στην Ήπειρο, σ΄ένα χωριό κοντά στα σύνορα της Αλβανίας, την Πέρδικα … Η Πέρδικα που πήγαμε, ήταν πιο πολύ τούρκικο χωριό κι ελάχιστοι χριστιανοί. Τετρακόσιοι Τούρκοι ήτανε, απ΄τους οποίους μόνο καμιά εκατοστή είχανε φύγει με την Ανταλλαγή. Οι άλλοι δηλώσανε πως είναι Τουρκαλβανοί και μείνανε.
Κι εκεί δεν μπορέσαμε να ριζώσουμε. Νοικιάζαμε χωράφια, δουλεύαμε στα τούρκικα, αλλά τίποτε δεν κάναμε.
Κι επιτέλους στα 1925 κατορθώσαμε και μας έστειλε το κράτος σ΄ ένα μέρος έξω από την Πρέβεζα. Εκεί μας έδωσαν στον καθένα ένα χωράφι και σπίτι να κάτσουμε. Το μέρος αυτό το έλεγαν Σινώπη, γιατί είχαν εγκατασταθεί πρόσφυγες από τη Σινώπη του Πόντου. Εκεί αποκτήσαμε επιτέλους τη γη που θέλαμε. Δουλέψαμε σκληρά, παλέψαμε με το κρύο και με τη ζέστη και πάλι όμως δεν μπορέσαμε να ζήσουμε όπως νομίσαμε. Φτώχεια και δυστυχία …»
(Πηγή: Μαρτυρία του Σάββα Φωτόπουλου από την Ακκαγιά της Κερασούντας, Αρχείο του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, Συλλογέας, Ελένη Γαζή, 6/7/1961, στο Προσφυγική Ελλάδα, Αθήνα 1992, σ. 9 – 12)

ΟΙ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ


Δεκαετίες 1920 και 1930: [σελ. 163], αντικειμενικές δυσχέρειες για ενσωμάτωση προσφύγων, οικονομία και πολιτική.
1924-1928 :[σελ. 163], το μεγαλύτερο μέρος του έργου από την ΕΑΠ για την αποκατάσταση προσφύγων
(από το 1922): [σελ. 163], ύπαρξη νόμων που απαγόρευαν τη μεταβίβαση ακίνητης μουσουλμανικής περιουσίας
δεκαετία 1940: [σελ. 166], τερματίζεται ο διαχωρισμός γηγενών και προσφύγων