Feed
Άρθρα
Σχόλια

«Βιολογικό και κοινωνικό φύλο»
Αποδόμηση των έμφυλων στερεοτύπων

της Αγγελικής Κάρκαλου*

Εδώ και μερικές δεκαετίες έχει αναδυθεί στην ακαδημαϊκή κοινότητα ένας νέος διεπιστημονικός κλάδος που αναφέρεται στις Σπουδές των Φύλων, αντλώντας το θεωρητικό του υπόβαθρο κυρίως από επιστήμες όπως η Κοινωνιολογία, η Κοινωνική Ανθρωπολογία και η Ψυχολογία. Ο κλάδος αυτός εστιάζει στην ανάλυση των ρόλων των δύο φύλων μέσα στην εκάστοτε κοινωνία και την εκάστοτε χρονική περίοδο, επιχειρώντας παράλληλα να ερμηνεύσει και τα συστήματα εκείνα που οδηγούν στη δημιουργία των έμφυλων στερεοτύπων, θετικών και αρνητικών. Με άλλα λόγια, πρόκειται για τους ρόλους των φύλων που μελετούνται μέσα στην κοινωνία από την οποία διαμορφώνονται και την οποία διαμορφώνουν.
Οι όροι «βιολογικό» και «κοινωνικό» φύλο, χρησιμοποιούνται ευρέως από την Κοινωνική Ανθρωπολογία ως εργαλεία ανάλυσης και ερμηνείας των κοινωνικών συνόλων και των σχέσεων που τα διέπουν, ακριβώς όπως η εθνικότητα, η θρησκεία, το οικονομικό υπόβαθρο, η κοινωνική τάξη, το μορφωτικό επίπεδο κ.ο.κ. Πρόκειται, λοιπόν, για εργαλεία προσδιορισμού των κοινωνικών ομάδων και αυτοπροσδιορισμού του ίδιου του ατόμου. Πρόκειται για φίλτρα μέσα από τα οποία αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας και χτίζουμε τις πεποιθήσεις μας για εμάς τους ίδιους αλλά και για τον κόσμο γύρω μας. Η διάκριση σε δύο διαφορετικούς τρόπους να αντιλαμβανόμαστε το φύλο, έχει να κάνει με τη διάκριση των εγγενών χαρακτηριστικών (π.χ. γεννητικά όργανα) από τα επίκτητα χαρακτηριστικά που προσδίδει η εκάστοτε κοινωνία σε καθένα από τα δύο φύλα. Αν, ωστόσο, μας ενοχλούν για κάποιον λόγο οι όροι «βιολογικό» και «κοινωνικό», μπορούμε αντ’ αυτών να μιλήσουμε για εγγενή και επίκτητα χαρακτηριστικά.
Το για ποιο λόγο είναι αναγκαίο για τον άνθρωπο να αντιληφθεί τη διάκριση μεταξύ των δύο αυτών τρόπων προσέγγισης του φύλου μπορεί να απαντηθεί πολύ εύκολα. Για τον ίδιο λόγο που ζητάμε από τα παιδιά να διακρίνουν το φυσικό από το τεχνητό και το ανθρωπογενές. Για τον ίδιο λόγο που τα ρωτάμε αν το Γεφύρι στο Κατούνι είναι δημιούργημα της φύσης ή κατασκεύασμα του ανθρώπου. Για να μπορέσουν να γνωρίσουν καλύτερα και να προσεγγίσουν πληρέστερα τον κόσμο γύρω τους, με απώτερο σκοπό να τοποθετήσουν ομαλότερα τον ίδιο τους τον εαυτό μέσα σε αυτόν. Πραγματικά, αδυνατώ να κατανοήσω για ποιον λόγο η διάκριση αυτή γίνεται αποδεκτή στο κομμάτι των άψυχων αντικειμένων αλλά όχι στο κομμάτι των ίδιων των κοινωνικών συνόλων και των ανθρώπων που τα απαρτίζουν. Εκτός κι αν θεωρούμε υποδεέστερη την ανάγκη αυτοπροσδιορισμού από την ανάγκη αναγνώρισης της προέλευσης ενός φαραγγιού, ενός τούνελ ή ενός οικήματος.

Ιδιαίτερα στην πολύ εύθραυστη εφηβική ηλικία, που οι μαθητές νιώθουν ακόμη εντονότερα την ανάγκη αυτοπροσδιορισμού, μπορεί να αποβεί ισοπεδωτικός για την προσωπικότητα και καταστροφικός για την υπόλοιπη ζωή τους ο προσδιορισμός του εαυτού τους και του γύρω κόσμου βάσει ορισμένων έμφυλων στερεοτυπικών αντιλήψεων. «Οι άντρες δεν κλαίνε» λέμε συχνά στα αγόρια, καλλιεργώντας τους από πολύ μικρή ηλικία την πεποίθηση ότι δεν είναι φυσιολογικό ένας άντρας να εκδηλώνει τα συναισθήματά του. Με τον τρόπο αυτό, η συναισθηματική έκφραση γενικεύεται και ανάγεται σε αδυναμία, με αποτέλεσμα αφενός την πιθανή συναισθηματική καταπίεση του συγκεκριμένου αγοριού και μετέπειτα ενήλικου άντρα, αφετέρου την πιθανή στοχοποίηση από τον περίγυρο ενός άλλου αγοριού που αποκλίνει από αυτόν τον κανόνα. Ανάλογο παράδειγμα αποτελεί το έμφυλο στερεότυπο ότι τα κορίτσια δεν είναι τόσο ικανά όσο τα αγόρια στα Μαθηματικά και τις Θετικές Επιστήμες, χωρίς να συνυπολογίζεται το πώς η ίδια η κοινωνία (οικογένεια, εκπαίδευση, ευρύτερο περιβάλλον) δημιουργεί ένα ολόκληρο σύστημα προσδοκιών επιτυχίας και αποτυχίας βάσει φύλου, το οποίο καλλιεργεί (ακόμα και μέσα από το παιχνίδι!) και στο τέλος επιβεβαιώνει μέσω του φαινομένου της «αυτοεκπληρούμενης προφητείας».
Η αποδόμηση των στερεοτύπων (έμφυλων, φυλετικών κ.ά.) όχι μόνο δεν αμφισβητεί και δεν υποσκάπτει έννοιες όπως η αγάπη, η ελευθερία, η ισότητα αλλά, αντιθέτως, τις εξυψώνει, τοποθετώντας τες σε μία πιο στέρεη βάση: αυτή της ουσιαστικής αποδοχής έναντι της συγκαταβατικής ανοχής. Ίσως αν καταφέρουμε μια μέρα να αποδομήσουμε τέτοιου είδους στερεότυπα, να λιγοστέψουν στην κοινωνία μας τα συμπλέγματα κατωτερότητας και ανωτερότητας (θεωρώ τα δεύτερα σαφώς επικινδυνότερα από τα πρώτα), καθώς και τα εγκλήματα που αυτά συνεπάγονται. Προσωπικά, η σύντομη ενασχόλησή μου με ζητήματα ταυτότητας των φύλων, με έκανε αφενός να κατανοήσω λίγο καλύτερα τον εαυτό μου (όχι! δεν είμαι ομοφυλόφιλη) αφετέρου να αισθάνομαι λίγο καλύτερος άνθρωπος.
Στο κομμάτι της ομοφυλοφιλίας, η οποία αποτελεί ξεχωριστό αντικείμενο μελέτης των Σπουδών των Φύλων, πιστεύω πως δεν θα έπρεπε να κλείνουμε τα μάτια σε ζητήματα που αφορούν την ψυχική υγεία και ισορροπημένη ανάπτυξη ενός παιδιού, καθώς με τον τρόπο αυτό νομιμοποιούμε μια σειρά εγκλημάτων εις βάρος της ανθρώπινης ύπαρξης. Πόσο μάλλον τη στιγμή που η επιστημονική κοινότητα μάς παρέχει στοιχεία που αποδίδουν την ομοφυλοφιλία σε βιολογικούς παράγοντες. Επιπλέον, δεδομένου του ότι η ομοφυλοφιλία παρατηρείται σε μεγάλο βαθμό στη φύση, παρόλο που δεν οδηγεί στην αναπαραγωγή και διαιώνιση του είδους, αποτελεί ένα είδος φυσικής συμπεριφοράς. Ας μην συγχέουμε λοιπόν το φυσικό με το φυσιολογικό και ας μην ξεχνάμε πως το φυσιολογικό εμπεριέχει το στοιχείο της ανθρώπινης ανάγνωσης, ερμηνείας και κατηγοριοποίησης, γεγονός που το καθιστά επισφαλές. Αυτό που χθες θεωρείτο φυσιολογικό, σήμερα ίσως και να μη θεωρείται (βλ. διαχρονική αντιμετώπιση των μαύρων, γυναικών, ατόμων με ειδικές ανάγκες κ.τ.λ.).
Επειδή, όμως, όλο αυτό ξεκίνησε με αφορμή τη Θεματική Εβδομάδα στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, και παρόλο που δεν σχετίζεται η εφαρμογή της με την Πρωτοβάθμια, αναρωτιέμαι αν έχει από μόνη της κάποιο νόημα η αποσπασματική διδασκαλία μέσω ημερίδων, διημερίδων ή ακόμη και θεματικών εβδομάδων, όταν επιδιώκουμε να επέμβουμε σε αντιλήψεις και στάσεις ζωής, τη στιγμή που η παρέμβασή μας δεν διατρέχει ολόκληρο τον κορμό της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Ιδιαίτερα, όταν η ίδια η φύση και φιλοσοφία της εκπαίδευσης δεν διέπεται από το αντίστοιχο πνεύμα. Αν πραγματικά επιθυμούμε να αλλάξει κάτι στην κοινωνία μας, χρειάζονται πολύ περισσότερες δράσεις από μία θεματική εβδομάδα, αμφιβόλου αποτελεσματικότητας. Διότι η ανάγκη διάκρισης μεταξύ βιολογικού και κοινωνικού είναι τόσο επιτακτική όσο και η ανάγκη διάκρισης της αποδοχής από την ανοχή.

* Η Αγγελική Κάρκαλου είναι δασκάλα στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση στα Κύθηρα.

Τα σχόλια είναι κλειστά.

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων