Η Εκπαίδευση μετά τη Ρώσικη Επανάσταση

Οι εξελίξεις στον τομέα της εκπαίδευσης στη Σοβιετική Ρωσία δεν έχουν ενδιαφέρον μόνο ως προς το ειδικό τους θέμα. Είναι τέτοια η σημασία της εκπαιδευτικής διαδικασίας για τη συνολική οργάνωση της κουλτούρας ενός κοινωνικού σχηματισμού, που συγκεφαλαιώνει σύνθετες και καθοριστικές παραμέτρους με στρατηγικό χαρακτήρα.

Αν κάποιος επιχειρούσε να αποτυπώσει τις μετεπαναστατικές εξελίξεις στη βάση της κατάληξής τους στη σταλινική εποχή με τους όρους συνέχειας, όπως έκανε η επίσημη εκπαιδευτική ιστοριογραφία του σοβιετικού κράτους, θα έδινε μια απολύτως παραπειστική περιγραφή. Κι αυτό γιατί ο τομέας της εκπαίδευσης επιτρέπει κατεξοχήν να φανεί η τομή που αντιπροσωπεύει ο σταλινισμός στην πορεία της ρωσικής εξέλιξης μετά τη μεγάλη Επανάσταση του 1917.

Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, ανάποδα. Με το «καθηκοντολόγιο» για τους μαθητές, που διατυπώνεται το 1943 και, μεταξύ άλλων, επιβάλλει:

«Να είμαι επιμελής στη μελέτη και συνεπής στις παρουσίες μου και να μην καθυστερώ ποτέ στην τάξη.
Να υπακούω χωρίς ερωτήσεις στις οδηγίες του σχολείου, στο διευθυντή και στους δασκάλους.
Να πηγαίνω στο σχολείο καθαρός, φροντισμένος και ευπρεπώς ντυμένος. Να κρατάω τη θέση μου στην τάξη νοικοκυρεμένη.
Να κρατάω επακριβείς σημειώσεις για την ανατεθείσα εργασία στο σπίτι, να δείχνω αυτές τις σημειώσεις στους γονείς μου και να κάνω όλη μου την εργασία στο σπίτι χωρίς βοήθεια.
Να μη χρησιμοποιώ άσχημες εκφράσεις, να μην καπνίζω και να μη χαρτοπαίζω» [1] .

Εκτός της προφανούς συνάφειας αυτών των εντολών με την πιο ακραία συντηρητική εκδοχή του αστικού σχολείου έχει σημασία να επισημάνουμε, επιπλέον, την ανατροπή των κύριων στοιχείων που επιχείρησαν οι κομμουνιστές να περάσουν στην εκπαίδευση μετά το 1917. Αυτό το «να υπακούω χωρίς ερωτήσεις» βρίσκεται απολύτως στον αντίποδα των προθέσεων των μεγάλων σοβιετικών μεταρρυθμιστών, όπως ο Λαϊκός Επίτροπος για την Εκπαίδευση Ανατόλ Λουνατσάρσκι, που οραματίζεται ένα σχολείο για την απελευθέρωση της κοινωνίας – ένα σχολείο που θα απελευθερώσει πρώτα από όλα τα … υποκείμενα που θα αναλάβουν αυτήν την απελευθέρωση. Κατ’ αντιστοιχία, το «να κάνω όλη μου την εργασία στο σπίτι» αναιρεί την πρώτη, μαζί με της σωματικής τιμωρίας, κατάργηση ενός χαρακτηριστικού του παλιού σχολείου, που από τους προοδευτικούς παιδαγωγούς θεωρούνταν θεμέλιο της ανισωτικής του λειτουργίας.

Γιατί ένα από τα κύρια, λοιπόν, δεδομένα του μετασχηματισμού που επιχειρήθηκε στο σχολείο με το νόμο του Οκτωβρίου του 1918, ήταν ακριβώς η κατάργηση των παραπάνω «αναχρονισμών», και μαζί η κατάργηση των εισιτηρίων εξετάσεων για τα Πανεπιστήμια· λίγο μετά θα ακολουθούσε και η κατάργηση των βαθμών σε όλες τις βαθμίδες, ενώ είχε ήδη καταργηθεί η θρησκευτική διδασκαλία, καθώς και η διδασκαλία σε σχολεία διαφορετικά κατά το φύλο.

Κοντά σε αυτά, και πιστοί στην προοδευτική παιδαγωγική, οι επαναστάτες αρνήθηκαν και το διπλό σχολικό δίκτυο –γενικό και τεχνικό–, στο μέτρο που το πολυτεχνικό σχολείο που επικράτησε ως τύπος μετά την Επανάσταση, το «ενιαίο σχολείο εργασίας», δεν ήταν ένα σχολείο εξειδίκευσης, αλλά σχολείο ευρείας μόρφωσης, διανοητικής και πρακτικής εξίσου, ώστε να αίρεται εξ αρχής η διάκριση χειρωνακτικής και πνευματικής εργασίας – ένας από τους ισχυρότερους μηχανισμούς αναπαραγωγής των εκμεταλλευτικών κοινωνιών στη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας.

Το σχολείο που επιχειρήθηκε να θεμελιωθεί ήταν πριν απ’ όλα ένα σχολείο μάθησης της αντίστασης στην καταπίεση, ένα σχολείο της ισότητας και της δημοκρατίας. Γι’ αυτό κιόλας η πλήρης αυτονομία της καθεμιάς σχολικής μονάδας διασφαλίζονταν με την ανάθεση της συλλογικής διεύθυνσης στη συνέλευση του σχολείου, που αποτελούνταν ισοτίμως από μαθητές, εκπαιδευτικούς και λοιπούς εργαζομένους. Όλα τα εκτελεστικά όργανα ορίζονταν ως ανακλητά και μικρής διάρκειας στο χρόνο.

***

Σε μεγάλο βαθμό, το νέο σοβιετικό σχολείο βασίζονταν στις ιδέες των πιο προχωρημένων παιδαγωγικών κύκλων σε ολόκληρο τον κόσμο. Έδινε, έτσι, τη δυνατότητα για ένα μεγάλο πείραμα εφαρμογής αυτών των ιδεών σε ευρύτατη κλίμακα, ενώ μέχρι τότε είχαν εμφανιστεί πειραματισμοί σε επίπεδο πολύ περιορισμένο. Το δυστύχημα ήταν πως οι συνθήκες που διαμορφώθηκαν με την είσοδο στον εμφύλιο πόλεμο έκαναν δύσκολο το εγχείρημα.

Έτσι, η υπαναχώρηση και αναίρεση των αρχικών εκπαιδευτικών ρυθμίσεων μπορεί να αναγνωστεί και ως δείκτης των ευρύτερων υπαναχωρήσεων της Επανάστασης. Με την επιβολή της ΝΕΠ, κυρίως από το 1923 κι έπειτα, έχουμε την επιστροφή στις ιδέες της άμιλλας και των βαθμών -του ανταγωνισμού, δηλαδή, μεταξύ των μαθητών-, την ανάκαμψη της εξειδίκευσης και του διπλού δικτύου και την επαναφορά της μονοπρόσωπης διεύθυνσης. Δέκα χρόνια μετά το νόμο του 1918 θα επανέλθουν και οι εξετάσεις για την εισαγωγή στο πανεπιστήμιο.

Στη σταλινική περίοδο αυτά τα στοιχεία θα παροξυνθούν, διαμορφώνοντας ένα σχολείο ακραίου συγκεντρωτισμού, στρατιωτικής πειθαρχίας, ομοιομορφίας και βαθμοθηρικού ανταγωνισμού, στον αντίποδα ακριβώς του αντιαυταρχικού και εξισωτικού σχολείου της Επανάστασης. Και, από αυτήν την άποψη, η σχολική αντιμεταρρύθμιση της σταλινικής  εποχής είναι ένας από τους χαρακτηριστικότερους δείκτες της αντεπαναστατικής φύσης του σταλινισμού συνολικά.

***

Ας κάνουμε την αντίστιξη χρησιμοποιώντας τα λόγια με τα οποία ο Ανατόλ Λουνατσάρσκι απευθύνονταν στους εκπαιδευτικούς, την άνοιξη του 1918 [2] :

«Εσείς, εκπαιδευτικοί, δώστε το παράδειγμα… Ελάτε να οικοδομήσουμε το νέο σχολείο του λαού. Εγώ, ο λαϊκός επίτροπος της παιδείας, δεν θέλω να επιβάλω τίποτε σε σας ή στα σχολεία. Λέω – να καταργήσουμε την εξουσία της γραφειοκρατίας! Καταργήστε τη γραφειοκρατία. Από τώρα το υπουργείο είναι ένα απλό εκτελεστικό όργανο… Ας δημιουργήσουμε μια συλλογικότητα στην θέση του υπουργού… Ας ολοκληρώσουμε τη διαδικασία της αποκέντρωσης των σχολείων και την μετάβαση της διεύθυνσης σε αυτοκυβερνώμενα σώματα… [Σε σώματα] εκπαιδευτικών και αντιπροσώπων της οργανωμένης εργατικής τάξης…».

Η διαδικασία ξεκίνησε ορμητικά. Κι ακολούθησε τη μοίρα της Επανάστασης. Αλλά ποτέ ξανά στην ιστορία, πριν ή μετά, δεν επιχειρήθηκε να εφαρμοστεί ένα τόσο περιεκτικό και ευρύ σχέδιο για το μετασχηματισμό της εκπαίδευσης. Κι εδώ η Ρωσική Επανάσταση, όπως σε τόσα άλλα, διατηρεί ακόμη την πρωτοπορία. Ό,τι κι αν κάνουμε στο μέλλον δεν μπορεί παρά να αναμετρηθούμε μαζί της.

[1]   Σωτήρης Μάρταλης, «Οι αλλαγές στο σχολείο μετά το 1917», ΔιεθνιστικήΑριστερά
[2]  A. V. Lunacharsky, Appeal by the People’s Commissary o Education of Russia: To All who Teach, Marxists.org

 

 

πηγή: http://rnbnet.gr/details.php?id=3871

Αφήστε μια απάντηση