Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ ΤΟΥ 19 ΑΙΩΝΑ (ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ)

ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ ΤΟΥ 19 ΟΥ ΑΙΩΝΑ

 

Της Δρ  ΕΥΤΥΧΙΑΣ  ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

 

Τoν 19 ο αιώνα το θέατρο ήταν μια ιδιαίτερη μόδα ακόμα κι όταν  τα θεάματα  ήταν κακής ποιότητας και δεν εκσυγχρονιζόταν  το ρεπερτόριό τους, αν εξαιρέσουμε ασφαλώς την κωμωδία των ηθών. Μετά το  1848 αναγεννήθηκε η   Λεωφόρος του Εγκλήματος[1]  εξ αιτίας των έργων που ήταν γεμάτα[2] δολοφονίες, και όλα τα κοινωνικά στρώματα σαγηνευόντουσαν   από τη μεγαλοπρέπεια του φαντασμαγορικού θεάματος. Το θέατρο κατακτούσε το κοινό όλο και  περισσότερο  εξ αιτίας  του ρυθμού, του ύφους, της τεχνικής  και της αγωνίας  που προκαλούσε.

Το μελόδραμα της Δεύτερης Αυτοκρατορίας αξιοποίησε  τη γοητεία του μαύρου μυθιστορήματος. Για να εκσυγχρονιστεί, το μελόδραμα «à clou»[3] και για να φθάσει στο ζενίθ της μόδας, χρησιμοποίησε λοιπόν  εξελιγμένα μηχανικά μέσα για να μπορέσει να συναγωνιστεί τα άλλα θεάματα, να επαναφέρει τα τραγούδια και τα μπαλέτα. Έτσι, αυξήθηκε ο αριθμός των θεατών. Στο Παρίσι, απαριθμήθηκαν 26 αίθουσες το  1855. Αν προσθέσουμε και τα προάστια,  68 αίθουσες το 1878.

Στην Αισθηματική Αγωγή του, ο Φλωμπέρ μας αναφέρει ότι ο  Φρεντερίκ με τη Ροζανέτ:

«…πήγαιναν σ’ ένα οποιοδήποτε θέατρο, στο προσκήνιο . και η Ροζανέτ, μ’ ένα μεγάλο μπουκέτο λουλούδια στο χέρι, άκουγε τα όργανα προσεχτικά, ενώ ο Φρεντερίκ, σκυμμένος στο αυτί της, της έλεγε τρυφερά λόγια.»   [4]

Η τιμή των θέσεων μπορούσε να είναι μέτρια: τα «παιδιά του Παραδείσου»[5]αγόραζαν τη θέση λιγότερο από ένα φράγκο. Στην πλατεία παρακολουθούσαν παντομίμα, μπαλέτα ή ακόμα και μελόδραμα, με 48 σόλδια. Το μεγαλύτερο κόστος είχε η ενοικίαση ενός θεωρείου με το χρόνο που κόστιζε  πολλές χιλιάδες φράγκα την εποχή[6] εκείνη. Ο Φλωμπέρ επιμένει σ’ αυτή τη δαπάνη καθώς και στην κοινωνική  σημασία της σημειώνοντας:

«Η ετήσια συνδρομή «παρείχε δικαίωμα εις μιαν θέσιν πλατείας ενός των κυριότερων παρισινών θεάτρων. επιπλέον η διεύθυνσις επεφορτίζετο να παρέχει εις τους κ.κ αλλοεθνείς όλας τας ζητουμένας πληροφορίας, καλλιτεχνικάς και άλλας.»[7]

 

Ωστόσο, κατά την Δεύτερη Αυτοκρατορία, μέχρι το 1862, το μελόδραμα γνώρισε μεγάλες επιτυχίες και ανοίχτηκαν πολλές καινούργιες αίθουσες. Άνδρες και γυναίκες ηθοποιοί, λατρεύτηκαν έγιναν τα είδωλα της λατρείας του κοινού: το 1862 ήταν η χρονιά που θριάμβεψε ο  Καμπούρης του Πωλ Φεβάλ.

Μετά από αυτή την ημερομηνία, η εγκατάλειψη έγινε  αισθητή. Τα έργα του Οσμάν καταστρέψανε τα θέατρα της Λεωφόρου του Τemple που επονομαζότανΛεωφόρος του Εγκλήματος[8], και όπου ο φτωχός λαός πήγαινε να διασκεδάσει παρακολουθώντας τις γιορτινές διασκεδάσεις και να θαυμάσει τον μίμοΝτεμπυρώ απ’ το βάθος της αίθουσας. Αυτή η λαϊκή συνοικία καταστράφηκε ανελέητα αλλά παραμένει   ζωντανή στη μνήμη μας  χάρη στη λογοτεχνία και στην ταινία του Μαρσέλ Καρνέ, Τα Παιδιά του Παραδείσου.

Εδώ πρέπει να πούμε ότι ένα άλλο είδος διασκέδασης ήταν και η οπερέτα που βρισκόταν σε μεγάλη ακμή, και κέρδιζε τους αστούς ενώ υπήρχε και [9] το καφέ-κονσέρτο με κοινό  τους  εργάτες.

Στην «καλλιτεχνική» στήλη του, ο Φλωμπέρ δεν παύει να παρουσιάζει τις επίκαιρες θεατρικές παραστάσεις και να τις κριτικάρει καθώς φροντίζει να δώσει το όνομα της αίθουσας  που δίνεται η παράσταση.

Στην Αισθηματική Αγωγή, στο τέταρτο μέρος του δεύτερου κεφαλαίου ο Σιζύρωτάει:

          «Λοιπόν, φίλτατέ μου ντεζ-Ωναί, πήγατε στο Παλαί Ρουαγιάλ να δείτε το Πατέρας και θυρωρός;[10]»,  αναφέροντας έτσι ένα από τα έργα στο προσκήνιο.

 

Ο Φλωμπέρ αναφέρει  επίσης ότι:

«Μια κυρία είχε παραβρεθεί στην τελευταία δεξίωση της Ακαδημίας. μια άλλη μίλησε για το Δον Ζουάν του Μολιέρου που παίχτηκε πρόσφατα.»[11]

Έτσι, για τη Βασίλισσα Μαργκό του Αλεξάνδρου Δουμά θα κάνει κάποια κριτική:

«Ένας κυβερνητικός υπάλληλος τα έβαλε με τα θεατρικά σκάνδαλα.΄Ετσι λ.χ αυτό το καινούργιο δράμα Η Βασίλισσα Μαργκό ξεπερνά πραγματικά τα όρια!»[12]

Και από το στόμα του αφηγητή θα πει ότι ο Υσοννέ καθώς:

«ερχόταν απ’ το θέατρο του Δουμά όπου είχε δει τον Ιππότη του Κόκκινου Σπιτιού, […] «τον έβρισκε βαρετό»[13]

 

Και συνεχίζοντας θα πει

«έστρεψε τη συζήτηση στους ζωντανούς πίνακες του Ζυμνάζ που τραβούσε τότε πολύ κόσμο.»[14]

Ο Ντελμάρ:  

«παλιός τραγουδιστής της Αλάμπρα «είχε αφήσει τους λαϊκούς χορούς για το θέατρο, και μόλις είχε κάνει ένα πολυθόρυβο ντεμπούτο στο Αμπιγκύ με το Γκασπάρντο ο ψαράς»[15][16]

Ο Φρεντερίκ όπως οι άλλοι: «Πήγαιναν να χειροκροτήσουν το Πανηγύρι των ιδεών[17]ωμειδύλλιο των Λεβέν και Μπρυνσβίκ που παίχθηκε από τον Ιανουάριο ως τον Οκτώβριο] και παρομοίαζαν τους συγγραφείς του με τον Αριστοφάνη.»[18]

Τέλος, ανάμεσα στη λίστα των θεάτρων ο Φλωμπέρ αναφέρεται και στο θέατρο της οδού Σαιν-Μαρτέν[19] που παρουσίαζε μερικά απ’ τα σημαντικότερα δράματα της ρομαντικής ζωής.

 

Ένας αλλιώτικος ρόλος του Θεάτρου

Λίγο αργότερα από το 1794, παρά την επιβολή της κυβερνητικής λογοκρισίας, το θέατρο έγινε εσπευσμένα και διατηρήθηκε σαν  λέσχη και τόπος συζητήσεων αλλά και μια σκηνή για το πολιτικό βήμα.

Ο ηθοποιός Ντελμάρ όπως μας τον περιγράφει ο αφηγητής,

«Πήδηξε πάνω στο βήμα, τους έδιωξε όλους, πήρε την πόζα του . και, δηλώνοντας πως απαξιούσε ν’απαντήσει σε τόσο ταπεινές κατηγορίες, μίλησε διεξοδικά για την πολιτιστική αποστολή του ηθοποιού. Αφού το θέατρο ήταν η εστία της εθνικής διαπαιδαγώγησης, αυτός ψήφιζε υπέρ της μεταρρύθμισης του θεάτρου .»[20]

Oι πολίτες συνωστιζόντουσαν στα θέατρα, τραγουδούσαν με όλη τη δύναμή τους και με ενθουσιασμό τον Ύμνο των Μασσαλιωτών και άλλα πολιτικά τραγούδια. Για να επιτύχει ένα τραγούδι, δεν αρκούσε μόνο να μιλά για τις επιδιώξεις του λαού, έπρεπε να συνοδεύεται και από μελωδίες κατάλληλες να υποβοηθούν τη μνήμη. Πάνω στο Πον-Νεφ, στην πλατεία Σαιν Ζερμαίν, στα Ηλύσια Πεδία ή στον Κεραμεικό τραγουδούσαν μελωδίες όπως η Χαριτωμένη Γκαμπριέλ ή όταν φάνηκε η Ερυθρά Θάλασσα κ.ά

Στην Ελλάδα του 2011, μετά από τα αλλεπάλληλα κτυπήματα και την οικονομική κρίση οι πολίτες της σύγχρονης Ελλάδας που κινδυνεύει και ψυχορραγεί, δεν μπορούμε να βοηθήσουμε παρά μόνον οικονομικά, με τους ίδιους τους μισθούς μας, με τους κόπους μας. Είναι σκληρή η πραγματικότητα αλλά δεν αλλάζουν τα πράγματα από μόνα του . Την Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου, στο Θέατρο Τζένης Καρέζη ο Σύλλογος των Ελλήνων Ηθοποιών προσκαλούσε με τα παρακάτω λόγια

ΟΛΟΙ ΟΙ ΗΘΟΠΟΙΟΙ, ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΟΥ ΣΕΗ ΣΕ ΑΝΟΙΧΤΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ στις 7 ΜΜ.

Ποιος είναι άραγε σήμερα ο ρόλος του θεάτρου στη σημερινή Ελλάδα; Αυτή λοιπόν η ανακοίνωση, που έλαβα στο κινητό μου, δεν μπορεί παρά να μου θυμίζει τον ουσιαστικό ρόλο που έπαιξε το θέατρο, ως φωνή του λαού, στο Παρίσι του 19ου με τις κοινωνικές ανισότητες, την ανεργία και την πείνα.

 

 

 

 

 

 

[1] Η Λεωφόρος του Εγκλήματος ήταν γεμάτη από εστιατόρια  και θέατρα όπου έπαιζαν συνταρακτικά μελοδράματα.

[2] Alain Viala:Le Théâtre en France des origines à nos jours, Paris, P.U.F 1997.

[3] Πρόκειται για την πιο επιτυχημένη  στιγμή ενός θεάματος, δηλαδή αυτή που προσελκύει την μεγαλύτερη προσοχή του κοινού.

[4] Γ. Φλωμπέρ, Ό.π., Μέρ.3, Κεφ.3

[5] Το πλήθος αυτό που σφύριζε, ούρλιαζε, χειροκροτούσε όρθιο στο θεωρείο (είναι το όνομα που έδιναν στις γαλαρίες του τελευταίου ορόφου. Σήμερα , θα τις αποκαλούσαν «κοτέτσι».

[6] Βλέπε σχετικά,  Alain Viala  «Le théâtre en France des origines à nos jours», éd. PUF, Paris, Août 1997,  page 317

[7] ΙΙ,ΙΙ

[8] Η διάσημη «Λεωφόρος του Εγκλήματος», προς την πλευρά της Δημοκρατίας (République), που εξαφανίστηκε με την  αναταραχή  του Οσμάν αναβιώθηκε με  λαμπρότητα από τους  Carne et Prévert στην ταινία τα Παιδιά του Παραδείσου. Πρόκειται για μια ταινία με τους P.Brasseur, Arletty, J-L.. Barrault που συνδέεται με την παράδοση των μελοδραμάτων και των μίμων, που διασκέδαζαν κάποτε το λαϊκό κοινό.

 

[9] Τα δυο αυτά ήδη γινόντουσαν  έτσι  ανταγωνιστικά.

[10] Πατέρας και θυρωρός  είναι κωμειδύλιο των Ανσελό και Μπουρζουά που παίχτηκε για πρώτη φορά το 1833.

[11] Γ. Φλωμπέρ, Ό.π., Μέρ.2, Κεφ.2.

[12] Ό.π., Μέρ.2, Κεφ.2.

[13] Ό.π., Μέρ.2, Κεφ.6.

[14] Ό.π., Μέρ.2, Κεφ.2. Το Ζυμνάζ ήταν ένα θέατρο της λεωφόρου του Εγκλήματος

[15] Μελόδραμα του Μπουσαρντύ (1837) στα 1845 η επιτυχία του συνεχιζόταν

[16] Γ. Φλωμπέρ, Ό.π., Μέρ.2, Κεφ.2.

[17] Κωμειδύλλιο των Λεβέν και Μπρυνσβίκ που παίχθηκε από τον Ιανουάριο ως τον Οκτώβριο 1849.

[18] Ό.π., Μέρ.3, Κεφ.3.

[19] Το παρισινό θέατρο της οδού Σαιν-Μαρτέν χτίστηκε το 1781.

[20] Ό.π., Μέρ.3, Κεφ.1.

;


Τα σχόλια είναι κλειστά.

Copyright © Δρ Ευτυχία Νικολακοπούλου           Φιλοξενείται από Blogs.sch.gr
Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση