Η ΣΥΝΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΩΣ ΕΠΙΒΕΒΛΗΜΕΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΡΑΚΤΙΚΗ

Η συζήτηση ή ο διάλογος για την εκπαίδευση απ’ ότι φαίνεται μέχρι πριν λίγα χρόνια ξεχνούσε να συμπεριλάβει την Ειδική Αγωγή, γεγονός που καταντούσε πλέον μόνιμη αρρώστια του εκπαιδευτικού συστήματος. Όπως τονίζει ο Δελλασούδας (2005), η Ειδική Αγωγή στη χώρα μας παρακολουθεί την αντίστοιχη στάση του δυτικού κόσμου, κυρίως μετά από το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, με βραδύ βηματισμό στην αρχή και επιταχυνόμενο στη συνέχεια, ειδικά μετά την ένταξή μας στην Ε.Ο.Κ. Μια σειρά από διεθνείς συσκέψεις, με σημαντικότερη εκείνη της Salamanca το 1994, θεσμοθετούν το δικαίωμα της συνεκπαίδευσης για όλους τους μαθητές. Θεωρήθηκε ότι είναι ο καλύτερος τρόπος είναι η καταπολέμηση των διακρίσεων, η δημιουργία φιλόξενων σχολικών κοινωνιών, η οικοδόμησης μιας συναινετικής εκπαιδευτικής πολιτικής και η επίτευξη του στόχου της εκπαίδευσης για όλους (Unesco, 1994).
Το θέμα της αναπηρίας, αποτελεί περισσότερο κοινωνικό ζήτημα και λιγότερο ατομικό, αφού η πλειοψηφία των προβλημάτων με τα οποία έρχονται αντιμέτωπα τα άτομα με αναπηρία, προκαλούνται από την οργανωτική δομή της κοινωνίας και τις αλληλεπιδράσεις που αυτή ορίζει (Smith, 2007; Walker, 2006). Έτσι, οτιδήποτε παρεκκλίνει από αυτό που η κοινωνία θεωρεί «κανονικό», τις πιο πολλές φορές μπαίνει στο περιθώριο.

Ωστόσο, μια κοινωνία που θέλει να αποκαλείται «ανεκτική», «δημοκρατική» και «προοδευτική», οφείλει να μετατρέπει τη «διαφορετικότητα» σε ισότιμη ευκαιρία συμμετοχής, για όλα τα μέλη της (UNESCO, 2008; 2009).

Μέχρι πριν μερικά χρόνια, η συνεκπαίδευση μαθητών με και χωρίς αναπηρία στη γενική εκπαίδευση, δεν αποτελούσε προτεραιότητα για την δημιουργία μιας κοινωνίας ίσων ευκαιριών προς όλους (Watkins, 2007). Σήμερα, αποτελεί πάγια εκπαιδευτική πραγματικότητα, αν και κάθε χώρα ακολουθεί το δικό της πρόγραμμα, ενώ η όλη διαδικασία, από την συνεκπαίδευση μέχρι την οριστική ενσωμάτωση των μαθητών με αναπηρία στο κοινωνικό-εκπαιδευτικό γίγνεσθαι, θεωρείται χρονοβόρα και πολύπλοκη (Γρούμπος, 2013).

Σε ό,τι αφορά την εκπαιδευτική διαδικασία της ένταξης των ατόμων με αναπηρία, η βάση της «φιλοσοφίας της ένταξης» διέπετε από συγκεκριμένες αρχές, που αποδέχονται ότι, δικαίωμα στην εκπαίδευση και στην μόρφωση έχουν όλοι οι μαθητές και ότι, οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μαθητές με αναπηρία, πρέπει να λειτουργούν προτρεπτικά στην εκπαιδευτική διαδικασία (Lopes, Monteiro, & Sil, 2004).

Οι ενήλικες με αναπηρία, που έχουν λάβει «ειδική» εκπαίδευση, δηλώνουν πως θα πρέπει να δοθεί ένα τέλος σε αυτήν  την μορφή διαχωρισμού. Ο διαχωρισμός των μαθητών στην εκπαιδευτική διαδικασία στερείται νομικής βάσης. Μελέτες που έγιναν, έδειξαν ότι οι μαθητές με αναπηρία, που συνεκπαιδεύονται με μαθητές χωρίς αναπηρία, ωφελούνται περισσότερο, τόσο σε ακαδημαϊκό, όσο και σε κοινωνικό επίπεδο (Ajuwon, 2008; Bryant, Smith, & Bryant, 2008). Οι μέθοδοι διδασκαλίας του «Ειδικού Σχολείου» μπορούν να εφαρμοστούν και στο Γενικό Σχολείο. Άλλωστε, οι διαχωρισμοί δημιουργούν προκαταλήψεις. Όλοι οι μαθητές στο σύνολο τους, έχουν ανάγκη από εκπαίδευση που θα τους βοηθήσει να κοινωνικοποιηθούν, καθώς η εκπαιδευτική ένταξη θεωρείται ως η πλέον ενδεδειγμένη πρακτική, ώστε να οικοδομηθούν σχέσεις φιλίας, σεβασμού και αποδοχής (Σπαρτάλη, 2005).

Στον ελλαδικό χώρο, η εκπαιδευτική πολιτική στην Γενική και την Ειδική Αγωγή, λειτουργούν προτρεπτικά στην ένταξη μαθητών με Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες (Ε.Ε.Α) και αναπηρία, στα σχολεία της γενικής εκπαίδευσης, τα οποία πλέον υιοθετούν την φιλοσοφία του «μη αποκλεισμού» και των «ίσων ευκαιριών» συνεκπαιδεύοντας με αυτόν τον τρόπο, μαθητές με και χωρίς αναπηρία. (Ζώνιου-Σιδέρη, 2000; Padeliadu & Lampropoulou, 1997; Παπαδημητρίου, 2004).

ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ – ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΣΥΝΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Η φοίτηση λοιπόν των μαθητών με εκπαιδευτικές ανάγκες συνεπάγεται:

  • Προσαρμογή της διδασκαλίας βάση των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών του μαθητή – καλή γνώση των ατομικών αναγκών του κάθε μαθητή
  • Την παρακολούθηση μαθημάτων στην τάξη του μαθητή και όπου αυτό απαιτείται με τη βοήθεια του εκπαιδευτικού Ειδικής Αγωγής.
  • οργανωμένη διδασκαλία και κατάλληλο σχεδιασμό των μαθημάτων
  • οργάνωση των ελεύθερων ασχολιών στη τάξη (για να μην οδηγούνται σε σύγχυση τα παιδιά με αναπηρίες)
  • παροχή ανατροφοδότησης από τον εκπαιδευτικό, κίνητρα και επιβράβευση των επιτυχιών
  • εξατομίκευση της διδασκαλίας όπου απαιτείται

χρήση των τεχνολογιών, εμπλοκή των μαθητών σε εμπειρίες που διεγείρουν τις αισθήσεις, πχ δραματοποίηση, παιχνίδι, project, κ.λ.π

Η συνεκπαίδευση επικεντρώνεται σε δύο βασικά πεδία

α) Στο θεωρητικό πλαίσιο της συνεκπαίδευσης: Πρόκειται για την κουλτούρα

συνεκπαίδευσης, βάσει της οποίας λειτουργεί το Σχολείο για Όλους.

Το θεωρητικό πλαίσιο της συνεκπαίδευσης αναφέρεται στις αξίες και στις αρχές, οι οποίες καθιστούν αναγκαία την από κοινού σχολική ζωή και μάθηση όλων των μαθητών, ανεξαρτήτως της ιδιαίτερης ατομικής κατάστασής τους. Πρόκειται για τη διαμόρφωση μιας κοινής κουλτούρας όλων των εμπλεκόμενων στην εκπαιδευτική διαδικασία, η οποία προωθεί τη συνεκπαίδευση. Με βάση την κουλτούρα συνεκπαίδευσης επιδιώκεται η διαρκής εξέλιξη του σχολικού περιβάλλοντος κατά τέτοιο τρόπο, ώστε όλοι οι μαθητές να εκπαιδεύονται μέσα σε αυτό με τις καλύτερες δυνατές προδιαγραφές.

Η ιδέα της συνεκπαίδευσης προκύπτει κυρίως από το αναφαίρετο δικαίωμα κάθε παιδιού να αποτελεί ένα ενεργό μέλος της σχολικής κοινότητας, να συμμετέχει ισότιμα σε όλες τις παρεχόμενες εμπειρίες και ευκαιρίες μάθησης, να αντιμετωπίζεται με σεβασμό και να έχει πλήρη πρόσβαση στο εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο οφείλει να διαμορφώνεται

με τέτοιο τρόπο, ώστε να ανταποκρίνεται στις ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες και στις ικανότητες κάθε παιδιού.

 

β) Στο οργανωτικό πλαίσιο της συνεκπαίδευσης: Εδώ περιλαμβάνονται οι

πολιτικές συνεκπαίδευσης που σχεδιάζει το σχολείο, προκειμένου να διευκολυνθεί ο μετασχηματισμός των αρχών της συνεκπαίδευσης σε πράξη. Το οργανωτικό πλαίσιο της συνεκπαίδευσης αποτελεί τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στις συγκεκριμένες πρακτικές που εφαρμόζονται στο σχολείο και στις αξίες που το διέπουν.

 

Βασική παιδαγωγική θέση της συνεκπαίδευσης είναι η γενική παραδοχή ότι όλοι οι συμμετέχοντες μαθητές, γονείς, εκπαιδευτικοί, ειδικό προσωπικό, διευθυντής- είναι ισότιμα μέλη της σχολικής κοινότητας έχοντας από κοινού την ευθύνη για την αποτελεσματική εφαρμογή της.

Όλες οι πρακτικές που υιοθετούνται από τους εμπλεκόμενους στην εκπαιδευτική διαδικασία, έχουν ως μοναδικό γνώμονα, να “εξυπηρετήσουν” στο μέγιστο βαθμό αυτούς στους οποίους απευθύνονται οι πρακτικές αυτές, δηλαδή τους μαθητές.

Η διαφορετικότητα, σε όποιο επίπεδο της σχολικής ζωής κι αν εμφανίζεται, δεν αποτελεί πρόβλημα, αλλά αφορμή για μάθηση, γνώση και περαιτέρω βελτίωση ολόκληρης της σχολικής κοινότητας.

Αίρονται η “ετικετοποίηση” και οι κατηγοριοποιήσεις οι οποίες θεωρούνται προϊόντα ενός συντηρητικού εκπαιδευτικού και κοινωνικού συστήματος που θέλει να διατηρεί μια συγκεκριμένη ισορροπία ανάμεσα σε εκείνους που φέρουν τις “ετικέτες” και σε εκείνους που είναι σε θέση να τις τοποθετούν.

Αναζητούνται όλα τα πιθανά εμπόδια στην επιτυχή εφαρμογή της συνεκπαίδευσης. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, συλλέγονται και καταγράφονται όλες οι απαραίτητες πληροφορίες, οι οποίες στη συνέχεια μελετώνται, προκειμένου να οδηγήσουν στην υιοθέτηση κατάλληλων πρακτικών που θα εξαλείψουν στον μέγιστο δυνατό βαθμό τα εμπόδια αυτά.

Αναγνωρίζεται η ύπαρξη μιας και μόνης Παιδαγωγικής, ενός και μόνου ενιαίου σχολείου, μιας και μόνης ενιαίας τάξης, για όλους τους μαθητές. Όροι όπως “ειδική παιδαγωγική”, “διαπολιτισμική παιδαγωγική”, “ειδικό σχολείο”, “ειδική τάξη”, “τμήμα ένταξης” επαναπροσδιορίζονται.

Η συνεκπαίδευση ανταποκρινόμενη σε μια ευρύτερη φιλοσοφική θεώρηση καλεί το άτομο να γνωρίσει τον εαυτό του, τον άλλο και τα όριά του, συνειδητοποιώντας με αυτόν τον τρόπο την ευθύνη για τη διαχείριση της ζωής του.

Η παροχή εξατομικευμένης εκπαίδευσης, αναγνωρίζεται ως αυτονόητο και καθολικό δικαίωμα κάθε μαθητή και όχι ως μια ιδιαίτερη παροχή της ειδικής Παιδαγωγικής.

Η συνεκπαίδευση αναλαμβάνει μια ηθική δέσμευση υποστήριξης κυρίως απέναντι σε εκείνες τις κατηγορίες μαθητών που ανήκουν στις ομάδες υψηλού κίνδυνου για σχολική αποτυχία, ώστε να εξασφαλίζεται η παρουσία και συμμετοχή τους σε όλες τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες.

 

γ) Στο διδακτικό πλαίσιο συνεκπαίδευσης: Το διδακτικό πλαίσιο της συνεκπαίδευσης αναφέρεται στις μεθόδους, τις τεχνικές και τις στρατηγικές που εφαρμόζει ο εκπαιδευτικός κατά τη διεξαγωγή της διδασκαλίας του, καθώς και τις αρχές, τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα και τις αξίες που τη διέπουν. Συγκεκριμένα η παρεχόμενη διδασκαλία στη συνεκπαίδευση πρέπει:

  • να προσφέρει στους μαθητές μια ποικιλία στις δραστηριότητες μαθημάτων και εργασιών αλλά και τη δυνατότητα οι ίδιοι να επιλέγουν τις δραστηριότητες που θα ολοκληρώσουν με επιτυχία
  • να είναι μαθητοκεντρική- σύνδεση βιωμάτων των μαθητών και της καθημερινότητας τους με τις παρεχόμενες γνώσεις
  • να θέτει υψηλές προσδοκίες για όλους ανεξαιρέτως τους μαθητές,

διατηρώντας ωστόσο παράλληλα τον εξατομικευμένο χαρακτήρα της

  • να ελαχιστοποιεί τα προβλήματα συμπεριφοράς μέσα στην τάξη,

μέσω της χρήσης κατάλληλων τεχνικών από τον εκπαιδευτικό

  • να εξασφαλίζει τη συμμετοχή όλων
  • να συμπληρώνεται από εργασίες για το σπίτι, οι οποίες θα έχουν

σαφείς στόχους, και θα μπορούν να εκτελούνται με διαφορετικούς

τρόπους ανάλογα με τις προτιμήσεις των μαθητών, ωθώντας τους

να εξασκηθούν στην απόκτηση δεξιοτήτων αυτορρυθμιζόμενης μάθησης

  • να προάγει την ενεργό μάθηση
  • να αναπτύσσει ικανότητες συμμετοχής και ομαδικότητας, τη συνεργατική μάθηση, τις φιλικές σχέσεις, τον αλληλοσεβασμό

να δίνει προτεραιότητα στα ατομικά χαρακτηριστικά του μαθητή και το

προσωπικό στυλ μάθησης, μέσω της επιλογής εναλλακτικών μεθόδων

διδασκαλίας

 

Σε κάθε δημοκρατικά ευνομούμενη Πολιτεία το δικαίωμα ισότιμης πρόσβασης και συμμετοχής των ατόμων με αναπηρία στην ευρύτερη κοινωνική, οικονομική, πολιτική και πολιτιστική ζωή της χώρας αποτελεί καίριο ζήτημα. Προκειμένου όμως να επιτύχει το άτομο με αναπηρία την προσωπική του ανέλιξη μέσα στο κοινωνικό σύνολο απαιτείται να δεχτεί την κατάλληλη εκπαίδευση. Σε αυτό το πλαίσιο, η ποιοτική αναβάθμιση της εκπαίδευσης των ατόμων με αναπηρία οφείλει να επικεντρώνεται στην ανάπτυξη ενός «Σχολείου για Όλους», μέσα στο οποίο κάθε μαθητής θα μπορεί να αναπτύσσει ισόρροπα την προσωπικότητά του ανεξάρτητα από οποιαδήποτε δυσκολία.

ΕΛΕΝΗ ΜΑΓΓΟΥ ΠΕ60

Κατηγορίες: Χωρίς κατηγορία. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.