ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΥΤΡΟΥΔΗΣ SYSTEM OF A DOWN

Οι System of a Down, επίσης γνωστοί με το ακρωνύμιο SOAD ή συντομότερα System, είναι ένα Αρμενικο-Αμερικάνικο metal/rock συγκρότημα από τη Νότια Καλιφόρνια, που σχηματίστηκε το 1994. Αποτελείται από τον Serj Tankian (κυρίως φωνητικά, αρμόνιο και ρυθμική κιθάρα), Daron Malakian (φωνητικά και κιθάρα), Shavo Odadjian (μπάσο) και John Dolmayan (ντραμς).

Το συγκρότημα έχει κυκλοφορήσει 5 άλμπουμ και έχει πουλήσει πάνω από 20 εκατομμύρια δίσκους σε όλο τον κόσμο. Ακόμη, έχει προταθεί για 4 βραβεία Grammy, εκ των οποίων έχει κερδίσει ένα το 2006 για την καλύτερη Hard Rock ερμηνεία. Σύμφωνα με ανακοίνωση στην επίσημη ιστοσελίδα τους, οι System of a Down επανενώθηκαν για μια σειρά εμφανίσεων σε ευρωπαϊκά φεστιβάλ, τον Ιούνιο του 2011

Μέλη

Δισκογραφία

 

Ο όρος ροκ στη μουσική, χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα είδη που προέκυψαν από την εξέλιξη του είδους του rock and roll. Η μουσική ροκ (rock) [1] στο σύνολό της, αποτελεί ένα είδος δημοφιλούς μουσικής που χαρακτηρίζεται συνήθως από έντονο ρυθμό και από ευδιάκριτη, χαρακτηριστική μελωδία φωνητικών η οποία συνοδεύεται συνήθως από ηλεκτρικές κιθάρες, ηλεκτρικό μπάσο και ντραμς. Πολλές φορές χρησιμοποιούνται και πληκτροφόρα όργανα, όπως πιάνο ή συνθεσάιζερ.

Εμφανίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1950 στην Αμερική και είχε ως βάση την τεχνοτροπία του Rhythm and Blues και το ρυθμό του rock and roll των αφροαμερικάνικων κοινοτήτων των Ηνωμένων Πολιτειών, καθώς και το rockabilly, που ουσιαστικά ήταν η έκφραση των λευκών μέσω των προαναφερθέντων ειδών αφροαμερικανικής προέλευσης. Συνεισφορά στον ήχο που πρωτοχαρακτηρίστηκε ροκ, θεωρείται ότι είχε και η country μουσική. Αυτή, είχε στοιχεία μπλουζ και βασιζόταν στα παραδοσιακά είδη μουσικής των κατοίκων των ΗΠΑ και ήταν πολύ δημοφιλής, κυρίως μεταξύ των λευκών και στο Νότο.

Η μουσική ροκ επηρεάστηκε και επηρεάζεται ακόμη και σήμερα από τα άλλα είδη μουσικής που είναι δημοφιλή ανά περίοδο. Στη δεκαετία του 1960, η παραδοσιακή (folk) μουσική των λευκών κοινοτήτων των ΗΠΑ επηρέασε το υβρίδιο που ήταν γνωστό ως ροκ εκείνη την περίοδο, αλλά και επηρεάστηκε από αυτό με αποτέλεσμα τη δημιουργία του φολκ ροκ. Παράλληλα, γίνεται γνωστό το μπλουζ ροκ που αποτελεί την έκφανση του ροκ που δίνει μεγαλύτερη βαρύτητα στην ηλεκτρική κιθάρα και στις μπλουζ ρίζες της μουσικής αυτής. Στα μέσα της δεκαετίας του 1960, εμφανίζεται το ψυχεδελικό ροκ, που φέρει στοιχεία από μουσικές της ανατολής. Λίγα χρόνια αργότερα, οι μουσικοί της ροκ που είχαν τζαζ παιδεία και μουσικοί τζαζ, δημιούργησαν το μείγμα που έγινε γνωστό ως τζαζ-ροκ φιούζιον, ή απλά φιούζιον. Στη δεκαετία του 1970, το ροκ υποσκελίστηκε από την επικράτηση της ντίσκο που αποτελούσε ένα μείγμα σόουλ, φανκ και λάτιν μουσικής και δέχτηκε επιρροές από τα είδη αυτά. Παράλληλα, δημιουργούνται τα υποείδη σοφτ ροκ, προγκρέσιβ ροκ, πανκ ροκ και χέβι μέταλ. Τη δεκαετία του 1980, γίνεται δημοφιλές το χαρντ ροκ και το εναλλακτικό ροκ (alternative rock) κάνει τα πρώτα του βήματα. Στην επόμενη δεκαετία, τα υποείδη της ροκ που εισάγονται είναι το γκραντζ, το μπριτ ποπ και το ανεξάρτητο ροκ (indie).

Προέλευση: Rock and Roll και Rockabilly

Το ροκ εντ ρολ προήλθε από διάφορα μουσικά είδη που ήταν δημοφιλή στην Αμερική στα τέλη της δεκαετίας του 1940 και γνώρισε εξαιρετική δημοφιλία στις αρχές και στα μέσα της δεκαετίας του 1950. Είχε ως βάσεις του τη μουσική rhythm and blues και την country. Η ροκ εντ ρολ αρχικά, ήταν ένα από τα είδη χορευτικής μουσικής των αφροαμερικανών. Μαύροι καλλιτέχνες όπως ο Little Richard, ο Chuck Berry και ο Fats Domino ερμήνευαν επιτυχίες του ροκ εντ ρολ, αλλά απευθύνονταν σε αφροαμερικάνικο κοινό. Αυτοί οι καλλιτέχνες του ροκ εντ ρολ, δέχτηκαν ρατσιστικές κριτικές σε μια εποχή που οι περισσότεροι χώροι διασκέδασης ήταν διαχωρισμένοι για λευκούς και μαύρους.

Η μαζική επιτυχία του ροκ εντ ρολ ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1950, όταν λευκοί καλλιτέχνες διασκεύαζαν το υλικό των αφροαμερικάνων ή ακολούθησαν το στυλ τους, στο μουσικό είδος που έγινε γνωστό ως ροκαμπίλι. Ο Έλβις Πρίσλεϊ, ο Μπιλ Χάλει, ο Τζέρι Λι Λιούις και ο Τζόνι Κας ήταν μερικοί από αυτούς που εδραίωσαν το ροκ εντ ρολ στη συνείδηση των υπόλοιπων Αμερικανών και συνέβαλαν έτσι στην μεγάλη επιτυχία του. Ταυτόχρονα τα τεχνολογικά επιτεύγματα της εποχής, δίνουν ώθηση στην οικιακή διασκέδαση που σχετίζεται με τη μουσική. Οι δίσκοι γραμμοφώνου που παράγονται στα μέσα της δεκαετίας του 1950 είναι πλέον 45 στροφών και όχι 78 και το 1957 , η Ιαπωνική εταιρία TTEC (Tokyo Telecommunications Engineering Corporation) που αργότερα μετονομάστηκε σε Sony, εισάγει στην αμερικάνικη αγορά το πρώτο ραδιόφωνο με τρανζίστορ που αποτελείται πλήρως από μικρού μεγέθους ηλεκτρονικά στοιχεία . Εξαιτίας αυτών, οι νέοι σταδιακά μπόρεσαν να έχουν πρόσβαση σε ένα φτηνό σύστημα όπου θα άκουγαν μουσική. Προς το τέλος της δεκαετίας του 1950, η δημοφιλής μουσική της περιόδου ήταν γνωστή σε όλο τον αμερικάνικο πληθυσμό. Κοινό ανεξαρτήτως χρώματος, παρακολουθούσε συναυλίες ροκ εντ ρολ και οι οπαδοί της μουσικής ανακάλυπταν τους καλλιτέχνες που είχαν ερμηνεύσει πρώτοι τα κομμάτια που ήξεραν από το ραδιόφωνο ή την τηλεόραση. Παράλληλα, αν και οι πωλήσεις των μεγάλων δισκογραφικών εταιριών γνώρισαν μια πτώση της τάξης του 30%, οι ανεξάρτητες δισκογραφικές άνθισαν καταλαμβάνοντας ένα μερίδιο πωλήσεων γύρω στο 55% στις ΗΠΑ. Οι πωλήσεις δίσκων ροκ εντ ρολ, κατέλαβαν το 1959 το 42,7% των συνολικών πωλήσεων . Βέβαια, εξαιτίας της επιτυχίας του είδους, όσοι προωθούσαν καλλιτέχνες της εποχής, χαρακτήριζαν ως ροκ εντ ρολ και άλλα είδη μουσικής όπως η ποπ της εποχής που είχε στοιχεία ροκ εντ ρολ, με στόχο την προσέλκυση μεγαλύτερου κοινού. Εντούτοις, η επικράτηση του ροκ εντ ρολ ξεπέρασε τα όρια των Ηνωμένων Πολιτειών και γνώρισε μεγάλη επιτυχία και στη Βρετανία όπου αναπτύχθηκε το Βρετανικό ροκ.

 

 

 

 

Κατηγορίες: Χωρίς κατηγορία. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.