Η δερματοχελώνα είναι ένα είδος με κοσμοπολίτικη παγκόσμια κατανομή. Από όλα τα υφιστάμενα είδη θαλάσσιας χελώνας, η δερματοχελώνα έχει την ευρύτερη κατανομή, φτάνοντας βόρεια ως την Αλάσκα και τη Νορβηγία και νότιο ως το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας στην Αφρική και το νοτιότερο άκρο της Νέας Ζηλανδίας. Δερματοχελώνες έχουν βρεθεί σε όλους τους τροπικούς και υποτροπικούς ωκεανούς, και η καταονομή της εκτείνεται πέρα από τον Αρκτικό κύκλο.
Διατροφή
Οι ενήλικες δερματοχελώνες τρέφονται κυρίως με μέδουσες και άλλα είδη με μαλακό σώμα. Είναι εν μέρει σε θέση να διατηρήσει μια αυξημένη θερμοκρασία του σώματος, και αυτό της επιτρέπει να ταξιδέψει σε κρύα νερά και να καταδύεται σε βάθη άνω των 1.000 μέτρων για αναζήτηση τροφής.
Αναπαραγωγή
Τα θηλυκά συνήθως αναπαράγονται κάθε 1-4 χρόνια. Τα αυγά θάβονται αμέσως και εκκολάπτονται μετά από περίπου 2 μήνες.
Απειλές
Μεγάλος αριθμός χελωνών χάνει την ζωή του από κατάποση πλαστικών σακουλών που πετιούνται στην θάλασσα. Υπολογίζεται ότι μόνο 40.000 Δερματοχελώνες έχουν μείνει σε όλο τον κόσμο. Το είδος απειλείται.
Παλαιότερα ήταν ευρέως διαδεδομένη σε όλη τη Μεσόγειο, τη Μαύρη Θάλασσα και τη βορειοδυτική ακτή της Αφρικής. Τώρα ο πληθυσμός της αποτελείται από ελάχιστες μικρές διάσπαρτες αποικίες στο Ιόνιο και το Αιγαίο, και στις νότιες μεσογειακές ακτής της Τουρκίας, στις ακτές της Δυτικής Σαχάρας και της Μαυριτανίας, και τα τη Μαδέρα. Θεωρείται ότι μόνο δύο από αυτούς τους πληθυσμούς είναι βιώσιμοι, στην Ελλάδα και τη βορειοδυτική Αφρική. Από τη Μαύρη θάλασσα το είδος έχει εξαφανιστεί. Αν και δεν υπάρχουν αξιόπιστες εκτιμήσεις του συνολικού μεγέθους του πληθυσμού, πιστεύεται ότι είναι μεταξύ μόλις 400 με 500 άτομα, και μειώνεται.
Συνήθως βρίσκονται σε παράκτια ύδατα. Έχουν απομακρυνθεί από τις παραδοσιακές αμμώδεις παραλίες λόγω του τουρισμού, και τείνουν πλέον να ζουν σε απομονωμένες, απομακρυσμένες σπηλιές.
Ζουν περίπου 20-30 χρόνια.
Διατροφή
Το θαλάσσιο περιβάλλον της Μεσογείου, όπου ζει , μεγάλη ποικιλία ειδών αλλά σε μικρούς σχετικά αριθμούς, φαίνεται να ευνοεί τη διατροφική προσαρμογή της φώκιας, η όποια τρέφεται με ποικιλία από μικρά ψάρια, όπως σαργούς, συναγρίδες, γόπες, μπαρμπούνια, και κεφαλοπόδων, όπως χταπόδια, σουπιές και καλαμάρια, αλλά και καρκινοειδή , όπως καβούρια.
Αναπαραγωγή
Τα αρσενικά και τα θηλυκά ενηλικιώνονται μεταξύ 5 και 6 ετών, αν και μερικά θηλυκά ωριμάζουν στα 4 χρόνια. Οι θηλυκές Μεσογειακές φώκιες γεννούν ένα μικρό κάθε χρόνο, συνήθως το φθινόπωρο. Τα μωρά γεννιούνται μαύρα με ένα λευκό σημάδι στην κοιλιά αλλά μετά από δυο μήνες αλλάζουν χρώμα και γίνονται γκρι ή μπεζ, σαν τις ενήλικες φώκιες.Τα μικρά τους μπορούν να κολυμπούν με ευκολία μόλις γίνουν δύο εβδομάδων και απογαλακτίζονται σε περίπου 16-17 εβδομάδες. Το θηλυκό φροντίζει το μικρό της για περίπου τρία έτη.
Απειλές
Οι λόγοι που η Μεσογειακή φώκια απειλείται με εξαφάνιση είναι πολλοί. Η υπεραλιεία και η παράνομη αλιεία είναι δύο από αυτούς. Τα μεγάλα ψαροκάικα και οι δυναμίτες θανατώνουν πολλούς θαλάσσιους οργανισμούς και καταστρέφουν τα αυγά τους με αποτέλεσμα η τροφή της να λιγοστεύει. Επίσης, την καταδιώκουν γιατί προκαλεί ζημιές στα δίχτυα και τα παραγάδια των ψαράδων, στην προσπάθειά της να βρει τροφή. Άλλες φώκιες πάλι παγιδεύονται στα δίχτυα κάτω από το νερό και πνίγονται. Αυτά έχουν όσοι αναπνέουν με πνεύμονες! Ευτυχώς υπάρχουν και πολλοί ευσυνείδητοι ψαράδες που ξέρουν ότι το θαλάσσιο περιβάλλον πρέπει να προστατευθεί από όλους μας.
Μεγάλο πρόβλημα είναι και η καταστροφή των ακτών, που κτίζονται ή πλημμυρίζουν από τουρίστες. Έτσι, λιγοστεύουν συνεχώς τα μέρη που μπορεί να αναπαυθεί και να γεννήσει με ησυχία. Από την άλλη τα σκουπίδια και οι τοξικές ουσίες που ρυπαίνουν τη θάλασσα, παγιδεύουν ή σκοτώνουν την ίδια και τους οργανισμούς με τους οποίους τρέφεται.
Ήχοι μεσογειακής φώκιας
Βίντεο
Βασισμένο σε εργασία των μαθητών Β.Μ. και Κ.Μ. του τμήματος Ε2
Ο γλαύκος (ή μπλε) καρχαρίας αναγνωρίζεται εύκολα από το όμορφο χρωματιστό λεπτό σώμα του, το οποίο είναι ένα βαθύ μπλε σε όλη την πλάτη, με γαλάζιες σκιές στα πλάγια, και λευκό στην κοιλιά. Έχει μεγάλα μάτια, τριγωνικά δόντια, ένα κωνικό ρύγχος, μακριά θωρακικά πτερύγια, καθώς και ένα δεύτερο πολύ μικρότερο ραχιαίο πτερύγιο ραχιαίο πτερύγιο. Το επίμηκες ουραίο πτερύγιο του του δίνει δύναμη στο κολύμπι.
Οι γλαυκοκαρχαρίες σχηματίζουν κοπάδια διαχωρισμένα ανάλογα με το φύλο και μέγεθος.
ΠΟΥ ΖΕΙ
Οι μπλε καρχαρίες είναι ίσως το πιο διαδεδομένο είδος και ένα από τα πιο άφθονα από όλα τα είδη καρχαριών. Ζουν σε εύκρατα και τροπικά νερά σε όλο τον κόσμο. Είναι αποδημητικό είδος. Στον ανοιχτό ωκεανό ζει κοντά στην επιφάνεια, ενώ σε τροπικές θάλασσες προτιμά τα βαθύτερα, πιο δροσερά ύδατα. Αν και συνήθως ζει μακριά από τις ακτές, μπορεί και να πλησιάσει την ακτή ιδιαίτερα τη νύχτα.
ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ
Ο μπλε καρχαρίες γεννούν ζωντανά μικρά, μετά από μια περίοδο κύησης 9 έως 12 μηνών. Μπορεί να γεννηθούν έως και 135 νεογνά ανά γέννα, αλλά ο μέσος όρος είναι 25 έως 50. Ενηλικιώνονται όταν είναι περίπου πέντε έως έξι χρονών, ενώ ζουν έως 20 ετών.
ΔΙΑΤΡΟΦΗ
Οι μπλε καρχαρίες τρέφονται κυρίως από σχετικά μικρά θηράματα, όπως οστεώδη ψάρια και καλαμάρια, αλλά μπορούν να επιτεθούν και σε μεγαλύτερη λεία. Παρά το γεγονός ότι συχνά κολυμπά αργά, είναι ικανός να κινηθεί πολύ γρήγορα για να κυνηγήσει τη τροφή του. Συχνά κυκλώνει το θήραμα του πριν από την επίθεση.
ΑΠΕΙΛΕΣ
Οι καρχαρίες είναι μεταξύ των πιο τρωτών ζώων λόγω του αργού ρυθμού ανάπτυξης και αναπαραγωγικής ωρίμανσης, της μεγάλης διάρκειας αναπαραγωγικής διαδικασίας και του μικρού αριθμού νεαρών ανά αναπαραγωγική περίοδο. Οι μπλε καρχαρίες μειώνονται καθώς αποτελούν παράπλευρες απώλειες της αλιείας. Στην ελληνική αγορά ένας μεγάλος αριθμός καρχαριών που ψαρεύονται σκόπιμα ή κατά λάθος πωλείται στην αγορά σαν γαλέος (ένα κοινό όνομα που δίνεται σε πολλά εμπορικά είδη καρχαρία). Πολλοί είναι και οι καρχαρίες που πέφτουν θύματα της ρύπανσης. Τα τοξικά μπορεί να επιβαρύνουν τον οργανισμό τους, ενώ τα πλαστικά που πετιούνται στη θάλασσα ενδέχεται να προκαλέσουν ζημιά στα βράγχια και τα πτερύγια.
ΒΙΝΤΕΟ
Βασισμένο σε εργασία των μαθητών Β.Π. και Ι.Ν. του τμήματος Ε2
Ζει σε όλους τους ωκεανούς, κυρίως σε εύκρατες και ηπίως θερμές θάλασσες.
Σε αντίθεση με ορισμένα ψάρια, οι ξιφίες είναι σε θέση να διατηρήσουν τη θερμοκρασία του σώματος υψηλότερη από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος νερού, επιτρέποντας τους να καταδύονται και στα παγωμένα βάθη των ωκεανών.
Ο ξιφίας ζει συνήθως σε νερό 18 – 22 ° C , σε βάθη 200 έως 600 μέτρα. Συχνά κολυμπάει στην επιφάνεια, αλλά μπορεί επίσης να καταδύεται σε βάθη μεγαλύτερα από 650 μέτρα.
Μεταναστεύουν όμως το φθινόπωρο σε εύκρατα νερά για την ωοτοκία, ενώ το καλοκαίρι σε κρύα νερά όπου τρέφονται.
Οι πιο γνωστές περιοχές ωοτοκίας του ξιφία βρίσκεται στη Μεσόγειο θάλασσα, νότια της ιταλικής χερσονήσου και της Σικελίας.
ΔΙΑΤΡΟΦΗ
Τρέφεται με καλαμάρια, ψαρια και μαλακόστρακα.
Οι ξιφίες έχουν οξεία όραση, με την οποία μπορούν να εντοπίσουν τη λεία τους, την οποία εμβολίζουν με το οξύ ρύγχος τους.
ΑΠΕΙΛΕΣ
Οι ξιφίες αλιεύονται από τον άνθρωπο εδώ και χιλιάδες χρόνια. Στη Μεσόγειο, το Νότιο Ατλαντικό και τον Βόρειο Ατλαντικό οι ξιφίες θεωρούνται απειλούμενο είδος λόγω της υπεραλίευσης τους.
Οι ελληνικές φώκαινες θεωρούνται οι μοναδικές της Μεσογείου. Το μήκος των θηλυκών είναι κατά μέσο όρο 1,35 μέτρα και των αρσενικών 1,25 μέτρα ενώ το βάρος τους φτάνει τα 50 κιλά.
Που ζει
Βρίσκεται σε υπο-αρκτικές και στα δροσερά εύκρατα νερά του Βόρειου Ατλαντικού και του Βόρειου Ειρηνικού.
Είναι το πιο διαδεδομένο από όλα τα κητώδη (φάλαινες και δελφίνια) στη Βόρεια Ευρώπη.
Ζει συνήθως σε παράκτιες πελαγικές περιοχές.
Συναντάται και σε υπο-αρκτικές και στα δροσερά εύκρατα νερά του Βόρειου Ατλαντικού και του Βόρειου Ειρηνικού.
Στην Ελλάδα οι Φώκαινες προτιμούν το Θρακικό και το Βόρειο Αιγαίο Πέλαγος.
Η ζωή της φώκαινας
Οι φώκαινες ζουν έως 24 χρόνια και καταδύονται σε βάθος μέχρι 41 μέτρα.
Ζουν σε κοπαδια των δύο έως δέκα ατόμων, ωστόσο κυνηγούν χωρίς ιδιαίτερη συνεργασία μεταξύ τους, σε αντίθεση με τα περισσότερα είδη δελφινιών.
Ζευγαρώνουν το καλοκαίρι, και η κύηση διαρκεί 11 μήνες. Το μωρό θηλάζει έως και οκτώ μήνες, ενώ ενηλικώνεται στα τέσσερα έτη.
Χαρακτηριστικό της φώκαινας αποτελεί το μοτίβο των αναπνοών της, με μικρές και γρήγορες αναπνοές ακολουθούμενες από εκτεταμένες καταδύσεις αρκετών λεπτών.
Τι τρώει
Τρέφεται με μια ποικιλία από ψαριών, όπως ρέγγα, σκουμπρί, γωβιοί και γαύροι, αλλά και με ποικιλία ασπόνδυλων.
Κατά τη διάρκεια του κυνηγιού χρησιμοποιεί τους ήχους που εκπέμπει στην ανίχνευση και τη σύλληψη του θηράματος. Η όραση της, αλλά και η παθητική ακρόαση των ήχων των θηραμάτων της, είναι επίσης σημαντικές κατά τη διάρκεια κυνηγιού.
Απειλές
Όπως και όλα τα υπόλοιπα θαλάσσια θηλαστικά, η φώκαινα απειλείται από πετρελαϊκή ρύπανση, όχληση, κλιματική αλλαγή, ηχορύπανση, παρενόχληση από σκάφη αναψυχής αλλά κυρίως από στρατιωτικές ασκήσεις και έρευνες για υδρογονάνθρακες. Ακριβώς επειδή ζει κοντά στις ακτές είναι αρκετά ευάλωτη στις απειλές που έχουν να κάνουν με αλιευτικές δραστηριότητες, οπότε και τραυματίζεται ή πέφτει θύμα τυχαίας παγίδευσης σε αλιευτικά εργαλεία. Επίσης, εξαιτίας της υπεραλίευσης των ιχθυαποθεμάτων, η μείωση της τροφής της αποτελεί μια πολύ σημαντική απειλή.
Ζει όλο το χρόνο σε υποτροπικά και εύκρατα νερά. Είναι η πιο κοινή χελώνα στη Μεσόγειο Θάλασσα και τη δυτικό Βόρειο Ατλαντικό Ωκεανό. Είναι ένα από τα πιο διαδεδομένα είδη θαλάσσιων χελωνών, αλλά και το πιο μεταναστευτικό, αφού διασχίσουν τον Ατλαντικό και τον Ειρηνικό Ωκεανό.
Κατοικούν σε παράκτια ύδατα, αλλά μπορεί επίσης να βρεθούν στον ανοιχτό ωκεανό, όπου έχουν την τάση να επιπλέουν κοντά στην επιφάνεια του νερού.
ΤΙ ΤΡΩΝE
Οι ενήλικες χελώνες Caretta είναι κυρίως σαρκοφάγες . Με τα ισχυρά σαγόνια τους ραγίζουν το όστρακο καρκινοειδών όπως τα καβούρια, ακόμη και φαινομενικά αδιαπέραστα μαλάκιων. Επίσης οι χελώνες σε μικρότερη ηλικία τρώνε τσούκτρες και φύκια.
ΠΟΣΟ ΖΟΥΝ
Οι χελώνες Καρέττα-καρέττα ενηλικιώνονται όταν είναι περίπου 35 ετών.
ΠΩΣ ΓΕΝΝΟΥΝ
Τα θηλυκά γεννούν αυγά τρεις έως πέντε φορές σε μία εποχή αναπαραγωγής, ενώ αναπαράγονται κάθε δύο έτη. Επιλέγουν παραλίες χωρίς υψηλή παλίρροια για να σκάψουν τις φωλιές τους (βάθους περίπου 40 εκατοστών), στις οποίες γεννούν νύχτα περίπου 100 αυγά. Τα νεογνά περνούν κάποιο χρονικό διάστημα σε πελαγικά περιβάλλοντα, αν και συχνά παρασύρονται από τα ρεύματα στον ανοιχτό ωκεανό και στη συνέχεια μεταναστεύσουν σε ρηχότερα παράκτια ύδατα.
ΤΙ ΤΗΝ ΑΠΕΙΛΕΙ
Η μόλυνση της θάλασσας, τα δίχτυα των ψαράδων, τα ταχύπλοα και οι πλαστικές σακούλες (τις τρώνε και πεθαίνουν από ασφυξία) επειδή νομίζουν ότι είναι τσούχτρες. Επίσης, τα μικρά της αποπροσανατολίζονται και από την οικιστική και τουριστική ανάπτυξη των παραλιών ωοτοκίας και τις διάφορες κατασκευές στην άμμο, τον τεχνητό φωτισμό αλλά και τη διάβρωση των παραλιών ωοτοκίας. Η κλιματική αλλαγή απειλεί επίσης τα οικοσυστήματά της.
Ζει σε όλους τους ωκεανούς και τις θάλασσες το μεγαλύτερο μέρος του, εκτός από τις πολικές περιοχές, συνεπώς ο Ζιφιός είναι ένα από τα πιο διαδεδομένα και άφθονα είδη φαλαινών στον κόσμο. Συνήθως βρίσκεται σε ύδατα βαθύτερα των 200 μέτρων, απομακρυσμένα από την ακτή.
Οι ζιφιοί καταδύονται σε βάθη ως και 1.900 μέτρα, βαθύτερες καταδύσεις έχει ποτέ αναφερθεί από οποιοδήποτε θαλάσσιο θηλαστικό. Οι καταδύσεις τους διαρκούν ως και 85 λεπτά τη φορά, βοηθώντας τους να κυνηγούν τη λεία τους σε μεγάλα βάθη.
Κύρια πηγή τροφής τους φαίνεται να είναι βαθέων υδάτων καλαμάρια, ψάρια και όστρακα.
ΤΙ ΤΟ ΑΠΕΙΛEI
Ο ζιφιός είναι ένα ντροπαλό ζώο, με τον εντοπισμό του να καθίσταται ιδιαίτερα δύσκολο και ως αποτέλεσμα οι γνώσεις για την βιολογία του είδους είναι ελλιπείς μιας και τα περισσότερα ευρήματα προέρχονται από δεδομένα εκβρασμένων ζώων.
Η κύρια απειλή που υφίσταται ο ζιφιός είναι ο ανθρωπογενής θόρυβος, από την ναυτιλιακή όχληση, που είναι υπεύθυνος για τα ιδιαίτερα αυξημένα ποσοστά θνησιμότητας του στην Ελλάδα αλλά και στην Μεσόγειο γενικότερα.
Η φάλαινα φυσητήρας είναι το μεγαλύτερο σε μέγεθος είδος θαλάσσιου θηλαστικού που συναντάται τακτικά στις ελληνικές θάλασσες.
Οι αρσενικοί ξεπερνούν τα 18 μέτρα σε μήκος και τους 50 τόνους σε βάρος, ενώ οι θηλυκοί έχουν μέσο μήκος 12 μέτρα και βάρος 20 τόνους. Παρά το μεγάλο μέγεθός τους, δεν αποτελεί κανένα κίνδυνο για τον άνθρωπο.
Οι φυσητήρες έχουν τεράστιο πλατύ κεφάλι, που καταλαμβάνει σχεδόν το ένα τρίτο του συνολικού σώματος τους. Σε αντίθεση με όλα τα υπόλοιπα κήτη το στόμιο από το οποίο αναπνέει βρίσκεται στην αριστερή πλευρά του κεφαλιού και όχι στην κορυφή. μικρότερων εξογκώματα. Το δέρμα τους είναι σκούρο καφέ με μπλε-μαύρο. Τα αρσενικά τείνουν να είναι κάπως μεγαλύτερα και βαρύτερα από τα θηλυκά, ενώ το το κεφάλι τους είναι αναλογικά μεγαλύτερο σε σχέση με το μέγεθος του σώματος τους.
Πολλές φορές εντοπίζονται στο σώμα κυκλικές ουλές που προκαλούνται από τις βεντούζες βαθύβιων καλαμαριών που αποτελούν το κύριο τροφικό τους αντικείμενο.
Η φάλαινα φυσητήρας έχει το μεγαλύτερο εγκέφαλο, από κάθε άλλο ζώο.
Η ζωή του φυσητήρα
Ένας πολιτισμός γιγάντων κινείται χειμώνα-καλοκαίρι δίπλα στις ακτές μας εδώ και χιλιάδες χρόνια, αλλά μέχρι πρόσφατα δεν το είχαμε αντιληφθεί.
Ο φυσητήρας βρίσκεται σε όλους τους ωκεανούς του κόσμου, εκτός από την Αρκτική. Εμφανίζεται σε τροπικά και υπο-πολικά ύδατα. Όσο και αν οι περισσότεροι τους έχουμε συνδέσει με τους ωκεανούς, τους πόλους και τα μακρινά και εξωτικά για εμάς μέρη της Γης, οι φυσητήρες ζουν μόνιμα στη Μεσόγειο και μάλιστα ένας από τους πιο «αγαπημένους» τόπους κατοικίας τους είναι οι θάλασσες της Ελλάδας.
Κατά κύριο λόγο ζει στον ανοικτό ωκεανό μακρυά από την ακτή. Περιστασιακά μπορεί να πλησιάζει την ακτή, με την προϋπόθεση ότι το νερό είναι βαθύτερο από 200 μέτρα.
Η φάλαινα φυσητήρας ζει είτε σε κοινωνικές ομάδες 10 ως 15 ατόμων. Τα ενήλικα θηλυκά ζουν σε κοπάδια που αποτελούνται από έναν αριθμό ενήλικων θηλυκών και μικρά αρσενικά και θηλυκά. Τα αρσενικά όταν ωριμάζουν αφήνουν τα κοπάδια αυτά και συμμετέχουν σε κοπάδια εργένηδων, τα οποία αποτελούνται από όλα τα αρσενικά 7 – 27 ετών. Τα γηραιότερα αρσενικά ζουν είτε σε μικρές ομάδες, είτε μεμονωμένα.
Είναι είδος μεταναστευτικό και πελαγικό, και η διάρκεια ζωής τους ξεπερνά τα 70 έτη.
Καταδύεται βαθύτερα από οποιοδήποτε άλλο είδος θηλαστικού. Ο φυσητήρας χαρακτηρίζεται από την ικανότητα του να καταδύεται σε βάθη που ξεπερνούν τα 2000 μέτρα και η παραμονή του στον βυθό μπορεί να διαρκέσει περισσότερο από 1 ώρα. Αναδύεται στην επιφάνεια και παραμένει περίπου 10 λεπτά για να εξασφαλίσει τις απαραίτητες αναπνοές πριν την επόμενη κατάδυση.
Διατροφή
Η φάλαινα φυσητήρας τρέφεται με καλαμάρια, χταπόδια και ψάρια για τα οποία τρέφεται και μπορεί να προβεί σε βαθιές καταδύσεις σε βάθη έως και 2.000 μέτρα, που μπορεί να διαρκούν ως και δύο ώρες. Κατά την αναζήτηση τροφής, εκπέμπει ισχυρά ηχητικά κύματα από το μεγάλο κεφάλι της, τα οποία μπορεί να ζαλίζουν ακόμη και να σκοτώνουν τα είδη με τα οποία τρέφεται. Επεςιδή τρέφεται κυρίως με μεσοπελαγικά και βαθύβια ψάρια, είδη που δεν μπορεί να εκμεταλλευτεί ο άνθρωπος. Έτσι η υπεραλίευση που έχουν δεχθεί τα τελευταία χρόνια οι ελληνικές θάλασσες, δεν επηρεάζει ιδιαίτερα τον Φυσητήρα.
Η ανατροφή των μωρών
Οι αρσενικές φάλαινες φυσητήρες ωριμάζουν σε ηλικία των 10 ετών, αλλά δεν αρχίζουν να αναπαράγονται μέχρι να φτάσουν τα 19 έτη και μήκος 13 μέτρων. Τα θηλυκά ωριμάζουν μεταξύ 7 και 11 ετών, όταν είναι περίπου εννέα μέτρα σε μήκος. Γεννούν τα μικρά τους μεταξύ Ιουλίου και Νοεμβρίου, μετά από μια περίοδο κύησης περίπου 16 μηνών. Το μικρό τους θηλάζει για διάστημα έως δύο ετών.
Τα κοπάδια θηλυκών προστατεύουν τα μικρά τους κάνοντας έναν αμυντικό σχηματισμό, στο οποίο τα μικρά βρίσκονται στο κέντρο της ομάδας και περιβάλλονται από έναν κύκλο των θηλυκών, με την ουρά στραμμένη προς τα έξω.
Κίνδυνοι
Οι σημαντικότερες απειλές για τους φυσητήρες είναι οι συγκρούσεις με σκάφη, οι στρατιωτικές ασκήσεις και οι έρευνες για υδρογονάνθρακες, η κατάποση στερεών απορριμμάτων και η τυχαία παγίδευση κατά τις αλιευτικές δραστηριότητες. Ειδικά σε ό,τι αφορά την κατάποση στερεών απορριμμάτων, τα θαλάσσια θηλαστικά συχνά μπερδεύουν τις σακούλες για τροφή, τις καταπίνουν οπότε και φράζεται το πεπτικό τους σύστημα, με αποτέλεσμα να βρίσκουν θάνατο πιθανότατα με φρικτούς πόνους.
Η παρατεταμένη έκθεση σε ήχους, μπορεί να προκαλέσει στους φυσητήρες κώφωση ενώ το γεγονός ότι κοιμούνται κάθετα, συχνά τους κάνει να πέφτουν θύματα σύγκρουσης με σκάφη.
Ήχοι φυσητήρων
Βίντεο
Βασισμένο σε εργασία των μαθητριών Χ.Π. και Θ.Π. του τμήματος Ε2.
Αυτό το είδος έχει ζει σε όλους τους ωκεανούς, αλλά είναι αρκετά σπάνιο σε τροπικές ή πολικές θάλασσες. Η πτεροφάλαινα είναι το μόνο είδος μπαλαινοφόρας φάλαινας στην περιοχή της Μεσογείου. Ζει σε πελάγη κοντά στην ακτή, εμφανίζεται μερικές φορές σε νερά βάθους μόλις 30 μέτρων.
Στη χώρα μας η πτεροφάλαινα αν και έχει εμφανιστεί σε όλες σχεδόν τις θάλασσες μας είναι πιο κοινή στο Ιόνιο πέλαγος. Απαντάται στα ανοιχτά νερά και πιο σπάνια κοντά στις ακτές, δυτικά της Λευκάδας και της Κεφαλονιάς. Σποραδικές εμφανίσεις έχουν παρατηρηθεί νότια της Πελοποννήσου, ανοιχτά της Γαύδου, νότια της Καρπάθου, ακόμα και σε κλειστούς κόλπους, όπως ο Κορινθιακός και ο Σαρωνικός.
Οι πτεροφάλαινες εμφανίζονται συνήθως σε ζεύγη ή σε μικρές ομάδες ως έξι ή επτά ατόμων. Σπάνια παρατηρούνται μεγαλύτερες ομάδες. Την άνοιξη και στις αρχές του καλοκαιριού μεταναστεύουν για εύρεση τροφής σε υψηλά γεωγραφικά πλάτη, ενώ το χειμώνα μετακινούνται σε νοτιότερες περιοχές για την εποχή της αναπαραγωγής.
Το ζευγάρωμα λαμβάνει χώρα το χειμώνα, και καθώς η κύηση διαρκεί 11 μήνες. Τα μικρά θηλάζουν για έξι, με επτά μήνες. Μετά τον απογαλακτισμό, τα μικρά αναζητούν τροφή μαζί με τη μητέρα τους. Τα θηλυκά γεννούν μικρά κάθε δύο χρόνια αφού περάσουν τα δώδεκα έτη της ηλικίας. Ωριμάζουν πλήρως στα 25 έως 30 έτη. Η πτεροφάλαινα ζει πολλά χρόνια και μπορεί να φτάσει σε ηλικία μεγαλύτερη των 90 -100 χρόνων.
Μπορούν να καταδύονται σε βάθος 230 μέτρων και να παραμείνουν βυθισμένες για 15 λεπτά. Ο πίδακας εκπνοής μίας πτεροφάλαινας φτάνει τα έξι μέτρα ύψος και έχει σχήμα.
Το τεράστιο θαλάσσιο θηλαστικό τρέφεται με μικρά ψάρια που σχηματίζουν κοπάδια (σαρδέλες, γαύρους), καλαμάρια, καρκινοειδή με ζωοπλαγκτόν που μοιάζει με μικρές γαρίδες και ονομάζεται γκριλ. Φιλτράρει την τροφή της μέσα από 260 με 480 μπαλένες σε κάθε πλευρά της άνω σιαγόνας.
Απειλούνται κυρίως από τη μείωση της τροφής λόγω υπεραλίευσης αλλά και από τις συγκρούσεις με τα μεγάλα πλοία.
ΗΧΟΙ ΠΤΕΡΟΦΑΛΑΙΝΩΝ
ΒΙΝΤΕΟ
Βασισμένο στην εργασία των μαθητριών Μ.Β. και Φ.Σ. του τμήματος Ε2
Ο αργυροπελεκάνος είναι ένα από τα μεγαλύτερα σε μέγεθος είδη πουλιών στον κόσμο, με ύψος που φτάνει το 1,20 μ., άνοιγμα φτερών έως 3,20 μ. και βάρος από 6 έως 10 κιλά. Το χρώμα του φτερώματός του είναι σταχτί, το ράμφος του φέρει διαστελλόμενο σάκο κίτρινου χρώματος στο κάτω μέρος, και τα δάχτυλά του είναι συνενωμένα μεταξύ τους με μεμβράνη.
ΠΟΥ ΖΕΙ
Ο αργυροπελεκάνος έχει δύο κύριους πληθυσμούς. Οι πρώτες φυλές στην Ανατολική Ευρώπη και διαχειμάζει στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου, ενώ η δεύτερη φυλές στη Ρωσία και την κεντρική Ασία και χειμώνες στο Ιράν, το Ιράκ και την ινδική υποήπειρο. Ζει κατά αποικίες σε καλαμιώνες, ή σε νησιά σε δέλτα ποταμών και παράκτιες λιμνοθάλασσες. Ο αργυροπελεκάνος βρίσκεται επίσης στην ενδοχώρα, σε υγρότοπους γλυκού νερού. Στην Ελλάδα η Μικρή Πρέσπα αποτελεί το αγαπημένο μέρος φωλιάσματος για το πανέμορφο αυτό είδος ενώ κάποιοι λιγότεροι ζουν στον Αμβρακικό, τη Λιμνοθάλασσα Μεσολογγίου και μόλις πρόσφατα εντοπίστηκαν και στον ταμιευτήρα της Λίμνης Κάρλα. Παλιότερα πετούσαν και φώλιαζαν σε ολόκληρη σχεδόν τη χώρα. Υπολογίζεται ότι, το 13% των ζευγαριών αργυροπελεκάνου που απομένουν σ’ολόκληρο τον κόσμο φιλοξενείται στην Ελλάδα.
ΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ
Ο αργυροπελεκάνος είναι πουλί που τρέφεται με ψάρια, αλλά δεν ανταγωνίζεται τους ψαράδες γιατί η τροφή του αποτελείται κυρίως από ψάρια που αφθονούν και έχουν μικρή εμπορική αξία και από άρρωστα ή και νεκρά ψάρια που τα πιάνει πολύ εύκολα. Συνήθως ψαρεύει στις λιμνοθάλασσες, αλλά και στις εκβολές, στα ποτάμια, στα έλη με καλαμώνες, στις τεχνητές λίμνες και στη θάλασσα. Οι ημερήσιες απαιτήσεις του για τροφή είναι 900-1200 γρ. Χρησιμοποιεί τη μεγάλη θήκη στο λαιμό στο κάτω μισό του ράμφους του για να αποθηκεύει τη τροφή του κατά τη διάρκεια του κυνηγιού.
ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓH
Χτίζει τη φωλιά του με χόρτα και κλαδιά σε απομονωμένες νησίδες και σε δύσβατους καλαμιώνες. Εκεί, κατά τη διάρκεια της περιόδου αναπαραγωγής (Ιανουάριος-Ιούλιος), γεννά συνήθως δύο αβγά, τα οποία επωάζει για 30 μέρες, καλύπτοντάς τα με τη μεμβράνη των ποδιών του. Μέχρι την ηλικία των δυόμησι μηνών, εξαρτώνται απόλυτα από τους γονείς τους. Και οι δύο γονείς ταϊζουν τα μικρά τους, σε βάρδιες, μ’ένα πολύ χαρακτηριστικό τρόπο: ο νεοσσός βουτά με λαιμαργία το κεφάλι του στο ράμφος του γονέα και τρώει τη μισοχωνεμένη τροφή (ψάρια) κατευθείαν απ’το σάκο.
Επειδή η επώαση γίνεται με το πέλμα των ποδιών τους, με την παραμικρή ενόχληση από τον άνθρωπο, προσπαθώντας να πετάξουν μακριά, οι αργυροπελεκάνοι συνθλίβουν τα αυγά τους (αρκετοί αργυροπελεκάνοι δεν επιστρέφουν καν στη φωλιά τους). Ο κίνδυνος παραμένει ο ίδιος ακόμα και αν έχουν ήδη εκκολαφθεί οι νεοσσοί, οι οποίοι, έως και την ηλικία των δυόμισι μηνών, εξαρτώνται απόλυτα από τους γονείς τους
ΤΙ ΤΡΩΕΙ
Ο αργυροπελεκάνος πελεκάνος τρέφεται με χέλια, κέφαλοι, γαρίδες, σκουλήκια, σκαθάρια, γαρίδες, γατόψαρο και άλλα μικρά ψάρια, τα οποία κυνηγάει μόνος του είτε συνεργατικά, νωρίς το πρωί και αργά το απόγευμα. Ενώ κολυμπάει ο πελεκάνος αναζητάει για θηράματα βυθίζοντας το κεφάλι του κάτω από την επιφάνεια του νερού. Φημίζεται για τη μεγάλη θήκη στο λαιμό στο κάτω μισό του ράμφους του, την οποία χρησιμοποιεί για να αποθηκεύει τη τροφή του κατά τη διάρκεια του κυνηγιού.
ΠΩΣ ΦΡΟΝΤΙΖΟΥΝ ΤΑ ΜΙΚΡΑ ΤΟΥΣ
Αναπαράγεται κατά αποικίες σε καλαμιώνες, ή σε νησιά σε δέλτα ποταμών και παράκτιες λιμνοθάλασσες. Η αναπαραγωγή του αρχίζει τον Μάρτιο και τον Απρίλιο, αλλά ποικίλλει γεωγραφικά. Φτιάχνει τις φωλιές του από καλάμια, γρασίδι, και μπαστούνια, κολλημένες μεταξύ τους με περιττώματα, σε περιοχές με άφθονα ψάρια και βλάστηση. Γεννά δύο έως τέσσερα αυγά που επωάζονται και 31 ημέρες. Τα μικρά των πελεκάνων αρχίζουν να πετάνε 75 έως 85 ημέρες μετά τη γέννα. Ενηλικιώνονται μετά από τρία με τέσσερα χρόνια.
ΑΠΕΙΛΕΣ
Ο σημαντικότερος κίνδυνος για τους αργυροπελεκάνους είναι η ενόχληση που προκαλείται από τον άνθρωπο είτε σκόπιμα, από επισκέπτες που ανεβαίνουν στα νησάκια αναπαραγωγής των πουλιών για να τα δουν ή να τα φωτογραφήσουν, είτε από αμέλεια κατά τη διέλευση πλωτών μέσων. Στην προσέγγγιση επισκεπτών, τα πουλιά σηκώνονται πανικόβλητα και επειδή επωάζουν τα αυγά με το πέλμα τους, είτε συνθλίβουν είτε τα σπρώχνουν έξω από τη φωλιά. Ο αργυροπελεκάνος δεν μπορεί να ξαναβάλει μέσα στη φωλιά ένα αυγό που έχει πεταχτεί έξω, αλλά ακόμη και αν τα αυγά παραμείνουν ανέπαφα πολλά ζευγάρια δεν επιστρέφουν ποτέ μετά την ενόχληση. Ακόμα και αφού εκκολαφθούν τα αυγά, οποιαδήποτε ενόχληση σηκώνει τους γονείς στον αέρα. Τότε οι γυμνοι νεοσσοί πεθαίνουν από το κρύο, είτε σύροντια από τον πανικό τους έξω από τη φωλιά, καταδικασμένοι να πεθάνουν από την έκθεσή τους στον ήλιο και τη βροχή.
ΦΩΝΕΣ ΠΕΛΕΚΑΝΩΝ
BINTEO
Βασισμένο σε εργασία των μαθητών Μ.Μ. και Χ.Π. του τμήματος Ε2.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΔιαβάστε περισσότεραΜη αποδοχή