ΜΙΚΡΌ ΔΙΗΓΗΜΑ—ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΠΟΝΖΑΙ

Το μικρό διήγημα, που τις τελευταίες τρεις τουλάχιστον δεκαετίες έχει αγαπηθεί για την αμεσότητα και την σπιρτάδα του, ανταποκρίνεται στους ρυθμούς της ψηφιακής εποχής και έχει αναδειχθεί ως νέο λογοτεχνικό είδος. Αποτελεί αντικείμενο μελέτης και θεωρητικής προσέγγισης πολλών Διεθνών Συνεδρίων. Μικρό διήγημα, μικροδιήγημα, μικροαφήγημα, ιστορία μπονζάι, flash fiction, short story, minicuento, nanocuento κ.ά ορίζουν τον τρόπο και τον στόχο της μικρής σε αριθμό λέξεων μυθοπλαστικής φόρμας, που χαρακτηρίζεται από πλοκή και χαρακτήρες, από υπαινικτικότητα και αφαίρεση, συχνά έχει ανοιχτό τέλος και πάντοτε ζητά την ενεργή συμμετοχή του αναγνώστη, που καλείται να συμπληρώσει την πλοκή, όπως φαίνεται καθαρά στην πιο γνωστή σύντομη ιστορία του 20ου αιώνα, που αποδίδεται στον Χέμινγουέι: «Προς πώληση: βρεφικά παπούτσια εντελώς αφόρετα».

 

Θεώνη Κοτίνη «Μπάμιες»

 

Σήμερα στο μεσημεριανό έχουνε μπάμιες. Δεν του αρέσανε ποτέ. Σκαλίζει το πιάτο ξεφλουδίζοντας με το πιρούνι τη σάρκα, αποκαλύπτει τα σπόρια γυμνά. Μέσα σαρδόνια οδοντοστοιχία, σαν τη γκριμάτσα της συνάθροισης γύρω από το τραπέζι. Σκυθρωποί, μαλωμένοι ή έτοιμοι να μαλώσουν σε λίγο, μάνα πατέρας παιδιά.

Λαδερές με φρέσκια ντομάτα, κόκκινη όπως η αιματοχυσία γύρω απ’ το στρωμένο τραπέζι. Πράγματι, δεσμοί αίματος. Τόσο που σου ’ρχεται να πάρεις το μαχαίρι του ψωμιού και να διαρρήξεις όλα ετούτα τα δεσμά, να το βυθίσεις στην καρδιά αυτού του λάκκου που είναι γεμάτος γεύματα κυριακάτικα και αιτιάσεις και παράπονα και ξεχασμένες τώρα ήδη εκδρομές στη θάλασσα.

Η μάνα του τις φτιάχνει με κοτόπουλο. Ανάμεσα στα ξεδοντιάρικα ούλα του λαχανικού η μυρωδιά εκείνη. Σφαγμένου ζώου όπως της μάνας του τα μάτια, όταν για όλα μετανιώνει, σαν του πατέρα του τα μάτια, όταν στριμώχνεται να αρθρώσει κάποια αλήθεια. Όπως τα μάτια τα δικά του, όταν σηκώνει το κεφάλι από το πιάτο να απαντήσει γιατί δεν του αρέσει το φαΐ, τι διάβολος τον πιάνει κάθε μέρα και δεν μιλάει κι όλο θυμώνει και κλειδώνεται.

Σκαλίζει αμίλητος τις μπάμιες. Μέσα όχι δόντια μα σπυριά, πολλά πολλά σπυριά, όπως εκείνα που στα δώδεκα του αυλάκωναν το πρόσωπο, κι όποτε γύριζε να δει κατά τον κόσμο, άνθιζαν σαν ντροπή που αδέξιος υπήρχε. Μπάμιες όπως η γλίτσα της στοργής που για να σου δοθεί, πρέπει να καταπιείς όλο το σάλιο της υποταγής, της ενοχής που είσαι εσύ και δεν τους μοιάζεις, που θες αλλού να πας, να είσαι γυμνός και να πεινάς δική σου πείνα. Μπάμιες, κουμπωμένος καρπός του θυμού που δεν ωριμάζει μα σαπίζει σε μαλακή γλοιώδη αυτολύπηση.

 

[https://bonsaistoriesflashfiction.wordpress.com/2018/02/11/theoni-kotini-mpamies/]

σαρδόνια (μόνο στην έκφραση σαρδόνιο γέλιο): εκφράζει μια διάθεση χλευαστική και χαιρέκακη.

γλίτσα: στρώμα λιπαρής βρομιάς.

 

-Μπορείτε να εμπνευστείτε ένα μικρό διήγημα με αφορμή τους παρακάτω  πίνακες του Ν. Λύτρα ;

 

Χωρίς τίτλο 1

Η προσμονή  του Νικηφόρου Λύτρα

Χωρίς τίτλο

Το φίλημα του Νικηφόρου Λύτρα