gelina

gelina's blog

Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΗΡΟΣ

Νοέ 201227

moirai_bigΟ Πλάτωνας κλείνει το έργο του «Πολιτεία», με  ένα μύθο, που αναφέρεται στη μεταθανάτια ζωή. Ο δίκαιος άνθρωπος επιβραβεύεται και σ’ αυτόν  τον κόσμο, αλλά και μετά θάνατον. Αντίθετα οι άδικοι, οι τύραννοι, οι κακούργοι , τιμωρούνται σκληρά. Απόδειξη αυτής της απόδοσης της δικαιοσύνης στον άλλο κόσμο , είναι η μαρτυρία του Ηρός του Αρμενίου.

Σύμφωνα με το μύθο, ο Ηρ ο γιος  του Αρμενίου, που ήταν γενναίος πολεμιστής, σκοτώνεται στη μάχη. Το σώμα του για δέκα ημέρες παρέμεινε στο πεδίο της μάχης ανάμεσα στα πτώματα των υπολοίπων πολεμιστών που είχαν αρχίσει να αποσυντίθενται. Μετά από δώδεκα ημέρες, αφού τον είχαν μεταφέρει σπίτι του, τη στιγμή που τον  είχαν πάνω στη νεκρική πυρά, ο ήρωας ξαναγύρισε στη ζωή και άρχισε να διηγείται όσα είχε δει η ψυχή του στον άλλο κόσμο.

Η ψυχή του, όπως διηγείται ο ίδιος ο Ηρ στο μύθο, που είχε φύγει από το σώμα του, πορεύτηκε μαζί με άλλες ψυχές σε έναν τόπο δαιμονικό. Εκεί υπήρχαν δύο ανοίγματα πάνω στη γη, το ένα δίπλα στο άλλο και άλλα δύο απέναντί του πάνω στον ουρανό. Ανάμεσά τους κάθονταν δικαστές, οι οποίοι , αφού δίκαζαν, πρόσταζαν τους δίκαιους να προχωρήσουν δεξιά και επάνω,  μέσα από τον ουρανό και τους άδικους αριστερά και κάτω.

Όταν παρουσιάστηκε ο Ηρ στους δικαστές, του είπαν να ακούει και να βλέπει προσεκτικά ό,τι συνέβαινε εκεί για να γίνει αγγελιοφόρος και να τα ανακοινώσει αργότερα όλα στους ζωντανούς. Έβλεπε εκεί τις ψυχές που είχαν δικαστεί, να προχωρούν προς τα δύο ανοίγματα και άλλες να βγαίνουν από τα άλλα δύο. Όσες ανέβαιναν από τα ανοίγματα της γης ήταν κατασκονισμένες και διψασμένες, ενώ όσες κατέβαιναν από τον ουρανό ήταν καθαρές. Όλες οι ψυχές πήγαιναν προς ένα λιβάδι και κατασκήνωναν εκεί σαν να ήταν  σε πανηγύρι. Όσες  έρχονταν από  τη γη, έκλαιγαν και οδύρονταν για όσα είχαν πάθει κατά την πορεία τους κάτω από τη γη, που είχε κρατήσει χίλια χρόνια. Όσες έρχονταν από τον ουρανό διηγούνταν όλα τα ευχάριστα που είχαν δοκιμάσει και όλη την ομορφιά που είχαν αντικρίσει.

Οι ψυχές που είχαν διαπράξει αδικήματα, πλήρωναν για όλα δεκαπλάσιες ποινές. Επίσης με την ίδια αναλογία, δεκαπλάσιες ήταν και οι ανταμοιβές για όσες ψυχές είχαν φανεί δίκαιες. Ακόμη μεγαλύτερες ήταν οι τιμωρίες για όσους είχαν ασεβήσει προς τους θεούς ή τους γονείς ή για όσους είχαν σκοτώσει με τα ίδια τους τα χέρια. Τον Αρδιαίο, τον τύραννο της Παμφυλίας που διέπραξε στη ζωή του μεγάλα και πολλά κακουργήματα, οι τιμωροί του άλλου κόσμου τον έδεσαν χειροπόδαρα και τον τραβούσαν πάνω στα αγκάθια των ασπαλάθων. Ύστερα μαζί με άλλους πολλούς που είχαν διαπράξει πολλά ανομήματα, τον πέταξαν στον Τάρταρο.

Επτά ημέρες έμειναν οι ψυχές στο λιβάδι και την όγδοη πορεύτηκαν σε ένα τόπο, όπου έβλεπαν ένα φως σαν ουράνιο τόξο. Εκεί, μετά από μιας ημέρας δρόμο, είδαν να’ ναι τεντωμένες από τον ουρανό οι άκρες  των  δεσμών που το συγκρατούσαν. Αυτό το φως ήταν ο σύνδεσμος του ουρανού που συγκρατούσε την ουράνια περιφορά. Από τις άκρες των δεσμών του ήταν σφιχτά στερεωμένο το αδράχτι της Ανάγκης, το οποίο προκαλεί  όλες τις κινήσεις . Το αδράχτι είχε στέλεχος και αγκίστρι από σκληρό μέταλλο και σφόνδυλο που ήταν κοίλος και περιείχε άλλους  επτά σφονδύλους.  Στους  κύκλους που  σχημάτιζαν τα επάνω χείλη των σφονδύλων ήταν καθισμένες και περιστρέφονταν Σειρήνες. Κάθε Σειρήνα έβγαζε από μέσα της έναν ήχο και όλες μαζί σχημάτιζαν ένα αρμονικό ταίριασμα από νότες. Την κυκλική κίνηση των σφονδύλων, πάνω στα γόνατα της Ανάγκης, παρακολουθούσαν καθισμένες πάνω σε θρόνους οι τρεις Μοίρες, η Λάχεσις, η Κλωθώ και η Άτροπος και τραγουδούσαν η καθεμιά πάνω στη μελωδία των Σειρήνων. Η Λάχεσις τα περασμένα, η Κλωθώ τα τωρινά και  η Άτροπος τα μελλούμενα.

Φθάνοντας εκεί οι ψυχές, ήταν αναγκασμένες να διαλέξουν το είδος της ζωής που ήθελαν να ζήσουν κατά την επόμενη ενσάρκωσή τους. Ένας προφήτης έπειτα πήρε από τα γόνατα της Λάχεσης πολλά παραδείγματα ζωής, τα τοποθέτησε μπροστά στις ψυχές και ανεβαίνοντας σε ένα βήμα ψηλό, απήγγειλε ένα λόγο, της Λάχεσης που καλούσε τις ψυχές να τραβήξουν τον κλήρο τους για τη σειρά που θα διαλέξουν. Ο καθέναν έπρεπε  ανάλογα με τη σειρά που προσδιόριζε ο κλήρος του, να επιλέξει ένα ορισμένο είδος ζωής.

Οι αφιλοσόφητες ψυχές έσπευσαν να επιλέξουν βίους ένδοξους, χωρίς να υπολογίσουν πόση δυστυχία κρύβουν μέσα τους τα αξιώματα και τα μεγαλεία. Όσες  όμως  ψυχές είχαν δοκιμαστεί σκληρά στην προηγούμενη ζωή τους, τώρα πρόσεχαν να μην απατηθούν από τη δολερή λάμψη.

Μετά την επιλογή της κάθε ψυχή πήγαινε μπροστά στη Λάχεση και εκείνη έδινε στην καθεμιά ένα δαίμονα που θα τη συνόδευε στη ζωή που είχε διαλέξει. Ο δαίμονας πήγαινε πρώτα την ψυχή  στην Κλωθώ για να επικυρώσει αυτή την επιλογή της μοίρας της κάθε ψυχής και μετά την πήγαινε στην Άτροπο. Έπειτα όλες οι ψυχές, χωρίς να κοιτάζουν πίσω, προχωρούσαν προς την πεδιάδα της λήθης όπου κατασκήνωναν εκεί και έπιναν από το νερό του Αμέλητα ποταμού και σιγά σιγά ο καθένας  ξεχνούσε τα πάντα. Τα μεσάνυχτα, μετά από δυνατή βροντή και σεισμό οι ψυχές άρχιζαν να αναπηδούν προς τα πάνω για να ξαναγεννηθούν μέσα στα νέα τους σώματα. Τον  ΄Ηρα μόνο δεν τον άφησαν να πιει νερό από τον Αμέλητα ποταμό. Το πώς ξαναγύρισε στο σώμα του δεν το ήξερε. Ξαφνικά ανοίγοντας τα μάτια του, απλώς είδε πως ήταν πρωί και βρισκόταν πάνω στην πυρά.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *


Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων