Το θεατρικό έργο Αντιγόνη του Γερμανού δραματουργού B. Brecht γράφτηκε το 1947. Ο συγγραφέας θέλοντας να δηλώσει την αντίθεση του στο ναζιστικό καθεστώς χρησιμοποίησε την τραγωδία του Σοφοκλή. Η αρχή του έργου τοποθετείται στο Βερολίνο το 1945 όπου δύο γυναίκες βλέπουν τον λιποτάκτη αδελφό τους να εκτελείται  από τα ΕΣ-ΕΣ. Μετά από αυτή τη σκηνή που ορίζει χρονικά το έργο, ο αρχαίος μύθος προσαρμόζεται στις σύγχρονες συνθήκες. Ο Κρέοντας κηρύσσει πόλεμο στο Άργος επειδή αυτό διαθέτει μεταλλεία σιδήρου. Ο Πολυνείκης που μάχεται στο Άργος βλέποντας τον αδελφό του Ετεοκλή να βρίσκει φρικτό θάνατο λιποτακτεί. Φτάνει στη Θήβα αλλά εκεί τον σκοτώνει ο ίδιος ο Κρέοντας. Η Αντιγόνη επιχειρεί να θάψει το νεκρό του σώμα και στη σύγκρουσή της με τον Κρέοντα τονίζεται περισσότερο ο παραλογισμός του πολέμου και της κρατικής εξουσίας που με το αίμα των πολιτών παίζει πολιτικά παιχνίδια.

Παρόλο που ο B. Brecht ακολουθεί στο μεγαλύτερο μέρος του έργου του το κείμενο του Σοφοκλή, ο λόγος της Αντιγόνης διακρίνεται από ένα πιο αυστηρό, κοφτό και επιθετικό ύφος. Δε φοβάται να πει στον Κρέοντα αλήθειες που αφορούν τα τυραννικά πολιτεύματα και τις πρακτικές που χρησιμοποιούν οι τύραννοι για να εκμεταλλευτούν το λαό:

«Όποιος διψά για εξουσία, πίνει νερό αλμυρό,

και τίποτα δεν ξεδιψάει τη λύσσα του».

Ενώ στην τραγωδία υπερασπίζεται τους θεϊκούς νόμους και το δικαίωμά της να θάψει το σώμα του νεκρού αδελφού της, η σύγχρονη Αντιγόνη διακηρύσσει την αντίστασή της ενάντια στη βία και μέσα από τη στάση της καλεί τον λαό να διεκδικεί τα δικαιώματά του στην ελεύθερη έκφραση και δράση. Μ’ αυτό τον τρόπο γίνεται ένα διαχρονικό σύμβολο όλων εκείνων που αντιδρούν στην καταπίεση και αγωνίζονται για την ελευθερία κάθε είδους.

Αποδεικνύεται έτσι ότι η Αντιγόνη του Σοφοκλή είναι ένα έργο ζωντανό με μηνύματα που μπορούν να βρουν αποδέκτες σε κάθε εποχή.