no rotate image set no rotate image set no rotate image set no rotate image set

Άρθρα σχετικά με Παιδαγωγικά

Παραθέτουμε αποσπάσματα από δύο άρθρα που δημοσιεύτηκαν στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 16/4/2011 και θεωρούμε ότι συνεισφέρουν στον προβληματισμό και τη συζήτηση σχετικά με τη χρησιμότητα των σχολικών δραστηριοτήτων στα προγράμματα σπουδών της ΠΕ:

Παράθυρο στην κοινωνία οι σχολικές δραστηριότητες

16/04/2011 – 17:55

Της ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΜΟΥΛΕ*

Η κοινωνική δικτύωση, προσαρμογή και ενσωμάτωση των παιδιών μπορεί να ξεκινήσει από τη σχολική ηλικία με δραστηριότητες που έχουν ψυχαγωγικό χαρακτήρα, όπως αθλητικές, πολιτιστικές, οικολογικές και καλλιτεχνικές, στις οποίες επιλέγουν να συμμετέχουν σύμφωνα με τις κλίσεις και τα ενδιαφέροντά τους.

Η ψυχαγωγία των παιδιών ως αγωγή ψυχής (με την αρχαία ελληνική ετυμολογία της λέξης) βοηθάει το παιδί και τον έφηβο να αναπτυχθεί ως δυναμικό και δημιουργικό μέλος της κοινωνίας, ικανοποιεί τη βασική ανάγκη τού ανήκειν, καθώς και την καλλιέργεια κλίσεων και δεξιοτήτων που χωρίς τη συμμετοχή και συνεργασία των παιδιών σε αυτές τις ομάδες θα έμεναν ανεκμετάλλευτες.

Η ψυχική υγεία των παιδιών προάγεται με την επίτευξη των στόχων μέσα στην ομάδα, βελτιώνονται ο αυτοσεβασμός και η αυτοεκτίμηση, παράλληλα με το σεβασμό, την εκτίμηση και την αποδοχή των άλλων. Η ποιότητα ζωής στην καθημερινότητα ενισχύεται με τη συναισθηματική και τη σωματική ευεξία. Η συμμετοχή των παιδιών σε αυτούς τους κλασικούς τρόπους κοινωνικής αλληλεπίδρασης, όπως είναι μια θεατρική παράσταση, μια ομάδα μπάσκετ ή ένα μουσικό σχήμα, βοηθάει στην παρέμβαση και επίλυση προβλημάτων, όπως οι εθισμοί (εθισμός στο Διαδίκτυο, χρήση ουσιών), οι διαταραχές επικοινωνίας, συμπεριφοράς και συναισθήματος, η κακοποίηση, οι τραυματισμοί, φαινόμενα εκφοβισμού κ.ά.

Η επιτυχημένη κοινωνική λειτουργικότητα είναι προστατευτικός παράγοντας της υγιούς ψυχοσυναισθηματικής ανάπτυξης των παιδιών, επειδή είναι αναπόσπαστο μέρος αυτής. Τα παιδιά και οι έφηβοι διαμορφώνουν ένα σύνθετο δίκτυο δημιουργίας σχέσεων και οδηγούνται στην εξατομίκευση και στην αυτονομία τους από τους γονείς. Από τη μέση παιδική ηλικία και κατά τη διάρκεια της εφηβείας, η γνώμη και η εκτίμηση των ενηλίκων που έχουν ηγετικό ρόλο στην ομάδα (δάσκαλοι, μουσικοί, προπονητές) και των συνομηλίκων γίνονται οι κυριότερες πηγές κοινωνικής υποστήριξης.

Τα παιδιά οδηγούνται προς το σχηματισμό ταυτότητας στην εφηβεία, αναπτύσσοντας μια αίσθηση εαυτού βασισμένη στην αντίληψη της ικανότητας να λειτουργούν ανεξάρτητα και με επιτυχία στο κοινωνικό τους περιβάλλον. Με αυτό τον τρόπο θα έχουμε υγιείς και κοινωνικά ενεργούς μελλοντικούς πολίτες.

*Ψυχολόγος, Νοσοκομείο Παίδων «Αγία Σοφία», Παιδοψυχιατρική Κλινική Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών

 ……Η παραδοσιακή εκπαίδευση «αφοσιώνεται στον έλεγχο και στη διαχείριση του σώματος και του πνεύματος των παιδιών μέσω συνταγών πειθαρχίας, μάθησης, ανάπτυξης, ωρίμανσης και δεξιοτήτων» (James, Jenks & Prout 1998, σελ. 38). Από την άλλη πλευρά, πληθαίνουν ολοένα και περισσότερο πειραματικά προγράμματα και ερευνητικές μαρτυρίες, τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς, που τονίζουν τη σημασία των παιδιών ως προς το ρόλο τους να διερευνήσουν, να σχεδιάσουν και να χειρίζονται τα περιβάλλοντα στις κοινότητές τους μέσα από προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, μουσειακής εκπαίδευσης, μιντιακής εκπαίδευσης. Τα σχολεία προσφέρουν εξαιρετικά σημαντικές δυνατότητες για υιοθέτηση αντίστοιχων προσεγγίσεων, που θα πρέπει να μη βρίσκονται στο περιθώριο της σχολικής ζωής. …….Το βασικό ερώτημα στο οποίο εν τέλει καλούμαστε να απαντήσουμε είναι το τι γίνεται τελικά με τον κοινωνικό χώρο που απομένει στα παιδιά, το χώρο όπου μπορούν να πειραματιστούν, να δοκιμάσουν τις ιδέες τους έναντι των ενηλίκων και να είναι παιδιά………Αυτό που είναι βέβαιο, είναι ότι όσο και αν οι ενήλικοι αναζητούν τρόπους να ελέγξουν την παιδική ηλικία και τα παιδιά, το κάθε παιδί έχει την ικανότητα, από τη στιγμή που γεννιέται, να ασκήσει ένα βαθμό ενεργητικής δράσης ως κοινωνικός φορέας. Οι ενήλικοι χρειάζεται να καλλιεργήσουν αυτήν ακριβώς την ικανότητα των παιδιών για ενεργητική δράση, στο βαθμό που τους ενδιαφέρει να συντελέσουν στην ανατροφή ανεξάρτητων και υπεύθυνων ενηλίκων. Πιστεύουμε ότι προγράμματα που έχουν στόχο τη θεατρική παιδεία, τη μουσική εκπαίδευση, την περιβαλλοντική ενασχόληση κ.λπ. καλλιεργούν την ενεργητική δράση των παιδιών…..

 Πολύ χρήσιμες συμβουλές με την επισήμανση αυτές οι δραστηριότητες και τα κάθε λογής προγράμματα να μην εισάγονται  με προχειρότητα που καταλήγει σε αυτοσχεδιασμούς και παραποιεί τους σκοπούς για τους οποίους προτείνονται.

κάτω από: Παιδαγωγικά, Ψυχολογία-Συμβουλευτική

Πεντάλεπτη εξέταση δείχνει τη νοητική ανάπτυξη του παιδιού


Ο βαθμός εγκεφαλικής και νοητικής ανάπτυξης ενός παιδιού μπορεί να μετρηθεί με τρόπο γρήγορο και απλό, όπως το βάρος ή το ύψος του, χάρη σε μια πρωτοποριακή μέθοδο “χαρτογράφησης” του εγκεφάλου που ανακάλυψαν αμερικανοί επιστήμονες.

Η νέα τεχνική χρησιμοποιεί έναν τομογράφο (MRI) και ένα πρόγραμμα υπολογιστή (μαθηματικό αλγόριθμο) για να συμπεράνει, μέσα σε πέντε μόλις λεπτά, σε ποιο βαθμό έχει ωριμάσει ο εγκέφαλος του παιδιού.

Οι ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Ουάσιγκτον στο Σεν Λιούις, υπό τον δρα Νίκο Ντόσενμπαχ και τον καθηγητή παιδιατρικής νευρολογίας Μπράντλεϊ Σλάγκαρ, παρουσίασαν τη νέα διαγνωστική μέθοδο στο περιοδικό “Science”, σύμφωνα με το BBC και το Live Science. Οι αμερικανοί επιστήμονες μελέτησαν τη νευρολογική ανάπτυξη στους εγκεφάλους 238 υγιών ατόμων ηλικίας επτά έως 30 ετών.

H εξέταση αποκάλυψε ποιες λειτουργικές εγκεφαλικές συνδέσεις δυναμώνουν με το πέρασμα του χρόνου (πορτοκαλί χρώμα) και ποιες εξασθενούν (μπλε χρώμα).

Στα μικρά παιδιά οι εγκεφαλικές συνδέσεις είναι πιο τοπικά εντοπισμένες σε μερικές γειτονικές περιοχές, ενώ όσο μεγαλώνουν, οι βραχείες συνδέσεις γίνονται πιο μεγάλες και λιγότερο τοπικά εντοπισμένες, με συνέπεια να δημιουργούνται ευρύτερα νευρωνικά δίκτυα.

Οι αμερικανοί επιστήμονες τροφοδότησαν τα στοιχεία των νευρικών συνδέσεων, που προέκυψαν από τον απεικονιστικό έλεγχο των εγκεφάλων των εθελοντών, σε έναν υπολογιστή με πολύπλοκο λογισμικό (μαθηματικό αλγόριθμο) και τελικά παρήγαγαν ένα μοναδικό “σκορ” που αντανακλά την ωριμότητα του εγκεφάλου του παιδιού, όπως πιστεύουν.

Με τον τρόπο αυτό -και ανάλογα με την ηλικία του παιδιού- εξάγεται ένα συμπέρασμα για το πόσο αργά ή γρήγορα αναπτύσσονται ο εγκέφαλος και οι νοητικές λειτουργίες του.

Το νέο “εργαλείο” μπορεί να χρησιμοποιηθεί, ώστε μελλοντικά να κατατάσσει τα παιδιά σε μια “καμπύλη ωριμότητας”, ακριβώς όπως συμβαίνει με το ύψος και το βάρος τους.

Επίσης, σύμφωνα με τους ερευνητές, μπορεί να αξιοποιηθεί κάποια μέρα για να εντοπίζονται πρόωρα σημάδια εγκεφαλικών διαταραχών, όπως η σχιζοφρένεια ή ο αυτισμός. Για να γίνει όμως αυτό, πρέπει πρώτα να συλλεχθούν συγκριτικά διαχρονικά στοιχεία για τις εγκεφαλικές καταστάσεις σε αυτές τις παθήσεις και, παράλληλα, να δημιουργηθούν ανάλογα υπολογιστικά προγράμματα και αλγόριθμοι ειδικά για τις νόσους αυτές.

Τον προηγούμενο μήνα, βρετανοί ερευνητές του «Κινγκς Κόλετζ» (King’s College) του Λονδίνου ανακοίνωσαν ότι ανέπτυξαν μια εγκεφαλική εξέταση που μπορεί να ανιχνεύσει τον αυτισμό μέσω τομογραφίας MRI.

Link: Για την πρωτότυπη επιστημονική εργασία (με συνδρομή) στη διεύθυνση: http://www.sciencemag.org/cgi/content/short/329/5997/1358

κάτω από: Παιδαγωγικά, Ψυχολογία-Συμβουλευτική

Ποιο είναι το ενδεδειγμένο μοντέλο χρήσης και αξιοποίησης των ΤΠΕ για την πρωτοβimages.jpgimages.jpgάθμια εκπαίδευση; Μερικές ενδιαφέρουσες απόψεις και προβληματισμούς βρίσκουμε στο άρθρο του Αριστοτέλη Ράπτη, καθηγimages.jpgimages.jpgητή του Παιδαγωγικού Τμήματος του Παν/μίου Αθηνών (http://www.adraptis.com/araptis/) όπου μεταξύ άλλων γράφει:

images.jpg…………….Η δημιουργική αξιοποίηση του υπολογιστή ως γνωστικού εργαλείου βρίσκει εξαιρετικά πρόσφορο έδαφος στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, όπου η πίεση της προετοιμασίας για ανώτερες ακαδημαϊκές σπουδές δεν είναι τόσο μεγάλη, ενώ οι δάσκαλοι, τα τελευταία χρόνια τουλάχιστον, έχουν αποκτήσει ορισμένες βασικές παιδαγωγικές γνώσεις και διδάσκουν όλα σχεδόν τα μαθήματα έχοντας πολλές ώρες τους ίδιους μαθητές μέσα στην τάξη. Έχουν επομένως πολλές ευκαιρίες για οργανωμένη χρήση του υπολογιστή και μάλιστα για την εφαρμογή της διαφοροποιημένης διδασκαλίας, της διερευνητικής και της ομαδοσυνεργατικής μάθησης, σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι οι συνάδελφοί τους της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Mία από τις προτεραιότητες του εκπαιδευτικού σχεδιασμού λοιπόν πρέπει να είναι η επέκταση της εισαγωγής των ΤΠΕ και στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, όπως συμβαίνει σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες, με μια μορφή όμως πολύ διαφορετική από αυτή που επιχειρήθηκε στο Γυμνάσιο και το Λύκειο. Ασφαλώς υπάρχουν πολλά μοντέλα σταδιακής ένταξης των ΤΠΕ στη μαθησιακή διαδικασία στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, όμως ένα μοντέλο που βασίζεται σε τεχνοκεντρικές αντιλήψεις σχετικά με την εισαγωγή των ΤΠΕ στην Εκπαίδευση είναι, σύμφωνα με τη διεθνή εμπειρία και την άποψη όλων σχεδόν των έγκριτων μελετητών της χώρας μας, καταδικασμένο σε αποτυχία και χωρίς αναγεννησιακή πνοή για την υπόθεση της Παιδείας στην εποχή μας. Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι πώς να τοποθετήσουμε ειδικούς της Πληροφορικής για να «μάθουν κομπιούτερ» τα παιδιά, αλλά πώς θα μάθουν όλοι οι μαχόμενοι εκπαιδευτικοί στο πλαίσιο οργανωμένων, ολοκληρωμένων και βιώσιμων προγραμμάτων να αξιοποιούν τις ΤΠΕ για να γίνουν καλύτεροι δάσκαλοι απελευθερώνοντας τις δικές τους αναπτυξιακές δυνάμεις, αλλά και εκείνες των μαθητών τους και να συμβάλουν, ο καθένας με τον τρόπο του και τους ρυθμούς του, στην πραγματοποίηση μιας εκ των έσω ουσιαστικής εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης και ανάπτυξης.  Η μέχρι τώρα εμπειρία μου από πιλοτικά, επιμορφωτικά και μεταπτυχιακά προγράμματα εκπαιδευτικών στα οποία υπήρξα υπεύθυνος ή επιστημονικός συνεργάτης με έχει πείσει ότι οι δάσκαλοι της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι πολύ επιδεκτικοί στην υιοθέτηση και περαιτέρω ανάπτυξη ενός παιδαγωγικού μοντέλου ένταξης και αξιοποίησης των ΤΠΕ στο δημοτικό, τόσο στο επίπεδο της θεωρίας, όσο και της εφαρμογής. Οι δάσκαλοι που γνωρίσαμε όχι μόνον δεν υστερούν από εκείνους άλλων ανεπτυγμένων χωρών – παρά τη μέχρι τώρα υποβάθμιση του ρόλου τους από το εκπαιδευτικό μας σύστημα – αλλά στην πλειονότητά τους, και συχνά ανεξαρτήτως ηλικίας, επιδεικνύουν θετική στάση, δημιουργικότητα και παιδαγωγικό ενθουσιασμό, αρκεί τα εκπαιδευτικά προγράμματα στα οποία συμμετέχουν, να συνδυάζουν την τεχνολογική και παιδαγωγική κατάρτιση, να υιοθετούν σύγχρονες προσωποκεντρικές και συνεργατικές προσεγγίσεις μέσα σε ένα κλίμα αποδοχής, σεβασμού, αλληλεγγύης, αυτονομίας,, καθώς και παροχής εσωτερικών κινήτρων και προτύπων παραγωγής καινοτόμου έργου, που συνδέεται με τη διδακτική πράξη. Το έργο τους παρουσιάζει χρόνο με το χρόνο βελτίωση και συχνά μας εκπλήσσει ευχάριστα, ενώ παράλληλα παρέχει και στους διδάσκοντες ευκαιρίες επαγγελματικής βελτίωσης, αφού η διδακτική γνώση και των πανεπιστημιακών δασκάλων – όπως εξ άλλου και όλων των εκπαιδευτικών – δεν είναι δυνατόν να αναπτυχθεί σε κοινωνικό κενό.(Προσωπικά μπορούμε να δηλώσουμε ότι χάρις στα προγράμματα των τελευταίων χρόνων, που μας έδωσαν την ευκαιρία να εργαστούμε με εκπαιδευτικούς όλων των κατηγοριών, μάθαμε πολλά πράγματα και έχουμε βγει βελτιωμένοι ως δάσκαλοι από την όλη εμπειρία). Ασφαλώς δεν θα πρέπει να αποκλειστούν από το δικαίωμά τους να εργαστούν στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και οι επιστήμονες της πληροφορικής ή άλλων ειδικοτήτων που προορίζονται για την εκπαίδευση στη θέση του υπεύθυνου της τεχνολογικής υποστήριξης του σχολείου, ενός ρόλου που φάνηκε και από το πιλοτικό πρόγραμμα της ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ, το επονομαζόμενο «ΝΗΣΙ ΤΩΝ ΦΑΙΑΚΩΝ», ότι είναι πολύ χρήσιμος, δεδομένου ότι οι δάσκαλοι δεν είναι υποχρεωμένοι να γνωρίζουν και να αναλαμβάνουν την επίλυση των πολλών και ποικίλων τεχνολογικών προβλημάτων της λειτουργίας των εργαστηρίων. Ο επιστήμονας αυτός, εκτός του ότι θα υποστήριζε τεχνολογικά ομάδα σχολείων, θα μπορούσε επίσης να πραγματοποιεί εισαγωγικά τεχνολογικά σεμινάρια ενδοσχολικής και πολλαπλασιαστικής μορφής σε μικρές εθελοντικές ομάδες εκπαιδευτικών και να ενημερώνει εκπαιδευτικούς στις νέες εξελίξεις. Χρειάζεται όμως προσοχή, γιατί δεν είναι δύσκολο, αφού «βάλουν το πόδι τους» στο δημοτικό, να αποφασίσουν κάποιοι πολιτικοί ιθύνοντες, ή και οι ίδιοι οι δάσκαλοι που διστάζουν να ασχοληθούν με τις νέες τεχνολογίες, ότι είναι πιο βολικό να παίξουν οι επαγγελματίες αυτοί και άλλους διδακτικούς ρόλους, που υποκαθιστούν το δάσκαλο.  Περισσότερα   

κάτω από: 1, Διδακτική Μεθοδολογία, Νέες Τεχνολογίες, Παιδαγωγικά
Tου Χρηστου Γιανναρα από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ [δες ολόκληρο το άρθρο] 

Μεταφέρουμε μερικά ενδιαφέροντα σημεία άρθρου της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ, ένα άρθρο που κατά την άποψή μας αναδεικνύει τα βαθύτερα αίτια που ευθύνονται για την παθογένεια του εκπαιδευτικού μας συστήματος και επιπλέον καταδεικνύει πόσο επιφανειακές και καταδικασμένες σε αποτυχία είναι όλες οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες που επιχειρούνται κατά καιρούς . οι υπογραμμίσεις δικές μας

…….Αποψη του γράφοντος – ίσως εσφαλμένη, αλλά πάντως άσχετη με το εξουσιαστικό παιχνίδι: Κεντρικό πρόβλημα της Παιδείας στην Ελλάδα σήμερα δεν είναι η έλλειψη κονδυλίων ούτε η ανάγκη να χαρίσουμε υπολογιστές στα παιδιά. Είναι η κατά προτεραιότητα στόχευση του εκπαιδευτικού συστήματος στην «ενημερωτική επάρκεια» της διδακτέας ύλης: Δηλαδή, η μεθοδική προσπάθεια να προσφέρεται στα παιδιά, και των τριών σχολικών βαθμίδων, το μέγιστο δυνατό της εκσυγχρονισμένης πληροφόρησης για κάθε γνωστικό τομέα.

Αυτή η αγχώδης έγνοια για συνεχή διεύρυνση των γνωστικών πεδίων με συνεχή ποσοτική αύξηση της διδακτέας ύλης, πάντοτε στο όνομα του «εκσυγχρονισμού», μοιάζει να είναι μια κεντρική νεύρωση του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Εγνοια και φόβος μήπως φανούμε ότι αγνοούμε ή παραγνωρίζουμε το καινούργιο υλικό που συνεχώς κομίζει η επιστημονική έρευνα. Αποδειχνόμαστε «εκσυγχρονισμένοι» και «μοδέρνοι», αν προσθέτουμε αδιάκοπα επιπλέον διδακτέα ύλη στα αναλυτικά προγράμματα των σχολείων.

Αλλά η υπέρμετρη ποσότητα δεν αφήνει περιθώρια για αναλυτική επεξεργασία της διδακτέας ύλης και οργανική αφομοίωσή της από τον μαθητή. Ετσι ο μαθητής προσλαμβάνει την προσφερόμενη γνώση μόνο ή κυρίως ως πληροφορία αυτονομημένη από την κατανόησή της. Και επειδή ο όγκος των πληροφοριών συνεχώς αυξάνεται και το σχολικό σύστημα οφείλει να ελέγχει την προσληπτική ικανότητα του μαθητή, ο μαθητής καταφεύγει στη λύση της συμβατικής κατ’ επίφασιν πρόσληψης που είναι η απομνημόνευση ή «παπαγαλία». Το σύστημα υποχρεωτικά συναινεί και τελικά θεσμοποιεί αυτή τη λύση.

Αλλά και η θεσμική κατάφαση της παπαγαλίας δεν λύνει το πρόβλημα, αφού ο όγκος της ύλης που θέλουμε να απομνημονευτεί παραμένει δυσφόρητος. Η ανάγκη μιας κάποιας αντιμετώπισης του προβλήματος γέννησε την παραπαιδεία των «φροντιστηρίων» ή τα μαύρου χρήματος «ιδιαίτερα μαθήματα» – καρκίνωμα, αλλά και αυτονόητη κατεστημένη προϋπόθεση λειτουργίας του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Το φροντιστήριο ή το ιδιαίτερο κωδικοποιεί τον όγκο των πληροφοριών σε ευκολοαπομνημόνευτες σχηματοποιήσεις. Δεν φιλοδοξεί να εμπεδώσει στον μαθητή την πληροφορία, αλλά να τον μάθει απομνημονευτικές τεχνικές και σχηματικές ταξιθετήσεις για βραχυπρόθεσμη εφ’ άπαξ χρήση της πληροφορίας. Στόχος της μάθησης, από τις πρώτες κιόλας τάξεις του Γυμνασίου, είναι η ικανότητα αποστήθισης πληροφοριών (όχι απόκτησης) προκειμένου να εισαχθεί το παιδί στο Πανεπιστήμιο. Να εισαχθεί όχι για να σπουδάσει, αλλά για να πάρει «χαρτί» που θα του εξασφαλίζει υψηλό δείκτη καταναλωτικής ευχέρειας χωρίς να χρειάζεται μόχθο εργασίας.

Η παραπαιδεία των φροντιστηρίων και των ιδιαιτέρων παρέχει μαθησιακό εξοπλισμό μιας χρήσεως. Είναι ειλικρινής στον χυδαία χρησιμοθηρικό χαρακτήρα της και η ειλικρίνειά της την έχει επιβάλει στις συνειδήσεις των μαθητών με συντριπτική υπεροχή έναντι των υποκριτικών προσχημάτων του σχολείου. Εξ άλλου το σχολείο έχει χάσει κάθε ενδιαφέρον για τον μαθητή, από τη στιγμή που ο λαϊκισμός των κομμάτων εξουσίας κατάργησε την ουσιαστική (με συνέπειες) αξιολόγηση των επιδόσεων, τη διαβάθμιση ποιοτήτων, επομένως και κάθε άμιλλα.

Το ίδιο ισχύει και για το πανεπιστήμιο: Απαξ και κατόρθωσε κάποιος να εισαχθεί, είναι απολύτως βέβαιο ότι κάποτε (έστω και σε είκοσι χρόνια) θα πάρει πτυχίο. Και εδώ η διδακτική μέθοδος είναι (περισσότερο ή λιγότερο) ίδια: η από έδρας παροχή πληροφοριών και η από συγγράμματος (ενός και μοναδικού) χρηστική απομνημόνευσή τους. Φροντιστηριακή μεθόδευση της απομνημόνευσης συνήθως δεν χρειάζεται, διότι η αντιγραφή στις εξετάσεις είναι καθεστώς. Επιπλέον, υπάρχουν και οι κομματικές νεολαίες: Αν ο φοιτητής προσχωρήσει σε κάποιες από αυτές, του εξασφαλίζουν να ξέρει, πριν από τις εξετάσεις, σε συγκεκριμένα μαθήματα, τα θέματα στα οποία θα εξεταστεί. Μοιάζει να υπάρχουν αρκετοί πανεπιστημιακοί «δάσκαλοι» αυτουργοί συναλλαγής: Κοινοποιούν σε κομματικές νεολαίες τις εξεταστικές τους ερωτήσεις, με αντάλλαγμα να τους υποστηρίξουν οι νεολαίες στη διεκδίκηση θώκων πρυτανικών ή κοσμητείας Σχολής ή προεδρίας Τμήματος.

Η Παιδεία στην Ελλάδα δεν ανακάμπτει με πλουσιότερη χρηματοδότηση και φανταιζίστικες υλικές παροχές – η σπατάλη σήμερα στα σχολεία και στα πανεπιστήμια είναι προκλητική, εξωφρενική. Η Παιδεία θα ανακάμψει μόνο με ριζική και συνεπή αλλαγή στόχου, από το Δημοτικό ώς το Πανεπιστήμιο: Οχι πια προτεραιότητα στην ποσοτική πληροφόρηση – η πληροφορία σήμερα είναι αμέσως και ευκολότατα προσβάσιμη. Προτεραιότητα απόλυτη στην ανάπτυξη της ικανότητας να κρίνει το παιδί, ο νέος, την εγκυρότητα της πληροφορίας, να συντάσσει λογικά τις πληροφορίες, να γυμνάζει τη δημιουργική του φαντασία στη χρήση των πληροφοριών.

Αυτό πρακτικά σημαίνει: Παραιτούμαστε σε σημαντικό ποσοστό από τον πληροφοριακό χαρακτήρα της εκπαίδευσης, πετάμε τη μισή από τη διδακτέα σήμερα ύλη στα άχρηστα. Κρατάμε την απομνημόνευση ως ιδιαζόντως πολύτιμη άσκηση μνήμης, προκειμένου να εμπεδώσουμε στο παιδί «συντακτικές σταθερές» (αριθμητική προπαίδεια, δομές γραμματικές και συντακτικού). Δίνουμε απόλυτη προτεραιότητα στη διδασκαλία της γλώσσας ως λογικής και των μαθηματικών ως γλώσσας. Οχι χρηστικό «εργαλείο συνεννόησης» η γλώσσα, αλλά καμβάς της σκέψης, εφαλτήριο της λογικής ανάπτυξης. Οχι χρησιμοθηρία συναλλαγών τα μαθηματικά, αλλά γλώσσα για να σημάνουμε τη λογική των δομών συγκρότησης του πραγματικού και υπαρκτού, σημειολογία του λεκτικά άρρητου.

Προτεραιότητες άσκησης και γυμνασίας της σκέψης, της κρίσης, της φαντασίας μέσα από κάθε γνωστικό αντικείμενο, όχι πληροφοριακή και μόνο προσέγγιση. Αυτό σημαίνει στα πανεπιστήμια: ριζική αλλαγή του τρόπου λειτουργίας τους. Οι εισαγόμενοι κατανέμονται σε ολιγομελείς ομάδες, κάθε ομάδα έχει επιβλέποντα υπεύθυνο καθηγητή που παρακολουθεί προσωπικά τον κάθε φοιτητή. Τα μαθήματα έχουν σεμιναριακό χαρακτήρα, βασίζονται σε βιβλιογραφία που ο φοιτητής οφείλει να εξαντλήσει σε εβδομαδιαία, δεκαπενθήμερη, μηνιαία προθεσμία, εξετάζεται η πρόοδός του σε καθημερινή βάση και με τη συνεχή σύνταξη εργασιών.

Είναι ωμός, χυδαίος εμπαιγμός της νοημοσύνης των πολιτών ο ισχυρισμός ότι η Παιδεία πάσχει επειδή δεν έχει επαρκή χρηματοδότηση.

κάτω από: Γενικά, Παιδαγωγικά

efyia.jpg

Λανθασμένη η άποψη ότι η ευφυΐα είναι κληρονομική, αποδεικνύουν νέες έρευνες

από τα ΝΕΑ 19/5/2009

Τα τελευταία χρόνια οι επιστήμονες έτειναν να πιστέψουν ότι η ευφυΐα εξαρτάται κυρίως από τα γονίδιά μας και ότι το περιβάλλον μάς επηρεάζει ελάχιστα. Η άποψη αυτή τώρα ανατρέπεται δίνοντας σε όλους την ευκαιρία να μεγαλώσουν με πανέξυπνα παιδιά που δεν θα επηρεαστούν από τα δικά μας κληρονομικά ελαττώματα…
Εάν δεν ήσασταν καλοί στα μαθηματικά στο σχολείο, ίσως κατηγορούσατε τους γονείς σας γιατί και αυτοί είχαν την ίδια αδυναμία. Εάν μάλιστα περάσατε στα παιδιά σας την ίδια άποψη, τότε κι αυτά μάλλον δεν θα τα καταφέρουν στον τομέα αυτό. Πολλές έρευνες έγιναν τα τελευταία χρόνια για να αποδείξουν την κληρονομικότητα της ευφυΐας- πιο γνωστή αυτή με τα δίδυμα τα οποία πολύ νωρίς υιοθετήθηκαν από διαφορετικές οικογένειες. Όταν αργότερα υποβλήθηκαν σε τεστ, αποδείχθηκε ότι είχαν τον ίδιο βαθμό ευφυΐας και οι επιστήμονες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι αυτό συνέβη επειδή διέθεταν τα ίδια γονίδια. Τώρα ήρθε η ώρα να ξανακοιτάξουμε εκείνη τη μελέτη.
Ο Ρίτσαρντ Νίσμπετ είναι καθηγητής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν και συγγραφέας του βιβλίου «Η ευφυΐα και πώς να την αποκτήσετε». Όπως λέει στην εφημερίδα «Sunday Τimes», επί πολλά χρόνια πίστευε ότι η ευφυΐα είναι κληρονομική. «Συνειδητοποίησα όμως ότι οι έρευνες δεν έχουν διεξαχθεί σωστά αλλά και ότι αυτή η άποψη είναι ιδιαίτερα ατυχής, επειδή υπονοεί ότι ακόμα και με σκληρή δουλειά δεν μπορεί να υπάρξει βελτίωση. Ευτυχώς, γίνεται πλέον ξεκάθαρο ότι είναι λανθασμένη».
Το μήνυμα του Νίσμπετ, ότι δηλαδή η ευφυΐα μας δεν είναι προαποφασισμένη αλλά μπορεί να βελτιώνεται διαρκώς, είναι ιδιαίτερα αισιόδοξο. Για τους γονείς σημαίνει ότι τα παιδιά τους δεν είναι καταδικασμένα να επαναλάβουν τα ίδια λάθη, για τα σχολεία σημαίνει ότι δεν υπάρχουν μαθητές ανεπίδεκτοι μαθήσεως και για την κοινωνία σημαίνει ότι τα χαμηλά επιτεύγματα κάποιων κοινωνικών ομάδων δεν έχουν γενετικές αιτίες, όπως ισχυρίζονται κάποιοι, αλλά πολιτιστικές- και άρα μπορούν να αλλάξουν.

Η μελέτη των διδύμων
Ο Νίσμπετ κοίταξε κατ΄ αρχήν την έρευνα με τα δίδυμα που χωρίστηκαν και κατέληξε ότι διεξήχθη λανθασμένα κυρίως διότι οι ερευνητές υπέθεσαν ότι οι οικογένειες που τα υιοθέτησαν ήταν πολύ διαφορετικές μεταξύ τους. Όμως στην πράξη οι οικογένειες που επιλέγονται για υιοθεσία είναι έτοιμες να δώσουν τα πάντα στα παιδιά, κίνητρα και εφόδια για τη ζωή. «Οι οικογένειες που υιοθετούν είναι σχεδόν ίδιες», παρατηρεί ο Νίσμπετ. «Εάν κάποιος μεγαλώνει σε μια οικογένεια της ανώτερης-μέσης τάξης έχει 12 με 18 βαθμούς ευφυΐας περισσότερους απ΄ ό,τι εάν μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον κατώτερης τάξης- πολύ σημαντική διαφορά». Οι γονείς της μεσαίας τάξης μιλούν στα παιδιά τους, τους διαβάζουν και τα ενθαρρύνουν διαρκώς- επηρεάζοντας άμεσα τον βαθμό ευφυΐας τους.
Σημαντική στη διερεύνηση της ευφυΐας είναι και η έρευνα του Τζέιμς Φλιν, που συνέκρινε τεστ ευφυΐας από όλο τον κόσμο, τον τελευταίο αιώνα. Βρήκε ότι κάθε δεκαετία, το ΙQ των νέων αυξάνεται, κατά μέσο όρο, 3 βαθμούς απ΄ ό,τι την προηγούμενη δεκαετία. Αυτό σημαίνει ότι τα τελευταία 100 χρόνια, το ΙQ στον δυτικό κόσμο έχει αυξηθεί κατά 30 βαθμούς, γεγονός που καταρρίπτει το «γενετικό» επιχείρημα, καθώς δείχνει ότι το περιβάλλον επιδρά άμεσα και πολύ περισσότερο απ΄ ό,τι πιστεύαμε μέχρι τώρα.

 

κάτω από: Γενικά, Παιδαγωγικά, Ψυχολογία-Συμβουλευτική

Κυριακή, 01.02.09 Ελεύθερος τύπος

mother1.jpgΗ ζωή των παιδιών στη Μεγάλη Βρετανία είναι πολύ δυσκολότερη σήμερα από ότι ήταν πριν από μερικά χρόνια, σύμφωνα με έρευνα της οργάνωσης Children?s Society. Παρότι το επίπεδο της παιδείας έχει αυξηθεί, έχουν άριστη νοσοκομειακή περίθαλψη και σίγουρα πολύ περισσότερα υλικά αγαθά, οι νέοι του σήμερα είναι δυστυχισμένοι. Οι αυξημένες απαιτήσεις των γονιών τους σε συνδυασμό με το άγχος της καθημερινότητας, δεν τους επιτρέπει να βιώσουν την ανεμελιά των χρόνων αυτών. Σημαντικός παράγοντας είναι ακόμα το γεγονός ότι νέοι νιώθουν ότι στερούνται των γονιών τους και ότι είναι συνέχεια μόνοι τους.

Πηγή: Children?s Society

Μια απλή καταγραφή των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα σχολεία μας (ως αποδέκτης των προβλημάτων που βιώνουν τα παιδιά στο οικογενειακό και κοινωνικό τους περιβάλλον) σήμερα θα αποδείκνυε πόσο έντονο είναι το πρόβλημα και στην ελληνική οικογένεια. Οι εκπαιδευτικοί αναδεικνύουν ως μείζον πρόβλημα πλέον όχι το διδακτικό τους έργο, αλλά τα προβλήματα συμπεριφοράς και έντονης παραβατικότητας που αντιμετωπίζουν καθημερινά και αισθάνονται ανέτοιμοι να αντιμετωπίσουν. Μια μικρή υπενθύμιση ότι τα ουσιαστικά προβλήματα της εκπαίδευσης δεν είναι μόνο όσα “δικαίως;” παρουσιάζονται ως επείγοντα και καθοριστικά, αλλά και εκείνα που χαρακτηρίζουν την καθημερινή εκπαιδευτική πράξη και ουσιαστικά διαμορφώνουν την ποιότητα της εκπαίδευσης.

κάτω από: Παιδαγωγικά, Σχολείο & Κοινωνία

Του δρος Νικολαου Πετρουλακη*/ nichpetr@otenet.gr

από την Καθημερινή 1-1-2008

mother1.jpg

Το πρόβλημα της «κριτικής σκέψης» απασχολεί τα τελευταία χρόνια τους παιδαγωγούς, που καταβάλλουν προσπάθεια να πείσουν τους δασκάλους, αλλά και τους εξεταστές, να αποφύγουν την παραδοσιακή νοοτροπία και να ζητούν από τους μαθητές προϊόντα μόνο της απομνημόνευσής τους. Πολύς λόγος γίνεται σήμερα για προσέγγιση της γνώσης με κριτική σκέψη, για γόνιμη σκέψη, δημιουργική σκέψη, διδακτικές προσεγγίσεις της κριτικής σκέψης, διδακτικές τεχνικές για την καλλιέργεια κριτικής σκέψης κ.ά. Τα παραπάνω τονίζονται πάντοτε με την ανάγκη ο μαθητής, αυριανός πολίτης του 21ου αιώνα, να είναι ικανός να αντιμετωπίζει το πλήθος των προβλημάτων που θα συναντήσει και να βρίσκει πάντα τη λογική λύση. Μέχρι τώρα υποστηρίζαμε πως «η λήψη των αποφάσεων» ?και μάλιστα ορθών αποφάσεων? είναι μια παιδαγωγική αλήθεια, μια ανάγκη. Τώρα συμπληρώνουμε την απαίτηση αυτή της παιδαγωγικής και ζητούμε τη συνενέργεια συναισθήματος και λογικής για τη λήψη της σωστής απόφασης.

Οι διαστάσεις της κριτικής σκέψης προσδιορίζονται στον νοητικό χώρο. Δεν διδαχθήκαμε όμως πώς να αποτιμούμε τη σκέψη μας ή τη σκέψη των μαθητών μας, στο πλαίσιο της νόησης και του συναισθήματος. Αν θέλουμε να προαγάγουμε τη σκέψη των μαθητών μας δεν πρέπει να επαναπαυόμαστε, όταν οι μαθητές μας σκέπτονται απλώς τα πράγματα, χωρίς να αναζητούν ενδείξεις και αποδείξεις, χωρίς να δικαιολογούν τα πράγματα αυτά. Συχνά, οι δάσκαλοι δεν είναι ενήμεροι της διαφοράς αυτής. Πολλοί δάσκαλοι αφήνουν τους μαθητές τους να γράφουν ή να μιλούν με ευχέρεια και γλαφυρότητα. Και θεωρούν το γεγονός αυτό καλή σκέψη. Οταν ο μαθητής εκφράζει απλώς συναισθηματικές του καταστάσεις, υποκειμενικές του θέσεις, χωρίς να αιτιολογεί τις απόψεις του, ή χωρίς να παρουσιάζει αποδείξεις για την αλήθειά τους, χωρίς να αναφέρεται σε πιθανές αντίθετες θέσεις, χωρίς να εκφράζει ποικιλία άλλων απόψεων, δεν σκέπτεται κριτικώς…

Στη διαδικασία της σκέψης ο κάθε άνθρωπος συνενώνει υπάρχοντα στοιχεία, αξιοποιεί τις δεξιότητες και ικανότητές του, στην προσπάθεια να λύσει κάποιο πρόβλημα. Αν δεν υπάρχει πρόβλημα δεν υπάρχει κριτική σκέψη. Η κριτική σκέψη, επειδή συνεπάγεται νοητική εργασία και συναισθηματική εγρήγορση επί ενός συγκεκριμένου θέματος και επειδή είναι το συνολικό προϊόν της πείρας μας, των ιδεών μας, της κοσμοθεωρίας μας, θεωρείται δημιουργία, μια παραγωγική εργασία, μια καινούργια γνώση, μια οικοδομή. Η κριτική σκέψη είναι, με λίγα λόγια, μια δημιουργία του σκεπτόμενου νου και όταν η δημιουργία αυτή ενταχθεί στον γνωστικό μας πλούτο, αφομοιουμένη, θα είναι ένα επιπλέον όπλο στη διάθεσή μας, για να λύσουμε μελλοντικά προβλήματα.

Η κριτική σκέψη υποβοηθά στην επικοινωνία μας με τους άλλους ανθρώπους. Κριτικός συνομιλητής είναι εκείνος ο οποίος προσπαθεί να συμβιβαστεί θετικώς ή αρνητικώς με το αντικείμενο κάθε συζήτησης… Ο άνθρωπος χωρίς κριτική σκέψη δεν είναι καλός ομιλητής, ούτε καλός αναγνώστης κειμένου. Ο καλός συζητητής ή αναγνώστης ή ακροατής, πρέπει την ίδια στιγμή που ενεργεί με τις ιδιότητες αυτές να λύνει κάποιο πρόβλημα επικοινωνίας και τότε πετυχαίνει την αποτελεσματική επικοινωνία. Η κριτική σκέψη είναι επίσης απαραίτητη στη συνεργατική μάθηση. Χωρίς την κριτική σκέψη, η συνεργατική μάθηση είναι μια ψευτομάθηση. Ο,τι ακούμε ή ό,τι διαβάζουμε πρέπει να τα θέτουμε στον έλεγχο της κριτικής σκέψης και να μη γινόμαστε θύματα των επιτήδειων απατεώνων ή των κερδοσκόπων διαφημιστών.

Τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του κόσμου, στον οποίο θα εισέλθουν οι μαθητές μας, είναι η συνεχώς αυξανόμενη αλλαγή σε όλες τις περιοχές της ανθρώπινης δραστηριότητας και των κοινωνικών φαινομένων, ο πολλαπλασιασμός καθημερινώς των πληροφοριών, που γρήγορα θεωρούνται απαρχαιωμένες και η καθημερινή αναδόμηση, επανεξέταση και δοκιμασία των ιδεών. Στον κόσμο αυτό κανείς δεν μπορεί να ζήσει επιμένοντας στον πάγιο τρόπο τού σκέπτεσθαι. Τέτοιο πρόβλημα δεν συνάντησε ο άνθρωπος στη διάρκεια των χιλιετιών που πέρασαν. Η εκπαίδευση δεν είχε αντιμετωπίσει τέτοιο πρόβλημα ποτέ κατά το παρελθόν. Το λειτούργημα του εκπαιδευτικού βρίσκεται μπροστά σε μια χωρίς προηγούμενο πρόκληση… Οι δάσκαλοι, σήμερα, καλούνται να κάμουν εκείνο το οποίο καμιά προηγούμενη γενιά εκπαιδευτικών δεν είχε κάμει… Ας ελπίσουμε πως οι εκπαιδευτικοί όλων των βαθμίδων θα έχουν τη διορατικότητα και τη γενναιότητα να εννοήσουν τα πράγματα ως έχουν και να μεταρρυθμίσουν αναλόγως την όλη σχολική ζωή.

* Ο δρ. Νικόλαος Πετρουλάκης είναι παιδαγωγός, σύμβουλος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου ε.τ.

ευχαριστώ τους συναδέλφους που ανταποκρίνονται είτε με την αποστολή άρθρων είτε με τα ενθαρρυντικά τους σχόλια

κάτω από: Γενικά, Παιδαγωγικά

Παιδαγωγικά

Συγγραφέας: | 10 Ιανουαρίου, 2009
| 5 σχόλια |
κάτω από: Παιδαγωγικά

Κατηγορίες