Η αξία της υποκειμενικότητας

kalivas«Η γνώμη σου είναι υποκειμενική»! «Η απόφαση αυτή πάρθηκε με υποκειμενικά κριτήρια»! Πόσες φορές δεν έχω ακούσει τέτοιου είδους αντιδράσεις σε συζητήσεις με φίλους και γνωστούς; Η χρήση της λέξης «υποκειμενικός» έχει πάντοτε αρνητικό πρόσημο. Πάντοτε απαντώ με τον ίδιο τρόπο: «Τι πρόβλημα έχετε με την υποκειμενικότητα;» Η κοινωνία μας την καταδικάζει δίχως δεύτερη σκέψη. Αντίστροφα, η αντικειμενικότητα ανήκει στις αξίες που τοποθετούνται στις κορυφαίες θέσεις. Θεωρώ την αντίληψη αυτή βαθύτατα προβληματική και ενδεικτική μιας βαριάς παθολογίας.

Μια προσωπική άποψη είναι καρπός της εμπειρίας μας, των ιδεών μας, των αξιών μας. Η αποτύπωση του προσωπικού μας στίγματος είναι άλλωστε και ο στόχος της εκφοράς της. Πώς είναι επομένως δυνατό να είναι οτιδήποτε άλλο εκτός από υποκειμενική; Η καταδίκη της επομένως δεν είναι μόνο λογικά αντιφατική, αλλά και αποκαλυπτική μιας βαθύτατης δυσπιστίας για την αυταξία της προσωπικής γνώμης. Αποτελεί με άλλα λόγια, θεμέλιο του αυταρχισμού και είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη γιατί δεν εκπορεύεται από τα πάνω προς τα κάτω, αλλά αντίθετα τον θεμελιώνει πάνω στην καθημερινή συμπεριφορά και τις σιωπηρές κοινωνικές παραδοχές.

Είναι όμως τα πράγματα διαφορετικά όταν αναφερόμαστε όχι σε απόψεις αλλά σε πράξεις και αποφάσεις; Θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς πως οι υποκειμενικές αποφάσεις είναι ανώτερες των αντικειμενικών; Τι συμβαίνει όταν αυτές λαμβάνονται σε κάποιο οργανωμένο ή θεσμικό πλαίσιο; Δεν θα ήταν λάθος ένας δημόσιος υπάλληλος να παίρνει υπηρεσιακές αποφάσεις με υποκειμενικά κριτήρια; Θα απαντήσω ξεκινώντας από ένα προσωπικό παράδειγμα. Στη δουλειά μου ως πανεπιστημιακός καθηγητής λαμβάνω σχεδόν καθημερινά τέτοιου είδους αποφάσεις, συμμετέχοντας σε επιτροπές που αποφασίζουν ποιοι υποψήφιοι θα γίνουν δεκτοί στο τμήμα μας για μεταπτυχιακές σπουδές, ποιοι φοιτητές θα πριμοδοτηθούν με κάποια υποτροφία, ποιοι υποψήφιοι καθηγητές θα προσληφθούν, ποιοι συνάδελφοί μου θα προαχθούν και ποιοι θα απολυθούν κ.λπ. Πρόκειται για αποφάσεις που επηρεάζουν τις ζωές των άλλων, αλλά και το μέλλον του πανεπιστημίου μου. Τις αποφάσεις αυτές προσπαθώ να τις λαμβάνω με υποκειμενικό τρόπο, συχνά παρακάμπτοντας αντικειμενικά και μετρήσιμα κριτήρια όπως η βαθμολογία ενός υποψήφιου μεταπτυχιακού φοιτητή ή ο αριθμός των δημοσιεύσεων ενός υποψηφίου καθηγητή.

Η τοποθέτησή μου αυτή μπορεί να ακούγεται ως σκανδαλώδης, αλλά είναι απόλυτα λογική. Ο λόγος που έχω επιλεγεί για να συμμετέχω στις επιτροπές αυτές είναι ακριβώς για να εκφράζω την αυστηρά προσωπική μου γνώμη, που σε σύνθεση με τις προσωπικές απόψεις των υπολοίπων μελών, παράγει δυνητικά τις βέλτιστες αποφάσεις. Και ο λόγος που κάποιες φορές παρακάμπτω μετρήσιμα στοιχεία είναι γιατί επιδιώκω να εντοπίσω χαρακτηριστικά που δεν είναι εύκολα μετρήσιμα, όπως η δημιουργικότητα, η πρωτοτυπία του συνδυασμού δεξιοτήτων, η σύνθεση των εμπειριών, ή η προσωπικότητα. Αυτό που επιδιώκω δεν είναι μόνο η επιλογή του «αντικειμενικά» καλύτερου, αλλά και η επιλογή του διαφορετικού ή η ανάδειξη ενός συνόλου (φοιτητών, καθηγητών κ.λπ.) που δεν θα αποτελείται από εκδοχές του ίδιου ανθρωπότυπου, αλλά από διαφορετικές προσωπικότητες που θα εμπλουτίζονται μεταξύ τους.

Στο σημείο αυτό μπορούν να διατυπωθούν δύο κριτικές. Η πρώτη αφορά τα ελατήρια που βρίσκονται πίσω από υποκειμενικές αποφάσεις τέτοιου είδους: «Και πού ξέρουμε πως δεν θα προωθήσεις τους κολλητούς σου;». Η δεύτερη αφορά την ποιότητα του τελικού αποτελέσματος: «Και τι εξασφαλίζει έναν οργανισμό από συσσωρευμένες κακές αποφάσεις;».

Η πρώτη κριτική είναι απόλυτα ενδεικτική των αξιών που έχουν διαβρώσει την κοινωνία μας γιατί αντιμετωπίζει τις αποφάσεις των ανθρώπων ως εξ ορισμού αυθαίρετες και ιδιοτελείς. Με τον τρόπο αυτό όμως λειτουργεί ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Επειδή ακριβώς θεωρούμε την ιδιοτέλεια ως δεδομένη και αναπόφευκτη, δεν πρόκειται ποτέ να ξεφύγουμε απ’ αυτήν. Ο κύκλος θα σπάσει μόνο όταν απαλλαγούμε από την αντίληψη αυτή (υπάρχουν τρόποι για να γίνει αυτό εφικτό που δεν μπορώ να αναλύσω εδώ). Στην πραγματικότητα βέβαια, η ιδιοτέλεια ούτε αναπόφευκτη είναι αλλά ούτε και γενικευμένη. Η εικοσαετής μου εμπειρία σε κορυφαία πανεπιστήμια και επιτροπές αξιολόγησης σε Ευρώπη και Αμερική με έχει πείσει για την ανωτερότητα του συστήματος αυτού.

Ως προς τη δεύτερη κριτική, θα σημείωνα πως αντί να επιδιώκουμε την ουτοπική και άκαμπτη εφαρμογή κριτηρίων που μετρούν όλες τις διαστάσεις ενός θέματος, εκείνο στο οποίο πρέπει να αποβλέπουμε είναι η δημιουργία ευέλικτων θεσμών ελέγχου. Ο στόχος είναι να εντοπίζονται και να ακυρώνονται τα λάθη αντί να ελέγχεται ολόκληρη η διαδικασία. Αναφέρω χαρακτηριστικά την επιλογή κατάλληλων προσώπων για τη στελέχωση των θεσμών, τη συστηματική λειτουργία επιβλεπουσών αρχών ή τη λειτουργία αποκεντρωμένου ελέγχου. Για να επιστρέψω στο παράδειγμά μου, αν οι αποφάσεις των επιτροπών που ανέφερα είναι συστηματικά άστοχες θα επηρεάσουν την απόδοση του τμήματός μου και η «πανεπιστημιακή αγορά» θα το τιμωρήσει υποβαθμίζοντας τη φήμη του.

Η δύναμη που ωθεί τις κοινωνίες μπροστά είναι η απελευθέρωση των ατομικών ικανοτήτων των μελών της και αυτό προϋποθέτει μια διαφορετική εννοιοδότηση θεμελιωδών εννοιών, όπως η υποκειμενικότητα και η αντικειμενικότητα.

Άρθρο του κ. Στάθη Καλύβα, καθηγητή Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Γέιλ.

Πηγή: “Η Καθημερινή”_4/08/2013

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση