Tο ξεχασμένο προσφυγικό θαύμα της ταπητουργίας

Η ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΤΩΝ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΩΝ

Η τέχνη που έφεραν μαζί τους οι Ελληνες από τη Σπάρτη της Μικράς Ασίας

Tο ξεχασμένο προσφυγικό θαύμα της ταπητουργίας

«Τα θυμάμαι όλα. Χαλιά χάμω, χαλιά στους τοίχους, στις πόρτες, στα παράθυρα χαλιά», γράφει ο Χάρης Καχραμάνης (Καχραμάνογλου), ο ποιητής των χαλιών όπως τον έλεγαν. Γόνος ονομαστής οικογενείας ταπητουργών από τη Σπάρτη (Isparta) της Μικράς Ασίας, στις αναμνήσεις του μιλάει για την εποχή –τέλος του 19ου και αρχές του 20ού αιώνα– που η πόλη υπήρξε ένα από τα πιο φημισμένα ταπητουργικά κέντρα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Σπαρταλιά Πολυτίμη Κιουρτσόγλου λέγεται ότι δίδαξε για πρώτη φορά την τέχνη του χαλιού στις κοπέλες της Σπάρτης με τέτοια ικανότητα, που παρασημοφορήθηκε από τον σουλτάνο, αναφέρει η αρχαιολόγος Ολγα Δακουρά-Βογιατζόγλου στην έρευνά της για τη Σπάρτη της Μικράς Ασίας. Η Κιουρτσόγλου ήταν η δασκάλα επίσης της Κατίνας Στύλογλου, αδερφής του Ιορδάνη, νεωτεριστή αυτής της τέχνης, η οποία ξεκινώντας από τη νομαδική παράδοση των τουρκικών φυλών καλλιεργήθηκε από τους χριστιανούς κατοίκους της Μικράς Ασίας και ιδιαίτερα της Πισιδίας κι έγινε στην πορεία οικονομικός κλάδος με σοβαρή εξαγωγική δραστηριότητα.

«Ο παππούς μου ο Ιορδάνης είχε εφεύρει τον τρόπο να εφαρμόζονται τα περίπλοκα σχέδια των μικρασιατικών χαλιών σε χιλιοστομετρικό χαρτί (μιλιμετρίκ)», λέει στην «Κ» η εγγονή του Τατιάνα Στύλογλου, ανακαλώντας με συγκίνηση τη διορατικότητα, την ευρυμάθεια και τις καλλιτεχνικές ανησυχίες του παππού της. «Στην Ευρώπη και την Αμερική ήθελαν περίτεχνα σχέδια για τα χαλιά τους. Σχεδίασε λοιπόν και μπόρεσε να τα καταγράψει στο χαρτί, με λίγα λόγια να τα τυποποιήσει, ώστε να τα “διαβάζουν” σωστά οι υφάντρες», προσθέτει. Ετσι, χάρη στο ταλέντο, στην ιδιαίτερη αισθητική και το επιχειρηματικό πνεύμα των Σπαρταλήδων ταπητουργών –η εμπορία των χαλιών ήταν κατά κύριο λόγο στα χέρια των Ελληνορθόδοξων σε όλη τη Μικρασία– έγιναν γνωστά διεθνώς τα «Σπάρτα» (τουρκικά: Σπάρτα Χαλισί) για την τεχνική της ύφανσης, τη μορφή των σχεδίων και τον συνδυασμό των χρωμάτων. Η Oriental Carpet Manufacturers, που μεσουρανούσε στην αγορά της Σμύρνης στις αρχές του 20ού αιώνα, επένδυσε στις σπαρταλίδικες δημιουργίες, προσφέροντας έτοιμες πρώτες ύλες, βαμμένα νήματα και τεχνική υποστήριξη. Η δουλειά γινόταν κυρίως στα σπίτια από γυναίκες που εργάζονταν κάτω από την εποπτεία ανδρών επιστατών. Στη Σπάρτη το 1919 η Oriental Carpet πλήρωνε τις υφάντρες του αργαλειού των χαλιών έναν παρά για 60 κόμπους ή 4 πιάστρα για 7-9 ώρες εργασίας και για 10.000 κόμπους.

Γυναίκες ήταν και πάλι η πλειονότητα του εργατικού δυναμικού, που μετά την Καταστροφή έβαλε τη βάση για το προσφυγικό «θαύμα» της ταπητουργίας και της υφαντουργίας στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου. «Γενικά πεπειραμένες εργάτριες με γρήγορο και σταθερό χέρι, με τις πιο ειδικευμένες να δένουν έως 20.000 κόμπους την ημέρα», ανέφερε τότε η Κοινωνία των Εθνών. Προφανώς η εποχή είχε αλλάξει, οι άνθρωποι ξεριζώθηκαν από τον τόπο τους και η ιστορία επέβαλε νέες συνθήκες ζωής στους πρόσφυγες. Στα λιμάνια της νέας τους πατρίδας οι εμποροβιοτέχνες της Μικρασίας αναζητούσαν τρόπο να ριζώσουν και να δουλέψουν για να κάνουν μια καινούργια αρχή. Η Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων το 1924 παραχώρησε οικόπεδα με τον όρο να ανοικοδομηθούν βιοτεχνίες και βιομηχανίες μέσα σε δύο χρόνια. Βρίσκονταν στη Νίκαια, στον Υμηττό, στον Βύρωνα και τα περισσότερα στη Νέα Ιωνία.

Tο ξεχασμένο προσφυγικό θαύμα της ταπητουργίας-1
Χαλί μενταγιόν. Χαρακτηριστικός τύπος ανανεωμένου σχεδίου τύπου Σπάρτα (Isparta) του Χάρη Καχραμάνου (φωτογραφία από το βιβλίο του Χ. Καχραμάνου «Η ιστορία του χαλιού»).

Στα νερά του Ποδονίφτη

Το 1927 ο κλάδος απασχολούσε στη Νέα Ιωνία 1.233 εργάτριες – Οι πιο ειδικευμένες έδεναν έως και 20.000 κόμπους την ημέρα.

Οπως λέει η ιστορικός Αφροδίτη Καμάρα σε άρθρο για την ανάπτυξη της ελληνικής ταπητουργίας και υφαντουργίας, η επιλογή δεν ήταν τυχαία: η Ελευθερούπολη, όπως αποκαλούνταν τότε, ή οι Ποδαράδες, όπως ήταν γνωστότερη στο ευρύ κοινό, ήταν μια περιοχή κατάλληλη για υφαντουργική και ταπητουργική δραστηριότητα εξαιτίας του ρέματος του Ποδονίφτη, στα καθαρά νερά του οποίου γινόταν η πλύση των νημάτων και των χαλιών.

Στους Ποδαράδες οι πρώτες ταπητουργίες ήταν μικρές βιοτεχνίες, μετεξέλιξη των οικοτεχνιών της Μικράς Ασίας. Με τον κλάδο αυτό ασχολήθηκαν κυρίως οι Σπαρταλήδες, όπως οι Δουρμούσογλου, οι Μποσταντζόγλου και άλλοι. Συγκρότησαν μάλιστα το 1924 και τον Ταπητουργικό Συνεταιρισμό Σπάρτης Πισιδίας Π.Ε., προκειμένου να διεκδικήσουν ευνοϊκούς όρους χρηματοδότησης. Και άλλοι οίκοι, όπως του Σπάρταλη, άρχισαν εξαγωγική δραστηριότητα, όπως μαρτυρούν τα αρχεία της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος. Με μεικτά κεφάλαια Ελλήνων και προσφύγων ιδρύθηκε σύντομα η Ελληνική Ταπητουργία και η Ανατολική Ταπητουργία. Συνολικά, το 1927 ο κλάδος της ταπητουργίας απασχολούσε στη Νέα Ιωνία 1.233 εργάτριες και αρκετές ακόμη γυναίκες που εργάζονταν σε οικιακούς αργαλειούς. Ανάλογη ήταν και η ταπητουργική εξέλιξη στη Θεσσαλονίκη, όπου συστάθηκε η εταιρεία Ηνωμένοι Βιομήχανοι Ταπήτων Ανατολής, με επικεφαλής τους πρωτεργάτες της ταπητουργίας στη Σπάρτη Πισιδίας, Πρόδρομο Γρηγοριάδη και Δαμιανό Στύλογλου.

«Οταν τελειώσαμε το δημοτικό είχαμε το χαρτί στο χέρι. Θυμάμαι τη μάνα μου που μου έλεγε: “Τι θα τα κάνεις εσύ τα γράμματα;”. Εγώ ήθελα να πάω παραπέρα. “Οι γυναίκες τι θα τα κάνουν τα γράμματα;”. Η νοοτροπία της εποχής. Και πολύ γρήγορα μπήκα σε ένα εργοστάσιο, γιατί στη Νέα Ιωνία όπου περπάταγες άκουγες παντού το ντάκα-ντούκου από τα αργαλειά» (μαρτυρία της Δέσποινας Βενετσανοπούλου, από το βιβλίο «Η Νέα Ιωνία στον Μεσοπόλεμο, 1922-1941», εκδ. Ενωση Σπάρτης Μ. Ασίας, 2014).

Η έρευνα του 1927 κατέγραψε πως από τις εργάτριες της ταπητουργίας το 50% ήταν κάτω των 18 ετών και το 50% από 18 έως 50 χρόνων. Τα εργατικά χέρια ήταν φθηνά, κάτι που επέτρεψε να αναπτυχθεί ραγδαία η ταπητουργία, αλλά από την άλλη πλευρά αυτές οι βιοτεχνίες πρόσφεραν στους εργαζομένους μια αίσθηση οικογενείας. Η ταπητουργική παραγωγή θεωρήθηκε τόσο ελπιδοφόρα για την ελληνική οικονομία, ώστε το 1927 καταρτίστηκε σχέδιο νόμου για τη σύσταση Ελληνικής Ταπητουργικής Προνομιούχου Εταιρείας με στόχο την κεντρική προώθηση εξαγωγών των ελληνικών χαλιών για να εξαλειφθούν μεσάζοντες, οι οποίοι συχνά μάλιστα βάφτιζαν τα ελληνικά χαλιά ως «περσικά» ή «τουρκικά». Δυστυχώς, το κραχ της Αμερικής το 1929 έβαλε τέλος στην εξαγωγική δραστηριότητα των Ελλήνων ταπητουργών, οδηγώντας τις περισσότερες ταπητουργίες σε κλείσιμο ή στον μετασχηματισμό τους σε υφαντουργίες.

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση