Η ανηλεής δημοφιλία τηλε-αστέρων

ΑΠΟΨΕΙΣ

Είναι παλιό το περιστατικό στη Μεγάλη Βρετανία, σύμφωνα με το οποίο αστυνομικός κόβει κλήση σε υπουργό για παράβαση του ορίου ταχύτητας. Χρονολογείται ως συμβάν και αναπαράγεται σε διάφορες εκδοχές κάθε φορά που θέλουμε να σχολιάσουμε την ελληνική πραγματικότητα της «επωνυμίας», υπαρκτής ή επινοημένης. Το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ (ρε);» παραμένει ακατάλυτο. Οι μόδες έρχονται και παρέρχονται, αλλιώς ντυνόταν, αλλιώς συμπεριφερόταν, αλλού κυκλοφορούσε, ο «ξέρεις ποιος είμαι εγώ», από τη μεταπολίτευση (για να βάλουμε ένα όριο) μέχρι σήμερα. Η ουσία όμως και το περιεχόμενο δεν μεταβάλλονται. Μπορεί να μετατοπίζονται, να αυξάνονται και να πληθύνονται οι κάθε μορφής «διάσημοι» και «δημοφιλείς», έχει προστεθεί, πλέον, και ένας μεγάλος αριθμός από influencers, από περσόνες των σόσιαλ μίντια, με τους δικούς τους «ακολούθους» ο καθένας, η δομή όμως της «αναγνωρισιμότητας» ελάχιστα διαφέρει. Και η αλήθεια είναι ότι αυτός ο διαγκωνισμός, από την υπερπληθώρα «διασημοτήτων», καθιστά τον αγώνα και την αγωνία για διάκριση ακόμη πιο ακραία.

Καμιά φορά δεν χρειάζεται κάποιος να συστηθεί. Και μόνο από το ύφος ή τον τρόπο που κινείται σε ένα χώρο δηλώνει ότι διαφέρει από τους υπόλοιπους.

Σε αυτόν τον φανταχτερό κόσμο των μίντια, των σταρ, των διασκεδαστών, των τηλεοπτικών αστέρων, των πολιτικών που αντιλαμβάνονται την πολιτική ως θέαμα, των ανθρώπων και των παρατρεχάμενων της σόου μπιζ, κ.ο.κ., η λάμψη, πού και πού, διαλύεται απότομα και επιθετικά. Ο ανελκυστήρας από τα ρετιρέ στα υπόγεια χαλάει ξαφνικά, διαλύονται τα φρένα του.

Πρόσφατα η σοσιαλμιντιακή και τηλεοπτική επικαιρότητα προσέκρουσε σε έναν εκ των συνεργατών της εκπομπής Ράδιο Αρβύλα, με καταγγελίες για κακοποιητική συμπεριφορά (ανάρτησε υλικό με σεξουαλικό περιεχόμενο σε ιστοσελίδα πορνογραφίας, με την πρώην σύντροφό του, παρά τη θέλησή της). Αλλος τηλεπαρουσιαστής, εις βάρος του οποίου εκκρεμεί από τον περασμένο Απρίλιο κακουργηματική δίωξη για σκηνοθετημένες, σύμφωνα με την έρευνα, επιθέσεις στο σπίτι του στον Διόνυσο, μπαινοβγαίνει στη φυλακή. Ο,τι δημοσιοποιείται γύρω από αυτές τις υποθέσεις, όζει.

Οι προαναφερόμενοι απασχολούν το τελευταίο διάστημα την επικαιρότητα. Εχουν προηγηθεί και θα ακολουθήσουν κι άλλοι. Το ερώτημα που τίθεται είναι διπλής όψης: πώς εγκαθίστανται οι άνθρωποι αυτοί στο επίκεντρο του δημόσιου βίου και πώς προσλαμβάνει το φιλοθεάμον κοινό τη δημοφιλία.

Από πού αντλούν οι άνθρωποι αυτοί την εξουσία τους, τα άτυπα προνόμιά τους, ποιος σφραγίζει το «ελευθέρας» που ανεμίζουν, ποιος υπογράφει τη «λευκή» επιταγή τους;

Πώς ένας κόσμος βουτηγμένος στην αυταρέσκεια, χωρίς έργο –χωρίς ιδιότητα, επί της ουσίας– χωρίς ούτε τη, σεβαστή καθόλα, σφραγίδα του entertainer, περιφέρεται, αυθαιρετεί, κάνει ό,τι γουστάρει, χωρίς να αναχαιτίζεται από κανέναν άλλον παρά μόνο από τον ίδιο του τον εαυτό, από τα λάθη του; Από πού αντλούν οι άνθρωποι αυτοί την εξουσία τους, τα άτυπα προνόμιά τους, ποιος σφραγίζει το «ελευθέρας» που ανεμίζουν, ποιος υπογράφει τη «λευκή» επιταγή τους;

Στη νωπή –θα μείνει νωπή όσα χρόνια κι αν περάσουν– τραγωδία στο Μάτι, με τους 102 νεκρούς, πρώην δήμαρχος αντιμετωπίστηκε προνομιακά γιατί «αυτός με τα κανάλια τα ‘χει καλά», όπως αποκαλύφθηκε να λέγεται στις ενδοεπικοινωνίες της Πυροσβεστικής («Κ», 5/5/2019).

Προφανώς δεν είναι κανείς τόσο αφελής να πιστεύει ότι ο δρόμος προς την κάθαρση περνάει (μόνο τουλάχιστον) μέσα από την τιμωρία. Οτι ο επιρρεπής στην όποια διαπλοκή ή συγκάλυψη θα το σκεφτεί διπλά αν ξέρει ότι η πράξη του θα βρει απέναντί της τον νόμο. Εξάλλου, όλες οι απεχθείς συμπεριφορές δεν υπάγονται στον ποινικό κώδικα.

Αρα; Πώς θωρακίζεται η κοινωνία απέναντι στην αδράνεια, στην απενεργοποίηση του κριτηρίου, των ανακλαστικών εκείνων που επιτρέπουν να γυρίσουμε τον διακόπτη στο φτηνό και αγοραίο; Ερώτημα παλιό και αναπάντητο. Δεν είναι μόνο οι τηλε-αστέρες. Τα μεγάφωνα του Διαδικτύου πολλαπλασιάζουν, πλέον, τον θόρυβο του ό,τι να ‘ναι.

Εκτός, όμως, από τις προσωπικές αντιστάσεις του καθενός, υπάρχει και η δημόσια σφαίρα, στην οποία εκκολάπτονται και αναπαράγονται όχι μόνο τα ωφέλιμα αλλά και τα δηλητηριώδη και βλαπτικά. Στο σημείο αυτό επιστρέφουμε πάντα στη βάση: στα υποδείγματα της πολιτικής, στην αισθητική της εκάστοτε εξουσίας, στο κύρος των θεσμών. Κάθε ολίσθημα γεννά την απαξίωση που τρέφει τον ανορθολογισμό. Απότοκό του, η ανηλεής δημοφιλία.

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση