Η σημασία των κλασικών σπουδών

ΑΠΟΨΕΙΣ

Το φθινόπωρο του 2020 είχαμε μια ημερίδα για τo «θαυμάζειν και απορείν» στη φιλοσοφία στην Εθνική Βιβλιοθήκη. Εγώ μίλησα για το έργο του Αυστριακού φιλοσόφου Ludwig Wittgenstein που έζησε το πρώτο μισό του 20ού αιώνα. Γράφοντας το κείμενο, διαπίστωσα ότι η θέση του Πλάτωνα πως το θαυμάζειν είναι η αρχή της φιλοσοφίας, και του Αριστοτέλη πως από περιέργεια και θαυμασμό άρχισαν για πρώτη φορά οι άνθρωποι να φιλοσοφούν, αποτελούσε κοινό τόπο για μια σειρά φιλοσόφους από την αρχαιότητα μέχρι τον 20ό αιώνα. Η απορία (μία εκδοχή του θαυμασμού) και η συνεπαγόμενη ταραχή γίνονται, για τον Σέξτο Εμπειρικό, το έναυσμα για να στραφεί κανείς στη φιλοσοφική έρευνα. «Ο θαυμασμός είναι το θεμέλιο όλης της φιλοσοφίας», για τον Montaigne. «Αφού θαυμάσουν οι άνθρωποι αρχίζουν να φιλοσοφούν», έγραφε ο Bacon, για τον οποίο επίσης ο θαυμασμός ήταν ο «σπόρος της γνώσης»· αρχή της γνώσης ήταν o θαυμασμός για τον Descartes, αρχή της γνώσης και της φιλοσοφίας για τον Hobbes και τον Adam Smith. Ολες αυτές οι αναφορές παραπέμπουν ρητά ή σιωπηρά στον Πλάτωνα ή τον Αριστοτέλη. Ο Wittgenstein θεωρεί την απορία και τη διανοητική δυσφορία αρχή της φιλοσοφίας, ενώ χρησιμοποιεί για τη θέαση του κόσμου ως περιορισμένου όλου την ίδια γερμανική λέξη (Anschauung) που χρησιμοποιεί και ο Schleiermacher για να μεταφράσει τη «θεωρία» στην «Πολιτεία» του Πλάτωνα. Τον ίδιο όρο χρησιμοποιεί και ο Schopenhauer για να μιλήσει για την αντιληπτική γνώση των πλατωνικών ιδεών και τη βαθιά κατανόηση του κόσμου διά της αντίληψης.

Από τα παραπάνω βλέπουμε ότι η αρχαία ελληνική φιλοσοφία έχει διαποτίσει τη φιλοσοφική σκέψη με τις έννοιες και την εικονοποιία της. Σκεφτόμαστε και δημιουργούμε με τους όρους και τις κατηγορίες της επί 2.500 χρόνια. Κι αυτό γίνεται όχι μόνο στη φιλοσοφία. Γίνεται στη λογοτεχνία, στα εικαστικά, στη θεολογία, στο θέατρο, στο δίκαιο, στα μαθηματικά, στην ψυχανάλυση, στην πολιτική θεωρία. Δεν έχουμε παρά να σκεφτούμε την επίδραση της ελληνικής μυθολογίας, του Ομήρου, των τραγικών, των φιλοσόφων, των ιστορικών, του Ευκλείδη. Πόσα εκατομμύρια μαθητές επί αιώνες σε όλον τον κόσμο δεν διδάχθηκαν και μελέτησαν την Ιλιάδα και την Οδύσσεια, τους διαλόγους του Πλάτωνα, τα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη, την Ευκλείδεια Γεωμετρία, την Αντιγόνη του Σοφοκλή ή τον Οιδίποδα; Εχουμε όλοι, στη Δύση τουλάχιστον, λίγο-πολύ, την ίδια παιδεία. Αυτή που μάς έκανε αυτό που είμαστε. Αυτό δεν είναι λόγος κομπασμού ή οίησης – είναι υπόθεση αυτογνωσίας. Γυρίζοντας πίσω, σκάβοντας τις διαδρομές της ιστορίας, μαθαίνουμε ποιοι είμαστε. Αλλοτε βάζοντας τα καλά μας, ωραιοποιώντας το παρελθόν μας, κι άλλοτε τσαλακώνοντας τις σιδερωμένες επιφάνειες, καθώς αποκαλύπτουμε ασυνέχειες, εντάσεις, παρασιωπήσεις και χάσματα. Αυτό είμαστε κι αυτό έχουμε να κάνουμε. Είναι η σκευή μας και τα εργαλεία μας.

Την εμπλουτίζουμε, τη διορθώνουμε, τη διευρύνουμε, την αναθεωρούμε, ανακαλύπτουμε καινούργια εργαλεία, χρησιμοποιούμε τα παλαιά αλλιώς, αλλά αυτά έχουμε και μ’ αυτά δουλεύουμε. Δεν πετάμε το παρελθόν μας ακόμη κι αν το επικρίνουμε. Αλλωστε, δεν μπορούμε να απαλλαγούμε από αυτό, όπως δεν μπορούμε να απαλλαγούμε από τη μητρική μας γλώσσα. Με αυτήν την αφετηρία γνωρίσαμε τον κόσμο και συγκροτήσαμε μια ταυτότητα. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να μάθουμε κι άλλες γλώσσες και μέσω αυτών να γνωρίσουμε νέους κόσμους, να εκτιμήσουμε τη συνεισφορά τους, να δούμε μέσα από τη δική τους οπτική τη δική μας εξέλιξη. Οχι μόνο μπορούμε, αλλά επιβάλλεται να δούμε την ταυτότητα και τη διαδρομή μας, τόσο εκ των έσω όσο και εξωτερικά. Απέναντι στο παρελθόν μας, αναλαμβάνουμε την ευθύνη για τις επιτυχίες και τις αποτυχίες αυτών που αναγνωρίζουμε ως προγόνους μας, για τις κατακτήσεις τους αλλά και για τα λάθη, τις αστοχίες και τα κρίματα. Είναι οι αποσκευές μας που φέρουμε στο ταξίδι της ζωής.

Μελετώντας τα κλασικά γράμματα γνωρίζουμε τον εαυτό μας, αλλά συγχρόνως τους εκάστοτε άλλους, συνδεόμαστε με την ανθρωπότητα και υπερβαίνουμε τα στενά όρια του σημερινού ορίζοντα. Μπορούμε να το κάνουμε δοξαστικά, κριτικά, αναθεωρητικά, διερευνητικά. Οπως κι αν το κάνουμε, πρέπει να το κάνουμε σοβαρά. Δεν είναι πολυτέλεια, είναι καθήκον.

* Η κ. Βάσω Κιντή είναι καθηγήτρια Φιλοσοφίας στο ΕΚΠΑ.

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση