ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ
Ἱστορίαι, 7.87.1-2 |
Μετάφραση |
Τοὺς δ’ ἐν ταῖς λιθοτομίαις οἱ Συρακόσιοι χαλεπῶς τοὺς πρώτους χρόνους μετεχείρισαν. Ἐν
γὰρ κοίλῳ χωρίῳ ὄντας καὶ ὀλίγῳ πολλοὺς οἵ τε ἥλιοι τὸ πρῶτον καὶ τὸ πνῖγος ἔτι ἐλύπει διὰ τὸ ἀστέγαστον καὶ αἱ νύκτες ἐπιγιγνόμεναι τοὐναντίον μετοπωριναὶ καὶ ψυχραὶ τῇ μεταβολῇ ἐς ἀσθένειαν ἐνεωτέριζον, πάντα τε ποιούντων αὐτῶν διὰ στενοχωρίαν ἐν τῷ αὐτῷ καὶ προσέτι τῶν νεκρῶν ὁμοῦ ἐπ’ ἀλλήλοις ξυννενημένων, οἳ ἔκ τε τῶν τραυμάτων καὶ διὰ τὴν μεταβολὴν καὶ τὸ τοιοῦτον ἀπέθνῃσκον, καὶ ὀσμαὶ ἦσαν οὐκ ἀνεκτοί, καὶ λιμῷ ἅμα καὶ δίψῃ ἐπιέζοντο (ἐδίδοσαν γὰρ αὐτῶν ἑκάστῳ ἐπὶ ὀκτὼ μῆνας κοτύλην ὕδατος καὶ δύο κοτύλας σίτου), ἄλλα τε ὅσα εἰκὸς ἐν τῷ τοιούτῳ χωρίῳ ἐμπεπτωκότας κακοπαθῆσαι, οὐδὲν ὅτι οὐκ ἐπεγένετο αὐτοῖς. |
Όσους φυλάκισαν στα λατομεία οι Συρακούσιοι τον πρώτο καιρό τους μεταχειρίστηκαν σκληρά. Καθώς βρίσκονταν σε μια στενή κοιλότητα γης οι ακτίνες του ήλιου αρχικά και η πνιγηρή ζέστη επιπλέον τους βασάνιζε, επειδή δεν υπήρχε κάποια στέγη, ενώ οι νύχτες αντίθετα, όταν έπεφταν, φθινοπωρινές και ψυχρές, λόγω της μεγάλης διαφοράς της θερμοκρασίας, προκαλούσαν ασθένειες, και ακόμη αφού έκαναν (οι αιχμάλωτοι) το καθετί στο ίδιο μέρος λόγω της στενότητας του χώρου και επιπλέον επειδή συσσωρεύονταν τα πτώματα το ένα πάνω στο άλλο, όσων πέθαιναν από τα τραύματά τους και από τη διαφορά (της θερμοκρασίας) και από άλλους τέτοιους λόγους, αναδυόταν αφόρητη δυσοσμία, ακόμα κακοπαθούσαν από την πείνα και τη δίψα (διότι έδιναν στον καθένα από αυτούς για οκτώ μήνες μια κοτύλη νερού και δυο κοτύλες τροφής).
Και δεν υπήρξε τίποτα από αυτά (καμία δυστυχία) που είναι φυσικό να υποστούν άνθρωποι εγκλωβισμένοι σε έναν τέτοιο τόπο, που να μην τους συμβεί.
|
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Λιθοτομία = λατομείο
Κοῖλος = ο τόπος που σχηματίζει κοίλωμα.
Νεωτερίζω = επιχειρώ μεταβολές, καινοτομώ, στασιάζω, επιχειρώ πολιτική ανατροπή, η σημασία εδώ: επιφέρω ασθένεια (Liddell Scot τ. 3, σελ. 228)