Νέοι έτοιμοι για καινοτομία

Ανάμεσα στο «δεν ξέρω» και στο «θα μάθω»
Της Μαρίας Κατσουνάκη

Την περασμένη Τετάρτη ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Μητσοτάκης συναντήθηκε με νεαρούς μπλόγκερ και απάντησε σε ερωτήσεις τους στο βιβλιοπωλείο Free Thinking Zone, στο κέντρο της Αθήνας. Η συνάντηση ενός 95χρονου πολιτικού με τα εν δυνάμει «εγγόνια» του, όπως ο ίδιος αποκάλεσε τους παρευρισκομένους, δημιουργούσε «θέμα» από την αντίθεση και μόνο της εικόνας. Με την απόσταση της ηλικίας του και το συμβολικό βάρος της πολιτικής παρουσίας του ο κ. Κ. Μητσοτάκης είπε: «Το πρόβλημα της νέας γενιάς είναι να προσαρμοστεί στον κόσμο που αλλάζει γρήγορα, πολύ γρήγορα. Εγώ, που έζησα σχεδόν έναν αιώνα, το βλέπω και τρομάζω». Στην ερώτηση για τις εργασιακές απαιτήσεις και τις συνθήκες που διαμορφώνονται σχολίασε: «Αν επρόκειτο να ανοίξω επιχείρηση, δεν θα άνοιγα κατάστημα. Θα αναζητούσα κάτι καινούργιο και πρωτοποριακό. Και προπαντός κάτι στο οποίο θα αφοσιωνόμουν. Οπωσδήποτε, θα απέφευγα την πεπατημένη». Ο πρώην πρωθυπουργός παρότρυνε τους νέους: «Αναζητήστε το καινούργιο, προσαρμοστείτε στις αλλαγές».

Πριν από τρεις εβδομάδες δημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή» (7/4, Τέχνες και Γράμματα) ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον άρθρο του Τόμας Φρίντμαν με θέμα την εκπαίδευση στον 21ο αιώνα. Ο Αμερικανός αρθρογράφος μεταφέρει την επικοινωνία του με τον Tony Wagner, ειδικό σε θέματα εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. Ο καθηγητής επιμένει πως «η εκπαίδευση σήμερα δεν καταφέρνει συστηματικά να προσθέσει την αξία και να διδάξει τις δεξιότητες που έχουν τη μεγαλύτερη σημασία στην αγορά εργασίας». Κατά τη γνώμη του στόχος της δεν θα έπρεπε να είναι πώς να καταστήσει κάθε παιδί «έτοιμο για το πανεπιστήμιο», αλλά «έτοιμο για καινοτομία», έτοιμο να προσθέσει αξία σε οτιδήποτε κάνει. «Καθώς η γνώση είναι διαθέσιμη σε κάθε συσκευή συνδεδεμένη με το Ιντερνετ, αυτά που γνωρίζεις μετρούν λιγότερο από αυτά που μπορείς να κάνεις με όσα γνωρίζεις. Η ικανότητα για καινοτομία, η ικανότητα να λύνεις δημιουργικά τα προβλήματα ή να φέρνεις στο φως νέες δυνατότητες και οι δεξιότητες όπως η κριτική σκέψη, η επικοινωνία και η συνεργασία είναι πολύ πιο σημαντικές από την ακαδημαϊκή γνώση», σημειώνει ο Tony Wagner. Και ο Τόμας Φρίντμαν επικροτεί: «Για τη δική μας γενιά ήταν εύκολο. Επρεπε να “βρούμε” μια δουλειά. Τα παιδιά μας, όμως, θα πρέπει να “εφεύρουν” μια δουλειά. Σίγουρα, τα πιο τυχερά θα βρουν την πρώτη δουλειά τους, αλλά ακόμη και αυτά θα πρέπει να επανεφευρίσκουν και να αναδιοργανώνουν αυτήν τη δουλειά πολύ πιο συχνά από τους γονείς τους, αν θέλουν να προοδεύσουν στο πεδίο που διάλεξαν».

Οι μπλόγκερ που πλαισίωναν τον κ. Κ. Μητσοτάκη και το κοινό της εκδήλωσης ανήκουν ακριβώς σε αυτήν την κατηγορία που περιγράφει ο Φρίντμαν. Μαζί με εκατομμύρια νέους σε όλον τον κόσμο, που βλέπουν τα ποσοστά της ανεργίας να καλπάζουν ασυγκράτητα και τα επαγγέλματα, όπως τα γνωρίζαμε έως σήμερα, να σβήνουν από κορεσμό ή έλλειψη προοπτικής. Από την άλλη, πώς το εκπαιδευτικό σύστημα μπορεί να παρακολουθήσει την πυκνότητα των αλλαγών και να καλλιεργήσει διαφορετικές αντιλήψεις, αναδεικνύοντας τις δεξιότητες σε ένα περιβάλλον στο οποίο η έννοια της «μάθησης» μεταβάλλεται με την ίδια ταχύτητα που δυσκολεύεται να πάρει σχήμα η έννοια της «καινοτομίας»;

Πού πρέπει, λοιπόν, να εστιάσει η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση σήμερα; «Διδάσκουμε και εξετάζουμε πράγματα για τα οποία οι περισσότεροι σπουδαστές δεν ενδιαφέρονται και πληροφορίες που μπορούν να τις βρουν στο Google και θα τις ξεχάσουν μόλις τελειώσουν οι εξετάσεις», υποστηρίζει ο T. Wagner. «Πάνω από έναν αιώνα πριν, δημιουργήσαμε σχολεία-εργοστάσια για τη βιομηχανική οικονομία. Το να φανταστούμε εκ νέου τα σχολεία του 21ου αιώνα πρέπει να είναι μία από τις κυριότερες προτεραιότητές μας. Πρέπει να εστιάσουμε περισσότερο στο να διδάξουμε την ικανότητα και τη θέληση για μάθηση, αλλά και να φέρουμε μέσα στην τάξη του σχολείου τα τρία πιο ισχυρά συστατικά της εσωτερικής κινητοποίησης: παιχνίδι, πάθος, στόχευση».

Στην Ελλάδα των μεγάλων αντιφάσεων και των οξυμένων αντιθέσεων, τα προβλήματα παραμένουν καθηλωμένα στα στοιχεία της Eurostat: οι δαπάνες για την Παιδεία στη χώρα μας ανέρχονται σε 4,1% του ΑΕΠ και -μαζί με της Ρουμανίας- είναι οι τρίτες χαμηλότερες στην Ευρωπαϊκή Ενωση, μετά τη Βουλγαρία (3,6%) και τη Σλοβακία (4%). Ενώ, δηλαδή, είναι κοινός τόπος στις τοποθετήσεις των πολιτικών ότι «από την παιδεία θα επιτύχουμε την ανόρθωση της χώρας» (το επανέλαβε και ο κ. Μητσοτάκης), από την άλλη, το ίδιο πολιτικό σύστημα αφήνει την εκπαίδευση εντελώς ανοχύρωτη στον κυκλώνα της κρίσης. Κι όχι μόνο τώρα.

Ποιος θα οραματιστεί και θα ανασχεδιάσει τα σχολεία του 21ου αιώνα, όταν η διελκυστίνδα ανάμεσα στο υπουργείο Παιδείας και την ΟΛΜΕ αποστραγγίζει από κάθε δημιουργική διάθεση, εξαντλώντας τις συζητήσεις στα στοιχειώδη: μισθοί, ωράρια, συγχωνεύσεις, μεταθέσεις. Οι δάσκαλοι – καθηγητές αντιμετωπίζουν προβλήματα επιβίωσης (οικονομικά και επαγγελματικά), το κράτος αντιπαρατίθεται ή συναλλάσσεται χωρίς να δίνει λύσεις.

Μπορούν να συμπορευτούν μαρασμός και αναγέννηση; Να συνυπάρξουν μεγάλες ανισότητες και μεγάλες ευκαιρίες, αποσύνθεση και επιθυμία για διάκριση, νέες ιδέες, δημιουργική πνοή; Οι τριγμοί στην εκπαίδευση, οι ελλείψεις και η φτώχεια επιτρέπουν να εμφανιστεί η «μεγάλη εικόνα» ενός κόσμου που αναζητεί και βρίσκει νέες ισορροπίες, παράγοντας νέες ανάγκες; Οποιος έχει την απάντηση βλέπει, μάλλον, μόνον ένα μέρος της εικόνας. Ανάμεσα στην αμφιβολία του «δεν ξέρω» και στο πείσμα του «θα μάθω» διαμορφώνεται ο κόσμος. Κάθε κόσμος.

πηγή: Καθημερινή

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση