Το αρχαίο Πελινναίον ή Πέλιννα

ΕΛΕΝΗ ΤΖΑΒΕΛΛΑ

Το αρχαίο Πελινναίον ή Πέλιννα

Το γεωγραφικό πλαίσιο

Το αρχαίο Πελινναίον ή Πέλιννα (η), ονομαστή πόλη της Θεσσαλικής Τετραρχίας Εστιαιώτιδος, βρίσκεται σ’ έναν χαμηλό λόφο στις νότιες υπώρειες των Χασίων, 14 χλμ. ανατολικά  της πόλης των Τρικάλων, στην περιοχή Παλαιογαρδίκι ή Ζούρπαπα, 1000 περίπου μέτρα βόρεια του χωριού Πετρόπορος.

Η συγκεκριμένη τοποθεσία Παλαιογαρδίκι, σύρριζα στη λοφοσειρά, ήταν ιδεώδης για νεολιθικό οικισμό. Η πεδιάδα καλυπτόταν από πολλά νερά, διότι είχε πολλές πηγές οι οποίες σχημάτιζαν το έλος της Βούλας. Όλη η γύρω πεδιάδα ήταν γόνιμη, υπήρχαν επίσης πολλά λιβάδια, ενώ το βουνό δίπλα τούς πρόσφερε προστασία από πλημμύρες. Το κυκλικό βύθισμα (δολίνη) ή Ζούρπαπα, με τα νερά που κρατούσε, καθώς και το κοντινό ποτάμι τους πρόσφερε άφθονα ψάρια

Σύμφωνα με τον Léon Heuzey[1] η περιοχή ονομαζόταν Φθαίος, ονομασία που ο ίδιος την ετυμολογεί από τη λ. βυθός>β’θός>Φ’θιός, και της δίνει διπλή σημασία, δηλαδή πτώση [=κατάρρευση και αμαρτία], αλλά και Ζούρπαπα [= τρελός παπάς]    εξ αιτίας ενός τραγικού μύθου – θρύλου.[2]

Το αρχαίο Πελινναίον ή Πέλιννα

Ιδρυτής της αρχαίας Πέλιννας, σύμφωνα με τη μυθολογία, ήταν ο Πέλιννος, γιος του Οιχαλιέα, από την ομηρική πόλη Οιχαλία, της χώρας του Ευρύτου[3]. Η Πέλιννα αναφέρεται για πρώτη φορά το 498 π.Χ. από τον ποιητή Πίνδαρο στον δέκατο Πυθιόνικο, ως πατρίδα του Ιπποκλή, πυθιονίκη και ολυμπιονίκη, γιου του επίσης ολυμπιονίκη, Φρικία.

ΙΠΠΟΚΛΕΙ ΘΕΣΣΑΛΩΙ ΠΑΙΔΙ ΔΙΑΥΛΟΔΡΟΜΩΙ [4]

στρ. α΄  Ὀλβία Λακεδαίμων,

μάκαιρα Θεσσαλία· πατρὸς δ’ ἀμφοτέραις ἐξ ἑνὸς

ἀριστομάχου γένος Ἡρακλέος βασιλεύει.

τὶ κομπέω παρὰ καιρόν; ἀλλά με Πυθώ

τε καὶ τὸ Πελινναῖον ἀπύει

5   Ἀλεύα τε παῖδες, Ἱπποκλέᾳ θέλοντες

ἀγαγεῖν ἐπικωμίαν κλυτὰν ὄπα.

ἀντ. α΄ Γεύεται γὰρ ἀέθλων·

στρατῶ τ’ ἀμφικτιόνων ὁ Παρνάσσιος αὐτὸν μυχὸς

διαυλοδρομᾶν ὕπατον λαίδων ἀνέειπεν,

10   Ἄπολλον, γλυκὺ δ’ἀνθρώπων τέλος ἀρχά

τε δαίμονος ὀρνύντος αὔξεται·

ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ’ ἔπραξεν,

το δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρός

Ὀλυμπιονίκα δὶς ἐν πολεμαδόκοις

Ἄρεος ὅπλοις·

15  ἔθηκε καὶ βαθυλείμων ὑπὸ Κίρρας ἀγὼν

πετρᾶν κρατησίποδα Φρικίαν.

ἔποιτο μοῖρα καὶ ὑστέραισιν

ἐν ἁμέραις ἀγάνορα πλοῦτον ἀνθεῖν σφίσιν·

στρ. β΄  τῶν δ’ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν

20  λαχόντες οὐκ ὀλίγαν δόσιν, μὴ φθονεραῖς ἐκ θεῶν

μετατροπίαις ἐπικύρσαιεν. θεὸς εἴη

ἀπήμων κέαρ· εὐδαίμων δὲ καὶ ὔμνη-

τὸς οῦτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς,

ὅς ἄν χερσὶν ἤ ποδῶν ἀρετᾶ κρατῆσαις

τὰ μέγιστ’ ἀέθλων ἕλῃ τόλμᾳ τε καὶ σθένει,

ἀντ. β  καὶ ζώων ἔτι νεαρὸν

26  κατ’ αῖσαν υἱὸν ἵδη τυχὸντα στεφάνων Πυθίων.

ὁ χάλκεος οὐρανὸς οὔ ποτ’ ἀμβατὸς αὐτῶ·

ὅσαις δὲ βροτὸν ἔθνος ἀγλαΐαις ἁ-

πτόμεσθα, περαίνει πρὸς ἔσχατον

πλόον· ναυσῖ δ’ οὔτε πεζὸς ἰών(κεν) εὕροις

30       ἐς ‘Υπερβορέων ἀγῶνα θαυματὰν ὁδὸν.

ἐπ. β΄ παρ’ οῖς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας,

δώματ’ ἐσελθών,

κλειτὰς ὄνων ἑκατόμβας ἐπιτόσσαις θεῶ

ῥέζοντας·  ὧν θαλίαις ἔμπεδον

35   εὐφαμίαις τε μάλιστ’ Ἀπόλλων

χαίρει, γελᾶ θ’ ὁρῶν  ὕβριν ὀρθίαν κνωδάλων.

στρ. γ΄  Μοῖσα δ’οὐκ ἀποδαμεῖ

τρόποις ἐπὶ σφετέροισι· παντᾶ δὲ χοροὶ παρθένων

λυρᾶν τε βοαὶ καναχαὶ τ’αὐλῶν δονέονται·

40   δαφνᾳ τε χρυσέᾳ κόμας ἀναδήσαν-

τες εἰλαπινάζοισιν εὐφρόνως.

νόσοι δ’ οὔτε γῆρας οὐλόμενον κέκραται

ἱερᾶ γενεᾶ· πόνων δὲ καὶ μαχᾱν ἅτερ

ἀντ. γ’  οἰκέοισε φυγόντες

ὑπέρδικον Νέμεσιν. θρασεῖᾳ δὲ πνέων καρδίᾳ

45  μόλεν Δανάας ποτὲ παῖς, ἀγεῖτο δ’ Ἀθάνα,

ἐς ἀνδρῶν μακάρων ὅμιλον· ἔπεφνέν

τε Γοργόνα, καὶ ποικίλον κάρα

δρακόντων φόβαισιν ἤλυθε νασιώταις

λίθινον θάνατον φέρων. ἐμοὶ δὲ θαυμάσαι

ἐπ. γ’  θεῶν τελεσάντων οὐδέν ποτε φαίνεται

50 ἔμμεν ἄπιστον.

κώπαν σχάσον, ταχύ δ’ ἄγκυραν ἔρεισον χθονὶ

πρῴραθε, χοιράδος ἄλκαρ πέτρας.

ἐγκωμίων γαρ ἄωτος ὕμνων

ἔπ’ ἄλλοτ’ ἄλλον ὥτε μέλισσα θύνει λόγον.

στρ. δ’  ἕλπομαι δ’ Ἐφυραίων

56  ὅπ’ἀμφὶ Πηνεϊὸν γλυκεῖαν προχεόντων ἐμὰν

τὸν Ἱπποκλέαν ἔτι καὶ μᾶλλον σὺν ἀοιδαῖς

ἕκατι στεφάνων θαητὸν ἐν ἄλι-

ξι θησέμεν ἐν καὶ παλαιοτέροις,

νέαισίν τε παρθένοισι μέλημα. καὶ γὰρ

60        ἑτέροις ἑτέρων ἔρωτες  ἔκνιξαν φρένας·

ἀντ. δ΄ τῶν δ’ἕκαστος ὀρούῃ,

τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός·

τὰ δ’ εἰς ἐνιαυτὸν ἀτέκμαρτον προνοῆσαι.

πέποιθα ξενίᾳ προσανέϊ Θώρα-

κος, ὅσπερ ἐμὰν ποιπνύων χάριν

65   τοδ’ ἔζευξεν ἅρμα Πιερίδων τετράορον,

φιλέων φιλέοντ’, ἄγων ἄγοντα προφρόνως.

ἐπ. δ΄ πειρῶντι δὲ καὶ χρυσός ἐν βασάνῳ πρέπει

καὶ νόος ὀρθός.

ἀδελφεοὺς καὶ  ἐπαινήσομεν ἐσλούς, ὅτι

70   ὑψοῦ φέροντι νόμον Θεσσαλῶν

αὔξοντες· ἐν δ’ ἀγαθοῖσι κεῖνται

πατρώϊαι κεδναὶ πολίων κυβερνάσιες.

Η ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Ευτυχισμένη Λακεδαίμονα, μακάρια Θεσσαλία,

όπου, και στις δυο τις χώρες,

απόγονοι από τον ίδιο πρόγονο, τον Ηρακλή,

τον πρώτο από τους ήρωες, βασιλεύουν.

Μην ίσως παραφέρομαι; Μήπως κομπάζω;

τα τέκνα του Αλεύα με καλούν,

να οδηγήσω το λαμπρό χορό των νέων,

τη νίκη του Ιπποκλέα που θα υμνήσει.

Ναι! άθλους γεύεται για πρώτη, αυτός, φορά

10    και διαλαλούν τη νίκη του τα πλήθη,

που έχουν συναχθεί από του Παρνασσού τη χώρα.

Στο Δίαυλο των Παίδων ήρθε πρώτος!

Ω Απόλλωνα! Ο άνθρωπος εμπρός θα πάει

και στην αρχή του βίου του και, όμοια, και στο τέλος,

όταν το χέρι του θεού τον παρωθεί.

Αν πέτυχε, σε σένα, Θεέ, το οφείλει

ωστόσο  και στην «καταβολή»την έμφυτη»,

ακόμη κι επειδή τα αχνάρια του πατέρα του ακλουθεί.

Ναι! Δυο φορές στην Ολυμπία νίκησε ο πατέρας του

20     περιντυμένος τα όπλα του Άρη!

Και κάτω από της Κίρρας τους μεγάλους βράχους,

που επιτηρούν την λιπαρή κοιλάδα,

το αγώνισμα του δρόμου τον Φρικία, ως νικητήν, ανάδειξε.

Είθε παντού και πάντοτε, στο μέλλον

ευνοϊκή σ’ αυτούς η Μοίρα να είναι

και να ευδοκιμούν τα έντιμα τα πλούτη τους.

Πλήθος δώρα στην Ελλάδα, εδώ, τους έλαχαν

και είθε ποτέ να μην γνωρίσουν των θεών

μεταστροφές και ενάντιες βουλές, που θα εμπνέει ο φθόνος.

30     Ευτυχισμένος, πολυφήμιστος ας είναι εκείνος

που με την αξιοσύνη και των ποδιών και των χεριών του

νικά, και με την τόλμη και με τη δύναμή του

κερδίζει, πάντα, στους αγώνες έπαθλα.

Και ζωντανός τον γιο του ιδεί,

στεφάνια να κερδίζει πυθικά!

Κι αν ο ουρανός ο χάλκινος βατός γι’ αυτόν δεν θα ‘ναι,

ωστόσο όλα τα αγαθά που χαίρονται οι θνητοί

θα τα γευτεί, πέρα ως πέρα, έως το τέρμα της πορείας.

Κανείς είτε με πλοίο είτε πεζός

40      το θαυμαστό το δρόμο δεν θα ανακαλύψει,

που στων Υπερβορείων τις συνάξεις οδηγεί!

Από αυτούς φιλοξενήθηκε ο Περσέας

και έγινε δεκτός στις κατοικίες τους.

Τους βρήκε ακριβώς στην ώρα

που στο θεό εκατόμβες από όνους εθυσίαζαν.

Και τα συμπόσια και οι τιμές που του προσφέρουν,

ευφραίνουν τον Απόλλωνα και χαμογελά ο Θεός,

όταν όρθια θωρεί τα μόρια των ζώων!

Ποτέ δεν λείπει η Μούσα απ’ τη χώρα αυτή.

50      Παντού θα δεις χορούς παρθένων,

που οι αχοί της λύρας συνοδεύουν και οι θόρυβοι του αυλού.

Στεφάνια δάφνινα κοσμούν την κεφαλή τους

και τα συμπόσια είναι η μόνη τους φροντίδα.

Αρρώστιες δεν αγγίζουν ουδέ και γέρατα

την ιερή αυτή φυλή. Τους μόχθους αγνοούν

καθώς και τους πολέμους και τις μάχες.

Και λυτρωμένοι κι από τη Νέμεση είναι.

Λοιπόν με τόλμη ευγενική και της Δανάης ο γιος,

οδηγημένος απ’ την Αθηνά,

60      ήρθε στη χώρα των μακάριων αυτών θνητών

και τη Γοργόνα σκότωσε,

και με την κάρα της, με πλήθος φίδια αναπλεγμένη,

της Σέριφος τους οικιστές θ’ απολιθώσει!

Για μένα τίποτε δεν είναι απίστευτο

απ’ τους θεούς εφόσον πηγάζει κι εκπορεύεται!

Ωστόσο το κουπί ας σηκώσουμε και ρίχνοντας

την άγκυρα απ’ την πρώρα, ας την βυθίσουμε στη γης.

Από τους άπιστους υφάλους θα μας προστατεύσει, ελπίζω,

Τι των εγκωμίων μου το φτερό,

70      όμοια με τη μέλισσα, από το ένα θέμα τρέχει στο άλλο!

Και το πιστεύω! Όταν οι Εφυραίοι

γύρω απ’ τις όχθες του Πηνειού θα υψώνουν

το μέλος της ωδής αυτής,

θα κάμω τον Ιπποκλέα πλέον ζηλευτό,

ώστε να τον φθονούν οι συνομήλικοί του

κι οι γέροντες για τα στεφάνια που έχει δρέψει,

να τον ποθούν ακόμη κι οι νέες παρθένες!

Ασφαλώς ο ίδιος πόθος δεν φλογίζει

τον ένα και τον άλλο. Ωστόσο ο καθένας ας γνωρίζει

80     πως ημπορεί να φθάσει ό,τι ποθεί, ανίσως σπεύδει

την πρέπουσα στιγμή. Τι θα συμβεί τον άλλο χρόνο

δεν δύναται  κανείς να προεικάσει.

Στον Θώρακα και στη φιλοξενία του έχω εμπιστοσύνη.

Αυτός, για χάρη μου, προετοίμασε αυτό το τέθριππο

των Πιερίδων. Είναι αμοιβαία η αγάπη μας

κι ακολουθούμε, φίλοι εγκάρδιοι, τον ίδιο δρόμο.

Στην πέτρα το χρυσάφι δοκιμάζεται. Το ίδιο

και ο χρόνος δοκιμάζει των ανθρώπων την καρδιά.

Λοιπόν ας δοξάσουμε κι αυτούς τους αδελφούς

90     τους ευγενείς, που υψώνουν, όσο πάει και περισσότερο,

της Θεσσαλίας τη δόξα και την αίγλη.

Με την πατρώα καταβολή, σε άξια χέρια

των πόλεων η διακυβέρνηση είναι εμπιστευμένη!

Ο Φρικίας νίκησε σε αγώνα δρόμου οπλίτη στην 68η και 69η Ολυμπιάδα το 508 π.Χ. και το 504 π.Χ. αντίστοιχα.Ο Ιπποκλής νίκησε σε δόλιχο δρόμο στην 72η και 73η Ολυμπιάδα το 492 π.Χ. και 488 π.Χ.. Επίσης νίκησε σε δίαυλο αγώνα στην 22η Πυθιάδα το 498 π.Χ.[5]

Ανασκαφικώς, δεν πιστοποιήθηκε η ακριβής θέση του Πέλιννας, όμως το σύνολο σχεδόν των ερευνητών ταύτισαν το αρχαίο Πελινναίον με τα ερείπια του χαμηλού βραχώδους υψώματος. Σύμφωνα με τον Στράβωνα, τον 1ο π.Χ. αι., οι πόλεις της Εστιαιώτιδος: Μητρόπολις, Γόμφοι, Τρίκκη, Πελινναίον, σχημάτιζαν μεταξύ τους ένα τετράπλευρο[6]. Ο ίδιος αναφέρει ότι οι τρεις πρώτες πόλεις: Τρίκκη, Πελινναίον και Φαρκαδών, βρίσκονται κατά μήκος της αριστερής όχθης του Πηνειού ποταμού[7].

Τα ερείπια στο Παλαιογαρδίκι του Δημοτικού Διαμερίσματος Πετροπόρου του Δήμου Πελινναίων πιστοποιούν την παρουσία μιας μεγάλης αρχαίας πόλης. Τα θεμέλια διαφόρων κτιρίων, τα διάσπαρτα μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη, τα μεγάλης αξίας ευρήματα, το τείχος το οποίο είναι ορατό σε αρκετή έκταση, η έξοχη στρατηγική θέση τεκμηριώνουν τις πληροφορίες αρχαίων πηγών, όχι μόνο του Στράβωνος αλλά και άλλων αρχαίων συγγραφέων, όπως του Αρριανού, του Σκύλακος, του Πλίνιου και του Τίτου Λίβιου[8].

Πρώτος ο Leake[9] το 1835 ταύτισε τα ερείπια στο Παλαιογαρδίκι με το αρχαίο Πελινναίον. Μια επιγραφή που βρέθηκε στην περιοχή το 1958 προσθέτει συγκεκριμένα ιστορικά στοιχεία για την ταύτιση της λαμπρής αρχαίας πόλης. Η επιγραφή αυτή είναι μια δικαστική απόφαση. Οι δικαστές που ανήκουν στην υπηρεσία του βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππου Ε΄, καλούνται να εκδικάσουν τις εδαφικές διαφορές μεταξύ του κοινού των Φαρκαδονίων και δύο ιδιωτών, εκ των οποίων ο ένας, ο Εύλυκος, είναι κάτοικος του Πέλιννας[10].

Σύμφωνα με τον Fr. Stählin[11] τον 5ο π. Χ. αι.  η Πέλιννα ήταν μια μικρή και οργανωμένη πόλη, αλλά εξαρτημένη από τη Λάρισα. Η θεωρία αυτή δεν έχει επιβεβαιωθεί, διότι δεν υπάρχουν αρχαίες φιλολογικές πηγές που να αναφέρουν στοιχεία για την οικονομική – διοικητική οργάνωση της πόλης κατά τα πρώιμα αυτά χρόνια. Οι πληροφορίες που μας δίνουν τα ελάχιστα, λόγω μη διενέργειας συστηματικών ανασκαφών, αρχαιολογικά ευρήματα δεν είναι αρκετές[12]. Πριν από ένα χρόνο περίπου η ΛΔ΄ ΕΠΚΑ (Καρδίτσας) διενεργεί συστηματική ανασκαφή στον αρχαιολογικό χώρο της Πέλιννας, τα πορίσματά της όμως δεν έχουν ανακοινωθεί.

Ωστόσο, αν και για τον 6ο και 5ο π.Χ. αι. υπάρχουν αρκετές ασάφειες για την ιστορία της πόλης, για τον 4ο π.Χ. αι. και στη συνέχεια υπάρχουν επαρκή στοιχεία για την πορεία και εξέλιξή της[13].

Το 357 π.Χ. ήρθε στη Θεσσαλία, μετά από πρόσκληση των Λαρισαίων Αλευάδων, ο βασιλιάς της Μακεδονίας, Φίλιππος ο Β΄, ο οποίος ελευθέρωσε τις Θεσσαλικές πόλεις από το Φερραϊκό ζυγό. Ακολουθώντας έξυπνη πολιτική, η Πέλιννα υποστήριξε τον Φίλιππο κι έτσι υπερίσχυσε έναντι των δύο γειτονικών της πόλεων, Τρίκκης και Φαρκαδόνος, οι οποίες καταλήφθηκαν από τους Μακεδόνες το 353 π.Χ.. Τα τείχη τους καταστράφηκαν και πολλοί κάτοικοί τους εξορίστηκαν. Τα κτήματα κυρίως της Φαρκαδόνος αλλά και ένα μεγάλο τμήμα των κτημάτων της Τρίκκης περιήλθαν στο Πελινναίο , το οποίο τώρα καταλάμβανε μεγαλύτερη έκταση[14].

Οι Πελινναίοι απολαμβάνουν την εύνοια του Φιλίππου, του Αλεξάνδρου και των διαδόχων του λόγω της εξαιρετικής στρατηγικής θέσης που είχε η πόλη τους. Έλεγχε τον οδικό άξονα από την Τρίκκη προς τη Λάρισα και ιδιαίτερα το στενό πέρασμα ανάμεσα στη συμβολή του Ληθαίου με τον Πηνειό ποταμό και των προβούνων των Χασίων[15].

Έτσι η Πέλιννα έγινε σύντομα ένα σπουδαίο Μακεδονικό οχυρό[16]. Ο Φίλιππος ο Β΄ διέθεσε πολλά χρήματα από τα δημόσια ταμεία του για το σκοπό αυτό. Εγκατέστησε μόνιμη φρουρά, η πόλη επεκτάθηκε σε μεγάλη έκταση της πεδιάδας και οχυρώθηκε με νέο ισχυρό τείχος, το βόρειο σκέλος του οποίου δεν ήταν συνεχές αλλά διακόπτονταν από απότομους βράχους. Υπήρξε, δηλαδή, συνδυασμός φυσικής και τεχνικής οχύρωσης. Το νέο τείχος έδινε στην πόλη  μια μεγαλειώδη ομορφιά. Κατασκευάστηκε σύμφωνα με τις αρχές της πολεμικής τέχνης των ύστερων κλασικών χρόνων με πελεκημένες ορθογωνισμένες πέτρες από ντόπιο λευκόφαιο ασβεστόλιθο που προερχόταν από τα αρχαία λατομεία της δολίνης. Το συνολικό πάχος του τείχους ήταν περίπου 2,70-2,80 μ. και το τελικό ύψος απροσδιόριστο, γιατί πουθενά δεν σώθηκε ακέραιο. Ο Stählin είχε καταμετρήσει αρκετούς πύργους που αναπτύσσονταν σ’ όλη την έκταση του τείχους της πόλης και της ακρόπολης από τους οποίους οι περισσότεροι δεν είναι πλέον εμφανείς. Στο σύνολό τους ήταν τετράγωνοι εκτός από έναν στο δυτικό τείχος της ακρόπολης που ήταν κυκλικός και απείχαν μεταξύ τους 30μ.. Υπήρχε οχυρωματική τάφρος τα στοιχεία της οποίας έχουν αλλοιωθεί πλήρως, ιδιαίτερα μετά την αποστράγγιση του έλους «Βούλα». Στα χρόνια αυτά η Πέλιννα οργανώνεται σύμφωνα με το Ιπποδάμειο πολεοδομικό σύστημα και καταλαμβάνει έκταση που ανέρχεται στα 800 περίπου στρέμματα[17].

Από τον 4ο αιώνα π.Χ. η Πέλιννα κόβει δικά της νομίσματα, ασημένια και χάλικινα,  που είχαν απεικόνιζαν πολεμιστές, τη θεά Αθηνά – Νίκη, καθώς και τη Σίβυλλα Μαντώ, κόρη του μάντη Τειρεσία.  Καθ’ όλη τη διάρκεια της Μακεδονικής επιρροής η πόλη άνθισε οικονομικά[18].

Ο F. Stählin κατά την επίσκεψή του στον αρχαιολογικό χώρο, στις αρχές του 20ού αιώνα, είδε αρκετά λείψανα δημοσίων κτηρίων, αρχαίου θεάτρου, ναού της, κυρίως, λατρευόμενης θεότητας, της Αθηνάς, και του Δία του Καταιβάτη, δημοσίων ιερών καθώς και ιερού τεμένους με ορθογώνιο περίβολο κι ένα μικρό ναό στο κέντρο του. Οι ιδιωτικές κατοικίες είχαν λίθινη θεμελίωση και στέγη από κεραμίδια λακωνικού τύπου. Σε μερικές περιπτώσεις το εμβαδόν τους έφτανε τα 200 τ.μ. και εξασφάλιζαν πολλές ανέσεις στους ιδιοκτήτες τους[19].

Η παρουσία ενός λαξευτού φρέατος διαμέτρου 1,5-2 μ., αγνώστου βάθους, έξω από το νότιο σκέλος του τείχους και η λίθινη σκάλα που ξεκινάει από το δυτικό σκέλος του τείχους και καταλήγει στις βορειοδυτικές υπώρειες του λόφου, σημαίνουν ότι η πόλη θα υδρεύονταν αυτά τα χρόνια με πηγάδια και πηγές[20].

Δεν είναι δυνατόν να διατυπωθούν λεπτομέρειες, ιδιαίτερα για τους πολιτικούς θεσμούς, διότι στην περιοχή δεν έγιναν συστηματικές ανασκαφές και τα επιστημονικά δεδομένα είναι ανεπαρκή.

Σύμφωνα με τον Αρριανό[21] το 335 π.Χ. διανυκτέρευσε στην Πέλιννα ο Μέγας Αλέξανδρος με τον στρατό του κατά την κάθοδό του στην νότια Ελλάδα, εναντίον των επαναστατημένων Θηβαίων.

Στα χρόνια 333-328 π.Χ. αναφέρονται μαζί ένας Φαρσάλιος και ένας Πελινναίος ως ιερομνήμονες των Θεσσαλών. Επίσης στα χρόνια 346-328 π.Χ. είναι γνωστοί στους Δελφούς κάποιοι ναοποιοί από την  Πέλιννα[22].

Οι Πελινναίοι ακολούθησαν τους Μακεδόνες σ’ όλες σχεδόν τις επιχειρήσεις τους. Οι ισχυρές φιλικές σχέσεις που τους συνέδεαν διαφαίνονται και από το περίφημο διάγραμμα του επιμελητού του μακεδονικού θρόνου, Πολυπέρχοντος, το 319 π.Χ., με το οποίο δόθηκε αμνηστία στους εξόριστους πολίτες των θεσσαλικών πόλεων και τους επιτρεπόταν να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Οι μόνοι που αποκλείστηκαν από τις αμνηστίες ήταν οι Τρικαλινοί και οι Φαρκαδόνιοι. Αυτό το γεγονός οφειλόταν πιθανόν στην πίεση που άσκησαν οι Πελινναίοι στους Μακεδόνες για να μην αναγκαστούν να επιστρέψουν τα κτήματα που καταπάτησαν[23]. «Μ κατιέναι μηδὲ Μεγαλοπολιτῶν τοὺς μετὰ Πολυαινέτου ἐπὶ προδοσία φεύγοντας μηδἈμφισσεῖς μηδὲ Τρικκαίους μηδὲ Φαρκαδονίους μηδἩρακλεώτας»[24].

Όταν μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οι Αθηναίοι αποφάσισαν να αποτινάξουν τον μακεδονικό ζυγό και έστειλαν πρέσβεις στις ελληνικές πόλεις για να τις ενθαρρύνουν για τον σκοπό αυτό, όλες οι θεσσαλικές πόλεις δέχθηκαν να επαναστατήσουν εκτός από την Πέλιννα. « Τν δλλωνΕλλήνων ο μν πρς Μακεδόνας πέκλινον, ο δ τν συχίαν ελοντο. Ατωλο μν ον παντες πρτοι συνέθεντο τν συμμαχίαν, καθάπερ προείρηται, μετ δ τούτοις Θετταλο μν πάντες πλν Πελινναίων»[25].

Με το τέλος της Μακεδονικής κυριαρχίας και την επιβολή της ρωμαιοκρατίας η Πέλιννα άρχισε να παρακμάζει. Ιδιαίτερα από το τέλος του 2ου π.Χ. αι. και στη συνέχεια δεν αναφέρεται σε αρχαίες φιλολογικές πηγές. Πιθανολογείται ότι είχε μεταβληθεί σε άσημη πόλη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Το εθνικό όνομα Πελιννεύς  εμφανίζεται για τελευταία φορά το 130 π.Χ. όταν ο κτηνίατρος Μητρόδωρος Ανδρομένεος τιμήθηκε σε προξενικό ψήφισμα των Λαμιέων για τις μεγάλες ευεργεσίες που πρόσφερε στην πόλη τους[26].

Η λάμψη της πόλης για δύο και πλέον αιώνες αποδεικνύεται από τα μεγάλης αξίας αρχαιολογικά ευρήματα που βρέθηκαν με σωστικές ανασκαφές ή τυχαία κατά τη συστηματική άροση των αγρών της περιοχής. Τα κυριότερα εξ αυτών είναι[27]:

  1. Χάλκινη υδρία του 6ου π.Χ. αι. που βρέθηκε σε τάφο το 1937 και θεωρείται έργο κορινθιακού εργαστηρίου. Φυλάσσεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
  2. Επιτύμβια στήλη του 4ου π.Χ. αι. από άσπρο μάρμαρο. Στην κύρια όψη έχει ανάγλυφη παράσταση έφιππου νέου (Μουσείο Λούβρου).
  3. Επιτύμβια στήλη του 3ου π.Χ. αι. από γκριζόλευκο μάρμαρο με ανάγλυφο ανθέμιο και δίστιχη επιγραφή «ΚλεοπάτραΚυλάνου».
  4. Επιτύμβια στήλη του 3ου π.Χ. αι. με την επιγραφή «ΚλείνιπποςΟνάσειες».
  5. Ναϊκόσχημη αναθηματική στήλη του 3ου π.Χ. αι. με ελλιπή επιγραφή.
  6. Επιτύμβια στήλη του 2ου π.Χ. αι. με ανάγλυφες παραστάσεις αντρικής και παιδικής μορφής.
  7. Αναθηματική στήλη του 1ου π.Χ. αι. στο πάνω μέρος της οποίας υπάρχει η επιγραφή «Διί Καταβάτη».
  8. Τον Ιούλιο του 1969 στην τοποθεσία «Εικόνισμα Μπάρδα» ένας εκσκαφέας καθώς άνοιγε αυλάκι για την τοποθέτηση σωλήνων υγρών καυσίμων αποκάλυψε ταφικό τύμβο, διαμέτρου 15 μ. και ύψους 1μ. Εκεί βρέθηκαν τρεις κυβωτιόσχημοι τάφοι. Ο ένας περιείχε χάλκινη τεφροδόχο κάλπη και οι άλλοι δύο μονολιθικές μαρμάρινες σαρκοφάγους από τις οποίες η μία βρέθηκε συλημένη. Στην τεφροδόχο κάλπη βρέθηκαν τα καμένα οστά του νεκρού, καθώς και τα προσωπικά του αντικείμενα: Μια σιδερένια αιχμή δόρατος και μια χρυσή δανάκη (νόμισμα ειδικά κατασκευασμένο για να χρησιμεύει ως πορθμείο του Χάροντα. Χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά στους τάφους.)

Στο δάπεδο της μονολιθικής σαρκοφάγου είχε τοποθετηθεί, πάνω σε ξύλινο φορείο, το σώμα μιας νεαρής γυναίκας στα πόδια της οποίας υπήρχε λεκάνη με οστά νεογνού. Προφανώς επρόκειτο για νεαρή μητέρα που πέθανε κατά τη διάρκεια του τοκετού μαζί με το παιδί της. Μέσα στον τάφο βρέθηκαν πλήθος πήλινων αγγείων, καθώς και χρυσά κτερίσματα σπανιότατης τεχνοτροπίας και μέγιστης αρχαιολογικής αξίας. Τα κυριότερα εξ αυτών είναι:

  1. Ένα ζεύγος χρυσών ενωτίων σε σχήμα δίφρου (άρμα με δύο άλογα) με καλπάζοντες ίππους και πολλούς πολύτιμους λίθους.
  2. Ολόχρυσο περιδέραιο με οκτώ εξαρτήματα: α) ανάγλυφες μορφές ανθρώπων, β) διάφορους έρωτες με τις φαρέτρες τους και γ) αετούς.
  3. Χρυσό δαχτυλίδι με τρεις πολύτιμους λίθους.
  4. Χρυσό βραχιόλι σε σχήμα δύο αναδιπλωμένων φιδιών.
  5. Περίπου 145 χρυσά φύλλα που σχημάτιζαν στεφάνι σε σχήμα φύλλου βελανιδιάς και ελιάς.
  6. Δύο μικρά ενεπίγραφα χρυσά φύλλα κισσού στα οποία είναι χαραγμένο το ίδιο κείμενο με μικρές διαφορές. Ανήκουν στα λεγόμενα «Ορφικά χρυσά φυλλάρια» και δηλώνουν ότι η νεκρή θα ήταν μυημένη σε μυστικιστικές λατρείες προς τιμήν του Διόνυσου[28].

Στην άλλη  μαρμάρινη σαρκοφάγο αν και ήταν κατεστραμμένη από συλητές, βρέθηκαν μια σιδερένια στλεγγίδα (είδος ξύστρας με την οποία αφαιρούσαν οι αθλητές το λάδι ή το χώμα από το σώμα τους) μερικά τεμάχια χρυσού στεφανιού , χρυσή αλυσίδα και επιχρυσωμένοι πήλινοι καρποί.

Και οι τρεις τάφοι χρονολογούνται στον 3ο π.Χ. αι.

Το καλοκαίρι του 1985, σε άλλον τάφο, στην περιοχή «Μαγούλα» βρέθηκαν χρυσά κτερίσματα μεγάλης αρχαιολογικής αξίας.

Το μεσαιωνικό Γαρδίκι (ή Παλαιογαρδίκι)

Η ονομασία Γαρδίκι εμφανίζεται κατά τον 10ο μ.Χ. αιώνα, όταν στους επισκοπικούς καταλόγους συναντάμε την Επισκοπή Γαρδικίου. Το τοπωνύμιο είναι σλαβικό και σημαίνει: πύργος, κάστρο, οχυρό, πολίχνη. Οι ετυμολογήσεις αυτές φαίνεται πως ανταποκρίνονται στην οικιστική πραγματικότητα της περιοχής, καθώς το βυζαντινό Γαρδίκι αναπτύχθηκε αρχικά πάνω στα υπολείμματα της ελληνιστικής πόλης της Πέλιννας. Η Επισκοπή Γαρδικίου, υπαγόταν στην Μητρόπολη Λαρίσης και κατείχε τον 10ο αι. τη 13η θέση ανάμεσα στις 28 επισκοπές της μητροπόλεως, ενώ τον 12ο αι. κατείχε την 6η θέση, μετά δε την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως την 8η θέση[29]. Η επισκοπή Γαρδικίου κατά την Τουρκοκρατία μετέφερε την έδρα της στο γειτονικό Ζάρκο και διατηρήθηκε ως το  1899 μ.Χ., οπότε ενώθηκε με τις επισκοπές Τρίκκης και Σταγών, από τις οποίες δημιουργήθηκε η Μητρόπολις Τρίκκης, Σταγών και Γαρδικίου[30].

Η πόλη αναπτύχθηκε αρκετά, ιδιαίτερα κατά τον 12ο μ.Χ. αι. Αναφέρεται μάλιστα πως την περίοδο αυτή λειτουργούσε με επιτυχία βιοτεχνία κατασκευής αμαξών[31]. Ωστόσο δεν υπάρχουν σαφή στοιχεία για την κοινωνική, οικονομική ή πνευματική ζωή του Γαρδικίου, παρά μόνο κάποιες πληροφορίες που αφορούν την εκκλησιαστική ζωή της πόλης.

Στην κορυφή του λόφου, μέσα στην ακρόπολη της αρχαίας Πέλιννας, είχε κτιστεί ο επισκοπικός ναός της πόλης, ο οποίος χρονολογείται από τον Αν Ορλάνδο[32], με βάση την τοιχοποιία του, στον 14ο αιώνα. O Léon Heuzey[33], ο οποίος επισκέφτηκε την περιοχή το 1858, γράφει ότι ο ναός ήταν τρίκλιτος και αφιερωμένος στην Αγία Τριάδα. Στο μεσαίο κλίτος του βυζαντινού αυτού ναού έχει σήμερα κτιστεί το εξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής.

Φημολογείται ότι το ξυλόγλυπτο τέμπλο του παλαιού ναού μεταφέρθηκε στον ναό Αγίου Αθανασίου Πετρωτού[34].


[1] LÉON HEUZEY, Οδοιπορικό στην τουρκοκρατούμενη Θεσσαλία το 1858. Μτφρ. ΧΡ. Ι. Δημητρουλόπουλος [Φ.Ι.ΛΟ.Σ. Τρικάλων – Σειρά: Κείμενα και Μελέτες, αρ. 4], Θεσσαλονίκη, Αφοί Κυριακίδη, 1991, σ. 84.

[2] L. HEUZEY, ό.π., σ. 85. «Κάποτε το Γαρδίκι ήταν μια σημαντική πόλη και μια επισκοπή. Στο σημείο, όπου σήμερα ανοίγεται το βάραθρο, βρισκόταν η δημόσια πλατεία. Μια μέρα μεγάλης γιορτής όλος ο πληθυσμός είχε συγκεντρωθεί εκεί. Οι γυναίκες χόρευαν, σχηματίζοντας έναν μεγάλο κύκλο, σύμφωνα με την τοπική συνήθεια. Ένας παπάς είχε μια εξαιρετικά όμορφη κόρη· την είδε στο χορό και του καλοάρεσε. Αμέσως πηγαίνει στον επίσκοπο και του λέει πως έρχεται να τον συμβουλευθεί για ένα ζήτημα που τον απασχολεί::

– Ένας άνθρωπος έχει στον κήπο του μια μηλιά που κάνει ωραία μήλα, μπορεί να τα μαζέψει ο ίδιος δοκιμάζοντας το πρώτο,  ή πρέπει να αφήσει την πρωτιά στους ξένους;

Ο επίσκοπος απάντησε πως ο εν λόγω άνθρωπος είχε ασφαλώς το δικαίωμα να φάει τα μήλα του. Τότε ο παπάς πάει, παίρνει την κόρη του από τον χορό, την απάγει και ικανοποιεί την ανήθικη επιθυμία του. Την ίδια στιγμή, η πλατεία του χωριού με τους χορευτές και όλη η πόλη εξαφανίζονται με μια ξαφνική καθίζηση. Μόνο η εκκλησία μένει όρθια στην άκρη του ανοίγματος της αβύσσου».

[3] FRIEDRICH STÄHLIN, Η Αρχαία Θεσσαλία, Μτφρ. Γ. Παπασωτηρίου – Αναστασία Θανοπούλου [Φ.Ι.ΛΟ.Σ. Τρικάλων – Σειρά: Κείμενα και Μελέτες, αρ. 13, Θεσσαλονίκη, Αφοί Κυριακίδη, 2002, σ. 212.

[4] ΠΙΝΔΑΡΟΣ, Ύμνοι * ΒΑΣ. Ι. ΛΑΖΑΝΑΣ, Φιλολογικά μελετήματα, τ.Α΄, Αθήνα, Φιλιππότης, 1987,σς.136-138.

[5] ΘΩΜΑΣ ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ – ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΗΣ, Τα αρχαία ολυμπιακά αγωνίσματα –The ancient Olympic Games, Αθήνα 1997, σ. 171 * ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. , Αθήνα, σ.   * ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Δ. ΠΕΛΙΓΚΟΣ, Αθλητική Ιστορία των Τρικάλων. Α΄ Κλασικός Αθλητισμός [Φ.Ι.ΛΟ.Σ. Τρικάλων – Σειρά: Κείμενα και Μελέτες, αρ. 5α], Θεσσαλονίκη, Αφοί Κυριακίδη, 1992, σσ. 18-21.

[6] ΣΤΡΑΒΩΝ, C 438: «ἱδρυμένον (το φρούριο της Ιθώμης) μεταξὺ τεττάρων φρουρίων ὥσπερ ἐν τετραπλεύρω κειμένων, Τρίκκης τε καὶ Μητροπόλεως καὶ Πέλιννας καὶ Γόμφων».

[7] ΣΤΡΑΒΩΝ, C 438: «’Εν ἀριστερὰ δι ἀφεὶς (ο Πηνειός) Τρίκκην τε καὶ Πελινναῖον καὶ Φαρκαδόνα φέρεται παρά τε ’Άτρακα καὶ Λάρισαν».

[8] Βλ. σχετικές αναφορές στον  Fr. Stählin, ό.π., σσ. 212-216.

[9] W.  LEAKE, Η Θεσσαλία (1805-1810). Μτφρ. Αιδ. Γεωργίου Δ. Στάθη, Βόλος 1969, σ. 86.

[10] ΑΘΑΝ. ΤΖΙΑΦΑΛΙΑΣ,ό.π, σσ. 116-122.

[11] FR. STÄHLIN, ό.π., σ. 219.

[12] ΑΘ. ΤΖΙΑΦΑΛΙΑΣ, ό.π., σ. 89. Το 2002 η ΙΕ΄ ΕΠΚΑ ανέσκαψε πλήρως τον Μακεδονικό τύμβο που βρίσκεται εντός του οικισμού του Πετροπόρου τον οποίο είχε εντοπίσει και ανασκάμψει στις αρχές του 20 ου αι. ο Απ. Αρβανιτόπουλος βλ. Α. ΑΡΒΑΝΙΤΟΠΟΥΛΟΣ, ΠΑΕ 1906, 58 ΚΑΙ 123-130 * ΑΘ. ΤΖΑΦΑΛΙΑΣ, ό.π., σς.133-134. Ο μακεδονικός τάφος βρέθηκε γκρεμισμένος και συλημένος.

[13] FR. STÄHLIN, ό.π., σ. 219 * ΑΘ. ΤΖΙΑΦΑΛΙΑΣ, ό.π., σ. 90.

[14] FR. STÄHLIN, ό.π., σ. 220.

[15] ΑΘ. ΤΖΙΑΦΑΛΙΑΣ, ό.π., σ. 92.

[16] FR. STÄHLIN, ό.π., σ. 220.

[17] ΑΘ. ΤΖΙΑΦΑΛΙΑΣ, ό.π., σσ. 122-131 * FR. STÄHLIN, ό.π., σ. 216-217 * ΘΕΟΔΩΡΟΣ Α. ΝΗΜΑΣ, «Τα κάστρα των Αντιχασίων Τρικάλων», Τρικαλινά, 8 (1988), σσ. 263-264 και εικόνες στις σσ. 276-278.

[18] ΑΘ. ΤΖΙΑΦΑΛΙΑΣ, ό.π., σ. 115.

[19] ΑΘ. ΤΖΙΑΦΑΛΙΑΣ, ό.π., σσ. 122-128 * FR. STÄHLIN, ό.π., σσ. 216-217.

[20] ΑΘ. ΤΖΙΑΦΑΛΙΑΣ, ό.π., σ. 125 * FR. STÄHLIN, ό.π., σ. 217.

[21] ΑΡΡΙΑΝΟΣ, Α 1,5.

[22] ΤΡ. Δ. ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ, «Πολιτιστικός τουριστικός οδηγός επαρχίας Τρικάλων», Τρικαλινό Ημερολόγιο 1996, σ. 88.

[23] FR. STÄHLIN, ό.π., σ. 220 * ΑΘ. ΤΖΙΑΦΑΛΙΑΣ, ό.π., σ. 92-93.

[24] ΔΙΟΔΩΡΟΣ, 18,56,5.

[25] ΔΙΟΔΩΡΟΣ, 18,11.

[26] ΑΘ. ΤΖΙΑΦΑΛΙΑΣ, ό.π., σ. 94.

[27] Λεπτομερή αναφορά στα εν λόγω ευρήματα βλ. ΑΘ. ΤΖΙΑΦΑΛΙΑΣ, ό.π., σσ. 131-138.

[28] Γι’ αυτά βλ.  ΚΥΡ. ΤΣΑΝΤΣΑΝΟΓΛΟΥ, «Two gold lamellae from Thessaly», Ελληνικά, 38 (1987) 3-16.

[29] ΔΗΜ. Κ. ΑΓΟΡΙΤΣΑΣ – ΗΛ. ΑΘ. ΓΙΑΡΕΝΗΣ, «Ζητήματα σχετικά με την επισκοπή Γαρδικίου Τρικάλων κατά τη Βυζαντινή περίοδο», Τρικαλινά, 23 (2003), σσ. 197-198, όπου και σχετική βιβλιογραφία. .

[30] ΝΙΚ. Κ. ΓΙΑΝΝΟΥΛΗΣ, Κώδικας Τρίκκης, Αθήνα 1980, σσ. 115-117, όπου και κατάλογος των επισκόπων της Επισκοπής Γαρδικίου.

[31] Θ. Α. ΝΗΜΑΣ, Τρίκαλα …, σ. 296.

[32] ΑΝ. ΟΡΛΑΝΔΟΣ, «Δύο ανέκδοτοι ναοί», ΑΒΜΕ 3 (1937), σσ. 153-161 * ΔΗΜ. Κ. ΑΓΟΡΙΤΣΑΣ – ΗΛ. ΑΘ. ΓΙΑΡΕΝΗΣ, ό.π., σ. 204.

[33] L. HEUZEY, ό.π., σσ. 83-84 * ΔΗΜ. Κ. ΑΓΟΡΙΤΣΑΣ – ΗΛ. ΑΘ. ΓΙΑΡΕΝΗΣ, ό.π., σ. 204.

[34] ΜΙΧ. Κ. ΛΙΤΣΙΟΣ, Ιστορία και Παραδόσεις της Οιχαλίας και Φαρκαδονίας του Ν. Τρικάλων από του 1200 π.Χ. έως του 1990 μ. Χ., Τρίκαλα, Βογιατζόγλου, 1992, σ. 84.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *