dimopulosth’s blog

Η ορθογραφία στο εχτελεστικό της αλήθειας

Κάτω από: ΓενικάΘΕΟΔΩΡΟΣ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ στις 4:54 μμ στο Τετάρτη, 3 Αυγούστου, 2011

Το Μπασταίικο κουβεντολόι στο κακό συναπάντημα με την ορθογραφία

Κουβεντολόι. Οι Μπασταίοι δεν πολυχρησιμοποιούσαν τη λέξη «λέξη». Αντί για τη λέξη «λέξη», λέγανε τη λέξη «κουβέντα». Είναι πασίγνωστο, πως τα Λεξικά ή Λεξιλόγια είναι συλλογή και καταγραφή λέξεων. Η λέξη «κουβέντα» και κουβεντολόι, ήταν το λεκτικό τους ψωμοτύρι. Το φαγώσιμο, πάντα τους ήτανε λειψό. Και τα δυο περίσσευαν σαν μετακόμιζαν στην κατουΝτίστα. Σαν ήθελαν να πουν στον ένοχο, που δεν μίλαγε, «λέξη δε λες», χρησιμοποιούσαν το ηχομιμητικό κιχ: «Κιχ δε βγάνεις, ε!». Και στο κλαψιάρικο που ενοχλούσε: «κιχ μη βγάνεις» ή και σκέτο «κιχ». Το γνωστό μας «λεξικό», ήταν άγνωστο σε όλες τις μορφές του. Λεξικό μεγάλο, μικρό, μικρομέγαλο , επίτομο, συνώνυμων, αντίθετων, ανώμαλων ρημάτων, ετυμολογικό, κυρίων ονομάτων κ.ά. Α! Υπήρχαν και τα «γλωσσάρια». Αυτά στο τέλος, συνήθως, των βιβλίων. Υπήρχε και υπάρχει ακόμα και το:
Ορθογραφικό λεξικό. Αυτό το λεξικό δεν ξεχάστηκε από τη σειρά. Ξεχωρίστηκε σκόπιμα. Η ορθογραφία της λέξης απασχόλησε την τελευταία γενιά των Μπασταίων. Η κουβέντα δεν είχε κι ούτ’ έχει ορθογραφία, ούτε ορθοφωνία. Όλοι τους θέλανε να μάθουν “γράμματα” τα παιδιά τους, να ξεστραβωθούν για να γίνουνε καλοί άνθρωποι. Και σαν λέγανε “παιδιά” νοούσανε τ’ αρσενικά. Ελάχιστες Μπαστιώτισσες και λίγες Μπαστιωτοπούλες πήγανε σχολείο.
Πιστεύανε πως γράμματα ήταν η ορθογραφία, η προσθαφαίρεση κι ο πολλαπλασιασμός, κατά πως τους λέγαν οι περιγραμμάτου. Έξυπνοι οι ορθογράφοι μαθητές! Βλάκες οι ανορθόγραφοι. Για γράμματα κάνανε οι πρώτοι, οι άλλοι όχι. Οι άνθρωποι γεννιούνται έξυπνοι ή βλάκες . Η γλώσσα, το πιο σπουδαίο μέσο στην ανάπτυξη του ανθρώπου, γίνεται πεδούκλι στα χέρια των που δεν θα ’πρεπε να είναι. Μεγάλη πληγή στη γλώσσα. Σχεδόν σε κάθε γλώσσα. Οι Αρχαίοι Έλληνες, δημιουργοί της επιστημονικής προσέγγισης του κόσμου, δεν είχαν ορθογραφία. Χαίρονταν ακόμα και την ασυνταξία. Η αττική σύνταξη, όπως την είπαν οι ελληνιστές Γραμματικοσυντακτικοί, δεν ήταν τίποτα άλλο από καραμπινάτη ασυνταξία. «Τα πάντα ρει», τραγουδούν και μουρμουρίζουνε καμαρωτά οι άσοφοι και οι σοφοί. Κανείς δεν αποτόλμησε να πει βλάκα τον Ηράκλειτο, καθώς αιώνια θα … «παίζει τα παιδία». Η άγνοια της ορθής γραφής, δεν μίκρυνε το μεγάλο Σολωμό. Κι ούτε γραμματικός δεν τόλμησε να τον μικρύνει. Τόλμησαν όμως και τολμούν για τα παιδία!
Τα περί βαρβαρισμών και σολοικισμών , είναι μεταγενέστερα παρακμιακά τερτίπια. Αλεξανδρινών γραμματικών, που «διυλίζανε τον κώνωπα» και καταπίνανε γκαμήλες. Καλύπτανε την πνευματική τους φτώχια, κάτω απ’ της ασυνταξίας το χάλι και της ορθογραφίας την κακομοιριά την ανυπαρξία δημιουργίας! Η φλυαρία και το γαύγισμα της κούφιας ρητορείας, φάνταζε και φαντάζει, προσόν. Υπονομεύεται η σκέψη, σαν σταματά απ’ την τρικλοποδιά και το πεδούκλι: Πώς γράφεται αυτή λέξη! Η συνέχεια κόβεται στη μέση, χάνεται η ορμή, η πρωτοτυπία και ιδιαίτερα η ομορφιά της. Το καθεστώς της ασυνέχειας, πηγή της καθυστέρησης θρονιάζει. Και στους πετυχημένους απωθημένο παραμένει η ορθογραφία. Και, τι κρίμα, η βλακεία των γραμματικών, χρησιμοποιήθηκε σαν όπλο και αποδειχτικό βλακείας των παιδιών.
Κι όμως: Κανένα λεξικό δε συμφωνεί με κανένα άλλο στην ορθογραφία. Σε καιρούς ορθογραφικής έντασης, θα βρείτε την περισπωμένες πάνω από τον “κήπο” και βαρείες οξείες στις τριανταφυλλιές. Για την προσωδία ο Ι. Σταματάκος παραπέμπει στο Γερμανό Φranz Passow!(ΛΑΕΓ σελ. 1218) Καθώς αλλάζουν οι καιροί αλλάζει και η ορθογραφία. Το κακό όμως παραμένει.
Στην αρχή οι Μπασταίοι λέγανε στο δάσκαλο, πούλεγε τα σχετικά με την ορθογραφία: “Ξύλο δάσκαλε δεν έχεις; Ξύλο. Το ξύλο βγήκε απ΄ τον παράδεισο”. Δεν άργησαν, όμως και πολύ κάποιοι Μπασταίοι, που οι δάσκαλοι ρίχνανε ξύλο για τα γράμματά τους, να πιάσουν τη μαγκούρα και να κατηφορίσουν κατά δάσκαλου μεριά!!!

εγκυκλοπαίδειες. Και βέβαια οι Μπασταίοι δεν είχαν ιδέα από εγκυκλοπαίδειες, μικρές ή μεγάλες και επίτομες. Το πότε εμφανίστηκε το πρώτο λεξικό ή εγκυκλοπαίδεια στο χωριό και ποιος το έφερε, δεν μπορεί να ειπωθεί με ακρίβεια. Πάντως πολύ μετά τον ερχομό του σχολείου. Αν και στη 10ετία του ’40, του ’50, ίσως και του ‘60 δεν πρέπει να ήρθε στο χωριό τέτοιος επισκέπτης. Από τη 10ετία του ’70 και μετά, όλο και κάποιο λεξικό ή εγκυκλοπαίδεια θα έκανε την εμφάνισή της στο χωριό. Από τη 10ετία του ’50, τα παιδιά των Μπασταίων, που σπούδασαν σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές, χρησιμοποίησαν, οπωσδήποτε, λεξικά και εγκυκλοπαίδειες. Μέχρι το 1928, που ονομαζόταν Μπάστα το χωριό, είναι περισσότερο από βέβαιο πως δεν “πάτησαν το πόδι τους” λεξικά κι εγκυκλοπαίδειες. Εκτός από τα εκκλησιαστικά βιβλία, δύσκολο να εύρισκε κάποιος άλλο βιβλίο στο χωριό. Κι όμως οι Μπασταίοι είχαν το δικό τους λεξικό. Το «κουβεντολόι» τους. Κι αυτό ήταν προφορικό και όχι γραπτό. Τα πρώτα βιβλία που ήρθαν στο χωριό, πρέπει να ήταν τα εκκλησιαστικά. Το Ευαγγέλιο, ο Απόστολος, το ωρολόγιο, η παρακλητική, το πεντηκοστάριον, τα μηναία και το ευχολόγιο. Αυτά πρέπει να έκαναν τη εμφάνισή τους μετά το 1848, χρόνο που φτιάχτηκε η εκκλησία. Δεν είναι σίγουρο πως είχαν εκκλησία πριν από τη χρονολογία αυτή. Ο Γεώργιος Α. Χρυσανθακόπουλος αναφέρει ρητά πως, πολλά χρόνια πριν από το 1820, « Ήρχοντο εις την εκκλησίαν του Δούκα από όλα τα πέριξ χωρία, διότι κανένα χωριό δεν είχε ούτε Εκκλησία ούτε ιερέα» και όσοι ήθελαν να εκκλησιαστούν πήγαιναν στου Δούκα.
Πότε πρωτόμαθαν οι Μπασταίοι να γράφουν και να διαβάζουν είναι δύσκολο να ειπωθεί. Σίγουρα ο παπάς κι ο ψάλτης, όταν πρωτολειτούργησε η εκκλησία, που φτιάξανε το 1848 οι Μπασταίοι, πρέπει να γνώριζαν ανάγνωση, αν βέβαια ήτανε Μπασταίοι. Ο παπαΘόδωρος πρέπει να ήταν ο πρώτος Μπασταίος παπάς, τέλη του 19ου αρχές του 20ού αιώνα και σίγουρα ήξερε να διαβάζει τα εκκλησιαστικά βιβλία.

ΠωςΚαιΤι; Οι Μπασταίοι χρησιμοποιούσαν πολύ συχνά τη διπλή ερώτηση, σαν κάποιος εμφανιζόταν ξαφνικά μπροστά τους και εννοούσαν: Πως αποδώ και τι γυρεύεις εδώ. Κάποιοι περισπούδαστοι σοφοί πάνε μακριά και αποφαίνονται με το ύφος όλων των καρδιναλίων: “Δεν έχει σημασία τι λες, αλλά πως το λες. Δεν έχει σημασία το περιεχόμενο, αλλά η μορφή του, λένε. Αν ήτανε αληθινό αυτό για τους Μπασταίους, τότε οι Μπασταίοι δεν θα μίλαγαν ποτέ τους! Κι αν γενικευόταν σ’ όλα τους τα προς το ζην, δε θα υπήρχανε Μπασταίοι. Τους Μπασταίους δεν τους πολυαπασχολούσε το πως θα φάνε, αλλά τι και αν, θα φάνε. Δευτερευόντως και πολύ λίγο τους απασχολούσε το τι θα πούνε κι ακόμα λιγότερο το πως θα πούνε κάτι, αν και λέγανε συχνά πως: η γλώσσα κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακάει. Για τους που εξασφαλίζουνε τον επιούσιον, σημασία αποχτά το: πως τους. Όλοι οι Μπασταίοι ασχολούνταν με το τι θα φάνε και δεν τους έμενε καιρός για τα πώς θα τρώγανε και τέτοια. Το Μπασταίικα χέρια φτάνανε για κουταλοπίρουνο και πέρσευε πάντα το μαχαίρι. Έπρεπε πρώτα να φάνε κάτι κι αυτό δεν ήταν καθόλου υπόθεση καλών τρόπων και συμπεριφοράς. Και τα πράγματα δυσκόλευαν αφάνταστα, σαν τα στόματα ήταν περισσότερα από τα δάχτυλα του ενός και των δυο συνήθως χεριών κι όχι και πολύ σπάνια και του αριστερού ποδιού τους. Πάντα, υλικό περιεχόμενο μορφοποιούσαν οι Μπασταίοι.
Κι ο Σοσίρ! Η προφορική γλώσσα προηγείται σε αξία από τη γραφτή, έλεγε ο Σοσίρ και συμφωνούσαν έμπραχτα οι Μπασταίοι. Δεν είναι ιδιοχτησία και ιδιοχρησία των γραμματισμένων, των πλούσιων ή των μοναχικών. Παίρνει σάρκα και οστά μέσα στη ζωή της κοινότητας και ζει απ’ τη ζωή της. Το ίδιο και οι λέξεις και το περιεχόμενό τους. Μόνο η χρήση τους είναι υπόθεση ατομική. Κι από αυτό το δικαίωμα δεν παραιτούνταν οι Μπασταίοι. Δεν καυγάδιζαν οι λέξεις και οι φράσεις μοναχές τους. Τα παλικάρια τραβούσαν το κουμπούρι και πήγαιναν βουνό ή φυλακή. Σαν ξεκουρβουλώναν στο χωριό, ξεφώνιζαν κάναωχ ή και βλαστήμιες. Στο μαγαζί χοροπηδούσαν άναρχα λέξεις και φράσεις κι ερχόταν η ουσία τους σε ύπαρξη. Ήταν η χωριάτικη ψυχή τους.


Δεν υπάρχουν σχόλια »

Χωρίς σχόλια ακόμα.

RSS κανάλι για τα σχόλια του άρθρου.

Αφήστε μια απάντηση

© 2025 dimopulosth’s blog   Φιλοξενείται από Blogs.sch.gr

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση