Αγώνες και Ήρωες του Έθνους


Στον Δημήτρη Ίτσιο
27017_10150181670275002_4475423_n

Δημήτρης Ίτσιος

6 Απριλίου 1941, πρώτη μέρα της γερμανικής εισβολής στην ελληνοβουλγαρική μεθόριο.
Ο έφεδρος Λοχίας ΙΤΣΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ επικεφαλής του πολυβολείου Π8 στο Μπέλες αντιστέκεται με τους λιγοστούς συντρόφους του.
Έχουν τριάντα οχτώ χιλιάδες φυσίγγια και είναι αποφασισμένοι να τα “ξοδέψουν” με τη δέουσα “τσιγκουνιά”.
Καθώς τα φυσίγγια τελειώνουν, διατάζει τους συντρόφους του να φύγουν· θα καλύψει μόνος του την σωτηρία τους.
Μερικοί υπακούουν.
Οι συγχωριανοί του Ανωπορογιώτες μένουν. Πιστοί συμμαχητές του στο Π8· στην απόφασή του για αντίσταση μέχρις εσχάτων· στη θυσία.

Ο ΙΤΣΙΟΣ αποκρούει με το πολυβόλο του τις λυσσασμένες απόπειρες των Γερμανών για κατάληψη του οχυρού. Όσο πιο πολύ κρατήσει στο μετερίζι του, τόσο πιο ασφαλής θα γίνει η υποχώρηση των άλλων συντρόφων του προς τα Κρούσια. Ούτε σκέψη για τη δική του σωτηρία με φυγή.
Τα φυσίγγια τελείωσαν. Ο ΙΤΣΙΟΣ και οι σύντροφοί του με δυσκολία ανοίγουν τη βαριά σιδερόπορτα του Π8. Τα άδεια φυσίγγια την είχαν φρακάρει. Σε λίγο βρίσκονται έξω.
Ο επικεφαλής Γερμανός αξιωματικός σε άπταιστα Ελληνικά ζητά τον αρχηγό του Π8.
Η σκηνή που ακολουθεί, ζωντανεύει, χωρίς υπερβολή, την Αλαμάνα με το Διάκο της πάνω στα αθάνατα Μακεδονικά βουνά.

Ευθυτενής, με αγέρωχη αξιοπρέπεια χωρίς ίχνος πρόκλησης και κούφιας επίδειξης, κάνει ο ΙΤΣΙΟΣ δύο-τρία βήματα μπροστά, χαιρετά στρατιωτικά το Γερμανό αξιωματικό και με σταθερή φωνή αναφέρει:
– ΙΤΣΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ, λοχίας πεζικού.
Ξαφνιάζεται ο άλλος. Στα μάτια του εύκολα θα μπορούσε να διακρίνει κανείς το θαυμασμό του για το παλικάρι.
– Συγχαρητήρια, Λοχία. Με τη γενναιότητά σου ζωντάνεψες εδώ πάνω, σε τούτα τα βουνά, την πανάρχαια ιστορία των προγόνων σου.
Αμέσως μετά του κάνει νεύμα να τον ακολουθήσει. Τον οδηγεί στο ξέφωτο μπροστά από το πολυβολείο, και δείχνοντας του τις δεκάδες των πτωμάτων των στρατιωτών του – πάνω από 200 κατά έγκυρη εκτίμηση- του λέει:
– Αυτό που βλέπεις λοχία είναι έργο δικό σου.
Ο ΙΤΣΙΟΣ γαλήνιος σαν όλους τους πραγματικούς ήρωες απαντά λακωνικά:
– Έπραξα το καθήκον μου.
– Εσύ έπραξες το καθήκον σου. Τώρα η σειρά μου να “εκτελέσω” κι εγώ το δικό μου καθήκον.

Και μπροστά στα έκπληκτα μάτια των Ελλήνων και Γερμανών στρατιωτών, βγάζει το πιστόλι του και στυλώνοντάς το στον κρόταφο του παλικαριού τον εκτελεί εν ψυχρώ. Πέφτει άψυχο το παλικάρι στα πόδια του εκτελεστή του.
Μια αυλακιά άλικο αίμα πνίγει τα πρώτα αγριολούλουδα της Ομορφοπλαγιάς, σημαδεύοντας τα όρια της γενναιότητας, της φιλοπατρίας και της θυσίας από τη μια και της βαρβαρότητας, του ναζισμού και της απανθρωπιάς από την άλλη.
Ψυχρή, εγκληματική δολοφονία.
Δολοφονήθηκε ο ΙΤΣΙΟΣ. Δεν έπεσε.
Αιωνία η μνήμη του!

(Πηγή: http://www.poroia.de/biografies.html)

ΑΣΜΑ ΗΡΩΙΚΟ ΚΑΙ ΠΕΝΘΙΜΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΑΜΕΝΟ ΑΝΘΥΠΟΛΟΧΑΓΟ ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ [ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ]
Ήταν ωραίο παιδί. Την πρώτη μέρα που γεννήθηκε
σκύψανε τα βουνά της Θράκης να φανεί
στους ώμους της στεριάς το στάρι που αναγάλλιαζε,
σκύψανε τα βουνά της Θράκης και το φτύσανε
μια στο κεφάλι, μια στον κόρφο, μια μες το κλάμα του.
Bγήκαν Ρωμιοί με μπράτσα φοβερά
και το σηκώσαν στου βοριά τα σπάργανα.
Ύστερα οι μέρες τρέξανε, παράβγαν στο λιθάρι,
καβάλα σε φοραδοπούλες χοροπήδηξαν,
ύστερα κύλησαν Στρυμόνες πρωινοί
ώσπου κουδούνισαν παντού οι τσιγγάνες ανεμώνες
κ᾿ ήρθαν από της γης τα πέρατα
οι πελαγίτες οι βοσκοί να παν των φλόκων τα κοπάδια
εκεί που βαθιανάσαινε μια θαλασσοσπηλιά,
εκεί που μια μεγάλη πέτρα εστέναζε!
Hταν γερό παιδί,
τις νύχτες αγκαλιά με τα νεραντζοκόριτσα
λέρωνε τις μεγάλες φορεσιές των άστρων,
ήταν τόσος ο έρωτας στα σπλάχνα του
που έπινε μέσα στο κρασί τη γέψη όλης της γης,
πιάνοντας ύστερα χορό μ᾿ όλες τις νίφες λεύκες
ώσπου ν᾿ ακούσει και να χύσ᾿ η αυγή
το φως μες στα μαλλιά του,
η αυγή, που μ᾿ ανοιχτά μπράτσα τον έβρισκε
στη σέλλα δυό μικρών κλαδιών
να γρατσουνάει τον ήλιο,
να βάφει τα λουλούδια
ή, πάλι, με στοργή να σιγονανουρίζει
τις μικρές κουκουβάγιες που ξαγρύπνησαν.
Α! τι θυμάρι δυνατό η ανασαιμιά του!
Τι χάρτης περηφάνιας το γυμνό του στήθος,
όπου ξεσπούσαν λευτεριά και θάλασσα!…
Hταν γενναίο παιδί.

Με τα θαμπόχρυσα κουμπιά και το πιστόλι του,
με τον αέρα του άντρα στην περπατηξιά,
και με το κράνος του -γυαλιστερό σημάδι
(φτάσανε τόσο εύκολα μες στο μυαλό
που δεν γνώρισε κακό ποτέ του)
με τους στρατιώτες του ζερβά-δεξιά
και την εκδίκηση της αδικίας μπροστά του.
OΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ

ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ!




Δεν υπάρχουν σχόλια μέχρι τώρα
Αφήστε ένα σχόλιο



Αφήστε μια απάντηση



Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων