Κυριακή των Βαΐων

Η Κυριακή της Μεγάλης Εβδομάδας, θεωρείται από την Εκκλησία ως η αρχή των Αγίων Παθών και ονομάζεται έτσι, γιατί «μετά Βαΐων και κλάδων» έγινε η θριαμβευτική υποδοχή του Χριστού στα Ιεροσόλυμα.

Ο Χριστός μπήκε στην πόλη χωρίς την βασιλική πολυτέλεια, καθισμένος πάνω σε ένα γαϊδουράκι. Ο λαός μόλις άκουσε ότι έρχεται ο Ιησούς (είχε μάθει για την ανάσταση του Λαζάρου) έλαβε στα χέρια του βάγια (κλαδιά από φοίνικες) και πήγε να τον προϋπαντήσει. Άλλοι με τα ρούχα τους, άλλοι έκοβαν κλαδιά από τα δένδρα και τα έστρωναν στο δρόμο όπου διερχόταν ο Κύριος και τον ακολουθούσαν. Ακόμα και τα νήπια τον προϋπάντησαν και όλοι μαζί φώναζαν:                      

Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ο βασιλεύς του Ισραήλ.

Κάθε χρόνο τέτοια ημέρα, όλοι οι ναοί στολίζονται με κλαδιά από βάγια ή άλλα νικητήρια φυτά (όπως δάφνη, ιτιά, μυρτιά και ελιά) και μετά τη Θεία Λειτουργία ο ιερέας ευλογεί και δίνει στους πιστούς κλαδιά ή σταυρούς από βάγια, τους οποίους βάζουμε στα εικονίσματα και όπου χρειαζόμαστε προστασία.

Η είσοδος του Χριστού στα Ιεροσόλυμα είναι τελικά η είσοδος του μαρτυρίου στην επίγεια ζωή του Κυρίου. Σε λίγες ημέρες θα μαρτυρήσει και θα θανατωθεί στο σταυρό, για να θανατώσει το θάνατο και να χαρίσει τη ζωή.

Αν και είναι ακόμα σαρακοστή, η εκκλησία την Κυριακή των Βαΐων επιτρέπει να φάμε ψάρι. Έτσι και το τραγούδι των παιδιών λέει: “Βάγια, Βάγια των βαγιών, τρώνε ψάρι και κολιό, κι ως την άλλη Κυριακή με το κόκκινο αυγό!”

Η Εκκλησία μας ψάλλει την Κυριακή των Βαΐων:

Αφού ταφήκαμε μαζί με Σε, Χριστέ και Θεέ μας, δια του βαπτίσματός μας (το οποίο είναι τύπος του θανάτου Σου και της ταφής Σου), αξιωθήκαμε δια της αναστάσεώς Σου να εισέλθωμε στην αθάνατο ζωή της Βασιλείας Σου. Γι’ αυτό υμνούντές Σε, κράζομε: Βοήθησέ μας και σώσε μας, Συ, που ως Θεός κατοικείς στα ύψιστα μέρη του Ουρανού. Άς είσαι ευλογημένος Συ, που έρχεσαι απεσταλμένος από τον Κύριο!

Ωστόσο, το βράδυ της Κυριακής των Βαΐων, η Εκκλησία πενθεί ακολουθώντας την πορεία του Νυμφίου Χριστού μας προς το Πάθος. Οι εκκλησίες στολίζονται πένθιμα κι οι ιερείς φορούν μαύρα ή μωβ άμφια. Τα φώτα είναι λίγα κι οι ψάλτες ψάλλουν αργά, ρυθμικά κι ευλαβικά το τροπάριο:

Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός· καὶ μακάριος ὁ δοῦλος, ὃν εὑρήσει γρηγοροῦντα· ἀνάξιος δὲ πάλιν, ὃν εὑρήσει ῥαθυμοῦντα. Βλέπε οὖν, ψυχή μου, μὴ τῷ ὕπνῳ κατενεχθής, ἵνα μῄ τῷ θανάτῳ παραδοθῇς καὶ τῆς βασιλείας ἔξω κλεισθῇς· ἀλλὰ ἀνάνηψον κράζουσα· Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος εἶ ὁ Θεός· διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς.
Μετάφραση:
Να, ο Νυμφίος έρχεται μεσάνυχτα κι ευτυχισμένος θα είναι ο δούλος που ξύπνιο θα τον βρει. Ανάξιος είναι πάλι εκείνος που θα τον βρει να τεμπελιάζει. Πρόσεξε λοιπόν, ψυχή μου, μη νικηθείς από τον ύπνο, για να μην παραδοθείς στον θάνατο, κι έξω από τη βασιλεία του Θεού κλειστείς. Αλλά σήκω και φώναξε: Άγιος, άγιος, άγιος είσαι Θεέ μας· με τη βοήθεια της Θεοτόκου ελέησέ μας.

Τότε ο ιερέας παίρνει, από το Άγιο Βήμα, την εικόνα που λέγεται «η άκρα ταπείνωσις». Είναι η εικόνα του Χριστού με το πονεμένο πρόσωπο και το ακάνθινο στεφάνι στα μαλλιά, με την κόκκινη χλαμύδα στους ώμους κι ένα καλάμι στα χέρια. Την τοποθετεί στο κέντρο του ναού μέχρι τη Μεγάλη Πέμπτη που θα γίνει η Σταύρωση του Ιησού.