Φαναριώτες

Φαναριώτες από το μαθητή του Γ3 Βασίλη

Με τον όρο Φαναριώτες προσδιορίζεται ένα σύνολο οικογενειών που έζησε στην Κωνσταντινούπολη γύρω από τη συνοικία του Φαναρίου μετά την άλωση. Οι Φαναριώτες αποτελούσαν μια οικονομική και κοινωνική ελίτ της Κωνσταντινούπολης, η οποία από το 1661 έως το 1821 κατείχε υψηλά κρατικά αξιώματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Οι Φαναριώτες θεωρούνταν απόγονοι των Βυζαντινών που παρέμειναν στην Κωνσταντινούπολη μετά την άλωση και διαμόρφωσαν την ελληνοχριστιανική ελίτ της πόλης. Τα χρόνια γύρω από την άλωση τα περισσότερα μέλη των αριστοκρατικών βυζαντινών οικογενειών έφυγαν από την Κωνσταντινούπολη και κατέφυγαν στην Κρήτη, στα νησιά του Αιγαίου, στην ιταλική χερσόνησο και τη Δυτική Ευρώπη.
Οπότε, αν παρέμειναν κάποιοι βυζαντινοί αριστοκράτες, σίγουρα αυτοί θα ήταν πολλοί λίγοι και ίσως να αξιοποιήθηκαν από τον Σουλτάνο Μεχμέτ Β΄ ως σύμβουλοι στις υποθέσεις της αυτοκρατορίας. Μάλιστα, μέλη των βυζαντινών αριστοκρατικών οικογενειών φαίνεται μέσα από πηγές πως διατήρησαν μετά την άλωση εξέχουσα κοινωνική και οικονομική θέση. Τουλάχιστον μέχρι τον 16ο αιώνα μαρτυρούνται από οθωμανικής πηγές πως Καντακουζηνοί, Παλαιολόγοι, Χαλκοκονδύληδες και Ράλληδες ήταν εκμισθωτές δημοσίων προσόδων και ο χώρος που κινούνταν οι πλούσιοι ήταν η περιοχή γύρω από τον Γαλατά.
Από τα μέσα του 17ου αιώνα όμως δημιουργήθηκε μια νέα κοινωνική ομάδα νεόπλουτων, που αναδείχτηκε μέσα από τις γενικότερες ανακατατάξεις στην οθωμανική κοινωνία. Έτσι, οι ελληνορθόδοξοι υπήκοοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που συγκεντρώθηκαν γύρω από το Φανάρι έμειναν στην ιστορία ως Φαναριώτες και από τον 18ο έως την έκρηξη της ελληνικής επανάστασης κατείχαν σημαντικά κρατικά αξιώματα.
Οι Φαναριώτες, λοιπόν, ήταν άνθρωποι που δημιούργησαν μεγάλες περιουσίες μετά τον 17ο αιώνα, διακρίνονταν για τη φιλομάθεια και υιοθέτησαν την ελληνική γλώσσα και κουλτούρα. Εκείνη την εποχή όποιος πλούσιος ήθελε να διεκδικήσει κύρος και δύναμη, έπρεπε να αποκτήσει συγγενικές σχέσεις με τους Φαναριώτες και να υιοθετήσει την ελληνική γλώσσα και παιδεία. Υπήρχαν μάλιστα ανάμεσα στους Φαναριώτες και Ρουμανικές οικογένειες, όπως των Ρακοβίτσα και Καλλιμάχη, που εξελληνίστηκαν εκούσια γι’ αυτόν τον σκοπό. Αλλά και οι υπόλοιπες ελληνικές οικογένειες των Φαναριωτών δεν προέρχονταν από τους βυζαντινούς άρχοντες, αλλά είχαν ταπεινή καταγωγή, όπως ήταν οι Σούτσοι. Άλλες γνωστές οικογένειες Φαναριωτών κατάγονταν από τον Πόντο, όπως ο Υψηλάντης και ο Μουρούζης, ενώ η οικογένεια Γκίκα κατάγονταν από την Ήπειρο.
Συνεπώς, οι Φαναριώτες που αναδείχθηκαν στα αξιώματα του Μεγάλου Διερμηνέα της Υψηλής Πύλης, του Διερμηνέα του Στόλου και των Ηγεμόνων της Βλαχίας και της Μολδαβίας εντάχθηκαν στην ελληνορθόδοξη αριστοκρατία αλλά αποτελούσαν ένα εθνοτικό και γεωγραφικό μωσαϊκό.

Πραγματικά, η φαναριώτικη κοινωνία αποτελεί ένα φυτώριο ηγετικών στελεχών. Παίρνουν την πιο επιμελημένη ανατροφή και μόρφωση, κατά τα πρότυπα της αγωγής των ευγενών της Ευρώπης. Τη φροντίδα της διαπαιδαγώγησής τους την αναλαμβάνουν συχνά ειδικοί παιδαγωγοί, συγκεκριμένα οικοδιδάσκαλοι, συνήθως και ένας ή δύο Ευρωπαίοι ανάμεσά τους. Συνεπώς, οικοδιδάσκαλοι και κοινά σχολεία, ηγεμονικές ακαδημίες, εκσυγχρονισμένη κατά το δυνατόν παιδεία και σπουδές σε ευρωπαϊκά πανεπιστήμια εξασφαλίζουν την ανάλογη σταδιοδρομία των Φαναριωτών. Διδάσκονται όλες τις μαθήσεις, τόσο τα ιερά γράμματα όσο και τις θετικές επιστήμες και τις ξένες γλώσσες. Όταν πια φτάνουν στα είκοσί τους χρόνια, νιώθουν πια έτοιμοι και πάνοπλοι για τη λαμπρή αλλά δύσκολη σταδιοδρομία που ανοίγεται μπροστά τους. Πολύγλωσσοι καθώς είναι και επαρκώς ενήμεροι για τις εξελίξεις και τις προόδους της Ευρώπης, αποτελούν ένα μείγμα ανατολής και δύσης. Τα ανερχόμενα κοινωνικά στρώματα επωφελούνται όσο μπορούν και συνακολουθούν. Ενώ σε άλλες περιοχές οι υπόδουλοι μόλις που κατόρθωναν να συντηρούν λίγους γραμματοδιδασκάλους, οι ημιαυτόνομες ηγεμονίες προσελκύουν επιστήμονες ανωτέρου επιπέδου με αξιώσεις, όπως ιατρούς, ιατροφιλοσόφους, νομομαθείς, διερμηνείς, μεταφραστές, γραμματικούς των μεγάλων αρχόντων και της Αυλής, καθώς και πλήθος κρατικών υπαλλήλων.

ΦΑΝΑΡΙΩΤΕΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ
Επειδή το Πατριαρχείο συνιστούσε την ανώτατη αρχή του υπόδουλου Ελληνισμού πολλοί από τους πλουσιώτερους εμπόρους που εγκαταστάθηκαν στην Οθωμανική πρωτεύουσα επεδίωξαν να βρίσκονται αρχικά πλησιόχωρα σε αυτό και στη συνέχεια να το πλαισιώσουν και να το προσεταιρισθούν διά της κατάληψης υψηλών θέσεων μέσα στην έδρα του Πατριαρχείου. Η αμοιβαία εξάρτηση που δημιουργήθηκε σταδιακά οφειλόταν στην πολιτική δεξιότητα και στην οικονομική δύναμη των Φαναριωτών που επιζητούσε η Εκκλησία, μπορούσαν να διευθετήσουν μια σειρά ζητημάτων που αφορούσαν την Εκκλησία γενικά ή τα μέλη του Ανώτατου κλήρου, λόγω των στενών σχέσεών τους με ισχυρούς οθωμανικούς παράγοντες ή τον ίδιο τον Σουλτάνο [13] και στο πνευματικό κύρος του Πατριαρχείου που ήθελαν οι Φαναριώτες προκειμένου να αναδειχθούν σε κοσμικούς άρχοντες των υπόδουλων.
Η πρώτη αμφισβήτηση της κυριαρχίας των Φαναριωτών στην ελληνική κοινωνία εκδηλώνεται πρώτη φορά εντός του Πατριαρχικού θεσμού στα 1750. Συγκεκριμένα και με αφορμή την επιθυμία κάποιων καθολικών από τον Γαλατά να προσέλθουν στην ορθοδοξία ο Πατριάρχης Κύριλλος Ε΄ ζήτησε τον αναβαπτισμό τους, ενώ η πλειονότητα των συνοδικών δεν πρόκρινε αυτή τη λύση. Επειδή ο πατριάρχης δεν ήταν φαναριώτικη επιλογή και η πλειοψηφία των συνοδικών ήταν μέλη φαναριώτικων οικογενειών ή ήταν στενά συνδεδεμένοι με αυτούς, η μεταξύ τους διαφωνία έλαβε χαρακτήρα αντιφαναριωτικό. Το 1751 απομακρύνθηκε από τον θρόνο του, αλλά επανήλθε το 1752 επιβάλλοντας ρυθμίσεις που αποδυνάμωναν τον ρόλο της συνόδου: ζήτησε την απομάκρυνση όλων των συνοδικών από την Κωνσταντινούπολη και την μετάβασή τους στις επαρχίες.

Η ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΦΑΝΑΡΙΩΤΩΝ ΑΠΕΝΤΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Οι Φαναριώτες ήταν εσωτερικά διχασμένοι σχετικά με την επαναστατική προοπτική. Από τη μια μεριά επεδίωκαν έναν εκσυγχρονισμό εκ των έσω μέσω της φωτισμένης δεσποτείας, της διαδοχής στην εξουσία και τελικά της αναδημιουργίας μιας ανατολικής ελληνικής αυτοκρατορίας και από την άλλη τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου ελληνικού κράτους μέσα από την βίαιη αποσκίρτηση από την Οθωμανική εξουσία. Αυτός ο εσωτερικός διχασμός ήταν αποτέλεσμα της ανόδου τους στα ανώτερα κλιμάκια της οθωμανικής ιεραρχίας, και της μετεξέλιξής τους σε εταίρους και δυνάμει αντικαταστάτες των Οσμανλήδων, αλλά και της αυτοαντίληψής τους ως κληρονόμων της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Η άποψη πως οι Φαναριώτες ήθελαν μια δυαδική ελληνοτουρκική αυτοκρατορία στηρίζεται σε λογικές εικασίες και όχι σε στοιχεία της εποχής. Η άποψη για την ειρηνική τους διείσδυση, η κάποια όσμωση και το ό, τι θα υποκαθιστούσαν τους Τούρκους μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν τεκμηριώνεται.
Η ΘΕΣΗ ΤΩΝ ΦΑΝΑΡΙΩΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Όταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση οι Φαναριώτες διασπάστηκαν ακόμα πιο πολύ: οι πιο πολλοί αντιμετώπισαν τον εθνικισμό, τον φιλελευθερισμό και τον συνταγματισμό των αγωνιστών ως «διαστροφή των δυνάμεων της αλλαγής[…] που είχε γεννήσει ο ευρωπαϊκός Διαφωτισμός». Η αφοσίωση των περισσοτέρων στο Οθωμανικό καθεστώς δεν ήταν άσχετη με την συντηρητική και αυταρχική παράδοση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από την οποία εμφορούνταν. Επίσης άλλοι έμεινα αδιάφοροι ενώ οι ελάχιστοι που συμμετείχαν στην Ελληνική Επανάσταση έδρασαν πιο πολύ ως μεμονωμένα άτομα παρά ως εκπρόσωποι της τάξης τους. Οι πιο σημαντικοί Φαναριώτες που διαδραμάτισαν κάποιον ρόλο ήταν οι Μαυροκορδάτος, Νέγρης, Καντακουζηνός, Καρατζάς και Δημήτριος Υψηλάντης. Αν ο Μαυροκορδάτος ήταν εκσυγχρονιστής παρά εκπρόσωπος της Φαναριώτικης τάξης τελικά κατόρθωσε να παραμείνει ενεργός σε όλη τη διάρκεια του αγώνα. Ο Νέγρης αναδείχθηκε στην αρχή αλλά πέθανε φτωχός και άσημος, ενώ οι Καντακουζηνός Καρατζάς είχαν μικρό ρόλο και έφυγαν εκτός Ελλάδας. Τέλος ο Υψηλάντης εξουδετερώθηκε αφότου ήλθε στην Ελλάδα. Ο περιορισμένος ρόλος τους στα πολιτικά πράγματα της Επανάστασης πρέπει να αποδοθεί στο πλήγμα που είχαν δεχθεί μετά την ήττα της εξέγερσης στις Ηγεμονίες. Οι Φαναριώτες έχασαν την εμπιστοσύνη της Πύλης και εφεξής δεν διορίζονται Ηγεμόνες ούτε Δραγουμάνοι. Μόνο οι πρίγκιπες Καλλιμάχης, Καρατζάς και Βογορίδης επέστρεψαν στην Κωνσταντινούπολη όπου κατάφεραν να αποκτήσουν θέσεις επιρροής.

ΟΙ ΦΑΝΑΡΙΩΤΕΣ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΤΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΣ
Οι Φαναριώτες έρχονται στο νεοσύστατο Ελληνικό κράτος έχοντας απολέσει τίτλους αξιώματα και δύναμη προ-ερχόμενα από την οθωμανική διοίκηση. Φέρουν όμως μαζί τους πλούτο και πνευματική καλλιέργεια τα οποία τους εξασφαλίζουν θέση υπεροχής μέσα σε αυτό. Οι Φαναριώτες εμφανίζονται ως μια σημαντική δύναμη στην ελληνική πολιτική ζωή τόσο στην καποδιστριακή περίοδο όσο και στην οθωνική περίοδο. Οι Φαναριώτες ανταγωνίζονται τους Επτανήσιους στην προσπάθεια διείσδυσής τους στα καίρια πόστα της κρατικής μηχανής από τα πρώτα βήματα δημιουργίας του Ελληνικού κράτους. Έτσι η γραφειοκρατική συγκεντροποίηση και η μεταβολή της Αθήνας σε κύριο πόλο έλξης ,ο μεγαλοϊδεατισμός και η στροφή του ενδιαφέροντος προς την Κωνσταντινούπολη-Βυζάντιο, είναι από εκείνους τους παράγοντες «που ανεβάζουν τις μετοχές των Φαναριωτών» Αλλά και ένα με-γάλο μέρος της Ελληνικής διανόησης αποτελείται από Φαναριώτες, «έτσι που σχημάτιζε κανείς την εντύπωση ότι η Κωνσταντινούπολη είχε μεταφερθεί στην Αθήνα».

ΠΗΓΕΣ
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%A6%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%81%CE%B9%CF%8E%CF%84%CE%B5%CF%82
https://geonews.gr/%CE%B2%CF%85%CE%B6%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BD%CE%BF%CE%AF-%CF%86%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%81%CE%B9%CF%8E%CF%84%CE%B5%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%B7-%CF%80%CF%81%CE%B1%CE%B3%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B9/
http://www.ime.gr/chronos/11/tgr/gr/frameset.html?222

Κατηγορίες: Μαθητές/τριες. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.