Η Ρούγα

Η Ρούγα αναφερόταν στα παλιά χρόνια (1950) ως η κύρια – μπροστινή αυλή του σπιτιού. Ήταν ο χώρος που μεσολαβούσε ανάμεσα στο σπίτι και το δρόμο. Αν και η λέξη προέρχεται από το λατινικό ruga που σημαίνει δρόμος, η έννοια της ήταν κάτι σαν “ο δρόμος ανάμεσα στα σπίτια” ή “χώρος ανάμεσα στα σπίτια και συνάμα χώρος συγκέντρωσης ανθρώπων της γειτονιάς”. Οι έννοιες αυλή, όρια και περίφραξη οικοπέδου δεν υφίσταντο. Ο υποτυπώδης διαχωρισμός των οικοπέδων μεταξύ τους ήταν ένα είδος φράχτη από ξερά βάτα, τοποθετημένα σε παλούκια και δεμένα μεταξύ τους με βούρλα, σχοινιά ή σύρμα.

Σε μια εποχή που το ραδιόφωνο ήταν αρκετά περιορισμένο έως ανύπαρκτο (ο πρώτος εθνικός ραδιοφωνικός σταθμός λειτούργησε στις 25 Μαρτίου 1938), η τηλεόραση ήταν παντελώς απούσα (η επίσημη έναρξη της ελληνικής τηλεόρασης Ε.Ι.Ρ. έγινε στις 23 Φεβρουαρίου 1966) και τα καφενεία ήταν προνόμιο των ανδρών (σε βουλευτικές εκλογές οι Ελληνίδες ψήφισαν για πρώτη φορά στις 19 Φεβρουαρίου 1956), οι γυναίκες έπρεπε να είχαν ένα σημείο συγκέντρωσης και επικοινωνίας μεταξύ τους.

Ο χώρος αυτός δεν ήταν άλλος από τη ρούγα, που κυρίως τα καλοκαίρια και συνήθως τα απογεύματα έσφυζε από ζωή. Επειδή ήταν ο χώρος συνάντησης έπρεπε να είναι και πεντακάθαρος. Έτσι η κόρη ή η νύφη του σπιτιού αναλάμβανε το καθαρισμό της με το φουκάλι, ένα είδος χειροποίητης σκούπας. Η καθαρή ρούγα έδειχνε νοικοκυροσύνη, όπως λέει η παροιμία “η καθαριότητα είναι η μισή αρχοντιά”. Αν ο καθαρισμός ήταν πλημμελής ή δεν γινόταν καθόλου, τα παράπονα και οι παρατηρήσεις από τη μάνα ή την πεθερά έπεφταν βροχή “αχ ακαμάτα, άφησες τη ρούγα ασκούπιστη”, ο δε σχολιασμός του κόσμου ήταν αρνητικότατος και έντονος. Το να καθαρίσεις τη ρούγα πάντως δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Ο χώρος ήταν γυμνός, λίγες ρούγες είχαν πεζούλι, ελάχιστες είχαν σοφράδες (είδος χτιστού χαμηλού τραπεζιού), οι περισσότερες είχαν μόνο χώμα, δεν υπήρχαν λουλούδια ή παρτέρια (έλλειψη νερού). Επιπροσθέτως, το πέρασμα των ζώων από τον χώρο για το στάβλισμά τους, άφηνε πλήθος κοπράνων στη ρούγα.

Οι γυναίκες της γειτονιάς μαζεύονταν και κουβέντιαζαν (έκαναν μουαμπέτι, Muhabbet, από τα αραβικά, μέσω τουρκικών, η κουβεντούλα, η συζήτηση). Στη ρούγα όμως δεν έβλεπες μόνο γυναικοπαρέες. Συνηθίζονταν και άντρες της γειτονιάς να συμμετέχουν στις συζητήσεις, καθώς και παππούδες και γιαγιάδες που έλεγαν παραμύθια και ιστορίες στα μικρά παιδιά. Όταν νύχτωνε για τα καλά και η κουβέντα δεν είχε ολοκληρωθεί, συνεχιζόταν μέσα στο σπίτι, πολλές φορές μέχρι αργά τη νύχτα. Η σύναξη αυτή ονομάζονταν νυχτέρι και γινόταν κάθε φορά και σε διαφορετικό σπίτι. Συνδύαζαν όμως τα νυχτέρια με δουλειές, όπως το ξεσπόριασμα (καθάρισμα) καλαμποκιού, πλέξιμο, ξύσιμο πρόβιου μαλλιού, γνέσιμο (δημιουργία μάλλινου νήματος) και άλλα.

Στη ρούγα χτυπούσε η καρδιά της γειτονιάς. Εκεί έπαιζαν τα παιδιά, εκεί συζητούσαν οι γείτονες όλα τα θέματα, αντάλλασσαν απόψεις και προϊόντα, στη ρούγα επίλυαν ειρηνικά τις διαφορές τους. Παροιμίες για τη ρούγα :

Αν δε τα έλεγες κουμπάρα, δεν θα τα έλεγα στη ρούγα.

Κάθε μαχαλάς και τάξη, κάθε ρούγα και ζακόνι. (ζακόνι = συνήθεια)

Άσχημη στην κούνια, όμορφη στη ρούγα.

Κατηγορία: Χωρίς κατηγορία στο 4 Μαρτίου 2013 στις 9:55 μμ Σχόλια (2)


2 σχόλια       Αφήστε ένα σχόλιο

  1. στο 26 Ιανουαρίου 2016 στις 12:08 πμ Γουγουση Ρουλα Said:

    Είμαστε ιδιοκτήτες του συγκροτήματος “Ρουγα”(ξενοδοχείο) στον παλιό άγιο Αθανάσιο Κα”ιμακτσαλαν. Ψάξαμε πολύ να βρούμε το όνομα που θα ταίριαζε στο ξενοδοχείο μας. Θέλαμε να δηλώνει έναν φιλικό πεντακάθαρο χώρο συγκέντρωσης ανθρώπων. Η λέξη “Ρουγα” εμπεριέχει όλα αυτά που χαρακτηρίζουν το συγκρότημα. Πόσο μαγική είναι η Ελληνική γλώσσα!!!

    Απάντηση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση