Ο θρύλος του Δράκουλα ενέπνευσε μια σειρά από επιστημονικές μελέτες και έρευνες. Πολύ συζήτηση έγινε για την κατάσταση των ψυχιατρικών ιδρυμάτων της εποχής, την μετάγγιση αίματος, ένα case report που αφορούσε περίπτωση δοντιών που αποκαλέστηκε “Dracula Tooth”, ως σπάνια περίπτωση μικροδοντίας, την ασθένεια της πελάγρας που προκαλεί φωτοευαισθησία, ερύθημα και αυπνίες. Χρησιμοποιείται ο όρος “vampiric mothers” για κλινικά περιστατικά παιδιών που αναπτύσσουν ιδιότυπη εξουσιαστική σχέση με τη μητέρα τους ο όρος “κλινικός βαμπιρισμός” (στο πλαίσιο της σχιζοφρενικής διαταραχής), με εμμονές απέναντι σε συγκεκριμένα αντικείμενα.
Ο Θρύλος του Κόμη Δράκουλα έχει εμπνεύσει όχι μόνον τη λογοτεχνία του φανταστικού αλλά και τον ιατρικό κόσμο. Περνώντας από την κυριαρχία του μεταφυσικού του προϊστορικού ανθρώπου και το κυνήγι μαγισσών στο μεσαίωνα, ο επιστημονικός κόσμος συνεχίζει να γοητεύεται από την αναφορά των μύθων του παρελθόντος. Η σύγκρουση μεταφυσικού και επιστήμης προχωρά από τη σημειολογία της Μεγάλης Οθόνης, στην έρευνα και τη μελέτη ασθενειών με αναφορά στο Δράκουλα. Μετά από την ανασκόπηση, διαπιστώνεται ότι η δαιμονοποίηση είναι ένα πολύ ωραίο θέμα για την τέχνη αλλά και μια πολύ κακή μέθοδος για να αντιμετωπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα και η διαφορετικότητα.
Είναι συνηθισμένη πρακτική των ανθρώπων να αποδίδουν στο μεταφυσικό, ότι δε μπορούν να κατανοήσουν με τις παρούσες γνώσεις τους. Από τους κεραυνούς και τη φωτιά των προϊστορικών ανθρώπων, τους θεούς του Ολύμπου έως τις εσχατολογικές προφητείες για το θάνατο και την αναγέννηση που επιβιώνουν έως σήμερα. Το ίδιο συνηθισμένη πρακτική είναι η απόδοση θεϊκών ή σατανικών διαστάσεων στο διαφορετικό που δε μπορούν να αντιληφθούν. Στην Αρχαία Ελλάδα οι ερμαφρόδιτοι θεωρούταν παιδιά της Αφροδίτης και του Ερμή, ημίθεοι. Στο Μεσαίωνα όμως, το φονταμελιστικό κλίμα της εποχής με όρους του σήμερα, απέδιδε κυρίως στη διαφορετικότητα κάτι διαβολικό. Οι γυναίκες επιστήμονες καιγόταν στην πυρά ως μάγισσες, ενώ το κλίμα τρομοκρατίας ευνοούσε τη γέννηση μύθων για τέρατα.
Με την απελευθέρωση από τα δεσμά του σκοταδισμού, το κύμα λογοτεχνίας που εμφανίσθηκε συνδύαζε το ρομαντισμό με την τραγικότητα του μεταφυσικού και της αιώνιας καταδίκης. Μύθοι μετατράπηκαν σε λογοτεχνικά αριστουργήματα: το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι, ο Φρανκενστάιν και ο Δράκουλας. Ο Bram Stoker συνδύασε μύθους που αφορούσαν έναν νεαρό βοεβόδα (πρίγκηπα) της Ρουμανίας και συγγράμματα που έχουν ως αφετηρία τον Λόρδο Βύρωνα, σε ένα λογοτεχνικό αριστούργημα τρόμου και φαντασίας (Weiss, 2012).Οι ιστορίες για την αγριότητα του Vlad Tepes (παλουκοτής) αποδόθηκαν στο γεγονός ότι ήταν βρικόλακας, ένα πλάσμα που εξασφάλιζε την αιώνια ζωή πίνοντας αίμα ανθρώπων.
Ορόσημο στην καλλιτεχνική ιστορία του Δράκουλα είναι η ταινία του 1992 Dracula του Francis Ford Copola. Ο Anthony Hopkins ως Professor Van Helsing είναι καθηγητής ιατρικής που προσπαθεί να μελετήσει την ύπαρξη του μεταφυσικού με επιστημονικούς όρους. Η εμφάνιση του συνοδεύεται με διάλεξη για τη σύφιλη, οι ενέργειες του για πρώιμες μεταγγίσεις αίματος, η μελέτη του στο θρύλο των Καρπαθίων. Η όλη φιλοσοφία γύρω από το αίμα που χαρίζει ζωή (the blood is the life) επηρέασε τη σύγχρονη απεικόνιση του θρύλου σε έργα όπως το Blade, 30 days of night, Dracula: The path of the dragon στα οποία τα βαμπίρ συνδέονται με ασθένειες όπως η λευχαιμία και μπαίνουν κυριολεκτικά στο μικροσκόπιο (Eriksson and Hänni, 2012). Μάλιστα το μότο the blood is the life ενέπνευσε και τη δημιουργία σύγχρονων τεράτων όπως ο Μέγκελε (ταινία ο Γερμανός Γιατρός)
Η συνύπαρξη μεταφυσικού και επιστήμης μέσα στο μύθο
Ανάλογες περιπτώσεις υπάρχουν άφθονες στο πέρασμα του χρόνου: Βαυαροί πρίγκηπες που αναφερόταν ως λυκάνθρωποι (πιθανότατα νόσος σκληρόδερμα με σημερινούς όρους), Ιωάννα της Λωρένης, Bloody Mary. Το ενδιαφέρον με την υπόθεση του Δράκουλα είναι ότι μετά το μυθιστόρημα του Bram Stoker, επηρέασε το σύνολο των τεχνών με τη μεταφορά της ιστορίας στον κινηματόγραφο, τα κόμικς, την τηλεόραση, με τη θεματολογία να αποτελεί αντικείμενο έμπνευσης έως σήμερα. Ειδικά στη μεγάλη οθόνη εμφανίστηκε όπως αναφέρθηκε ένα συγκεκριμένο αντίπαλο δέος στον Δράκουλα: ο Abraham Van Helsing. Η επιλογή του ως γιατρού σημειολογικά υποδηλώνει τη σύγκρουση του παλιού κόσμου του μεταφυσικού με το σύγχρονο κόσμο της επιστήμης. Μέσα από την αποστολή του ενάντια στο Δράκουλα παρατηρούνται οι πεποιθήσεις, οι αντιφάσεις και οι αναζητήσεις των επιστημόνων της εποχής.
Η ιατρική αναπτύσσεται ραγδαία και προσπαθεί δειλά δειλά να ερμηνεύσει τη συμπεριφορά του ανθρώπινου σώματος, βασιζόμενη σε στοιχειώδη έρευνα και δοκιμές στα πρώτα θεραπευτικά, διαγνωστικά και επεμβατικά σχήματα. Δεν υπάρχει ακόμα η κατάτμηση των ειδικοτήτων του σήμερα, παρά μόνο σε πρωτόλειο βαθμό (Nabais, 2013). Ο ίδιος ο Bram Stoker έζησε ανάμεσα σε ένα περιβάλλον με έντονο το ιατρικό στοιχείο: τα τρία αδέρφια του υπήρξαν γιατροί. Ο μεγαλύτερος από αυτούς μάλιστα, ο Sir William Thornley Stoker, ήταν από τους πρωτοπόρους Ιρλανδούς γιατρούς, από τους πρώτους που προέβησαν σε εγχείρηση εγκεφάλου. Από τις σημειώσεις του Bram Stoker για τη συγγραφή του Δράκουλα, προκύπτει ότι είχε συμβουλευτεί τον αδερφό του για τις λεπτομέρειες του έργου (Stiles, 2013).
Η γενικότερη στάση των βρικολάκων στο διήγημα αντανακλά τις αντιλήψεις για τα αντανακλαστικά του ανθρώπινου σώματος. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, ο Stoker προερχόταν από οικογενειακό περιβάλλον γιατρών, οι φυσιολόγοι του οποίου τον επηρέασαν στους αυτοματισμούς του πρωταγωνιστή. Σε ένα βαθμό η συμπεριφορά των βρικολάκων αντανακλούσε σε ένα βαθμό τους φόβους της επιστημονικής κοινότητας της περιόδου στο ότι ο άνθρωπος ενδέχεται να είναι μια απλή αυτοματισμένη μηχανή χωρίς πνεύμα και ψυχή (Stiles, 2006). Μέσα από το μυθιστόρημα παρατηρείται η κατάσταση των ψυχιατρικών ιδρυμάτων της εποχής: οι έγκλειστοι αντιμετωπίζονται οριακά ως άνθρωποι, περισσότερο ως πειραματόζωα, ενώ με το κάθε παράπτωμα αλυσοδένονται σε τοίχους και δέχονται χτυπήματα από τους φύλακες. Οι καταστάσεις που αντιμετωπίζονται είναι ιδιαίτερα οριακές, χωρίς να υπάρχει ιδιαίτερη γνώση για την αντιμετώπισή τους (Subotsky, 2009).
Εκτός από την περίπτωση του ψυχιατρικού ασύλου, στο μυθιστόρημα γίνεται εκτενής αναφορά στο φαινόμενο της υπνοβασίας, η πρώτη δημόσια συζήτηση γύρω από το θέμα (Altschuler, 2003).Άλλη μια πρωτιά του διηγήματος είναι η πρώτη δημόσια αναφορά μετάγγισης αίματος από άνθρωπο σε άνθρωπο. Η χρονική περίοδος δημοσίευσης του βιβλίου είναι τέσσερα χρόνια πριν την εμφάνιση της τυποποίησης ομάδων αίματος με το σύστημα ΑΒΟ, οπότε η μετάγγιση στην οποία γίνεται αναφορά στο διήγημα είναι αρκετά επικίνδυνη, όπως και οι περισσότερες μεταγγίσεις της περιόδου. Μάλιστα οι πιθανότητες η ασθενής να μην εκδηλώσει συμπτώματα είναι 33%, και πιο πιθανή ομάδα αίματός της η Α (O’Connor et al., 2016).
Επιστημονικές έρευνες συνδεδεμένες με το μύθο
Εκτός όμως από τα παραπάνω, ο θρύλος του Δράκουλα ενέπνευσε μια σειρά από επιστημονικές μελέτες και έρευνες. Στον οδιαντιατρικό τομέα παρουσιάστηκε case report που αφορούσε περίπτωση δοντιών που αποκαλέστηκε “Dracula Tooth”, ως σπάνια περίπτωση μικροδοντίας (Devasya and Sarpangala, 2016). Η περίπτωση αφορούσε εντεκάχρονο αγόρι και το όνομα Dracula Tooth προέκυψε από τα πειράγματα των συμμαθητών του (κάτι που ως φυσικό ενοχλούσε το παιδί). Δεν υπήρχε κάποιο ιδιαίτερο στοιχείο στο ιστορικό του, ενώ παρόμοια ασθένεια είχε εμφανίσει ένας μακρινός θείος του.
Ίσως η προαναφερθείσα περίπτωση είναι η πιο κοντινή μορφολογικά στο Δράκουλα. Αλλά δεν είναι η μόνη που έχει συσχετιστεί. Δεύτερη μελέτη συνέδεσε τη μυθολογία γύρω από τον Κόμη και τους βρικόλακες με την ασθένεια της πελάγρας (Barsell and Norton, 2015). Η πελάγρα αφορά αβιταμίνωση, κυρίως έλλειψη νιασίνης, που προκαλεί φωτοευαισθησία, ερύθημα και αυπνίες, κατάσταση που σύμφωνα με την έρευνα συνέβαλλε στο μύθο των βρικολάκων. Μια άλλη μελέτη μάλιστα ερευνά το γεγονός ο Δράκουλας να ήταν ένας απλός ασθενής που έπασχε από πελάγρα και αλλοτριοφαγία (pica) (Nordlander, 1998). Από μια άλλη οπτική ο θρύλος των βρικολάκων συνδέεται με επιδημία λύσσας καθώς μια σειρά άρθρων συσχέτιζε τη συμπεριφορά των πρωταγωνιστών της τέχνης με τα συμπτώματα ασθενών που εμφανίζουν την ασθένεια (Heick, 1992). Η ανάγκη του Δράκουλα για αίμα, ερμηνεύεται με σύγχρονους όρους πάνω στη μικρή περίοδο ζωής των ερυθρών, σε συνδυασμό με την αδυναμία μεταμόσχευσης αιμοποιητικών κυττάρων (Konttinen and van Osch, 2008).
Ενδιαφέρον προκαλεί και η ψυχαναλυτική ερμηνεία των χαρακτήρων. Η ανάλυση μάλιστα της συμπεριφοράς των θηλυκών βρικολάκων, και ιδιαίτερα του πως εισάγονται στη μεταμόρφωση τους από τον αρσενικό Κόμη εμπεριέχει σύμφωνα με μελέτη στοιχεία του Οιδιπόδειου Συμπλέγματος και καταπιεσμένης σεξουαλικότητας. Μάλιστα στην ίδια μελέτη αναφέρεται πως το στοιχείο της στοματικής ανάγκης είναι έντονα κυρίαρχο και υποδηλώνει μια στάση παθητικότητας και ανημποριάς, κατάσταση που λύνεται μέσω ενός ιδιότυπου αποικισμού, σώματος και ψυχής, από το δάγκωμα. Το αποτέλεσμα του αποικισμοί αυτού είναι 《τερατώδη》 παιδιά τα οποία χειραγωγούνται πλήρως από τις βρικόλακες μητέρες τους. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί τον όρο “vampiric mothers” για κλινικά περιστατικά παιδιών που αναπτύσσουν ιδιότυπη εξουσιαστική σχέση με τη μητέρα τους (Almond, 2007).
Οι ταινίες τρόμου ιδιαίτερα των δεκαετιών 60-90, επικέντρωναν ιδιαίτερα στο κομμάτι της αμαρτίας/ τιμωρίας. Συνήθως τα θύματα είναι γυναίκες, των οποίων η σεξουαλικότητα δε συμβαδίζει με το συντηρητισμό της εποχής. Επιπλέον αποφεύγεται η αναπαραγωγή μέσω της γονιμοποίησης και επιτυγχάνεται μέσω της δημιουργίας αντιγράφων που εγχαράζονται στα θύματα (Colatrella, 1996).
Στο ίδιο πλαίσιο ο υποτακτικός του Δράκουλα Renfield, έδωσε το όνομα του σε μια ψυχιατρική ασθένεια στην οποία ο ασθενής διακατέχεται από εμμονή για πόση αίματος (Olry and Haines, 2011). Αν και ο λογοτεχνικός ήρωας Renfield χαρακτηριζόταν από την εμμονή για τη βρώση εντόμων (μέσα από την οποία θεωρούσε ότι έκλεβε τη ζωή τους), ο όρος στην ψυχιατρική επικράτησε ως συνώνυμο του κλινικού βαμπιρισμού (clinical vampirism) μέσα στα πλαίσια ειρωνείας απέναντι στην πολϋονοματολογία που χαρακτήρισε τις ταξινομήσεις στην ψυχιατρική και την ψυχολογία τις αρχές της δεκαετίας του 80 (Ramsland, 2013).
Το μυθιστόρημα αποτελεί επίσης μια συστηματική απεικόνιση ασθενών που χαρακτηρίζονται ως οριακοί (στο πλαίσιο της σχιζοφρενικής διαταραχής), με εμμονές απέναντι σε συγκεκριμένα αντικείμενα (Raines et al., 1994). Στο ίδιο πλαίσιο κινήθηκε και έρευνα που εξετάζει τον εξορκισμό και τη λατρεία των βρικολάκων από την οπτική της ψυχολογίας: οι ασθενείς αποκτούν εμμονή με ένα αντικείμενο, σε βαθμό που αυτό επικαθορίζει όλες τις πτυχές της προσωπικότητας και του τρόπου ζωή τους, εντός του οποίου πείθουν τον εαυτό τους ότι διακατέχονται από κάποια δύναμη ή πνεύμα. Κατά συνέπεια μέσω της αυτεπιβολής, αντιδρούν σε αντίστοιχες τελετές όπως ο εξορκισμός (Henderson, 1976).
Από την άλλη πλευρά, έρευνα τονίζει πως παρά τις ομοιότητες των τεράτων με ασθένειες όπως η μυασθένεια Gravis, η πορφύρα και άλλες, η εκ των υστέρων προσπάθεια για διάγνωση και ταυτοποίηση τους, κυρίως μέσα από λογοτεχνικές πηγές, ενέχει κινδύνους για σφάλματα και ανακρίβειες (Pascuzzi, 1998). Όλος παραδόξως βέβαια, άρθρο επισημαίνει ότι σε πειράματα σε ποντίκια, η μετάγγιση αίματος νεαρών ποντικιών έδειχνε να αναζωογονεί τον οργανισμό, σε αντίθεση με τη μετάγγιση αίματος από γυρεώτερα. Πιθανή εξήγηση που δόθηκε ήταν η ύπαρξη ενός συγκεκριμένου αυξητικού παράγοντα στο αίμα των νεότερων ποντικιών (GDF-11). Στο σημείο αυτό το άρθρο διερωτάται : μήπως ο Δράκουλας είχε τελικά δίκιο (Asensio-Sánchez, 2014);
Συμπεράσματα
Το αν είχε δίκιο είναι και αυτό θέμα οπτικής. Για τους εύπορους Βικτοριανούς άντρες της εποχής προκύπτει μια διάχυτη εμπιστοσύνη στην επιστήμη, σε αντίθεση με τη συγγραφέα του Φρανκενστάιν, Mary Sheilly, η οποία αντιμετώπιζε τον νέο πατριαρχικό κόσμο της βιομηχανικής επανάστασης με δυσπιστία (de La Rocque, 2001). Όντως η οπτική της εξέλιξης είναι τόσο θέμα φύλλου όπως προαναφέρθηκε όσο και κοινωνικής θέσης.
Και στις δύο περιπτώσεις όμως, παρατηρείται ως κοινή συνισταμένη η ανάγκη της αποτίναξης ων δεσμών του σκοταδισμού. Η ιστορία είναι γεμάτη από φαινόμενα στα οποία το διαφορετικό, η ιδιαιτερότητα βαφτιζόταν τερατώδες και διαβολικό. Σε αυτό το σημείο η πεποίθηση του Bram Stoker για έναν κόσμο της επιστήμης απαλλαγμένο από μισαλλοδοξία, δεν έγινε πραγματικότητα καθώς δεν υπολόγισε την πιθανότητα αντικατάστασης των παλιών δεσμών με νέα.
Πηγή: Παναγιώτη Χριστοδούλου, στο nostimonimar.gr
Πρόσφατα σχόλια