(κείμενο: Μαρία Ροδιά)
Στο πλαίσιο του 22ου φεστιβάλ γαλλόφωνου κινηματογράφου Ελλάδος, το Σάββατο 2 Απριλίου ο όμιλος κινηματογράφου επισκέφτηκε το Γαλλικό Ινστιτούτο για να παρακολουθήσει το κλειστό workshop με τον Γάλλο κριτικό κινηματογράφου και τέως διευθυντή της Εβδομάδας της Κριτικής των Καννών, Charles Tesson, με θέμα την «πρωτοβουλία» στην κριτική του κινηματογράφου. Ο Charles Tesson μίλησε αρχικά για την ιστορία της κριτικής ταινιών και τον αγώνα εγκαθίδρυσης και ανεξαρτητοποίησής της στην ανταγωνιστική βιομηχανία του κινηματογράφου. Όρισε την κριτική ως την εύρεση λέξεων για την περιγραφή της εμπειρίας των αισθήσεων και τόνισε τον ρόλο του καλού κριτικού ως καθοδηγητή. Ακόμη, ανέφερε τα χαρακτηριστικά του ιδανικού κριτικού ως γενναιόδωρο, περίεργο, αλτρουιστή και έχων τη δυνατότητα να κατανοεί τις αποχρώσεις μιας ταινίας και να την αξιολογεί, χωρίς να την αναλύει απαραίτητα, εμπιστευόμενος και κατανοώντας τις συγκινήσεις του.
Ωστόσο, σημειώνει ότι τα μεγαλύτερα ελαττώματα του χώρου είναι η ανία, οι υπερβολικές απαιτήσεις, η περιφρόνηση του λαϊκού κινηματογράφου, καθώς και η χρήση των υπερθετικών (π.χ. «Η καλύτερη ταινία όλων των εποχών»), και όπως ανέφερε «Δεν πρέπει να κάνεις θόρυβο για να ακουστείς».
Στη συνέχεια, ανέλυσε την αναπαραγωγή βίας στο σινεμά. Πιο συγκεκριμένα, επεσήμανε τη σημασία του τρόπου με τον οποίο κινηματογραφούνται οι σκηνές βίας, την τάση της «ωμότητας» στις σύγχρονες ταινίες και ως αποτέλεσμα την ανάγκη του θεατή να κρατήσει μια απόσταση. Τονίζει ότι τίποτα δεν είναι αθώο θέτοντας το ρητορικό ερώτημα «Είναι όλα διασκέδαση;».
Έπειτα, έκανε λόγο για τη βιομηχανοποιημένη τροπή της 7ης τέχνης. Αναφέρει ότι «οι ταινίες δεν γεννιούνται ίσες, υπάρχουν οικονομικές ανισότητες» λόγω του μάρκετινγκ και της προβολής συγκεκριμένων ταινιών και εξηγεί ότι σκοπός του κάθε κριτικού είναι να καταρρίψει αυτές τις ανισότητες και να επικεντρωθεί στην τέχνη. Παρατηρεί ότι στη σύγχρονη εποχή ο θεατής είναι κορεσμένος από εικόνες και χωρίς τη συμβολή του κριτικού θα λάμβαναν όλοι τα ίδια ερεθίσματα, τα οποία προωθούνται από τον χώρο. Λόγω αυτής της καθοδήγησης, η βιομηχανία προσπαθεί να υπονομεύσει την κριτική, χωρίς επιτυχία μέχρι τώρα.
Τέλος, μοιράστηκε την προσωπική του πορεία ως κριτικό κινηματογράφου και την επιλογή του επαγγέλματος, καθώς, όπως αναφέρει, δεν ήθελε να μείνει μόνος του με την αγάπη για το σινεμά. Η αγάπη του για την 7η τέχνη είναι φανερή καθ’ όλη τη διάρκεια της συνάντησής μας με αυτόν, αφού αναφέρεται στον κινηματογράφο ως «πυροτέχνημα» και τον «σκοπό της ζωής του». Ήταν μεγάλη μας τιμή που είχαμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε την εισήγηση ενός τόσο αξιόλογου ανθρώπου του κινηματογράφου. Άλλωστε, όπως αναφέρει και ο ίδιος, «Οι ταινίες είναι σαν το τένις. Ο θεατής δεν ξέρει ποτέ τι έπεται, όμως καλείται να αντιδράσει.»