Κοινωνικοπολιτισμική θεωρία μάθησης του Vygotsky
Σύμφωνα με την Κοινωνικοπολιτισμική θεωρία μάθησης του Vygotsky, μια μαθησιακή δραστηριότητα δεν μπορεί να απομονωθεί από το κοινωνικό, ιστορικό και πολιτισμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο διαδραματίζεται. Οι γνωστικές διεργασίες μαθητών δεν είναι ανεξάρτητες, δεν είναι αυτόνομες διαδικασίες, αλλά στοιχεία μιας δυναμικής συνιστώσας του νου, ο οποίος λειτουργεί και αναπτύσσεται μέσα σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικοπολιτισμικό περιβάλλον ιστορικά προσδιορισμένο.
Ο Vygotsky αποτελεί εκπρόσωπο της Σοβιετικής Σχολής Ψυχολογίας. Η σχολή εστιάζει το ενδιαφέρον της στην επικοινωνιακή και πολιτισμική διάσταση της μάθησης. Στο πλαίσιο αυτό, η μάθηση είναι διαδικασία κοινωνικής αλληλεπίδρασης, στην οποία κυρίαρχο ρόλο παίζει η γλώσσα. Ο μαθητής κατά τη διαδικασία μάθησης δεν είναι παθητικός δέκτης, αλλά ένα υποκείμενο που με τις πράξεις του διαμορφώνει τη γνωστική του πραγματικότητα.
Βασική αρχή της θεωρίας μάθησης είναι η «ζώνη της επικείμενης ανάπτυξης» (zone of proximal development) που αποτελεί την ανεξερεύνητη περιοχή του εσωτερικού δυναμικού του μαθητή, ο οποίος βρίσκεται σε μία εν δυνάμει λανθάνουσα κατάσταση εξέλιξης. Εδώ φαίνεται η σημασία της διαμεσολάβησης του ενηλίκου και ο ρόλος του κοινωνικού περιβάλλοντος στην γνωστική ανάπτυξη του μαθητή.