Μια φορά κι έναν καιρό… ήταν ένα κουβαράκι

  
Τ’ αργαλειού το στημονάκι “υφαίνει” νήματα, κλωστές, κουδουνάκια, φορεσιές, παραμύθια και γιορτές. Άσπρα, κόκκινα, κίτρινα, μπλε …κουβαράκια στην Αράχωβα ξετυλίγουνε το χθες …
Θύμησες παλιές, με χρώμα από ριζάρι … στα δρομάκια του χωριού, πλέκουνε της μνήμης το υφάδι… Και σεργιανά το μάτι σου σε πέτρινα σπιτάκια, σε βρύσες που τρέχει τ’ αμίλητο νερό και στολισμένα ξωκκλησάκια.
  Οι γιαγιάδες κρατούν το βελόνι στο χεράκι κι οι ηλιοχιόνιστες νεράιδες  κεντούν το μαντιλάκι.”Τίλι, τίλι, τιλιλάκια χρυσοκλωστές και κουβαράκια στης κορούλας μου τ’αυτάκια” λέει ,νανουρίζοντας η μαμά στο μικρό της το καλό και στον Άγιο κάνει τάμα και σταυρό. Στην εκκλησιά επάνω,οι γέροντες πρώτοι σέρνουν το χορό. Κι ο δράκος τους ζηλεύει και κλέβει το νερό…”Πανηγυράκι γίνεται ψηλά στον Άϊ Γιώργη”, τραγουδά χαρούμενα η πίπιζα μαζί με το νταούλι. Είναι κι ο Καραϊσκάκης εκεί που έφαγε και ήπιε κι ακόμα στάζουν τα μουστάκια του κρασί!
  “Κάθισε” κι εσύ στο μικρό αργαλειό και πιάσε το νήμα με τα χεράκια σου τα δυo … κι άρχισε σιγά σιγά να υφαίνεις, να ονειρεύεσαι και να μαθαίνεις πως το παραμύθι της Αράχωβας είναι πολύ μεγάλο… και τελειωμό δεν έχει…Όταν στα σπίτια κατοικούσε ο αργαλειός, μια μικρή υφάντρα έλεγε: ”Μια φορά κι έναν καιρό … ήταν ένα κουβαράκι”.   Και το κουβάρι μίλαγε κι έλεγε βιαστικό: ”Θέλω να γίνω δράκος με μακριά ουρά ” κι άλλες φορές πάλι” Κορίτσι λυγερό με μακριά μαλλιά ”.Και “τάκου τάκου ο αργαλειός της...”ακουγότανε να υφαίνει τις νύχτες με τ’ αστρουλάκια … Απάνω στο σπιτάκι της… “ο ύπνος γινόταν σύννεφο και τ’ όνειρο της πάχνη”.
 Αρχή του Παραμυθιού και του μικρού αργαλειού καλώς  ήρθατε
 Τα κείμενα “υφαίνει” η Μαριάννα Χονδρού, νηπιαγωγός
Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση