Με αφορμή τις προαγωγικές-απολυτήριες εξετάσεις που αφορούν τους μαθητές που εξετάζονται προφορικά και αποδελτιώνοντας τις σχετικές οδηγίες που αποστέλλονται κατά καιρούς, είναι χρήσιμο να υπενθυμίσουμε και να επισημάνουμε τα παρακάτω :
¬ Οι μαθητές αυτοί εξετάζονται στα ίδια θέματα, με το ίδιο πρόγραμμα και την ίδια διάρκεια εξέτασης με αυτούς που εξετάζονται γραπτά.
¬Οι μαθητές προσέρχονται κανονικά στην τάξη με τους άλλους μαθητές και τους παρέχεται ικανός χρόνος ανάλογα και με το εξεταζόμενο μάθημα, προκειμένου να μελετήσουν, να κατανοήσουν τα θέματα και να κρατήσουν, εφόσον το επιθυμούν, σημειώσεις στην κόλλα τους για να τις χρησιμοποιήσουν όταν θα προσέλθουν για προφορική εξέταση.
¬Για τη διάρκεια εξέτασης των εξεταζομένων προφορικά, μπορεί να δοθεί παράταση του χρόνου εξέτασης, η οποία σαφώς δεν μπορεί να είναι απεριόριστη.
¬Κατά τις ολιγόλεπτες, ωριαίες δοκιμασίες των τετραμήνων και τις προαγωγικές και απολυτήριες εξετάσεις κάθε τύπου Γυμνασίου οι μαθητές εξετάζονται προφορικά από τον οικείο καθηγητή.
¬Αντίθετα στο Λύκειο, στα ΕΠΑΛ καθώς και ΕΝ.Ε.Ε.ΓΥ-Λ εξετάζονται στις προαγωγικές και απολυτήριες εξετάσεις ενώπιον τριμελούς επιτροπής.
*Σε κάθε περίπτωση κρίνεται σκόπιμο να καταθέσει ο γονέας/κηδεμόνας αίτηση στην οποία να δηλώνει την επιθυμία για προφορική εξέταση εκτός αν δηλώνεται ρητά στην διάγνωση.
¬Στα σχολεία όπου λειτουργούν Τμήματα Ένταξης, συνιστάται η συνεργασία του εκπαιδευτικού ειδικής αγωγής της αντίστοιχης ειδικότητας με την ομάδα των εκπαιδευτικών που συντάσσουν τα θέματα για τις εξετάσεις.
¬Πριν από την προφορική εξέταση είναι αναγκαίο ο εξεταστής να
μελετήσει λεπτομερώς τη γνωμάτευση που έχει εκδοθεί για το συγκεκριμένο μαθητή. Η παραπάνω γνωμάτευση φυλάσσεται στον ατομικό του φάκελο και επιβάλλεται η τήρηση του απορρήτου των πληροφοριών που αναγράφονται σε αυτήν.
¬Kατά την προφορική εξέταση οι εξεταστές επιβάλλεται να επιδιώκουν τη διαμόρφωση κλίματος εμπιστοσύνης και ασφάλειας και να υποδεικνύουν στον εξεταζόμενο τυχόν λάθη που δεν οφείλονται σε έλλειψη της απαιτούμενης γνώσης αλλά είναι π.χ. δυσλεκτικά συμπτώματα. Για παράδειγμα όταν ο εξεταζόμενος λύνει μία άσκηση μαθηματικών ή φυσικής, ο εξεταστής μπορεί να υποδεικνύει τυχόν αναριθμητισμό, τον οποίο ο ίδιος ο εξεταζόμενος διορθώνει, ώστε να προλαμβάνεται η δημιουργία σύγχυσης, η οποία θα οδηγήσει σε λάθος αποτέλεσμα. Όταν ο εξεταζόμενος καλείται να απαντήσει σε θέματα όπως είναι η Γλώσσα κ.λπ., εφόσον ο εξεταστής διαπιστώνει ότι ο εξεταζόμενος αδυνατεί να αποδώσει το εξεταζόμενο αντικείμενο με συνεχή λόγο, μπορεί να τον εξετάσει με την υποβολή ερωτήσεων, οι οποίες θα τον διευκολύνουν στη διατύπωση των γνώσεων αλλά δεν θα πρέπει να είναι τέτοιας μορφής που θα υποδεικνύουν την απάντηση. Ενδείκνυται ο εκπαιδευτικός να έχει την κατάλληλη οπτική επαφή με τον εξεταζόμενο να μιλά καθαρά και σχετικά αργά να μην είναι επικριτικός οι αντιδράσεις του να εξαρτώνται, τόσο από τα λεγόμενά του εξεταζόμενου, όσο και από τις ενδείξεις που έχει από τη μη λεκτική συμπεριφορά του.
¬Κατά την εξέταση των μαθημάτων είναι απαραίτητο οι ερωτήσεις που
τίθενται να διαβάζονται αρχικά από το μαθητή και στη συνέχεια μεγαλόφωνα από τον εξεταστή, ώστε να δίνονται οι απαραίτητες εξηγήσεις και να γίνεται κατανοητό το περιεχόμενό τους.
Σε περίπτωση που ο μαθητής δεν έχει κατανοήσει την εκφώνηση του
θέματος, τότε αναδιατυπώνουμε την ερώτηση με απλούστερο τρόπο.
Απευθύνουμε διευκρινιστικές ερωτήσεις, εάν οι απαντήσεις του δόθηκαν
πολύ συνοπτικά. Επίσης προτρέπουμε να αναπτύξει περισσότερο μια απάντηση που δεν τη θεωρούμε ολοκληρωμένη, ενώ του δίνεται επιπλέον χρόνος, στην περίπτωση που θα ζητηθεί.
¬Στα θεωρητικά μαθήματα π.χ. Γλώσσα ενδέχεται ο
εξεταζόμενος να μην μπορεί ή να δυσκολεύεται να αποδώσει σε συνεχή λόγο ένα γνωστικό αντικείμενο, οπότε κρίνεται σκόπιμο να απαντά σε ερωτήσεις που θα του τίθενται. Οπωσδήποτε τους διευκολύνουν οι ερωτήσεις με συγκεκριμένες ερωτηματικές λέξεις, όπως: ποιος, πότε, πού, πώς, γιατί. Η αξιολόγηση να επικεντρώνεται στην κατανόηση των βασικών εννοιών του θέματος και στην επιστράτευση της κριτικής τους ικανότητας.
¬Στην εξέταση στα πρακτικά μαθήματα π.χ. Μαθηματικά και Φυσική που έχουν ασκήσεις, οι καθηγητές λαμβάνουν υπόψη το συλλογισμό και τον τρόπο που ακολούθησε ο μαθητής για την επίλυση της άσκησης ή την απόδειξη μίας θεωρίας. Τους βοηθά να παρουσιάζουν από το πρόχειρό τους αυτά που έχουν γράψει ή σχεδιάσει παρά να τα υπαγορεύουν στον πίνακα και να διακόπτεται η ροή της σκέψης τους. Είναι πιθανό ο μαθητής να μη χρησιμοποιεί σωστά τα πρόσημα ή να κάνει λάθη στις πράξεις. Τότε ο καθηγητής χρειάζεται να παρεμβαίνει, να επισημαίνει το λάθος και να τον ενθαρρύνει να προχωρήσει. Οι εξεταστές θα πρέπει να έχουν υπόψη τους πως ο μαθητής με δυσλεξία, παρουσιάζει αισθητή αδυναμία στην απομνημόνευση τύπων και ορισμών.
¬Αρκετές φορές οι εξεταζόμενοι κατά την πρώτη τους προφορική
εξέταση έχουν άγχος, επειδή δε γνωρίζουν τι πρόκειται να επακολουθήσει κατά τη διάρκεια της εξεταστικής διαδικασίας. Ιδιαίτερα στο Λύκειο, ένας επιπλέον λόγος που πιθανότατα αυξάνει το άγχος τους, είναι η επαφή τους με μη οικεία πρόσωπα της επιτροπής που τους εξετάζει.
Οι εξεταζόμενοι μπορεί να εκφράσουν το άγχος τους άμεσα, δηλαδή με
λεκτικό τρόπο, ή έμμεσα, δείχνοντας ανήσυχοι, ιδρώνοντας, μπερδεύοντας τα λόγια τους κ.λπ. Το άγχος μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη στην επικοινωνία του εξεταζόμενου με τον καθηγητή, γι’ αυτό δεν επιτρέπεται να περάσει απαρατήρητο. Όταν ο καθηγητής αντιληφθεί ότι ο εξεταζόμενος αισθάνεται άγχος, είναι αναγκαίο να ενημερώσει τον εξεταζόμενο για τη διαδικασία αξιολόγησης και να τον καθησυχάσει. Συχνά οι μαθητές που παρουσιάζουν μαθησιακές δυσκολίες εμφανίζουν ενδείξεις ελλειμματικής προσοχής, γεγονός που μπορεί να τους αποσυντονίσει από τη διαδικασία της αξιολόγησης. Γι’ αυτό θα πρέπει να επιλέγεται χώρος με όσο το δυνατό λιγότερα οπτικά και ακουστικά ερεθίσματα. Όταν ο μαθητής εμφανίζει έντονα στοιχεία διάσπασης, καλό είναι να διακόπτεται η εξέταση κάνοντας ένα ολιγόλεπτο διάλειμμα.
¬Επισημαίνουμε ότι η επανάληψη της τάξης από έναν μαθητή με μαθησιακές δυσκολίες και μάλιστα κατά την υποχρεωτική εκπαίδευση μπορεί να οδηγήσει στην εγκατάλειψη της προσπάθειας για μάθηση και αξιοποίηση των δυνατοτήτων του, ενώ ταυτόχρονα μπορεί να του δημιουργήσει συναισθηματικά, μαθησιακά και κοινωνικά προβλήματα. Σημαντικό επίσης είναι να μη διαφαίνεται από την πλευρά του εκπαιδευτικού προς το μαθητή με δυσκολίες στη μάθηση η επιβαλλόμενη διακριτική μεταχείριση.
Αυτή η εργασία έχει άδεια χρήσης Creative Commons -Αναφορά Δημιουργού – Μη Εμπορική Χρήση – Παρόμοια Διανομή4.0.