Το παιχνίδι είναι μία διαδικασία συγκρότησης της ταυτότητας της παιδικής ηλικίας, είναι ο κόσμος που θέλει να κατακτήσει το παιδί, είναι η επιμήκυνση του εαυτού του, αλλά ταυτόχρονα αποτελεί διαδικασία μάθησης σε εκπαιδευτικά περιβάλλοντα. Τα βασικότερα χαρακτηριστικά του παιχνιδιού είναι η ψυχαγωγία, η ευθυμία, το απρόβλεπτο αποτέλεσμα, η υιοθέτηση και τήρηση κανόνων, η εμπειρία και ο αναστοχασμός, ο αυθορμητισμός, η ευχαρίστηση, η υιοθέτηση αξιών (ελευθερία, σεβασμός, ανεκτικότητα, ευγενική άμιλλα).
Τα παραδοσιακά παιχνίδια που θα ασχοληθούμε είναι παιχνίδια που έχουν τις ρίζες τους στην αρχαιότητα, πέρασαν στη ροή του χρόνου και έμειναν διαχρονικά σύμβολα του πολιτισμού και της παράδοσης μας.
ΑΓΑΛΜΑΤΑΚΙΑ: Ένας παίκτης επιλέγεται να κάνει τη «μάνα» και να φυλάξει. Οι υπόλοιποι παίκτες παίρνουν μια στάση και πρέπει να μείνουν ακίνητοι σαν αγάλματα. Η «μάνα» που φυλάει πέντε μέτρα μακρύτερα, με κλειστά τα μάτια λέει: «Αγαλματάκια, αγαλματάκια είστε έτοιμα να βγω; Μέρα ή νύχτα;» Αν απαντήσουν «νύχτα», τότε ξανά λέει τα ίδια λόγια, μέχρι να απαντήσουν «μέρα», που σημαίνει ότι είναι έτοιμοι. Τότε, η «μάνα» πλησιάζει τα «αγαλματάκια» και τα παρατηρεί μέχρι να δει να κάποιο να κουνηθεί, ο οποίος στη συνέχεια θα κάνει τη «μάνα». Αν δεν κουνιέται κανείς, η «μάνα» μπορεί να κάνει γκριμάτσες στα «αγαλματάκια» προκαλώντας τα το γέλιο ώστε να κουνηθούν.
ΑΛΑΤΙ ΧΟΝΔΡΟ ΑΛΑΤΙ ΨΙΛΟ: Επιλέγεται ένας παίκτης από τους συμμετέχοντες να κάνει τη «μάνα». Οι υπόλοιποι παίκτες κάθονται στα γόνατα σχηματίζοντας κύκλο, με τα χέρια πίσω, βλέποντας προς το εσωτερικό του. Η «μάνα» κρατάει ένα μαντήλι και περιφερόμενη έξω από τον κύκλο τραγουδάει:
«Αλάτι χοντρό, αλάτι ψιλό,
έχασα τη μάνα μου και πάω να τη βρω.
Παπούτσια δεν μου πήρε να πάω στο χορό,
και αν δεν μου τα πάρει, δεν θα την αγαπώ».
Σε κάποια στιγμή αφήνει το μαντήλι πίσω από την πλάτη ενός παίκτη, χωρίς να το δει αυτός. Μόλις τελειώσει το τραγούδι, γυρίζουν οι παίκτες να δουν σε ποιον άφησε το μαντήλι. Τότε, αυτός που το έχει το παίρνει από κάτω, σηκώνεται και τρέχει να κυνηγήσει τη «μάνα». Η «μάνα» τρέχει με τη σειρά της να πιάσει τη θέση που άφησε κενή ο παίκτης αυτός. Αν τα καταφέρει, τότε θα κάνει τη «μάνα» ο άλλος παίκτης που πήρε το μαντήλι. Στην αντίθετη περίπτωση θα ξανά κάνει τη «μάνα» ο ίδιος παίκτης. (φώτο)
ΒΑΡΕΛΑΚΙΑ: Όλοι οι συμμετέχοντες στο παιχνίδι στέκονται σε μια σειρά. Ο πρώτος παίκτης πηγαίνει στα δύο μέτρα περίπου και σκύβει, ακουμπώντας τα χέρια του στα γόνατά του. Ο επόμενος παίκτης παίρνει φόρα και ακουμπώντας τα χέρια στη ράχη του πρώτου, πηδάει από πάνω του και στέκεται στην ίδια στάση με τον πρώτο, δύο μέτρα μακρύτερα. Ομοίως κάνουν και οι υπόλοιποι παίκτες μέχρι να πηδήσει και ο τελευταίος και μετά πάλι ο πρώτος κ.ο.κ.
ΠΕΡΝΑ-ΠΕΡΝΑ Η ΜΕΛΙΣΣΑ: Κοριτσίστικο παιχνίδι. Επιλέγονται δύο «μάνες», που κρυφά μεταξύ τους παίρνουν διαφορετικά ονόματα (π.χ. ήλιος και φεγγάρι). Έπειτα, οι δύο «μάνες» σχηματίζουν με τα χέρια τους ψηλά καμάρα και περνούν από κάτω οι υπόλοιπες παίκτριες που πιάνονται από τη μέση τους σε μια σειρά και τραγουδούν:
«Περνά, περνά η μέλισσα
με τα μελισσόπουλα
και με τα κλωσσόπουλα».
Όταν τελειώσει η φράση, η καμάρα πέφτει κάτω και κλείνει μέσα της την παίκτρια που έτυχε να περνά εκείνη τη στιγμή από το σημείο. Οι δύο «μάνες» τη ρωτούν κρυφά στο αυτί να διαλέξει μεταξύ των δύο κρυφών ονομάτων που έχουν (π.χ. ήλιος ή φεγγάρι). Ανάλογα με την απάντηση της παίκτριας, πηγαίνει και κάθεται πίσω από τη «μάνα» που διάλεξε. Αυτό επαναλαμβάνεται μέχρι να τελειώσουν όλες οι παίκτριες και να στοιχηθούν πίσω από τις δύο «μάνες». Τότε, πιάνονται όλες από τη μέση εκτός από τις «μάνες» που πιάνονται από τα χέρια και τραβώντας με δύναμη, προσπαθεί η μια ομάδα να παρασύρει στο μέρος της την άλλη ομάδα. Όποια ομάδα το καταφέρει κερδίζει.
ΣΑΛΙΓΚΑΡΟΣ: Χαράζουν στο έδαφος ένα σαλίγκαρο και τον αριθμούνε σε πατήματα (συνήθως 9). Έπειτα, όλοι οι συμμετέχοντες ρίχνουν μέσα στο σαλίγκαρο από ένα κεραμίδι προσπαθώντας να πετύχουν το μεγαλύτερο αριθμό. Έτσι, καθορίζεται η σειρά που θα παίξει ο κάθε παίκτης. Έπειτα, αρχίζει το παιχνίδι. Ο πρώτος παίκτης ρίχνει το κεραμίδι στο πρώτο πάτημα και αρχίζει το κουτσό. Με το ένα πόδι πρέπει να σπρώξει το κεραμίδι στο επόμενο κ.ο.κ. μέχρι το τελευταίο πάτημα στο κέντρο του σαλίγκαρου, χωρίς να πατήσει τη γραμμή ο ίδιος ή το κεραμίδι του να σταματήσει σε κάποια διαχωριστική γραμμή, ή να ακουμπήσει στο έδαφος με τα δύο πόδια. Έπειτα, αφού ξεκουραστεί λίγο στο κέντρο του σαλίγκαρου, πρέπει επιστρέψει πίσω με τον ίδιο τρόπο. Τότε κερδίζει πόντο. Αν στο ενδιάμεσο δεν τα καταφέρει, βγαίνει έξω και παίζουν οι επόμενοι παίκτες. Νικητής είναι όποιος κερδίσει περισσότερους πόντους.
ΤΖΑΜΙ: Το όνομά του το πήρε από τον σχηματισμό που κάνουνε τα 7 κομμάτια κεραμίδας που στήνονται το ένα πάνω στο άλλο σε απομίμηση Τζαμιού. Περιμετρικά του «τζαμιού» ζωγραφίζουν έναν κύκλο διαμέτρου μισού μέτρου περίπου. Χωρίζονται οι παίκτες σε δύο ομάδες. Με κορώνα-γράμμα ή άλλον τρόπο επιλέγεται η ομάδα που θα ρίξει πρώτη την μπάλα. Κάθε παίκτης αυτής της ομάδας διαδοχικά, ρίχνει την μπάλα από μια γραμμή που απέχει 6-7 μέτρα περίπου από το «τζαμί», μέχρι να πέσουν όλα τα κεραμίδια. Αν δεν σημαδέψουν σωστά και δεν πέσουν τα κεραμίδια, χάνει η ομάδα και αλλάζουν ρόλους. Αν ευστοχήσουν, τότε οι παίκτες της ομάδας που έριξε την μπάλα τρέχουν να απομακρυνθούν από το σημείο, ενώ οι παίκτες της αντίπαλης ομάδας πρώτα σκορπούν γρήγορα τα πεσμένα κεραμίδια πάνω στη γραμμή του κύκλου και έπειτα ρίχνουν την μπάλα στους παίκτες της αντίπαλης ομάδας για να τους «κάψουν». Όταν ακουμπήσει η μπάλα έναν παίκτη, τότε αυτός βγαίνει εκτός παιχνιδιού. Ταυτόχρονα, οι παίκτες της άλλης ομάδας προσπαθούν να πλησιάσουν τα κεραμίδια για να τα τοποθετήσουν πάλι όπως ήταν στην αρχή, χωρίς να «καούν». Μόλις το καταφέρουν αυτό φωνάζουν «τζαμί» και κερδίζουν το παιχνίδι. Αν «καούν» όλοι οι παίκτες της ομάδας, τότε κερδίζει η αντίπαλη ομάδα.
ΤΖΙΖ Ή ΜΠΙΖΖ: Επιλέγεται ο παίκτης που θα κάνει τη «μάνα», ο οποίος τοποθετεί την παλάμη τού ενός χεριού του ανάμεσα στο αυτί και το μάτι του σαν παρωπίδα, ώστε να μην μπορεί να δει πίσω και στο πλάι. Το άλλο χέρι, με απλωμένη την παλάμη κατακόρυφα, το τοποθετεί κάτω από τον αγκώνα του πρώτου χεριού. Οι υπόλοιποι παίκτες πλησιάζουν διαδοχικά από πίσω κρυφά τη «μάνα» και κτυπούν την απλωμένη παλάμη της λέγοντας «τζιζ». Η «μάνα» πρέπει να μαντέψει τον παίκτη που την κτύπησε. Αν τον βρει τότε κάνει τη «μάνα» αυτός. Διαφορετικά, συνεχίζει ο ίδιος μέχρι να μαντέψει κάποιον σωστά.
ΤΣΙΚΡΙΚΙ: Παίζεται από τρία άτομα και πάνω. Δύο παίκτες κάθονται στο έδαφος αντικριστά και τοποθετούν εναλλάξ τις πατούσες των ποδιών τους την μία πάνω στην άλλη, ενώ οι υπόλοιποι παίκτες πρέπει να πηδήξουν από πάνω. Στη συνέχεια, προσθέτουν τις παλάμες των χεριών τους και πρέπει να πηδήξουν πάλι από πάνω. Χάνει και κάθεται κάτω στη θέση ενός εκ των δύο, όποιος δεν καταφέρει να πηδήξει το ύψος αυτό ή αγγίξει κατά λάθος με τα πόδια του το εμπόδιο που σχηματίστηκε.
«Το παιχνίδι πρέπει να θεωρείται η «γεννήτρια» της μάθησης. Γονείς, δάσκαλοι και ψυχολόγοι πρέπει να πιστέψουν στην ανεκτίμητη μαθησιακή δύναμη που εμπεριέχει το παιχνίδι του παιδιού» Frank και Tereza Caplan