Φ

Δημοσιευμένο στις 5 Φεβρουαρίου 2016 Κατηγορία: Λεξικό από Asterios

20

φανάρι            : κλουβί με ψιλή σίτα για προφύλαξη τροφίμων

φιλί                  : μερίδα ψωμιού, καρπουζιού..

φκιασιά          : νάζια, καμώματα

φλάσκα    :    παγούρι νερού

φλέτσια          : τσόφλια από σπόρια, καρύδια κτλ

φλόμους         : πυκνός καπνός

φούιτ    :    τρύπησε η ρόδα και χάνει αέρα

φουκάς    :    κουβάς

φουλτάκα       : στο δέρμα φούσκα

φούρκα           : σφεντόνα

φουρκάλι        :  σκούπα

φουρκαλίζω    :  σκουπίζω

φούρλες          : στροφές

φούρφλα         : ξερόχορτα για προσάναμμα

φούσκωτο    :    χτύπα το

φτασμένο        : ώριμο

φτερακάει   ;   φτερουγίζει

φτουράει         : προχωράει γρήγορα

φτουράκ’         : γουρουνάκι

φωνοκοπάω    :    τσιρίζω




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *