-
-
Πρόσφατα άρθρα
-
Kατηγορίες
-
Άρθρα
-
Χρήσιμοι σύνδεσμοι
Παιχνίδι χωρίς ρεύμα ( Μικρού μήκους ταινία του Δ.Σ.Σερίφου )
Κατηγορίες: Χωρίς κατηγορία
Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Παιχνίδι χωρίς ρεύμα ( Μικρού μήκους ταινία του Δ.Σ.Σερίφου )
Ο κινηματογράφος στην εκπαίδευση
Η κινηματογραφική παιδεία στην εκπαίδευση – Μοντέλα λειτουργίας και προκλήσεις
«Cineliteracy: more than making movies, provides authentic and challenging literacy strategies that enable teachers and community members to build connections with students’ real world experiences through reading and writing moving images».
Στην εποχή του θεάματος και των διευρυμένων κωδίκων επικοινωνίας μέσα από τις νέες ψηφιακές μορφές έκφρασης (κινηματογράφος, βίντεο, πολυμέσα, διαδίκτυο), ο ρόλος του κινηματογράφου επαναπροσδιορίζεται, αποκτώντας μια νέα παιδευτική διάσταση, η οποία, αν και εφόσον χρησιμοποιηθεί σωστά από τους «πολιτιστικούς διαχειριστές» του, μπορεί να προσφέρει απεριόριστες δυνατότητες κοινωνικής μάθησης και αισθητικής καλλιέργειας στους ανήλικους θεατές. Η διεθνής εμπειρία έχει δείξει ότι η κινηματογραφική παιδεία, την οποία καλείται να εκτελέσει ο κινηματογράφος ως ένα «άλλος» παροχέας περιεχομένου, μπορεί να συμβάλλει σε μια ρεαλιστικότερη πρόσληψη της πραγματικότητας, σε μια κοινωνική νοημοσύνη, την κοινωνιογνωσία, γεφυρώνοντας τις γνώσεις των ανηλίκων με τις εμπειρίες του εξω-κινηματογραφικού κόσμου.
Σε μια απόπειρα εννοιολογικής προσέγγισης, θα λέγαμε ότι η κινηματογραφική παιδεία (film literacy, cine-literacy) αποτελεί έναν από τους θεμελιώδεις άξονες της οπτικοακουστικής παιδείας και της Παιδείας στα Μέσα γενικότερα (media literacy). Κατά συνέπεια, υπακούει στις ίδιες συνισταμένες που αφορούν στην ικανότητα της πρόσβασης (φυσική και τεχνική), της γνωστικής πρόσληψης και κριτικής ανάλυσης και στην ικανότητα της δημιουργίας περιεχομένου, μετατρέποντας τους θεατές σε ενεργούς και αυτόνομους χρήστες των μέσων.
Πέρα από ένα πρώτο φιλτράρισμα του κινηματογράφου, η κινηματογραφική παιδεία προσφέρει τη δυνατότητα στους θεατές να «διαβαζουν πίσω από τις γραμμές», να αποκωδικοποιούν τα υπο-κείμενα από τα οποία πηγάζει και το πραγματικό νόημα. Με άλλα λόγια, μαθαίνουν «να κατανοούν όχι μόνο τις ρητές παραδοχές αλλά και τις άρρητες ιδεολογικές συμβάσεις που υπολανθάνουν στις κινηματογραφικές ταινίες και να αντιλαμβάνονται τις οικονομικές και κοινωνικές συνιστώσες παραγωγής τους» . Αν και μοιράζεται εικονοκείμενα παρόμοια σε περιεχόμενο και δομή με τα άλλα ΜΜΕ, η κινηματογραφική παιδεία έχει πιο έντονα καλλιτεχνικά κριτήρια και υψηλές αισθητικές νόρμες οι οποίες συμβάλλουν τελικά και στην πολιτισμική ενηλικίωση του ανήλικου θεατή.
Η κινηματογραφική παιδεία λαμβάνει χώρα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, σε ένα δεδομένο κοινωνικό περιβάλλον το οποίο αλληλεπιδρά με το θεατή ως προς τον τρόπο θέασης και πρόσληψης του περιεχομένου μιας κινηματογραφικής ταινίας. Με άλλα λόγια, ένα παιδί προσλαμβάνει διαφορετικά μια ταινία στο σαλόνι του σπιτιού του, μόνο ή μαζί με την οικογένειά του, με άλλο τρόπο στο σχολείο στο πλαίσιο μιας μαζικής εκπαιδευτικής προβολής και διαφορετικά στον κινηματογράφο όταν βρίσκεται με την παρέα του. Σε κάθε περίπτωση όμως, το κομβικό σημείο εκκίνησης είναι ένα: κάθε παιδί – θεατής είναι και ένας μοναδικός αναγνώστης της ταινίας, με μοναδική ικανότητα πρόσληψης, αποκωδικοποίησης και κριτικής ανάλυσης του περιεχομένου, εν ολίγοις, η διαδικασία της κινηματογραφικής ανάγνωσης είναι διαφορετική σε κάθε παιδική ιδιοσυγκρασία. Ισχύει δηλαδή η γενική παραδοχή της Παιδείας για τα Μέσα «Δεν υπάρχει ένας τρόπος για τη σωστή ανάγνωση στα μέσα, υπάρχει μόνο ο δικός μας τρόπος».
Προϋποθέσεις για τη διδασκαλία της Κινηματογραφικής Παιδείας
Η κινηματογραφική παιδεία είναι εφικτό να ξεκινήσει από την προσχολική ηλικία, αφού είναι η ηλικία που εγγράφονται, ασυνείδητα στην αρχή και πιο συνειδητά αργότερα, οι γενικές αρχές που διέπουν τις κινούμενες εικόνες. Όπως επισημαίνουν οι επιστήμονες της παιδικής ηλικίας, τα παιδιά από πολύ νωρίς γνωρίζουν ήδη τις βασικές ερωτήσεις για την αποκωδικοποίηση ενός φιλμ, αντιλαμβάνονται δηλαδή ερωτήματα που έχουν να κάνουν με το είδος (genre) της ταινίας, τον αφηγηματικό ή μη χαρακτήρα του έργου, την τοποθεσία και το χρόνο στον οποίο λαμβάνει χώρα. Τα παιδικά κινηματογραφικά έργα δε, αποτελούν το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα εξοικείωσης με το μέσο του κινηματογράφου λόγω της επακόλουθης ταύτισης με τους ήρωες και την ιστορία. Η αντίληψη αυτή των κωδίκων επικοινωνίας είναι ασυνείδητη και σε πιο απλοϊκή μορφή στην πρώιμη παιδική ηλικία και πιο συστηματική και συγκροτημένη στις μεγαλύτερες ηλικίες, από 5 ετών και έπειτα .
Ένα πρόσθετο στοιχείο που ευνοεί την καλλιέργεια της κινηματογραφικής παιδείας είναι η εξοικείωση που έχουν ήδη τα παιδιά με το μέσο της τηλεόρασης, το οποίο χρησιμοποιεί οπτικοακουστικούς κώδικες παρόμοιους με εκείνους του κινηματογράφου. Η πρώτη επαφή που γίνεται με τη «μικρή οθόνη» προλειαίνει το έδαφος για την κριτική επεξεργασία και πρόσληψη του μέσου του κινηματογράφου. Και οι δύο πλατφόρμες λοιπόν, έχουν το advantage του οπτικοακουστικού περιεχομένου, κύριο πόλο έλξης για την παιδική ηλικία. Όμως, η κινηματογραφική παιδεία πάει και ένα βήμα πιο πέρα από τη γραμμική ταύτιση με τα οπτικοακουστικά προϊόντα της τηλεόρασης… αφού δύναται να διευρύνει τους γνωστικούς ορίζοντες των παιδιών για το κοινωνικό γίγνεσθαι, μέσα από την επαφή με πιο επιλεκτικά κινηματογραφικά προϊόντα και είδη (πχ. ντοκιμαντέρ, εικόνες από μακρινούς, ανεξερεύνητους πολιτισμούς) με προοπτικές για μια εναλλακτική πολιτιστική εμπειρία.
Εφαρμόζοντας τα «3 Cs» της Cary Bazalgette στην Κινηματογραφική Παιδεία
Ta παιδιά στη σημερινή εποχή δεν είναι επουδενί μιντιακά αναλφάβητα, οι γνώσεις τους ξεπερνούν εκείνες των γονέων και δασκάλων τους και ως άλλοι «αυτόχθονες» γνωρίζουν πώς να χειρίζονται με δεξιοτεχνία τα νέα μέσα συγκριτικά με τους «μετανάστες» ενήλικες. Όπως επισημαίνει η Cary Bazalgette, εκείνο που χρειάζονται ουσιαστικά οι μαθητές είναι να τους δοθούν οι κατάλληλες ευκαιρίες για να εκφραστούν δημιουργικά μέσα από τα ΜΜΕ. Η νέα αυτή οπτική αφορά και τη μελέτη της κινηματογραφικής παιδείας και συνοψίζεται στην θεωρία για τα «3Cs» της Παιδείας στα Μέσα. Η οπτική αυτή στηρίζεται σε τρεις δομικούς άξονες:
- Την κριτική προσέγγιση ( Critical)
- Την πολιτιστική προσέγγιση (Cultural)
- Τη δημιουργική προσέγγιση (Creative)
α) Κριτική προσέγγιση
Η κριτική προσέγγιση αποτελεί εκ των ουκ άνευ στοιχείων της Παιδείας στα Μέσα, αφού συμβάλλει στην καλλιέργεια των κριτικών δεξιοτήτων και την αξιολόγηση (αποδοχή ή απόρριψη) των προϊόντων των ΜΜΕ. Στο πλαίσιο της κινηματογραφικής παιδείας, πέρα από την αυτονόητη κριτική επεξεργασία του σημαινόμενου και του υπολανθάνοντος νοήματος, είναι δυνατή η κριτική προσέγγιση και ως σύγκριση ενός λογοτεχνικού έργου με την αντίστοιχη μεταφορά του στον κινηματογράφο, με αντιπαράθεση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών για το καθένα, διαφορές και ομοιότητες στην απόδοση της πλοκής, των ηρώων, της τοποθεσίας και του χρόνου . Εναλλακτικά, μπορεί να γίνει συγκριτική ανάλυση του ιδίου έργου ή του θέματος όπως προσεγγίζεται από διαφορετικούς δημιουργούς. Οι δυνατότητες είναι απεριόριστες και υπόκεινται στην καλλιτεχνική ευαισθησία και παιδεία του εκάστοτε εκπαιδευτικού.
Β) Πολιτιστική προσέγγιση
Η βασική παραδοχή της προσέγγισης αυτής έγκειται στην εξοικείωση και αξιοποίηση της πολιτιστικής κληρονομιάς μέσα από τον παγκόσμιο κινηματογράφο. Η προσέγγιση αυτή στοχεύει όχι μόνο στην εκμάθηση της κινηματογραφικής γλώσσας αλλά και στη γνωριμία και εξοικείωση με την πολιτιστική πραγματικότητα του 20ου και 21ου αιώνα. Οι μαθητές έχουν τη δυνατότητα να αναγνωρίσουν διαφορετικές πρακτικές αναπαράστασης του συναισθήματος, της γλώσσας του σώματος, πέρα από τις οικείες εικόνες του δυτικού κόσμου. Καλούνται προς μια εναλλακτική θέαση της πραγματικότητας, μέσα από μια νέα ματιά, ένα νέο «ανδαλουσιανό μάτι» , το οποίο προκύπτει όταν το παλαιό μάτι απελευθερωθεί από τον συμβατικό τρόπο θέασης.
Γ) Δημιουργική προσέγγιση
Η δημιουργία και παραγωγή οπτικοακουστικού περιεχομένου προβάλλεται ως η συνηθέστερη και η πιο ψυχαγωγική πτυχή της εφαρμογής της κινηματογραφικής παιδείας στην εκπαίδευση. Είναι η φάση που δεν αναλύεται πλέον ο κινηματογράφος αλλά δημιουργείται ένα νέο κινηματογραφικό προϊόν από παιδιά-δημιουργούς, λαμβάνοντας ενεργό μέρος στην πλοκή και διάθεση του έργου. Περικλείει όλα τα στάδια παραγωγής ενός φιλμ ενώ δύναται να επεκταθεί και στις διαδικασίες προώθησης και προβολής μετά την ολοκλήρωση της ταινίας. Η εκπαίδευση των μαθητών στην κινηματογραφική «γραφή», αφού έχει προηγηθεί η κριτική ανάγνωση, είναι σημαντική και για ένα πρόσθετο λόγο: όταν τα παιδιά μπαίνουν στο ρόλο του δημιουργού και φτιάχνουν παιδικές ταινίες, μπορούν να αναδείξουν νέους δρόμους ανάλυσης του έργου, νέες μορφές έκφρασης και επικοινωνίας οι οποίες πιθανόν να διαφεύγουν των ενηλίκων.
Η Κινηματογραφική Παιδεία στο σχολείο – από την θεωρία στην… τάξη
Ο διάλογος που έχει ξεκινήσει τα τελευταία χρόνια σχετικά με την εφαρμογή της κινηματογραφικής παιδείας στο σχολείο εστιάζει κυρίως στην τεχνική του διάσταση και δη, στις πρακτικές εκμάθησης των εργαλείων και επαγγελμάτων του κινηματογράφου. Στο περιβάλλον της σύγχρονης εκπαίδευσης στην Ελλάδα δεν υπάρχει συστηματική διδασκαλία των αρχών του κινηματογράφου στο σχολείο, πέραν μεμονωμένων και αποσπασματικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων με τοπικιστικό χαρακτήρα και σύντομη διάρκεια .
Οι προβληματικές που αφορούν στην ενσωμάτωση της κινηματογραφικής παιδείας στην τυπική εκπαίδευση δανείζονται στοιχεία από τον ευρύτερο διάλογο για την ενσωμάτωση της Παιδείας στα Μέσα στο σχολείο, όπως:
▶ καταλληλότητα της βαθμίδας εκπαίδευσης: ένταξη από την πρωτοβάθμια ή την δευτεροβάθμια εκπαίδευση;
▶ αναζήτηση του συμβατού με τα ελληνικά δεδομένα, μοντέλου εφαρμογής: Διαθεματική ένταξη σε όλο το εύρος του σχολικού προγράμματος ή πλήρης ενσωμάτωση ως αυτόνομη διδακτική ενότητα στο πλαίσιο της διδασκαλίας του κινηματογράφου; Και πως μπορεί να εφαρμοστεί με επιτυχία το διδακτικό μοντέλο της σπειροειδούς διδασκαλίας του Bruner;
Στη συνέχεια, η προβληματική εκτείνεται και σε πιο ειδικά ζητήματα, που είναι επίσης μετέωρα και αφορούν:
▶ το κινηματογραφικό είδος (genre)
Ποιό κινηματογραφικό είδος είναι καταλληλότερο για την κινηματογραφική παιδεία στο σχολείο; Πρέπει να περιλαμβάνει μόνο παιδικά έργα και έργα κινουμένων σχεδίων (animation) ή να εκτείνεται σε μια πιο ευρεία γκάμα με δείγματα από τον παγκόσμιο κινηματογράφο; Ένα άλλο ερώτημα αφορά στην επιλογή ανάμεσα σε ταινίες μυθοπλασίας ή και λιγότερο δημοφιλή είδη, όπως ταινίες μικρού μήκους και ντοκιμαντέρ.
Η επαφή των παιδιών με τον παιδικό κινηματογράφο και τα κινούμενα σχέδια ασφαλώς και απολαμβάνει μεγαλύτερη απήχηση από τα παιδιά. Εντούτοις, η εμπειρία σε αντίστοιχα προγράμματα του εξωτερικού έχει δείξει ότι όταν η κινηματογραφική παιδεία γίνεται με τη σωστή καθοδήγηση από τους εκπαιδευτικούς, με κριτική ανάλυση και δημιουργική επεξεργασία του περιεχομένου, τα παιδιά απορροφούνται και συμμετέχουν ενθουσιωδώς στη διαδικασία, ανεξαρτήτως του κινηματογραφικού είδους. Επιπλέον, οι ταινίες μικρού μήκους είναι ένα δείγμα κινηματογραφικής γραφής που μπορεί κάλλιστα να εφαρμοσθεί στο σχολείο και για ένα πρόσθετο λόγο: την πρακτική ευκολία που προσφέρουν λόγω της μικρής διάρκειας σε σχέση με μια ταινία μεγάλου μήκους, η οποία είναι πρακτικά αδύνατο να προβληθεί και να συζητηθεί στο πλαίσιο μιας διδακτικής ώρας στο σχολείο.
Οι ταινίες μικρού μήκους χρησιμοποιήθηκαν ευρέως στην εκπαίδευση στη Μ. Βρετανία, στο πλαίσιο του National Literacy Strategy και της εκστρατείας «Reframing Literacy» της οποία ηγήθηκε το British Film Institute (BFI) το 1999. Για την εν λόγω εκστρατεία συστάθηκε μια ομάδα ειδικών, οι Lead Practioners, οι οποίοι ανέλαβαν τη δημιουργία σχολικών εγχειριδίων, πηγών και πρακτικών εκμάθησης και εφαρμογής στα σχολεία . Σε συνέχεια της εκστρατείας, το 2007 η κυβέρνηση εξέδωσε αναθεωρημένη οδηγία προς τα σχολεία για τον εμπλουτισμό της διδακτέας ύλης με υλικό για την οπτικοακουστική εκπαίδευση των μαθητών (Τύπος και οθόνη) με δείγματα ταινιών μικρού μήκους από το BFI . Σύμφωνα με τα καταγεγραμμένα αποτελέσματα στη Μ. Βρετανία, τα έργα μικρού μήκους είναι καταλληλότερα σε σχέση με ένα 90λεπτο φιλμ το οποίο είναι δύσκολο να προβληθεί και να αναλυθεί στην τάξη. Επιπλέον, τα έργα μικρού μήκους λειτουργούν όπως τα ποιήματα έναντι των λογοτεχνικών κειμένων: περιέχουν έντονο, γλαφυρό λόγο και πολυσημία, είναι πυκνογραμμένα και πολυεπίπεδα και ως εκ τούτου ανοιχτά σε ποικίλες ερμηνείες. Τέλος, οι ταινίες μικρού μήκους δεν υπόκεινται σε εμπορικές πρακτικές στο βαθμό των ταινιών μεγάλου μήκους αλλά αποτελούν, κατά το μάλλον ή ήττον, πειραματικά προϊόντα, και ως εκ τούτου δεν υπάρχει το άγχος της έκθεσης σε προωθητικές τακτικές, όπως η τοποθέτηση προϊόντος (product placement), και τα παιδιά είναι πιο ελεύθερα να απολαύσουν μια φιλμική εμπειρία με έμφαση στην εικόνα, το λόγο και την κίνηση.
▶ τη θεματολογία, με κυριότερο το δίλημμα ανάμεσα στον εμπορικό και εναλλακτικό κινηματογράφο (σινεφίλ)
Είναι ζητούμενο η επαφή των μαθητών και με άλλα είδη, πλην του εμπορικού μοντέλου, χολιγουντιανού τύπου; Η πλειοψηφία των ερευνητών πιστεύει ότι είναι προτιμότερη η επαφή των μαθητών και με άλλα είδη από τον παγκόσμιο κινηματογράφο, τα οποία υπό άλλες συνθήκες δε θα τα γνώριζαν ούτε θα τα επέλεγαν για προσωπική προβολή. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Γαλλίας με το νέο πρόγραμμα κινηματογραφικής παιδείας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, με τίτλο Cinélycée, με στόχο την αξιοποίηση της παγκόσμιας κινηματογραφικής κληρονομιάς στην εκπαιδευτική διαδικασία. Στο Cinélycée προβάλλονται έργα αντιπροσωπευτικά των σημαντικότερων τάσεων και αισθητικών ρευμάτων στον κινηματογράφο, με ταινίες από το Νέο Κύμα του γαλλικού κινηματογράφου (Τρυφό, Ρομέρ, Γκοντάρ κ.α.) μέχρι κλασικά αριστουργήματα από τον παγκόσμιο κινηματογράφο (Πολίτης Κάιν, Θωρηκτό Ποτέμκιν) .
▶ τα πνευματικά δικαιώματα για την προβολή και χρήση των ταινιών για εκπαιδευτικούς σκοπούς και τον φορέα που θα είναι αρμόδιος για τη διάθεση του υλικού αυτού
Η προβληματική με τα δικαιώματα προβολής και εκμετάλλευσης των ταινιών για παιδαγωγική χρήση εντάσσεται στον ευρύτερο διάλογο για την προστασία των οπτικοακουστικών έργων στην ψηφιακή εποχή . Η λύση βρίσκεται στη σύσταση ενός εντεταλμένου φορέα για την παροχή κατάλληλου υλικού από μια ευρεία κινηματογραφική γκάμα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στο πρόγραμμα Cinélycée στη Γαλλία, αρμόδιος φορέας για τη διάθεση του οπτικοακουστικού και ψηφιακού υλικού είναι το Ινστιτούτο Οπτικοακουστικών της Γαλλίας, ΙΝΑ (προσφορά περίπου 200 έργων στην ταινιοθήκη κάθε σχολείου), ενώ στη Μ. Βρετανία τον ίδιο ρόλο έχει αναλάβει το BFI. Στα ίδια πρότυπα είναι δυνατή και η εκπόνηση έρευνας στην Ελλάδα για την ανάθεση σε φορείς των αρμοδίων Υπουργείων (Παιδείας, Πολιτισμού) και σε φορείς διαχείρισης ψηφιακού υλικού (Εθνικό Οπτικοακουστικό Αρχείο, Ταινιοθήκη της Ελλάδος κ.α.).
▶ το συνοδευτικό υλικό, που λειτουργεί συμπληρωματικά για την προώθηση του κινηματογραφικού έργου, ως metadata νέου τύπου (πχ. αφίσες, preview βίντεο, making of, συνεντεύξεις, κ.ο.κ.).
Στην εκπαιδευτική διαδικασία είναι σημαντική η χρήση και πρόσβαση σε προϊόντα και εποπτικά εργαλεία για την μεγαλύτερη εξοικείωση και την ευχερέστερη αφομοίωση του συνόλου της ανάλυσης μιας κινηματογραφικής ταινίας.
Σε αναζήτηση ενός θεσμικού πλαισίου…
Η διάθεση κινηματογραφικού υλικού σε συνδυασμό με την κατάρτιση των εκπαιδευτικών συνιστούν προαπαιτούμενα για την εφαρμογή της κινηματογραφικής παιδείας στην εκπαίδευση. Η προώθηση της κινηματογραφικής παιδείας πρέπει να γίνει υπό το πρίσμα ενός θεσμικού πλαισίου, το οποίο θα προωθεί την πρόσβαση και προσφορά των κινηματογραφικών ταινιών στο σχολείο. Εκτός από τον τρόπο διάθεσης, το υπό αναζήτηση θεσμικό πλαίσιο πρέπει να περιλαμβάνει και διατάξεις που να ορίζουν μια ταινία κατάλληλη για προβολή για παιδαγωγικούς σκοπούς, ενώ πρέπει να καταρτιστούν συλλογικά κριτήρια για την αξιολόγηση και σήμανση των ταινιών από ομάδα εμπειρογνωμόνων (εκπαιδευτικοί, ερευνητές, κινηματογραφιστές). Πρόκειται λοιπόν για ένα πλαίσιο που θα εξετάζει το ζήτημα επί της ουσίας, και όχι ως lex imperfectα, δηλαδή ως ατελής κανόνας υπό την μορφή ευχολογίου. Προς αυτήν την κατεύθυνση κινείται και η απόφαση της OFCOM, της βρετανικής ρυθμιστικής αρχής για θέματα επικοινωνιών, περί της διάθεσης σχολικού προγράμματος από το κανάλι Channel 4 στη Μ. Βρετανία. Σύμφωνα με το Νόμο για την Ψηφιακή Οικονομία (14.04.2010), το Channel 4 θα μπορεί να προσφέρει το σχολικό τηλεοπτικό πρόγραμμα και από άλλες πλατφόρμες, μη-γραμμικές όπως το διαδίκτυο, λόγω της μεγαλύτερης ανατροφοδότησης που προσφέρει . Τέλος, είναι σημαντική και η εκπόνηση έρευνας πεδίου για την αξιολόγηση των δράσεων και την καταγραφή της εμπειρίας από τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς.
Έχει καταστεί σαφές ότι η κινηματογραφική παιδεία είναι σαφώς πιο σύνθετη από ένα πρώτο επίπεδο ανάγνωσης και εξοικείωσης με την κινούμενη εικόνα του κινηματογράφου: πέρα από μια δυνητική επαγγελματική κατεύθυνση, είναι ένας δίαυλος χαρούμενης γνώσης (Νίτσε) που λειτουργεί ως κανάλι διάδοσης πολιτιστικών, ιδεολογικών, ιστορικών, κοινωνικών ιδεών και ρευμάτων, η πρόσληψη των οποίων μπορεί να προσφέρει αισθητική και κοινωνική αυτάρκεια στο μαθητή, προκειμένου να είναι σε θέση να κατανοήσει τον κόσμο γύρω του. Αυτή η παραδοχή πρέπει να είναι και η κυρίαρχη κατά την εφαρμογή πρακτικών κινηματογραφικής παιδείας για μια εκ των βάθρων ενσωμάτωση στη θεσμοθετημένη εκπαίδευση με διάρκεια και ουσία.
Ειρήνη Ανδριοπούλου, Ερευνήτρια ΜΜΕ-ΙΟΜ
Κατηγορίες: Χωρίς κατηγορία
Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Ο κινηματογράφος στην εκπαίδευση
Καλημέρα κόσμε!
Καλωσήρθατε στο Blogs.sch.gr. Αυτό είναι το πρώτο σας άρθρο. Αλλάξτε το ή διαγράψτε το και αρχίστε το “Ιστολογείν”!
Κατηγορίες: Χωρίς κατηγορία
1 σχόλιο