ΕΥΘΥΜΟΓΡΑΦΗΜΑ

Απόστολος-Σατιρικό
ΑΠΟΣΤΟΛΟ ΣΟΦΟΤΑΣΙΟ

Τον είχαν καλέσει κάτι φίλοι για καφέ στη Θεσσαλονίκη. Αποφάσισε να μην ξαναπεράσει τον Γολγοθά του λεωφορείου. Έτσι τον πέταξε ο πατέρας του.

Αφού τέλειωσε με το μπαράζ ερωτήσεων «Με ποιους θα πας; Πού θα πάτε; Τι ώρα θα γυρίσεις;», κατέβηκε στον Λευκό Πύργο. Αποφάσισε να περπατήσει μέχρι το σημείο συνάντησης. Πήρε μια βαθιά ανάσα. Γέμισε τα πνευμόνια του με οξυγόνο- και ένας Θεός ξέρει τι άλλο- και άρχισε να προχωράει.

Λίγο πριν φτάσει στο γλυπτό με τις ομπρέλες, σταμάτησε. Σήκωσε το κεφάλι του προς τον ουρανό. Αμέσως το κούνησε αριστερά αποφεύγοντας μια λευκή «βόμβα» που ερχόταν καταπάνω του από κάποιο περιστέρι. Το πρόσωπό του τη γλύτωσε αλλά όχι και τα καινούρια του μπλε παπούτσια. «Τέλεια!» σκέφτηκε. Υποσχέθηκε πως κάποια μέρα θα έπαιρνε εκδίκηση από αυτόν τον σαμποτέρ.

Περίμενε. Κοίταξε γύρω του. Μια κοπέλα που έκανε τζόκινγκ και ένας τύπος με καλάμι ψαρέματος. «Σοβαρά, ρε φίλε, τι ελπίζεις να πιάσεις; Κανέναν καρχαρία;» αναλογίστηκε. Ξανακοιτώντας, όμως, είδε κάτι να επιπλέει.

Δύο νεκρά ποντίκια ανάσκελα. Ρε, λες να ψαρεύει ποντίκια ο τύπος; Αλλά και πάλι, πώς βρέθηκαν αυτά εδώ σε τούτη την «κρυστάλλινη και ολοκάθαρη» θάλασσα; Τρελά σενάρια περνούσαν από το μυαλό του. «Μπας και τα πάτησε το μετρό της Θεσσαλονίκης; Μήπως έσκασαν από τις πολλές μπουγάτσες; Μήπως τους κάθισε κανένα σουβλάκι στον λαιμό; Ή μήπως έπαθαν κανένα εγκεφαλικό από τους πολλούς φραπέδες; Μήπως αυτοκτόνησαν πηδώντας από τον Λευκό πύργο; Ή ίσως ήταν το βασιλικό ζεύγος που ανατράπηκε μετά από επανάσταση!». Μάλλον θα παραμείνει ένα ανεξήγητο μυστήριο…