Feed
Άρθρα
Σχόλια

ΠΑΡΑΠΛΕΥΡΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ

της Καίτης Θηραίου

Εκδ. Ίαμβος, Αθήνα 2011

Η παρουσίαση των Παράπλευρων εγκλημάτων ήταν το επιστέγασμα μιας ευχάριστης συνάντησης τον Ιανουάριο του 2012 στον Ιανό. Ενώ η Καίτη υπέγραφε τα βιβλία της και ο Γιώργος σκεφτόταν πώς να οργανώσει μια βραδιά αφιερωμένη στο συγγραφικό έργο της Καίτης, μου έγινε η πρόταση να μιλήσω γι’ αυτό το μυθιστόρημα «κοινωνικό θρίλερ με γλωσσολογικές προεκτάσεις, μαθηματικές συναρτήσεις, σεξουαλικές υπερβάσεις με γλωσσολογικές προεκτάσεις, μαθηματικές συναρτήσεις, σεξουαλικές υπερβάσεις» όπως το ορίζει η δημιουργός του.

Μέσα σε τριάντα κεφάλαια συνολικά ξεδιπλώνεται η ιστορία μιας ιδιότυπης οικογένειας παράλληλα με τις ιστορίες των μελών της. Ένας ομοφυλόφιλος, στην προσπάθειά του να «αποτινάξει» τις προτιμήσεις του και να ενταχθεί στις κοινωνικές συμβάσεις, παντρεύεται μια άπειρη κοπέλα, την οποία ο πατέρας της ωθεί σε πρόωρο γάμο για «να ταΐζει ένα στόμα λιγότερο». Με αφορμή την ανάγκη για τεκνοποίηση η γυναίκα ανακαλύπτει την κρυφή ζωή του συζύγου της, συνειδητοποιεί μέσα από την αποκάλυψη όλα όσα αγνοεί η ίδια, αποφασίζει να γίνει εταίρα και στήνει την κερδοφόρα, όπως αποδεικνύεται, επιχείρηση με τη βοήθεια και την καθοδήγηση του άντρα της. Στην οικογένεια προστίθεται ο μετέπειτα νονός του πρωταγωνιστή, ο καρπός του βιασμού μιας γερμανίδας ελληνίστριας τουρίστριας από ένα από τα γνωστά καμάκια της περιοχής της αρχαίας Ολυμπίας. Το τελευταίο μέλος, η νταντά του Παντελή, μια ρωσίδα πρώην μπαλαρίνα των Μπολσόι, που τώρα έχει γίνει αντικείμενο σαδιστικών οργίων, καταφθάνει μια μέρα αιμόφυρτη στο ιδιόρρυθμο σπίτι, όπου βρίσκει καταφύγιο.

Στην οικογένεια αυτή του περιθωρίου γεννιέται ο Παντελής, ο Ανελεήμων Παντελεήμων, όπως υπογράφει. Ένα παιδί με μαθηματική ευφυία, με έφεση στην τεχνολογία, με ερευνητικό και ανήσυχο πνεύμα, «λεξιλάγνο, παθολογικό κυνηγό λέξεων, συλλέκτη και αναλυτή της ειδοποιού διαφοράς  εννοιών, ερευνητή και καταγραφέα της ετυμολογικής συσχέτισης και αναγωγής, ταγμένο εχθρό των βερμπαλιστών και των βυζαντινολογούντων». Ένα παιδί που διδάσκεται πώς να αναλύει τις δομές, να μεταμορφώνεται, να εξαπατά με τις μεταμφιέσεις της γλώσσας.

Ενώ περιβάλλεται από αγάπη, φροντίδα και συντροφικότητα, αντιμετωπίζει ήδη από τα πρώτα χρόνια της κοινωνικοποίησής του στην προσχολική ζωή την περιφρόνηση, την ψυχική και σωματική βία από την κάθε ομάδα μέλος της οποίας προσπαθεί να γίνει. Όταν πια οι άνθρωποι που αγαπά πεθαίνουν ή καταστρέφονται αργά, αποφασίζει να γίνει τιμωρός και μεθοδικά και μεθοδευμένα να καταστρέψει έναν έναν τους ανθρώπους που, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, έβλαψαν αναπότρεπτα την οικογένειά του “μέχρι να μάθετε να αποδέχεστε, να σέβεστε, να εκτιμάτε”. Και το καταφέρνει.

Καλούμαι τώρα να επιλέξω τα στοιχεία εκείνα που κάνουν το μυθιστόρημα ξεχωριστό. Θεωρώ όμως ότι είναι τόσα πολλά, που μια απλή βιβλιοπαρουσίαση δε θα αρκούσε. Μάλλον θα τα αδικούσε. Θα περιοριστώ σε αυτά που κατά τη γνώμη μου δίνουν τις συντεταγμένες του μυθιστορήματος.

Οι ευτυχισμένες και οι δραματικές στιγμές της ζωής του Παντελή περικλείονται σε ένα email προς τον άνθρωπο, που, όπως αποδεικνύεται, ήταν ένας από τους βασικούς του θύτες. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση γίνεται από την οπτική γωνία του πρωταγωνιστή. Ως δεύτερος στη σειρά μάς αφηγείται τη δική του ιστορία και τις επιμέρους ιστορίες ζωής της οικογένειάς του. Ανάδρομες αφηγήσεις συνδέουν το παρελθόν των προσώπων και του μύθου με το παρόν του πρωταγωνιστή. Ταυτόχρονα τροχοδρομούν τα μελλοντικά ζοφερά γεγονότα. Δέκτης αυτού του αφηγημένου μύθου δεν είναι μόνο το αναγνωστικό κοινό, αλλά και ο αρχηγός της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας. Έτσι, λοιπόν, ξεκινά το μυθιστόρημα, με ένα ηλεκτρονικό μήνυμα, με ένα αναγνωστικό ξάφνιασμα, και τελειώνει με μία ακόμα ανατροπή. Ο βοηθός του αρχηγού, ο Θοδωρής, δεν είναι παρά ο ίδιος ο Παντελής, που έχει μεταμφιεστεί ώστε απαρατήρητος να οργανώσει την εκδίκησή του.

Ενδιάμεσα, η πλοκή του αφηγηματικού υλικού, όπως ξεδιπλώνεται σε κάθε κεφάλαιο, αποτελεί και αυτή μία ανατροπή, που όμως προοικονομεί την κατά το εικός και αναγκαίον εξέλιξη του μύθου. Τα γεγονότα της ζωής του κάθε προσώπου, και κυρίως αυτά που διαμορφώνουν την προσωπικότητα του πρωταγωνιστή, διατρέχονται από τον αγώνα ενάντια στα στερεότυπα. Κάθε πρόσωπο δίνει την προσωπική του μάχη να διαφοροποιηθεί από τα υπόλοιπα μέλη μιας κοινωνίας, να υποστηρίξει με σθένος τη διαφορετικότητά του, η οποία όμως, σε όλες τις περιπτώσεις, έχει καθοριστεί από μια βίαιη πράξη στην οποία υποβλήθηκε το πρόσωπο και διαμορφώθηκε υπό το καθεστώς της. Τα πρόσωπα κουβαλούν ένα πολύ κακό παρελθόν, το οποίο συναντούν μπροστά τους, στα μάτια των συμπολιτών τους, ακόμα και αν το έχουν διώξει από τις ψυχές τους.

Ο ομοφυλόφιλος πατέρας έπεσε θύμα βιασμού από το θείο του. Παρατηρώντας το θύτη να έχει γίνει στην πραγματικότητα θύμα των ενστίκτων του, κατάφερε να αποκτήσει τον έλεγχο της κατάστασης και να τιμωρήσει τον θύτη/θύμα. «Όλα φάνταζαν μακρινά κι αποστασιοποιημένα. Ηθελημένος λήθαργος. Εθελούσια αναισθησία. Εθελοντική αποχή. Και τότε κατάλαβε. […] Ο ίδιος παρέμενε ατάραχος. Κύριος του εαυτού του. Αμέτοχος στα τεκταινόμενα».  

Ο νονός έχει μεγαλώσει μέσα στο κέντρο υποδοχής κακοποιημένων, που διευθύνει η ανύπαντρη γερμανίδα μητέρα του. Στα μάτια του η αγάπη προς το συνάνθρωπο είναι συνδεδεμένη με την οδύνη, τη βιαιοπραγία, την εγκατάλειψη, ακόμα και το θάνατο. Γιατί «Αγάπη ήταν το άλλοθι. Αγάπη ήταν το στημόνι της αέναης βίας. […] Μώλωπες, βγαλμένα μάτια, εξαρθρωμένα μέλη, σπασμένα κόκκαλα, καμένα σώματα, ακρωτηριασμένες ψυχές. Κραυγές μίσους, κραυγές αγάπης. Ο φαύλος κύκλος του αίματος, της βίας του τρόμου επαναλαμβανόταν κάθε μέρα. {…} Παράπλευρα συντρίμμια συντετριμμένων, διαλυμένων οικογενειών.. Έβλεπε. Άκουγε. Αντιλαμβανόταν. Χρειαζόταν δύναμη». Η μητέρα του χαρακτηρίστηκε αναρχική, τη φυλάκισαν και δήλωσαν το θάνατό της ως αυτοκτονία.  Όση ανιδιοτελή αγάπη δέχτηκε από αυτήν, τόσο μίσος είδε να κυριαρχεί στις ανθρώπινες σχέσεις.

Η άπειρη τόσο στα ερωτικά όσο και στα επαγγελματικά μητέρα του πρωταγωνιστή βρίσκεται άθελά της και εν αγνοία της σε ένα άγονο γάμο. Ο πατέρας της ήθελε απλώς να την ξεφορτωθεί, και επέβαλε τη βούλησή του. «Ήταν ξένη, εκτός παιχνιδιού. Παρείσακτη. Παρίας μιας λανθασμένης συμπεριφοράς. Θύμα ενός πρόωρου γάμου, εν ονόματι μιας κοινωνικής προσταγής και μιας πατρικής εξουσίας. Ένα στόμα λιγότερο…».

Η νταντά είχε προδοθεί από αυτούς που της υποσχέθηκαν καλύτερη ζωή. «Και η μάνα της στο νοσοκομείο. Με καρκίνο. Και το χρέος έτρεχε. Όμως υπήρχε δικαιοσύνη. Ο θαυμαστής της πρότεινε να τη στείλει στο εξωτερικό. Σε πιο θερμά μέρη. Για έξι μήνες. Μπορούσε να της κλείσει συμβόλαιο με πολύ περισσότερα χρήματα. Η δουλειά θα ήταν με λιγότερες απαιτήσεις. Θα έκανε λίγες διακοπές μέχρι να θεραπευτεί το πόδι της και πριν το καταλάβει θα είχε επιστρέψει». Είχε υποστεί φρικιαστικά απάνθρωπες πράξεις σαδισμού από τους βασανιστές της. «Την έδεσαν. Την αλυσόδεσαν. Την έκαψαν. Βασάνισαν κάθε σπιθαμή του σώματός της. Έκλαψε. Ούρλιαξε. Λιποθύμησε. Οι δήμιοι ήταν ανένδοτοι. Συνέχιζαν.»

Το πυκνό και πολύπτυχο αφηγηματικό υλικό που φέρνει κάθε πρόσωπο εισερχόμενο στην αφήγηση λειτουργεί ενισχυτικά για την πλοκή του μύθου. Κάθε εμπειρία αξιοποιείται συγγραφικά για τη δράση των προσώπων και την εξέλιξη του μύθου. Επίσης, βοηθά να αποδοθεί η νατουραλιστική απεικόνιση των χαρακτήρων στην ακρότητά τους, καθώς και οι μεταξύ τους σχέσεις.  Έχει προηγηθεί η καταλυτική εξομολόγηση του ζευγαριού και έχει ήδη εδραιωθεί η παράδοξη για τους άλλους οικογενειακή σχέση όταν εμφανίζεται ο μετέπειτα νονός και η μετέπειτα νταντά. Η μητέρα έχει μετατρέψει την άγνοιά της σε έφεση και αγάπη για γνώση. Θέλει να μάθει και να καταλάβει την ανθρώπινη φύση μέσα από το φάσμα των σεξουαλικών προτιμήσεων. Ο πατέρας έχει αποδεχτεί την ομοφυλοφιλία του και αυτό τον απελευθερώνει. Το ζευγάρι έχει υπερβεί το βίαιο παρελθόν του και λειτουργεί ως παράδειγμα και για τα άλλα δύο νέα μέλη. Σε κλίμα αγάπης και πειραματισμού, η ομάδα ζει αρμονικά ευτυχισμένη. Τόσο ο νονός όσο και η νταντά χτίζουν ξανά τις σχέσεις τους με τους ανθρώπους στη βάση της εμπιστοσύνης. Συμπληρώνεται η πυθαγόρεια τετρακτύς, η πηγή της Δημιουργίας.

Η συγγραφέας έχει διαμορφώσει την κατάλληλη στιγμή για τον ερχομό του πρωταγωνιστή στη ζωή. Του έχει «εξασφαλίσει» συγγραφικά τις καλύτερες δυνατές συνθήκες, που θα τον βοηθήσουν να μεγαλώσει μακριά από το βεβαρημένο παρελθόν των αγαπημένων του και θα τον οπλίσουν με τα απαραίτητα μέσα να αντιμετωπίσει την εχθρότητα του κόσμου. Είναι σαν όλα να προετοιμάζουν τον ερχομό του. «Κι όταν εγώ γεννήθηκα, με τη βοήθεια και των τεσσάρων, αποτέλεσα το πέμπτο στοιχείο της μαγικής πυθαγόρειας εξίσωσης.»

Συνολικά οι χαρακτήρες του μυθιστορήματος θα μπορούσαν να χωριστούν σε τρεις κατηγορίες: στα μέλη της κοινωνίας, που επιθυμούν να καταστρέψουν ό,τι διαφοροποιείται, στα τέσσερα μέλη της οικογένειας, που επιθυμούν να διατηρήσουν και να επιβάλλουν τη διαφορετικότητά τους, και στον πρωταγωνιστή, την κορωνίδα του βιβλίου. Σε κάθε περίπτωση αποδίδεται η μεταξύ τους διαφοροποίηση με τρόπο ιδιαίτερα εύγλωττο. Το επάγγελμα που τους «δίνει» η συγγραφέας, η γλώσσα που χρησιμοποιούν, οι κοινωνικές σχέσεις που αναπτύσσουν, η στάση τους απέναντι στην εκάστοτε κυρίαρχη ιδεολογία αλλά κυρίως απέναντι στη γνώση και τη ζωή, οι ηθικοί τους κώδικες τους τοποθετούν στην αφηγηματική «γεωγραφία» του βιβλίου. Στη μεθόριο αυτής της «γεωγραφίας» βρίσκεται το κατεστημένο, ο συμβιβασμός και η παραίτηση. Στην πρωτεύουσα κατοικεί η οικογένεια-θύμα.

Η σχέση αυτών των προσώπων με το χρόνο ορίζεται από τον τρόπο με τον οποίο τον αντιμετωπίζουν και τον διαχειρίζονται. Οι προσωπικές ιστορίες όλων έχουν κοινά στοιχεία. Για παράδειγμα, οι γονείς αξιοποίησαν, όποτε χρειάστηκε, το χρόνο υπέρ τους. Υπέστησαν τη βία, παρατήρησαν, έμαθαν και έδωσαν το παράδειγμα της υπέρβασης. Οι ατομικές, συχνά δυσάρεστες, εμπειρίες είναι αυτές που δίνουν το στίγμα του κάθε χαρακτήρα. Η παρατήρηση και η ερμηνεία τους, όμως, είναι αυτές που μετατρέπουν την εμπειρία σε γνώση, σε πείρα ζωής. Είναι η σοφία του καθενός. Αντίθετα, τα μέλη της κοινωνίας άφηναν το χρόνο να κυλά ακατέργαστα, να συμπαρασύρει μαζί του ζωές και επιθυμίες.

Δε συναντά κανείς στο χρόνο της αφήγησης αναδρομές σε ιστορικά γεγονότα ή ιστορικές περιόδους από εκείνες που σφραγίζουν τις ανθρώπινες ζωές. Το μυθιστόρημα, εντούτοις, δεν είναι εσωτερικό. Δεν περιορίζεται, δηλαδή, στις εσωτερικές συναισθηματικές και ψυχικές διαδρομές των προσώπων του. Η ζωή της οικογένειας και των προσώπων της βρίσκεται σε συγκρουσιακή σχέση με την κοινωνία στο παρόν, και η συμπεριφορά της γίνεται αναγκαστικά επιθετική για λόγους αυτοάμυνας. Άλλωστε, τώρα, μπροστά στα μάτια μας, διαβάζει ο υπάλληλος της Αντιτρομοκρατικής το email και μπροστά στα μάτια του αναγνώστη θα λάβει χώρα η εκδίκηση, σε χρόνο παροντικό, σε οικεία του μέρη, δίπλα του.

Στις αναγνωστικές «αιχμές» του μυθιστορήματος συγκαταλέγεται και ο ίδιος ο πρωταγωνιστής. Ο Παντελεήμων, που θα σαρώσει τα πάντα χωρίς έλεος. Γι’ αυτό και αυτοπροσδιορίζεται ως Ανελεήμων. Είναι «Ο Παναγρεύς, ο Παναλάστωρ, ο Πανδαμάτωρ, ο Πανδελέτειος, ο Πανούργος. Είμαι το Πανικό Δείμα (ο φόβος που έρχεται από τον Πάνα) που θα σας αφήσω πανλώβητους παντελώς και παντοτινά, παντοιοτρόπως και διά παντός…». Ως χαρακτήρας είναι ακραίος. Οι χαρακτηρισμοί με πρώτο συνθετικό το παν- δηλώνουν με σαφήνεια ότι στην παρουσία του δεν υπάρχει τίποτα μέτριο ούτε και μετριοπαθές. Γεννήθηκε ευφυής, καλλιέργησε με τη βοήθεια του ενός φωτισμένου δασκάλου και του νονού του το φιλοπερίεργο μαθηματικό πνεύμα του, κατέκτησε τις λεπτές πτυχές λέξεων «βουλητικών και βουλητοβόρων» και τη συντακτική δομή της γλώσσας, έμαθε να σιωπά, να μεταμορφώνεται, να ελίσσεται και να κρύβει τη διαφορετικότητά του μέσα σε εχθρικό περιβάλλον, διαπαιδαγωγήθηκε σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που δεν αναδείκνυε τις δεξιότητες, που, αντίθετα, αποστέωνε τη δημιουργική σκέψη, έζησε τη λεκτική, κοινωνική και σωματική βία των συμμαθητών του, υπέστη το στιγματισμό από τους δασκάλους του, κλήθηκε να αναπαράξει την κατεστημένη σκέψη και πρακτική, βίωσε την αντίφαση και τον πόλεμο ανάμεσα σε δύο πραγματικότητες: την οικογενειακή και την κοινωνική. Όλοι του οι αγαπημένοι έπεσαν θύματα με κόστος τη ζωή τους στην προσπάθειας της μαφίας και της αστυνομίας να πάρουν πίσω τη ρωσίδα νταντά. Ο προσωπικός του παράδεισος καταστράφηκε μέσα σε λίγες ώρες. Ένας αδύναμος χαρακτήρας δε θα είχε επιβιώσει, πολλώ δε μάλλον δε θα είχε καταφέρει να εκδικηθεί.

Το επίσης ενδιαφέρον στον πρωταγωνιστικό χαρακτήρα είναι η σχέση του με τα μαθηματικά, τα fractals, τη χρυσή τομή, τη συμμετρία, τη μουσική, την αρμονία και τη γλώσσα. Στόχος του ήταν η ανάλυση, η αποκωδικοποίηση των τρόπων με τους οποίους μια κοινωνία επιβάλλει την εξουσία της και εξομοιώνει τα μέλη της. «Για να ανήκεις κάπου, πρέπει να υποταχτείς πλήρως, να γίνεις μέρος του, ίδιο και συνειδητά αναπαραγόμενο.» Κατ’ αναλογία με τα fractals, το κάθε τμήμα είναι πανομοιότυπο με το όλον. Η αρχή της αυτοομοιότητας. Άρα, εντοπίζοντας αυτό που διαλύει το μέρος, μπορεί κανείς να φέρει το χάος στο όλον. Από την άλλη πλευρά, η αγάπη του για τις συντακτικές δομές και τις λέξεις, την ετυμολογία και τη σύνθεση, δεν είναι απλώς μια εμμονή αλλά ένας τρόπος αποδόμησης του λόγου και της σκέψης και ένας τρόπος δημιουργίας ενός προσωπικού ιδιώματος, της ατομικής γλωσσικής ταυτότητας.

Το ζητούμενο του πρωταγωνιστή είναι η αποδόμηση μιας υποκριτικής κοινωνίας που κάνει τη ζωή να ασφυκτιά, που αδρανοποιεί την πολιτική σκέψη. Ο ίδιος αναφέρει: «Οι μόνες παραφωνίες ήταν οι άλλοι… […] η ρηχότητα των σκέψεων, που οι περισσότερες ήταν σε επίπεδο απλοϊκών, τυχαίων, ετερονομούμενων, ψευδώνυμων συλλογισμών με σάστιζε». Η γλώσσα γίνεται μέσο πειθαναγκασμού. Η μητέρα του νονού του, άλλωστε, είχε γράψει τη διδακτορική της διατριβή πάνω στο θέμα. Όλες οι παραπάνω γνώσεις για τα μαθηματικά και τη γλώσσα, υποβοηθούσης της τεχνολογίας, θα τον βοηθήσουν να καταστρώσει μέσα από τη σπηλιά-καταφύγιο την εκδίκησή του απέναντι σε αυτούς που τον εξόρισαν από τον προσωπικό του παράδεισο, να τους αφανίσει με τον ίδιο τρόπο που αφάνισαν τους δικούς του.

Ένας άλλος τρόπος επιβολής είναι το σεξ είτε με τη μορφή βίας είτε ως κατευθυνόμενος πανσεξουαλισμός. Στο μυθιστόρημα διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο. Οι σεξουαλικές προτιμήσεις των μεν είναι αυτές που ορίζουν το διαφορετικό. Η σεξουαλική βία που έχουν υποστεί οι δε, είτε οι ίδιοι είτε οι γονείς τους, επίσης διαμορφώνει τη μετέπειτα συμπεριφορά τους. Μέσα στην ιδιότυπη «οικογένεια» το σεξ είναι έκφραση αγάπης, μέσο πειραματισμού, δρόμος προς τη γνώση του ανθρώπου και των μύχιων επιθυμιών του, αναδίφηση της ίδιας της ζωής. Έξω από αυτήν γίνεται όπλο, τρόπος επικράτησης, μέσο δικαίωσης και απονομής δικαιοσύνης. Είναι ταυτόχρονα θεραπεία και έγκλημα, απόλαυση και τιμωρία. Τα πρόσωπα το χρησιμοποιούν ανάλογα με τις συνθήκες. Άλλοτε τιμωρούν και εκδικούνται περιστασιακά άλλοτε προσφέρουν και απαλύνουν.

Άφησα το σχολιασμό του τίτλου τελευταίο γιατί εγγράφεται στην κειμενική ιδεολογία, στον κόσμο εκείνων των αξιών που καταγγέλλονται στο μυθιστόρημα αλλά και εκείνων που προβάλλονται. Κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης παρατηρούμε να στηλιτεύονται τρέχουσες ιδεολογίες που επιβάλλονται ασύνειδα, κατάλοιπα υπερσυντηρητικών κωδίκων του παρελθόντος, αξίες για τις οποίες κάποτε οι Έλληνες αισθάνονταν «υπερήφανοι». Έτσι, ο αναγνώστης θα συναντήσει τη χειραγωγούμενη υπεραπλούστευση της γλωσσικής έκφρασης με λόγο παρατακτικό και απλοϊκό και, κατά συνέπεια, την ανελεύθερη και αδρανή σκέψη. Την έλλειψη καλλιέργειας και παιδείας. Την αστυνόμευση με πρόσχημα την παγκοσμιοποιημένη τρομοκρατία. Το μεγάλο μεταναστευτικό ρεύμα και τις φασιστικές ιδεολογίες που αφήνει να αναδυθούν η έλλειψη μεταναστευτικής πολιτικής στα σύγχρονα κράτη, την κατάρρευση της δημοκρατίας. Τη χρήση της τεχνολογίας ως μέσο στιγματισμού. Τη διασκέδαση της Disneyland. Την διαρκώς αποσιωπούμενη ενδοοικογενειακή βία. Τον υποτιμητικό και επιτιμητικό χαρακτηρισμό της σεξουαλικής «παρέκκλισης» από τη νόρμα, το ελληνικό φολκλόρ καμάκι της δεκαετίας του ’80, το επίχρισμα «κουλτούρας» και ψευδοδιανόησης που δίνει η σύντομη διαμονή σε δυτικοευρωπαϊκές χώρες.

Οι πρωταγωνιστές στέκονται στον αντίποδα αυτής της πραγματικότητας. Ο δικός τους κώδικας αξιών εδράζεται στην αναζήτηση της γνώσης μέσα από την εμπειρία των αισθήσεων, στην έμφυτη περιέργεια για όλα όσα δε διδάσκεται κανείς στο σχολείο. Η μητέρα ήθελε να μάθει «τι κινεί τον κόσμο». Όλα συντείνουν στην αγάπη για την ίδια τη ζωή, εκείνη που δε θα στριμώχνεται σε σοβαροφανείς κενούς νοήματος κοινωνικούς κώδικες, που προάγει την ελεύθερη σκέψη, την προσφορά, τη συνέπεια λόγων και έργων. Εκτός από την οικογένεια μόνο ένας εμπνευσμένος δάσκαλος στάθηκε στο ύψος των αναζητήσεων του πρωταγωνιστή. Η κατάληξη και σε αυτή την περίπτωση ήταν οδυνηρή. Μετά την απομάκρυνσή του με την υπόνοια σεξουαλικής παρενόχλησης, εξωθείται σε μια τελετουργική αυτοκτονία, που σηματοδοτεί τη ματαιότητα να αναζητά κανείς, μέσα στην κοινωνία, τον ενθουσιασμό και τη χαρά της γνώσης, και να τη μεταφέρει στους νέους.

Το κύριο έγκλημα ήταν η συνεχόμενη βίαιη απαίτηση συμμόρφωσης της πρωταγωνιστικής οικογένειας προς τις συμβατικές, ανιαρές κοινωνικές νόρμες, παρά το γεγονός ότι ο τρόπος ζωής των μελών της δε λειτουργούσε βλαπτικά για την κοινωνία. Το παράπλευρο έγκλημα που προκάλεσε η άσκηση βίας στο πλαίσιο της κυρίαρχης ιδεολογίας ήταν η υιοθέτηση αμυντικής και επιθετικής συμπεριφοράς των μελών της οικογένειας με κάθε μέσο, είτε αυτή περιλάμβανε μαθήματα αυτοάμυνας είτε εμπρησμό, εγκλεισμό, βιασμό. Η ανάγκη αυτοπροστασίας ώθησε τον πρωταγωνιστή στην εκδίκηση, σε συμπεριφορά εξίσου ακραία με αυτή που τη γέννησε. Η εκδίκησή του δεν είναι απλή, ούτε φέρνει ικανοποίηση. Αντίθετα, στρέφεται προς όλους εκείνους που πολέμησαν άγρια την οικογένειά του, τον αγαπημένο κόσμο του. Ενορχηστρώνει την επίθεση με βάση όσα γνωρίζει με τις αισθήσεις και το μυαλό, με βάση τις αναλύσεις των δομών, τις εμπειρίες που τον πλήγωσαν, την κοινωνική βία μέσα στην οποία διαπαιδαγωγήθηκε, τα σύγχρονα μέσα της τεχνολογίας, την ικανότητά του να αλλάζει ταυτότητες, να εξομοιώνεται με το γύρω του περιβάλλον, να γίνεται ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας, ο υπεράνω κάθε υποψίας. Φέρνει νέα μορφή τρομοκρατίας, χωρίς συγκεκριμένο πρόσωπο και πολιτικό μανιφέστο. Το σύνθημά του θα μπορούσε να είναι «Είμαι τα παράπλευρα εγκλήματα μιας παράπλευρης απώλειας».

Παρότι στα μάτια του αναγνώστη ο Παντελής παρουσιάζεται ως μια ιδιαίτερα σκληρή φυσιογνωμία, ένας αδίστακτος χαρακτήρας, χωρίς συμπόνοια ή κατανόηση, ένας απ-άνθρωπος, η συγγραφέας καταφέρνει να προβάλει όλες τις πτυχές του, να φωτίσει την ψυχή και το μυαλό του με τέτοιο τρόπο, ώστε να συνειδητοποιήσουμε τι τον οδήγησε στην απέλπιδα πράξη του. Έτσι, προλαβαίνει τον πιθανώς εύκολο και παρορμητικό χαρακτηρισμό «Μα τι κακός άνθρωπος!». Διαβάζοντας το μυθιστόρημα, δεν μπορεί κανείς παρά να σκεφτεί το «οὐδείς ἑκών κακός», ακόμα και για τις χειρότερες πράξεις.

Κλείνοντας θα κάνω δύο γενικού χαρακτήρα επισημάνσεις. Θεωρώ πως το μυθιστόρημα Παράπλευρα εγκλήματα είναι ένα μεταιχμιακό κείμενο. Όλα όσα πραγματεύεται υπάρχουν ή ερμηνεύονται πολυπρισματικά. Όλα έχουν περισσότερες από δύο πλευρές είτε είναι άνθρωποι είτε ιδεολογίες. Ο πρωταγωνιστής βιώνει την αγάπη και την προστασία και ταυτόχρονα εκφράζει το απόλυτο μίσος. Μαθαίνει να εξερευνά τη ζωή και χρησιμοποιεί τις γνώσεις που αποκομίζει για να φέρει έναν οδυνηρό θάνατο και για να γίνει μια εκκρεμούσα απειλή εναντίον όλων όσοι υποκρίνονται τους ενάρετους.

Παρότι, λοιπόν, ακραίο στην πλοκή, τους χαρακτήρες και το περιεχόμενο, το μυθιστόρημα δεν παύει να είναι ανθρώπινο. Ακριβώς όπως τα πρόσωπά του, έτσι και η συγγραφέας προσπαθεί με τη γραφή της να βρει την ανθρώπινη ιδιότητα πίσω από τη σκληρή εμπειρία, να γνωρίσει τους ανθρώπους μέσα από αυτά που τους χωρίζουν ανασύροντας στην επιφάνεια αυτά που τους ενώνουν. Νομίζω ότι η αναγνωστική πρόκληση σε αυτή την περίπτωση είναι να προσεγγίσει ο αναγνώστης το κείμενο έχοντας αφήσει στην άκρη στερεότυπες σκέψεις, επικριτικούς χαρακτηρισμούς και καταδικαστικές ετυμηγορίες. Μόνο αν αναγνωρίσει και αποδεχτεί την αυτονομία του μυθιστορήματος θα μπορέσει να το απολαύσει. Αλλιώς, θα μείνει στην επιφάνεια της πρόκλησης και θα αδικήσει το γραπτό.

Η παρουσίαση του βιβλίου έγινε στις 19 Απριλίου 2012 στα γραφεία του Συλλόγου Ελλήνων Καΐρου.

Σύντομο βιογραφικό

Η Καίτη Θηραίου γεννήθηκε στο Κάιρο. Αποφοίτησε από την Αμπέτειο Σχολή Καΐρου. Σπούδασε Βυζαντινή και Νεοελληνική Φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Ε.Κ.Π.Α. και σκηνοθεσία κινηματογράφου στη σχολή της Ευγενίας Χατζίκου. Εργάστηκε για πολλά χρόνια στον κινηματογράφο, την τηλεόραση και τη διαφήμιση ως σκηνοθέτης και διευθύντρια παραγωγής. Παράλληλα, έχει γράψει κριτικές βιβλίβν και ταινιών σε κινηματογραφικά περιοδικά (Κινηματογραφικά τετράδια, Cine 7 κ.α.). Εργάστηκε ως φιλόλογος σε σχολεία του νομού Ηλείας.

Διετέλεσε πρόεδρις του Συνδέσμου Φιλολόγων Πύργου και Ολυμπίας, καθώς και πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Εκπαιδευτικών Καΐρου. Τώρα διδάσκει στην Αμπέτειο Σχολή Καΐρου.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων