Δ.Ο.Ε. ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ Καταγγελία του Υπουργού Παιδείας
Καταγγελία του Υπουργού Παιδείας
Η εγκύκλιος επιστράτευσης που υπέγραψε ο Υπουργός Παιδείας κ. Αρβανιτόπουλος στις 24 Μαρτίου 2014 είναι αποκαλυπτική του πανικού που διακατέχει την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας μπροστά στη μαζική άρνηση των Συλλόγων Διδασκόντων να συγκροτήσουν εθελοντικά τις ομάδες εργασίας της ΑΕΕ και αποτελεί, ουσιαστικά, παραδοχή της ορθότητας της θέσης που έχει εκφράσει το Δ.Σ. της Δ.Ο.Ε. ότι η συμμετοχή των εκπαιδευτικών στις ομάδες εργασίας δεν είναι υποχρεωτική.
Είναι διπλά παράνομη η αυταρχική αυτή εγκύκλιος, αφενός γιατί επικαλείται γενική και άσχετη με τη διαδικασία της αξιολόγησης διάταξη που έρχεται σε αντίθεση με τις ειδικές διατάξεις που τη διέπουν αφετέρου γιατί παρακάμπτοντας κάθε έννοια διοικητικής ιεραρχίας ανάγει σε κορυφαίο παράγοντά της το Διευθυντή του Γραφείου του Υπουργού στον οποίο θα καταλήξουν οι αποφάσεις των Συλλόγων Διδασκόντων.
Η διολίσθηση της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας στο δρόμο της παραβίασης κάθε έννοιας νομιμότητας είναι ένα φαινόμενο εξαιρετικά ανησυχητικό που διέπει τη λειτουργία της τόσο στο θέμα της ΑΕΕ – Αξιολόγησης όσο και σε μια σειρά άλλων κορυφαίων ζητημάτων (μετατάξεις, παράνομες μετακινήσεις, μη πραγματοποίηση μεταθέσεων…).
Το Δ.Σ. της Δ.Ο.Ε. καταγγέλλει τον Υπουργό Παιδείας για την αυταρχική και πέρα από το νόμο λειτουργία του που έχει δημιουργήσει τεράστια αδιέξοδα στο χώρο της εκπαίδευσης και ζητά την παραίτησή του. Πιστεύουμε ότι το θέμα υπερβαίνει το χώρο της εκπαίδευσης και έχει να κάνει με τη δημοκρατική ή μη λειτουργία της ελληνικής πολιτείας.
Για το λόγο αυτό ζητάμε την παρέμβαση του Πρωθυπουργού εάν πιστεύει ότι υπάρχει ακόμη ευνομούμενη πολιτεία. Σε αντίθετη περίπτωση θα ταυτίζεται με τις παράνομες ενέργειες του Υπουργού Παιδείας.
Καταγγέλλουμε, επίσης, όλους αυτούς που παρότι γνωρίζουν τις θέσεις του κλάδου συμμετέχουν στις επιστημονικές επιτροπές που συντονίζουν την εφαρμογή του συγκεκριμένου πλαισίου αξιολόγησης. Είναι όλοι αυτοί οι καθηγητές Πανεπιστημίου, μέλη του ΙΕΠ, εν ενεργεία και συνταξιούχοι Σχολικοί Σύμβουλοι, οι οποίοι δέχονται να γίνονται συνεργοί ή να κλείνουν τα μάτια στη σφαγή που ετοιμάζεται για τη Δημόσια Εκπαίδευση και τους λειτουργούς της. Τους ζητάμε την ύστατη στιγμή να παραιτηθούν και να συνταχθούν με αυτούς που υπερασπίζονται το Δημόσιο Σχολείο.
Η αντίδραση του κλάδου απέναντι σ’ αυτό το κύμα αυταρχισμού ήταν, είναι και θα συνεχίσει να είναι καθολική. Η εντυπωσιακή συσπείρωση του κλάδου (93% των εκπαιδευτικών υπέγραψαν το κείμενο αντίθεσης στην επιχειρούμενη εφαρμογή της Αξιολόγησης – χειραγώγησης και εκατοντάδες Σύλλογοι Διδασκόντων έχουν ήδη συντάξει πρακτικά άρνησης συγκρότησης των ομάδων εργασίας) θα δυναμώσει ακόμη περισσότερο.
Ακόμη και οι Σύλλογοι Διδασκόντων που δεν έχουν ακόμη συνεδριάσει και συντάξει πρακτικά καλούνται σε καμία περίπτωση να μη δηλώσουν εθελοντική συμμετοχή στις ομάδες εργασίας.
Το Δ.Σ. της Δ.Ο.Ε., από την πρώτη του απόφαση σχετικά με την Αυτοαξιολόγηση, προσπάθησε να διασφαλίσει την προστασία των εκπαιδευτικών από ενδεχόμενες πειθαρχικές διώξεις υποστηρίζοντας τις αποφάσεις του και με γνωμοδοτήσεις της Νομικής Συμβούλου της Δ.Ο.Ε. Δηλώνουμε ότι το ίδιο θα συνεχίσουμε να κάνουμε προστατεύοντας τους συναδέλφους μας από πειθαρχικές διώξεις και ποινές. Στην κατεύθυνση αυτή ζητήθηκε και γνωμοδότηση της Νομικής Συμβούλου για την τελευταία εγκύκλιο (24/3/2014) του Υπουργού Παιδείας την οποία και σας επισυνάπτουμε.
Τα συμπεράσματα της γνωμοδότησης αυτής είναι:
«(α) μοναδικό αρμόδιο όργανο για να συστήσει τις ομάδες έργου είναι και εξακολουθεί να είναι ο Σύλλογος Διδασκόντων, δεδομένου, ότι αυτό ρητώς προβλέπεται από την υπ’ αριθμόν Εγκύκλιος 190089/Γ1/10.12.2013 εγκύκλιο του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων αλλά προκύπτει με απόλυτη σαφήνεια και από την διάταξη του άρθρου 38 της ΥΑ Φ.353.1/324/105657/Δ1/8-10-2002, που αναθέτει αποκλειστικά και μόνο στον σύλλογο διδασκόντων την αξιολόγηση του έργου του και τον προγραμματισμό των δράσεων του. Εξάλλου, από το σύνολο της νομοθεσίας, που προεκτέθηκε προκύπτει, ότι ο Διευθυντής ουσιαστικά αποτελεί το όργανο εκτέλεσης των αποφάσεων του Συλλόγου Διδασκόντων και όχι αποφασίζον όργανο στην διαδικασία. Εξάλλου, η ίδια η διαδικασία αυτοαξιολόγησης, όπως εκτίθεται στον νόμο, στις υπουργικές αποφάσεις και τις εγκυκλίους του Υπουργείου συνιστά αποτέλεσμα συνεργασίας των εκπαιδευτικών και όχι μονομερών αποφάσεων των Διευθυντών των σχολείων.
(β) Η διάταξη του άρθρου 39 παρ. 15 της ως άνω Υπουργικής Απόφασης, την οποία επικαλείται το Υπουργείο, προκειμένου να μεταφέρει την αρμοδιότητα των οργάνων (από το Σύλλογο στον Διευθυντή) αφενός είναι άσχετη με την διαδικασία της αξιολόγησης (αφού αναφέρεται σε κατανομή μαθημάτων και τάξεων και στην ανάθεση εργασιών εν γένει στον σχολείο) και αφετέρου έρχεται σε αντίθεση προς ρητή ειδική διάταξη (το άρθρο 38 της ίδιας ως άνω αποφάσεως) και συνεπεία αυτού δεν μπορεί να έχει εφαρμογή στην υπό κρίση περίπτωση. «Η αρμοδιότητα που έχει ανατεθεί σε ορισμένο όργανο δεν μπορεί νόμιμα να ασκηθεί από άλλο όργανο, ακόμη και ανώτερο του αρμοδίου, εκτός και εάν υπάρχει ρητή αντίθετη διάταξη» (Ε.Σπηλιωτόπουλου Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου σελ. 154 επ), πράγμα, που βεβαίως δεν συντρέχει στην επίμαχη περίπτωση. Σε περίπτωση δε παράνομης μεταβίβασης αρμοδιότητας, το όργανο, στο οποίο αυτή μεταβιβάστηκε δεν καθίσταται αρμόδιο και οι πράξεις του πάσχουν από ακυρότητα (ΣτΕ 367/1993, 2179/1987). Είναι συνεπεία αυτού, παντελώς εσφαλμένη η εγκύκλιος του Υπουργείου, δια της οποίας επιχειρεί να εξέλθει από το αδιέξοδο της μη σύστασης ομάδων έργου.
(γ) Για να μεταφερθεί συννόμως η αρμοδιότητα ενός οργάνου σε άλλο, μοναδική λύση θα ήταν η εκ μέρους του Υπουργείου νομοθέτηση και όχι βεβαίως η ανάθεση αρμοδιοτήτων μέσω εγκυκλίων, που ουδεμία ρυθμιστική δυνατότητα έχουν. Η μεταβίβαση αρμοδιότητας γίνεται νομίμως μόνο με έκδοση διοικητικής πράξεως, η οποία έχει κανονιστικό χαρακτήρα και αφορά κατηγορία υποθέσεων (ΣτΕ 607/1971, 3467/1985, 250/1987)
(δ) Μετά ταύτα, γεννάται το ερώτημα, ποιες είναι οι νομικές ενέργειες, στις οποίες μπορούν να προβούν οι εκπαιδευτικοί αλλά και η ΔΟΕ αναφορικά με την σύσταση των ομάδων έργου.
Σύμφωνα με το άρθρο 25 του ν. 3528/2007 προβλέπεται «….2. Ο υπάλληλος οφείλει να υπακούει στις διαταγές των προϊσταμένων του. Όταν όμως εκτελεί διαταγή την οποία θεωρεί παράνομη, οφείλει πριν την εκτέλεση να αναφέρει εγγράφως την αντίθεση γνώμη του και να εκτελέσει την διαταγή, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση. Η διαταγή δεν προσκάται νομιμότητα εκ του ότι ο υπάλληλος οφείλει να υπακούσει σε αυτή. 3. Αν η διαταγή είναι προδήλως αντισυνταγματική ή παράνομη, ο υπάλληλος οφείλει να μην την εκτελέσει και να το αναφέρει χωρίς αναβολή. Όταν σε διαταγή η οποία προδήλως αντίκειται σε διατάξεις νόμων ή κανονιστικών πράξεων διατυπώνονται επείγοντες και εξαιρετικοί λόγοι γενικότερου συμφέροντος ή όταν ύστερα από άρνηση υπακοής σε πρώτη διαταγή, που προδήλως αντίκειται σε τέτοιες διατάξεις διατυπώνονται επείγοντες και εξαιρετικοί λόγοι γενικότερου συμφέροντος ή όταν ύστερα από άρνηση υπακοής σε πρώτη διαταγή που προδήλως αντίκειται σε τέτοιες διατάξεις ακολουθήσει δεύτερη διαταγή, που εκθέτει επείγοντες και εξαιρετικούς λόγους γενικότερου συμφέροντος ο υπάλληλος οφείλει να εκτελέσει την διαταγή και να αναφέρει συγχρόνως στην προϊστάμενη αρχή εκείνου, που τον διέταξε… Εάν εκείνος, που διέταξε είναι ο Υπουργός, η αναφορά υποβάλλεται στον Πρωθυπουργό».
Το πρώτο ζήτημα, το οποίο πρέπει να απαντηθεί είναι εάν η συγκρότηση των ομάδων έργου με απόφαση των διευθυντών είναι ενέργεια παράνομη ή προδήλως παράνομη ή αντισυνταγματική, καθώς σε κάθε μια από τις περιπτώσεις αυτές διαφοροποιείται η αντίδραση των υπαλλήλων, που λαμβάνουν μια τέτοια εντολή. Με δεδομένο, ότι η εγκύκλιος του Υπουργείου Παιδείας προβαίνει σε ερμηνεία διατάξεων νόμου, φρονώ, ότι οι ενέργειες της διοικήσεως θα πρέπει να θεωρηθούν παράνομες, με αποτέλεσμα οι υπάλληλοι να πρέπει να τις εκτελέσουν, αναφέροντας παράλληλα τους λόγους, για την οποία τις θεωρούν παράνομες.
Αναφορικά με τον παράνομο χαρακτήρα των ενεργειών, που επιβάλλονται μέσω της ανωτέρω εγκυκλίου, οι ενέργειες, οι οποίες μπορούν να γίνουν είναι οι εξής ανά επίπεδο:
(Α) Κατ’ αρχήν η ΔΟΕ δύναται να προβεί στην προσβολή μέσω αιτήσεως ακυρώσεως της ως άνω εγκυκλίου, επικαλούμενη το γεγονός, ότι αυτή στερείται παντελώς νομίμου ερείσματος και έρχεται σε ευθεία αντίθεση προς την κείμενη νομοθεσία. Φρονώ δε, ότι επιβάλλεται η αποστολή μιας εμπεριστατωμένης αναφοράς προς τον Υπουργό με κοινοποίηση στον Πρωθυπουργό, προκειμένου να υπογραμμιστεί αφενός η αντίθεση μας αλλά και σε κάθε περίπτωση να τεκμηριωθεί η παρανομία των ενεργειών της διοικήσεως, παρέχοντας έτσι έρεισμα και στήριξη στους εκπαιδευτικούς.
(Β) Οι Διευθυντές των σχολικών μονάδων, που καλούνται να εκτελέσουν μια παράνομη εντολή, οφείλουν να αναφέρουν την αντίθεση τους στην παράνομη τούτη εντολή. Πρέπει δε να καταστεί σαφές, ότι η εκτέλεση παρανόμων εντολών εκ μέρους τους χωρίς δήλωση της αντίθεσης τους δεν τους απαλλάσσει από (προσωπικές και υπηρεσιακές) ευθύνες.
(Γ) Οι εκπαιδευτικοί, που θα οριστούν στις ομάδες έργου, δικαιούνται: (α) να αναφέρουν την αντίθεση τους στην ως άνω παράνομη σύσταση των ομάδων έργου είτε ατομικά είτε με πρακτικά του συλλόγου διδασκόντων (β) να αρνηθούν να παρέχουν έργο εκτός του ωραρίου εργασίας τους. Σε κάθε περίπτωση, είναι εξαιρετικά αμφίβολη η δυνατότητα ολοκλήρωσης των πολύπλοκων διαδικασιών της αυτοαξιολόγησης, με ομάδες έργου, που θα λειτουργούν εντός ωραρίου, πράγμα, που στην πράξη αποδυναμώνει ουσιαστικά τις απαιτήσεις του Υπουργείου.
(Δ) Τέλος, πρέπει να καταστεί σαφές, ότι κάθε παράνομη ενέργεια, που γίνεται στα πλαίσια μιας συνολικής διαδικασίας, οδηγεί σε ακυρότητα αυτής συνολικά. Συνεπώς, η παράνομη συγκρότηση ομάδων έργου, αποτελεί νομικό έρεισμα για την ακύρωση του συνόλου των διαδικασιών, που στηρίζονται σε αυτήν.»
Το Δ.Σ. της Δ.Ο.Ε. ήδη έχει αναθέσει στη Νομική Σύμβουλο την κατάθεση αίτησης ακύρωσης της συγκεκριμένης εγκυκλίου. Θα αναζητηθεί, επίσης, κάθε δυνατή μέθοδος ένδικης αποτροπής της εφαρμογής της εγκυκλίου.
Το ζήτημα αυτό θα πρέπει να αντιμετωπιστεί από κοινού από τις δυο εκπαιδευτικές Ομοσπονδίες. Το Δ.Σ. της Δ.Ο.Ε. θα συναντηθεί άμεσα με το αντίστοιχο της ΟΛΜΕ στην αναζήτηση κοινής πορείας.
Μέσα στο Σαββατοκύριακο θα συνεχιστεί η συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου προκειμένου να εξειδικευτούν τα μέτρα και οι δράσεις που θα αποτρέψουν στην πράξη τη λειτουργία των ομάδων εργασίας και θα ακυρώσουν την επιχειρούμενη εφαρμογή της Αξιολόγησης – Χειραγώγησης.
Η Ενότητα και η συσπείρωση που χαρακτηρίζει τον κλάδο και που έφερε μέχρι τώρα επιτυχημένα αποτελέσματα θα πρέπει να συνεχιστεί και να δυναμώσει. Όλοι μαζί παλεύουμε ενάντια στην αντιεκπαιδευτική πολιτική που απειλεί την ύπαρξη του δημόσιου σχολείου την παιδαγωγική ελευθερία και τη δημοκρατία και διαμορφώνει ένα εφιαλτικό τοπίο για τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές τους.