Αναστασία Τσαπανίδου – Θανάσης Β. Κούγκουλος
Αχαρτογράφητα στοιχεία της ελληνικής πεζογραφίας του 19ου αιώνα. Οι αυτοτελείς εκδόσεις της Κωνσταντινούπολης κατά την κρίσιμη εικοσαετία 1880-1900
Περίληψη
Η δεκαετία του 1880 μπορεί να θεωρηθεί σε μεγάλο βαθμό ως μια εποχή κρίσης για την ελληνική πεζογραφία. Η συγγραφή «εθνικών» μυθιστορημάτων υποχωρεί και ο διαγωνισμός της Εστίας προτείνει τη στροφή των συγγραφέων στη μυθοπλασιακή αναπαράσταση ηθογραφικού και λαογραφικού υλικού, την ίδια στιγμή που η αγορά κατακλύζεται από μεταφράσεις, ιδιαίτερα της γαλλικής λαϊκής λογοτεχνίας και οι εφημερίδες εναγκαλίζονται ασμένως την εμπορική συνταγή του επιφυλλιδογραφικού μυθιστορήματος, κυρίως του μεταφρασμένου. Οι Έλληνες πεζογράφοι, όταν δεν επιλέγουν να αντλήσουν την ρητορική της ελληνοπρέπειας από τους κόλπους της αρχαιοελληνικής και νεοελληνικής παράδοσης, ρίχνονται σ’ έναν άνισο αγώνα δρόμου με τους ευρωπαίους συναδέλφους τους και προσπαθούν να θέλξουν το ελληνικό αναγνωστικό κοινό με αναπαραστάσεις του σύγχρονου ελληνικού αστικού βίου. Η αναψηλάφηση του λογοτεχνικού 19ου αιώνα που επιχειρείται τις τελευταίες δεκαετίες έχει αναδείξει πολλά μυθιστορήματα και διηγήματα που κινούνται προς αυτήν την κατεύθυνση, κυρίως «αθηναιογραφίες», δεδομένου ότι η Αθήνα ως πρωτεύουσα κρατάει τα σκήπτρα της αστικοποίησης εντός του ελλαδικού κράτους. Η σχετική έρευνα όμως της φιλολογικής επιστήμης κρίνεται ελλιπής όσο παραμένει αχαρτογράφητη η πεζογραφική παραγωγή των μεγάλων αστικών πυρήνων του έξω Ελληνισμού· κυρίως της Κωνσταντινούπολης που εκτός από ισχυρό ομογενειακό κέντρο, διαχρονική μητρόπολη του ελληνισμού και σταθερό μεγαλοϊδεατικό στόχο, εξακολουθεί στα τέλη του 19ου αιώνα να αποτελεί τον πλέον αστικοποιημένο τόπο της Εγγύς Ανατολής. Πόσο, λοιπόν, συμπορεύεται η κωνσταντινουπολίτικη ομογένεια με τις λογοτεχνικές αναζητήσεις των ελλαδιτών πεζογράφων την κρίσιμη δεκαετία του 1880; Οι επιλογές της ακολουθούν αυτές του αθηναϊκού κέντρου και επιβεβαιώνουν την εικόνα που έχουμε σχηματίσει μέχρι σήμερα για την ελληνική πεζογραφία της συγκεκριμένης εποχής ή διαφοροποιούνται; Και αν ναι, για ποιον λόγο και προς ποιες κατευθύνσεις;
Αυτά και άλλα ερωτήματα μας απασχολούν σε μια έρευνα που έχουμε ξεκινήσει εδώ και λίγο χρονικό διάστημα για την κωνσταντινουπολίτικη πεζογραφική παραγωγή της περιόδου 1880-1900, με την ακλόνητη πεποίθηση ότι πλέον καθίσταται αναγκαία, όχι μόνο γιατί μπορεί να προσφέρει νέα γνώση με την ανάδειξη υλικού που παραμένει εν πολλοίς λανθάνον ή ανεπεξέργαστο (και το οποίο, επομένως, πρέπει κάποια στιγμή να βρει την θέση που του αξίζει σε μια αναθεωρημένη Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας), αλλά κυρίως γιατί μπορεί να προσθέσει νέες παραμέτρους, συγκριτικούς δείκτες και οπτικές γωνίες για την ασφαλέστερη επαν-εκτίμηση του ελληνικού λογοτεχνικού 19ου αιώνα εν συνόλω. Σε ένα μακροπρόθεσμο πλάνο, φιλοδοξούμε να εντοπίσουμε, να αποδελτιώσουμε και να αξιολογήσουμε την πρωτότυπη αφηγηματική πεζογραφία, τόσο αυτήν που εκδίδεται αυτοτελώς όσο και αυτήν που δημοσιεύεται στα ετήσια ημερολόγια, τα περιοδικά και τις εφημερίδες της Κωνσταντινούπολης κατά την περίοδο 1880-1900, σε μια εποχή δηλαδή μεταιχμιακή για την εξέλιξη της νεοελληνικής πεζογραφίας και της κοινωνίας που την παράγει. Στο πλαίσιο της παρούσας ανακοίνωσης επικεντρωνόμαστε στα μυθιστορήματα και διηγήματα που εκδίδονται αυτοτελώς στην Κωνσταντινούπολη την συγκεκριμένη εικοσαετία. και τα οποία, με τα μέχρι στιγμής στοιχεία μας, συγκροτούν ένα corpus 23 κειμένων. Αρχικά μελετούμε τη θεματολογία τους, τις ιδεολογικές και ειδολογικές τους κατευθύνσεις και στη συνέχεια επιχειρούμε την σύγκρισή τους με τα ελλαδικά μυθιστορήματα και διηγήματα της ίδιας περιόδου. Προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε τις συγκλίσεις και αποκλίσεις τους, με απώτερο στόχο την εξαγωγή γενικότερων συμπερασμάτων σε σχέση με την εξελικτική πορεία της ελληνικής πεζογραφίας στα τέλη του 19ου αιώνα.
Αφήστε μια απάντηση