ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Θανάσης Β. Κούγκουλος
Συνέχειες και ασυνέχειες στη μεταπολεμική πεζογραφία: Δημήτρης Χατζής
Ο Δημήτρης Χατζής με τη συλλογή διηγημάτων Το τέλος της μικρής μας πόλης λειτουργεί ως πρότυπο ανάμεσα στους ομότεχνούς του μεταπολεμικούς πεζογράφους. Για την εκδοτική ομάδα της περιοδικής έκδοσης των Ιωαννίνων Ενδοχώρα (1959-1966) η διηγηματογραφία του Δημήτρη Χατζή λογίζεται ως αφετηρία για την καλλιέργεια μιας λογοτεχνίας που εγκύπτει στον τόπο και στον πολιτισμό της Ηπείρου. Η Ενδοχώρα αναγνωρίζει ότι ο Χατζής είναι ορόσημο για τη στροφή προς την εντοπιότητα και υπόδειγμα αισθητικής και ύφους πολύ πρώιμα, όταν ακόμη τα διηγήματα του Τέλους της μικρής μας πόλης είναι σχεδόν άγνωστα στην Ελλάδα. Πριν το πρώτο τεύχος, του Σεπτεμβρίου – Οκτωβρίου του 1959, ελάχιστοι πρέπει να έχουν πρόσβαση στην έκδοση του 1953 από το εκδοτικό «Νέα Ελλάδα» στο Βουκουρέστι και μόλις το 1958 η Επιθεώρηση Τέχνης δημοσιεύει τις αναθεωρήσεις των διηγημάτων «Σαμπεθάι Καμπιλής» και «Ο Σιούλας ο ταμπάκος». Παρ’ όλα αυτά το 1960 ο Φρίξος Τζιόβας, μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού, σε βιβλιοκριτική του όχι μόνο φαίνεται να γνωρίζει πολύ καλά τα διηγήματα του Χατζή αλλά έχει την πεποίθηση ότι είναι το κορύφωμα της γενιάς του, η οποία αποπειράται να δώσει νέα ώθηση στη λογοτεχνική κίνηση της Ηπείρου, παρόμοια μ’ εκείνη της Κρήτης.
Βασικά θέματα και μοτίβα της μεταπολεμικής πεζογραφίας που επικεντρώνεται στον τόπο (πχ. μυθοποίηση της μικρής επαρχιακής πόλης, προσδιορισμός του χώρου μέσω της τοπικής δείξης, εισαγωγή υπαρκτών προσώπων στη μυθοπλασία, εστίαση στα θύματα της Ιστορίας, συμπόρευση με τον ρυθμό των δημοτικών τραγουδιών, ανατροφοδότηση λαϊκών θρύλων, χρήση του τοπικού γλωσσικού ιδιώματος, διακειμενική συσχέτιση με την τοπική ιστοριογραφία κ.ά.) προέρχονται από τον Δημήτρη Χατζή. Ο Χατζής αποτελεί ένα μεταίχμιο στη μεταπολεμική λογοτεχνία. Είναι ο συνεχιστής και ο ανανεωτής μιας μακράς πεζογραφικής παράδοσης που θεματικά αρδεύεται από την τοπικότητα. Ανατροφοδοτώντας τις τεχνικές προσέγγισης του γενέθλιου τόπου στη συλλογή διηγημάτων Το τέλος της μικρής μας πόλης γίνεται ο οδηγός μιας ομάδας Ηπειρωτών πεζογράφων της πρώτης και της δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς (Τζάλλας, Τζιόβας, Δάλλας, Πορφύρης, Μηλιώνης, Σταμάτης, Μούλιος) που μεταμορφώνει δεξιοτεχνικά την ιθαγένεια σε λογοτεχνικό μύθο.
Παρότι ο Γιώργος Δ. Παγανός υποστηρίζει ότι η εντυπωσιακή εξέλιξη της πεζογραφίας που έχει ως υπόβαθρο την Ήπειρο δεν οφείλεται σε επίδραση του Χατζή, μια μερίδα της κριτικής διακρίνει τη μέγιστη συμβολή του στη συγκρότηση ενός διακριτού κύκλου Ηπειρωτών πεζογράφων στα μεταπολεμικά και σύγχρονα γράμματά μας. Οπωσδήποτε δική του επινόηση είναι η ενδοκειμενική ιθαγένεια αφηγητή και δρώντων προσώπων, η οποία υιοθετείται από όλους τους μεταγενέστερους συγγραφείς. Αδιαμφισβήτητο υπόδειγμα για την ενδοκειμενική ανάδυση της εντοπιότητας είναι η συνάφεια του αφηγητή και των ηρώων με τον χώρο δράσης στο Τέλος της μικρής μας πόλης. Ο αφηγητής της συλλογής μολονότι τριτοπρόσωπος και ετεροδιηγητικός δεν είναι παντογνώστης αλλά ρέπει προς τον ομοδιηγητικό. Αποποιείται την όποια ουδετερότητά του, εντάσσεται στο εσωτερικό της μικρής πόλης και εμφανίζεται ως γνώστης προσώπων και πραγμάτων. Έχει την ιδιότητα του ανώνυμου συμπολίτη που μετέχει στην τοπική κοινωνία και αναλαμβάνει τον ρόλο ενός σύγχρονου χρονικογράφου της αποσύνθεσης των πατροπαράδοτων κοινωνικών δομών. Παρόμοιες ιδιότητες διαθέτουν και οι αφηγητές των άλλων συγγραφέων της ηπειρώτικης εντοπιότητας, μιμούμενοι τον αφηγητή του Τέλους της μικρής μας πόλης.
Αφήστε μια απάντηση