Η επιρροή των γονιών στη συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών

Father and mother kissing daughter

Κάποιοι ίσως φαντάζονται ότι το να είσαι γονιός σημαίνει να αλλάζεις πάνες, να ταΐζεις ή να κυνηγάς το παιδί μέσα στο σούπερ μάρκετ. Η ανατροφή των παιδιών όμως, υπερβαίνει κατά πολύ την κάλυψη των βασικών αναγκών επιβίωσης γιατί περιλαμβάνει την κρίσιμη επιρροή των γονιών στη συναισθηματική ανάπτυξή τους. Η συναισθηματική ανάπτυξη θεωρείται κρίσιμη γιατί θα επηρεάσει τόσο την παιδική ηλικία όσο και τη μετέπειτα ζωή των παιδιών!

Με ποιο τρόπο επιδρούν οι γονείς στη συναισθηματική ανάπτυξη;

Μερικές φορές, απλά η σωματική παρουσία δεν είναι αρκετή για να εγγυηθεί την υγιή συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών. Οι γονείς που βρίσκονται σε κοντινή απόσταση, αλλά δεν επενδύουν ή ανταποκρίνονται συναισθηματικά, τείνουν να ανατρέφουν παιδιά που βιώνουν αρνητικά συναισθήματα (πχ. λύπη, ανησυχία) και ασχολούνται λιγότερο με το παιχνίδι και τις δραστηριότητές τους. Έρευνες έδειξαν ότι η συναισθηματική εμπλοκή των γονιών έχει πραγματική σημασία και επηρεάζει τη συναισθηματική επάρκεια των παιδιών, τον τρόπο που διαχειρίζονται τα συναισθήματά τους και το πώς αλληλεπιδρούν με τους γύρω τους.

Η ποιότητα της σχέσης των γονιών με τα παιδιά, ο τρόπος αλληλεπίδρασης και η ασφάλεια που δημιουργούν οι γονείς, προβλέπουν αργότερα τη συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών. Μελέτες δείχνουν πως όταν όλα τα παραπάνω παίρνουν αρνητικό πρόσημο, είναι πολύ πιθανό τα παιδιά να αναπτύξουν συναισθηματικές διαταραχές και χαμηλή αυτοεκτίμηση.

Εξαιρετικά σημαντικός παράγοντας στη συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών, είναι το πόση ζεστασιά εισπράττουν από το οικογενειακό τους περιβάλλον. Έρευνες έδειξαν πως μητέρες με κατάθλιψη θέτουν σε κίνδυνο τη συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών. Δεδομένου πως οι καταθλιπτικές μητέρες είναι πιθανό να είναι αδιάφορες απέναντι στα παιδιά τους, τα εκθέτουν σε λιγότερες κοινωνικές καταστάσεις και γενικά παρέχουν λιγότερα ερεθίσματα θέτοντας τα παιδιά σε μειονεκτική θέση στην επίτευξη μιας υγιούς συναισθηματικής ανάπτυξης. Χωρίς την επικοινωνία με τους γονείς και χωρίς τη συμμετοχή τους, τα παιδιά δεν ξέρουν πώς να είναι κοινωνικά και πώς να σχετίζονται με τους γύρω τους.

Από την άλλη πλευρά, οι γονείς που δείχνουν και εκφράζουν συναισθήματα ζεστασιάς, αγάπης και φροντίδας, βοηθούν το παιδί να αναπτύξει ένα υψηλό επίπεδο αυτοεκτίμησης και το προστατεύουν από πολλούς κινδύνους που μπορούν να απειλήσουν τη συναισθηματική του υγεία. Έχει αποδειχθεί ότι τα παιδιά αισθάνονται καλύτερα με τον εαυτό τους όταν οι γονείς ενδιαφέρονται για τη ζωή τους και για τα πράγματα που κάνουν. Ο τρόπος που συμπεριφέρεται και εκφράζεται ο γονιός στο παιδί, παίζει μεγάλο ρόλο στο συναισθήματα που θα αναπτύξει και στην εικόνα που θα δημιουργήσει για τον εαυτό του, και από τη στιγμή που θα το πράξει, είναι πολύ δύσκολο να πεισθεί για το αντίθετο.

Επιπλέον, το πώς οι γονείς αντιμετωπίζουν τα συναισθήματα των παιδιών και το πώς ανταποκρίνονται σε αυτά, επηρεάζει το πόσο εκδηλωτικά θα είναι τα παιδιά με αυτά που νιώθουν. Όταν οι γονείς αντιδρούν επικριτικά ή όταν υποτιμούν τα αρνητικά συναισθήματα του παιδιού όπως τη θλίψη και τον θυμό, τότε το παιδί μπορεί να γίνει πιο επιρρεπές σε αυτά τα αρνητικά συναισθήματα και να μην μπορεί να τα αντιμετωπίσει. Αντίθετα, όταν οι γονείς καθοδηγούν και βοηθούν το παιδί να βρει τρόπους να εκφράζει με έναν υγιή τρόπο τα συναισθήματά του, τότε μπορεί να διαχειριστεί τις αντιδράσεις του απέναντι σε προκλήσεις και να ενισχύσει και άλλου είδους ικανότητες όπως σχολικές και κοινωνικές.

Εκτός όμως από το να είναι σε θέση να εκφράζουν τα συναισθήματά τους, οι γονείς μαθαίνουν στα παιδιά να προσδιορίζουν, να κατανοούν και να ασχολούνται με τα συναισθήματα των γύρω τους. Οι γονείς είναι το πρότυπο για το πώς να παρηγορούν κάποιον που κλαίει, ή πώς να ανταποδίδουν το χαμόγελο σε κάποιον που χαμογελά.

Τι μπορούν να κάνουν οι γονείς;

Προκειμένου τα παιδιά να αναπτυχθούν συναισθηματικά με έναν υγιή τρόπο, είναι σημαντικό να εισπράττουν το ενδιαφέρον των γονιών τους, τη ζεστασιά και την ανταπόκριση σε αυτά που νιώθουν. Όταν τα παιδιά έχουν όλα τα παραπάνω, εισπράττουν μια αίσθηση ασφάλειας, ελέγχου και εμπιστοσύνης στο γύρω περιβάλλον τους. Επίσης, αυξάνουν την αυτοεκτίμησή τους και αυτό με τη σειρά του επιτρέπει τις καλές κοινωνικές σχέσεις με τους άλλους. Είναι δύσκολο για τα παιδιά να κάνουν φίλους όταν δεν τους αρέσει ο εαυτός τους, αλλά και είναι δύσκολο να γίνουν αποδεχτά από τους άλλους όταν δεν αποδέχονται τα ίδια τα παιδιά τον εαυτό τους.

Οι γονείς που εκφράζουν τα συναισθήματά τους, είναι πιο πιθανό να έχουν παιδιά με αυτό το χαρακτηριστικό. Η ενσυναίσθηση, η κατανόηση και η συμπόνια είναι βασικά χαρακτηριστικά της αλληλεπίδρασης με τους άλλους ανθρώπους. Έρευνες έχουν δείξει ότι τα παιδιά που έχουν μεγαλύτερη εμπειρία με την έκφραση των συναισθημάτων τους, μπορούν να κατανοούν καλύτερα τα συναισθήματα των γύρω τους.

Τα παιδιά αναζητούν τους γονείς ως μοντέλα συμπεριφοράς στις κοινωνικές συναναστροφές και στις συναισθηματικές τους αντιδράσεις. Δεν κοιτούν μόνο το πώς συμπεριφέρονται και αισθάνονται οι γονείς τους, αλλά μαθαίνουν επίσης από την αλληλεπίδραση που έχουν μαζί τους. Μπορεί να υπάρξουν πολλοί άνθρωποι και γεγονότα τα οποία θα επηρεάσουν τον τρόπο ανάπτυξης των παιδιών τόσο συναισθηματικά όσο και κοινωνικά, ωστόσο οι γονείς είναι αυτοί που θα παίξουν τον μεγαλύτερο ρόλο.

Ο τρόπος που οι γονείς αντιμετωπίζουν και επικοινωνούν με τα παιδιά, τους δίνει μια ιδέα για το τι να περιμένουν από τον έξω κόσμο. Χωρίς την θετική επιρροή των γονιών, τα παιδιά δεν μπορούν αναπτυχθούν συναισθηματικά με έναν επωφελή τρόπο. Το υποστηρικτικό περιβάλλον, η θετική ανατροφοδότηση, τα πρότυπα υγιούς αλληλεπίδρασης και συμπεριφορών, θα βοηθήσουν τα παιδιά να εξελιχθούν σε σταθερούς συναισθηματικά ανθρώπους!

Πηγή :
Parentshelp.gr

Η ανάγκη των παιδιών για ελεύθερο χρόνο και μη δομημένο παιχνίδι!

 

Kids-Playing

Σε μια προσπάθεια βελτίωσης των σχολικών και ακαδημαϊκών επιδόσεων, πολλές χώρες μελετούν και εφαρμόζουν μια σειρά μεταρρυθμίσεων όπως η επιμήκυνση της σχολικής ημέρας, μείωση του χρόνου διακοπών και οποιαδήποτε άλλη παρέμβαση κρίνεται απαραίτητη για να βελτιωθούν οι βαθμολογίες στα τεστ και τις εξετάσεις. Το ερώτημα όμως είναι τι χάνεται όταν η ζωή ενός παιδιού γίνεται όλο και πιο προγραμματισμένη;

Έρευνα έδειξε πως τα παιδιά σήμερα έχουν τον μισό ελεύθερο χρόνο από αυτό που είχαν πριν 30 χρόνια. Τα παιδιά σήμερα περνούν σχεδόν το σύνολο του χρόνου τους στο σχολείο, στη μελέτη και σε οργανωμένες δραστηριότητες με αποτέλεσμα να έχουν ελάχιστες ευκαιρίες για να είναι δημιουργικά ή να ανακαλύψουν τα δικά τους ενδιαφέροντα. Στον αντίποδα αυτών που θέλουν τα παιδιά να μεγαλώνουν με όσο γίνεται περισσότερο οργανωμένο πρόγραμμα, υπάρχουν ερευνητές που τονίζουν πως αν θέλουμε ευτυχισμένα παιδιά που να μπορούν να παράγουν και να έχουν ήθος, θα πρέπει να τους δίνουμε περισσότερο ελεύθερο χρόνο για δημιουργική έκφραση και παιχνίδι, όχι λιγότερο.

Τα περισσότερα προβλήματα στη ζωή, δεν μπορούν να λυθούν με μαθηματικούς τύπους ή με την απομνημόνευση κειμένων που μάθαμε στο σχολείο. Απαιτούν σωστή κρίση, σοφία και δημιουργική ικανότητα οι οποίες προέρχονται από τις εμπειρίες ζωής. Για τα παιδιά αυτές οι εμπειρίες ενσωματώνονται στον ελεύθερο χρόνο και στο παιχνίδι.

Η σημασία του ελεύθερου χρόνου και του αδόμητου παιχνιδιού…

Όλο και περισσότερες έρευνες τονίζουν τη σημασία που έχει στην κοινωνική, συναισθηματική και γνωστική ανάπτυξη των παιδιών ο ελεύθερος χρόνος και το μη δομημένο παιχνίδι. Τις τελευταίες δεκαετίες πολλά παιδιά στερούνται ελεύθερο χρόνο και παιχνίδι γιατί υπερφορτώνονται με δραστηριότητες που αν και έχουν σχεδιαστεί για να τους κάνουν καλό, αρκετά συχνά καταλήγουν να έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα.

Ως κοινωνία έχουμε δημιουργήσει την πεποίθηση ότι πρέπει να κάνουμε κάτι κάθε στιγμή, κάθε λεπτό και κύριος αποδέκτης αυτής είναι τα παιδιά. Οι γονείς αισθάνονται υποχρεωμένοι να δίνουν στα παιδιά τους κάθε πλεονέκτημα (ακόμα και παραπάνω από αυτό που μπορούν να αντέξουν οικονομικά) για να γεμίσουν τις ώρες και τις μέρες των παιδιών με δραστηριότητες έτσι ώστε να αποφύγουν τον μύθο του “κάνοντας απλά τίποτα είναι χαμένος χρόνος”.

Στην πραγματικότητα όμως ο ελεύθερος χρόνος για τα παιδιά είναι εξαιρετικά παραγωγικός και ουσιαστικός. Τις ελεύθερες ώρες τους τα παιδιά έχουν τη δυνατότητα να εξερευνήσουν τον κόσμο με τον δικό τους ρυθμό, να αναπτύξουν τα προσωπικά τους ενδιαφέροντα, να συμμετέχουν σε πράγματα που τα ίδια επιθυμούν να ακολουθήσουν, να δημιουργήσουν τη δική τους ευτυχία και να διαχειρίζονται λογικά τον χρόνο τους. Παράλληλα, το μη κατευθυνόμενο παιχνίδι βοηθά τα παιδιά να εργάζονται από κοινού, να μοιράζονται, να διαπραγματεύονται, να επιλύουν συγκρούσεις και να μαθαίνουν σημαντικές κοινωνικές δεξιότητες.

Από την άλλη πλευρά, όταν ο χρόνος και το παιχνίδι ελέγχεται από τους ενήλικες, τα παιδιά πρέπει να ακολουθούν τους κανόνες των ενηλίκων και να συμμερίζονται τις δικές τους ανησυχίες. Έτσι χάνουν κάποια από τα οφέλη που τους προσφέρει ο ελεύθερος χρόνος και το αδόμητο παιχνίδι όπως είναι η ανάπτυξη της δημιουργικότητας και της φαντασίας. Ο απρογραμμάτιστος χρόνος και το μη δομημένο παιχνίδι αποτελούν σημαντικές συνιστώσες της κοινωνικής και συναισθηματικής μάθησης και προστατεύουν τα παιδιά από τις συνέπειες της πίεσης και του άγχους.

Ο ελεύθερος χρόνος των παιδιών είναι αυτός που δε σχεδιάζεται από κάποιον ενήλικα και είναι διαφορετικός από τις παθητικές δραστηριότητες αναψυχής όπως είναι τα βιντεοπαιχνίδια και η τηλεόραση, ή τις δομημένες εξωσχολικές δραστηριότητες και τα σπορ. Είναι οποιαδήποτε αδόμητη δραστηριότητα που ενθαρρύνει τα παιδιά να χρησιμοποιήσουν τη φαντασία τους όπως είναι το παιχνίδι με τα lego, τις κούκλες ή το ποδόσφαιρο στην αυλή από μια ομάδα παιδιών χωρίς την επίβλεψη ή την καθοδήγηση ενός προπονητή ή ενήλικα.

Ειδικοί στο χώρο της υγείας αναφέρουν πως όταν ένα παιδί ζει έναν εσπευσμένο τρόπο ζωής, ενώ την ίδια στιγμή στερείται ελεύθερο χρόνο, τότε μπορεί να γίνει πιο αγχωμένο, ανήσυχο ακόμα και να παρουσιάσει σημάδια κατάθλιψης. Μπορεί να παρουσιάσει μια σειρά συμπτωμάτων όπως πονοκεφάλους, στομαχόπονους, αδυναμία συγκέντρωσης στο σχολείο και προβλήματα ύπνου. Μακροπρόθεσμα, μπορεί να δυσκολεύεται να πάρει αποφάσεις για το τι θέλει να κάνει ή να μην έχει αυτοπεποίθηση. Ίσως το πιο σημαντικό όμως, είναι ότι στερείται κάτι πολύ ιδιαίτερο, τη χαρά του να είναι απλώς παιδί…

Τι μπορούν να κάνουν οι γονείς;

Η πρόκληση για τους γονείς είναι να βρουν την ισορροπία που επιτρέπει στα παιδιά να ανακαλύψουν τις δυνατότητές τους χωρίς να πιέζονται για να αποδώσουν καλά. Να καθοδηγούνται από τα πράγματα που αρέσουν στα παιδιά τους να κάνουν, παρά από το τι κάνουν στον ελεύθερο χρόνο τους τα άλλα παιδιά.

Τα παιδιά όπως και οι ενήλικες, έχουν τα δικά τους όρια στο άγχος και στην πίεση. Μερικά παιδιά χειρίζονται πολύ πιο εύκολα τις πολλές δραστηριότητες και άλλα παιδιά καταρρέουν γιατί δε θέλουν να περνούν τη ζωή τους από τη μια δραστηριότητα στην άλλη. Η συμμετοχή των παιδιών στο πώς θα γεμίσουν τον χρόνο τους είναι ιδιαίτερα σημαντική. Οι γονείς πρέπει να γνωρίζουν για το πώς αισθάνεται το παιδί με το πρόγραμμά του. Υπάρχουν μέρες που αισθάνεται υπερφορτωμένο; Εύχεται να είχε περισσότερο χρόνο για να παίξει με τους φίλους του ή απλά να χαλαρώσει μετά το σχολείο;

Όταν οι γονείς μοιράζονται μη προγραμματισμένο και αυθόρμητο χρόνο με τα παιδιά τους για παιχνίδι, συμβάλλουν με έναν υποστηρικτικό και παραγωγικό τρόπο στην ανάπτυξή τους, όπως θα συνέβαινε αν συμμετείχαν σε πολλά αθλήματα ή και άλλες δραστηριότητες υπό την επίβλεψη ενηλίκων.

Επειδή η κοινωνία που μεγαλώνουν τα παιδιά σήμερα υποτιμά τον ελεύθερο χρόνο, δε σημαίνει πως πρέπει να τον στερούμε εμείς οι ίδιοι από τα παιδιά. Οι γονείς πρέπει να θυμούνται πως τα παιδιά χρειάζονται χρόνο για να φορτίσουν τις μπαταρίες τους και να επεξεργαστούν αυτά που έχουν μάθει. Ο ελεύθερος χρόνος είναι αυτός που τους επιτρέπει να εξερευνούν, να μελετούν στην πράξη, να ονειροπολούν, να δημιουργούν και να καινοτομούν. Με λίγα λόγια, δεν πρέπει να ξεχνάμε να αφήνουμε τα παιδιά να είναι παιδιά!

Parentshelp.gr
http://www.parentshelp.gr/%CE%B7-%CE%B1%CE%BD%CE%AC%CE%B3%CE%BA%CE%B7-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CF%80%CE%B1%CE%B9%CE%B4%CE%B9%CF%8E%CE%BD-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CE%B5%CE%BB%CE%B5%CF%8D%CE%B8%CE%B5%CF%81%CE%BF-%CF%87%CF%81%CF%8C%CE%BD/

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΔΥΣΛΕΞΙΑ;

Η Δυσλεξία είναι μια δυσκολία νευροβιολογικής και νευροαναπτυξιακής φύσης με κληρονομική προδιάθεση. Επηρεάζει τις γνωστικές διεργασίες του εγκεφάλου που αφορούν την κατάκτηση των δεξιοτήτων ανάγνωσης, γραφής, ορθογραφίας.

Οι ερευνητές λαμβάνουν υπόψη τους ότι υπάρχουν πολλές πιθανές αιτίες αναφορικά με την Δυσλεξία συμπεριλαμβανομένων και των γενετικών παραγόντων.Επίσης, μπορεί να προκληθεί από ένα συνδυασμό δυσκολιών στην φωνολογική επεξεργασία, την μνήμη εργασίας, την ταχεία ανάκληση και αλληλουχία καθώς επίσης και την αυτοματοποίηση βασικών δεξιοτήτων.

Παράλληλα με τα παραπάνω θέματα, έντονη είναι η προσπάθεια που καταβάλουν τα άτομα με Δυσλεξία να πορευτούν στην ζωή μέσα σε ένα εξαιρετικά αφιλόξενο προς την Δυσλεξία περιβάλλον σε ότι αφορά κυρίως το γραπτό λόγο. Δεν υπάρχει καμία απολύτως σχέση μεταξύ της ευφυΐας, της κοινωνικο-οικονομικής κατάστασης και της δυσλεξίας.Επιπλέον, τα διάφορα κοινωνικο-πολιτιστικά περιβάλλοντα όπως επίσης και οι επιλογές στην εκπαίδευση, ασκούν σημαντική επίδραση στις ευκαιρίες που παρουσιάζονται στην ζωή των ατόμων με δυσλεξία.

Αίτια της Δυσλεξίας

Η έλλειψη φωνολογικής αντίληψης όπως και η δυσκολία φωνολογικής επεξεργασίας θεωρούνται από πολλούς επιστήμονες ως ο πρωταρχικός παράγοντας της Δυσλεξίας. Αυτό συχνά αναφέρεται ως κεντρικό έλλειμμα. Παρόλα αυτά πολλοί ερευνητές έχουν μιλήσει για επιμέρους ελλείμματα όπως είναι τα προβλήματα που αφορούν τηνταχεία ανάκληση και την έλλειψη ικανότητας επεξεργασίας της οπτικής πληροφορίας όπως η ορθογραφία. Τα ελλείμματα αυτά ενδέχεται να παρουσιάζονται μεμονωμέναόπως συμβαίνει στην περίπτωση της υπόθεσης του απλού ελλείμματος ή μαζί όπως συμβαίνει στην περίπτωση της υπόθεσης πολλαπλών ελλειμμάτων.

Καθώς οι έρευνες συνεχίζονται, πολλοί θα συμφωνούσαν πως η Δυσλεξία είναι ένα αναπτυξιακό σύνδρομο με νευρολογική και γενετική βάση.

Δυνατά και Αδύναμα σημεία ατόμων με Δυσλεξία

Αν και υπάρχει μια εμφανής ανησυχία για το γεγονός ότι η Δυσλεξία εκδηλώνεται αρνητικά σαν μαθησιακή δυσκολία ωστόσο, η έρευνα έχει επισημάνει και θετικά στοιχεία που απορρέουν από αυτή. Πολλά από τα άτομα με Δυσλεξία παρουσιάζουν ιδιαίτερες ικανότητες στην αρχιτεκτονική, στην μηχανολογία καθώς και σε άλλες δημιουργικές τέχνες. Καλές επιδόσεις παρουσιάζουν επίσης στην ηθοποιία αλλά και σταανθρωπιστικά επαγγέλματα.Αν στα άτομα αυτά δοθεί η κατάλληλη βοήθεια τότε είναι δυνατόν να έχουν μεγάλες επιτυχίες και να κατακτήσουν πτυχία πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. Πολλοί εξάλλου από αυτούς το έχουν ήδη κάνει.

Είναι η βοήθεια ή η υποστήριξη απαραίτητη για κάποιον που έχει δυσλεξία;

Ανεξάρτητα από την ευφυΐα και την ύπαρξη κινήτρων, τα παιδιά με δυσλεξία δεν μπορούν να μάθουν με τον συμβατικό τρόπο διδασκαλίας. Παρ’ όλ’ αυτά αν η δυσλεξία των παιδιών αυτών διαγνωστεί νωρίς, τότε μπορούν να εισαχθούν επιτυχώς στην λειτουργία της μάθησης μέσα από μια εξειδικευμένη, προσανατολισμένη, δομημένη και συστηματική εκπαιδευτική διαδικασία. Τα παιδιά αυτά πάντα θα χρειάζονται περισσότερη υποστήριξη και ενθάρρυνση.

Η ετοιμολογία της λέξης «Δυσλεξία» φανερώνει μια δυσκολία στην χρήση των λέξεων και όχι μόνο στην ανάγνωσή τους. Ο όρος «Δυσλεξία» αναφέρεται σε ένα πιο πολύπλοκο και πολυπαραγοντικό σύνδρομο παρά σε ένα απλό πρόβλημα ανάγνωσης. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες ο όρος «Δυσλεξία» παραπέμπει περισσότερο σε προβλήματα που σχετίζονται με τη φωνολογική ενημερότητα. Σε άλλες πάλι συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας ο όρος συχνά χρησιμοποιείται καταχρηστικά ως ομπρέλα του ευρέως φάσματος των μαθησιακών δυσκολιών.

Διάγνωση

Τα κριτήρια διάγνωσηςτης Δυσλεξίας στην Ελλάδα από τους αρμόδιους κρατικούς φορείς δεν είναι καθορισμένα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα άλλοτε να γίνεται με χρήση κριτηρίων διεθνώς αναγνωρισμένων οργανισμών όπως των κριτηρίων του εγχειριδίου του Διεθνούς Οργανισμού Υγείας (ICD-10) ή των Διαγνωστικών κριτηρίων του DSM-V, άλλοτε με ελληνικά εργαλεία και άλλωτε με περισσότερο εμπειρικές διαδικασίες.

Σύμφωνα με τα κριτήρια τουτων προαναφερθέντων διεθνών οργανισμών οι σχολικές δεξιότητες στις οποίες ενδέχεται να έχει δυσκολίες ένα παιδί κατηγοριοποιούνται ως εξής:

δυσκολίες στην ορθογραφία (Δυσορθογραφία)

δυσκολίες στην ανάγνωση (Δυσαναγνωσία)

δυσκοίες στην Γραπτή Επεξεργασία

Μαθησιακές Δυσκολίες στα Μαθηματικά

Σε πρώτο επίπεδο, στα προβλήματα Δυσορθογραφίας και Δυσαναγνωσίας, τα χαρακτηριστικά συμπτώματα αφορούν την κωδικοποίηση και αποκωδικοποίηση των γραμματικών συμβόλων (γραφημάτων):

Δυσορθογραφία

Τα προβλήματα στην ορθογραφία αφορούν :

παραλείψεις, αντικαταστάσεις, αντιπαραθέσεις, προσθήκες γραφημάτων ή/και συλλαβών, ή/και λέξεων

δυσκολία να αυτοματοποιήσει τους γραμματικούς κανόνες που έχει ήδη μάθει και να τους εφαρμόσει, προ πάντων στην ελεύθερη γραφή

δυσκολία στη χρήση των σημείων στίξης

δυσκολία στη χρήση των κεφαλαίων στην αρχή των προτάσεων ή των ονομάτων.

Δυσαναγνωσία

Τα προβλήματα της ανάγνωσης αφορούν δυο διαφορετικούς άξονες:

Α) το μηχανισμό αποκωδικοποίησης, δηλαδή πως συσχετίζονται τα σύμβολα (γραφήματα) μεταξύ τους για να γίνουν λέξεις:

παραλείψεις, αντικαταστάσεις, αντιπαραθέσεις, προσθήκες γραφημάτων ή/και συλλαβών, ή/και λέξεων

αργός ρυθμός ανάγνωσης

πολλές παύσεις, διακεκομμένος ρυθμός ανάγνωσης, χάνει τη θέση του, διαβάζει λάθος

Β) την αναγνωστική κατανόηση, που είναι ανεξάρτητη από τον μηχανισμό αποκωδικοποίησης:

αδυναμία να ανακαλέσει τα όσα διάβασε, είτε αυτό αφορά τις πληροφορίες, είτε το ακριβές λεξιλόγιο

δυσκολία να βγάλει συμπεράσματα ή να κάνει εικασίες πάνω στα θέματα που διάβασε

ανεπαρκής ικανότητα να κάνει γενικεύσεις και να χρησιμοποιεί ήδη καταγραμμένες γνώσεις για να απαντήσει ερωτήσεις πάνω στο κείμενο που διάβασε.

Η Δυσαναγνωσία αφορά δυσκολίες στον μηχανισμό αποκωδικοποίησης των συμβόλων ή/και στην κατανόηση του αναγνωστικού περιεχομένου. Το άτομο δηλαδή, μπορεί να παρουσιάσει δυσκολίες είτε στη μια είτε στην άλλη παράμετρο. Πολλές φορές όμως μπορεί να αντιμετωπίζει δυσκολίες τόσο στην αναγνωστική δεξιότητα όσο και στην κατανόηση των όσων διαβάζει. Εντούτοις, είναι σημαντικό πως δεν κατακτούν όλα τα παιδιά την αναγνωστική δεξιότητα στις ίδιες χρονικές περιόδους. Κάποια παιδιά μπορεί να αρχίσουν να διαβάζουν από 3χρονων και άλλα παιδιά να καταφέρουν να αυτοματοποιήσουν αυτή τη δεξιότητα (και όχι απαραίτητα να την τελειοποιήσουν), μετά τα 12 χρόνια.

Οι δυσκολίες στην κωδικοποίηση και αποκωδικοποίηση της γλώσσας βελτιώνονται και σταδιακά εξομαλύνονται, δεν ξεπερνιόνται όμως ποτέ. Στις μεγαλύτερες ηλικίες, κι ενώ φαίνονται να έχουν “ξεπεραστεί” τα προβλήματα, συνήθως επανεμφανίζονται, όταν ο έφηβος είναι κουρασμένος, όταν έχει άγχος, ή/και όταν μπαίνουν χρονικά όρια.

Δυσκολίες στη Γραπτή Επεξεργασία

Αφορά τη δυσκολία στην γραπτή δομή και διατύπωση. Στον τρόπο δηλαδή που το παιδί οργανώνει και μεταφέρει στο γραπτό επίπεδο τις νέο-εισερχόμενες πληροφορίες και κεκτημένες γνώσεις.

Μαθησιακές Δυσκολίες στα Μαθηματικά

Οι Μαθησιακές Δυσκολίες στα Μαθηματικά μπορεί να συνυπάρχουν με τα προβλήματα Δυσορθογραφίας ή/και Δυσαναγνωσίας ΑΛΛΑ αφορούν διαφορετική νευροαναπτυξιακή διαταραχή. Μπορεί να έχουν τις ίδιες δυσκολίες σε ότι αφορά την κατανόηση μαθηματικών εννοιών και στα προβλήματα που διαβάζει. Η δυσκολία δηλαδή που μπορεί να έχει ένα παιδί στην αναγνωστική κατανόηση μπορεί να επηρεάζει ή να συνυπάρχει με προβλήματα στην κατανόηση των γραπτών μαθηματικών προβλημάτων. Για αυτό και οι Μαθησιακές Δυσκολίες στα Μαθηματικά δεν συνεπάγεται – αυθαίρετα – με τις δυσκολίες στην κωδικοποίηση και αποκωδικοποίηση της γλώσσας.

Οι ανωτέρω δυσκολίες δεν εμπίπτουν εξαιτίας χαμηλού νοητικού δυναμικού, προβλήματα όρασης ή ανεπαρκούς εκπαίδευσης. Τα εν λόγω διαγνωστικά κριτήρια βασίζονται στο γεγονός ότι οι συγκεκριμένες δυσκολίες του παιδιού είναι σημαντικά πολύ χαμηλότερου επιπέδου απ’ ότι αναμένεται για τη χρονολογική του ηλικία, τη γενική νοητική του ικανότητα και τη σχολική τάξη που παρακολουθεί.

Επιπτώσεις και συναισθηματικές επιδράσεις

Η δυσλεξία εντοπίζεται σε όλον τον κόσμο ανεξαρτήτως πολιτισμού ή γλώσσας και επηρεάζει περίπου το 8% του πληθυσμού, το οποίο βιώνει ένα σύνδρομο που σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να αναστείλει την διαδικασία της σχολικής μάθησης με το 2-4% του πληθυσμού να επηρεάζεται σοβαρά από αυτό.

Μέσα στη τάξη την ώρα της ανάγνωσης, αντιγραφής από τον πίνακα ή ορθογραφίας (στο Δημοτικό), ο μαθητής τείνει να είναι ανήσυχος, δεν μπορεί να παρακολουθήσει τη σειρά των άλλων παιδιών, ίσως να δημιουργεί «κατάσταση» για να αποφύγει να διαβάσει ή να γράψει, γίνεται σωματικά ανήσυχος, και μπορεί να παρουσιάσει τραυλισμό.Οι δυσκολίες στην αναγνωστική ή/και γραπτή διαδικασία πολλές φορές μπορούν να κρυφτούν πίσω από μια προβληματική συμπεριφορά είτε αυτή αφορά την ανησυχία/κινητικότητα είτε την προβληματική προσοχή, έλλειψη συμμετοχής και απόσυρσης μέσα στη τάξη. Γι αυτό είναι απαραίτητο να εξακριβωθεί κατά πόσο το παιδί παρουσιάζει διασπαστική συμπεριφορά πρωτογενώς ή δευτερογενώς.

Όπως και να έχει, δεν είναι δυνατόν κάποιος να βιώνει τόσα χρόνια αποτυχίας στο σχολικό επίπεδο χωρίς αυτό να αποβεί επιζήμιο για τον ίδιο. Η έλλειψη αυτοπεποίθησης όπως και η χαμηλή αυτοεκτίμηση είναι συχνά συνέπειες της δυσλεξίας.Υπάρχουν σοβαρές συναισθηματικές επιπτώσεις για τον μαθητή που αδυνατεί να αναπτύξει αποτελεσματικές ικανότητες και στρατηγικές σε κομβικές περιοχές του σχολικού προγράμματος εξαιτίας της Δυσλεξίας. Καθώς η χαμηλή επίδοση στο σχολείο μπορεί να συνδυαστεί με διάσπαση προσοχής, οκνηρία, έλλειψη ωριμότητας και αποστροφή προς το σχολικό περιβάλλον συχνά αυτό το μίγμα επηρεάζει αρνητικά την αυτοεκτίμηση και το κίνητρο για μάθηση.

Το ίδιο συμβαίνει, όταν οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί είναι σε διαφωνία για το πώς θα ερμηνεύσουν και θα διαχειριστούν την συγκεκριμένη μαθησιακή δυσκολία. Πολλά άτομα με δυσλεξία αναφέρουν ότι συχνά βιώνουν λεκτική και φυσική βία από τους συνομηλίκους τους γεγονός που τους προκαλεί αμυντική και μυστικοπαθή συμπεριφορά με αποτέλεσμα να αποφεύγουν να εκτίθενται.

Τα άτομα με Δυσλεξία είναι τόσο συνηθισμένα στο να κάνουν λάθος που συχνα αποφεύγουν να πάρουν ρίσκα, χάνοντας έτσι την εμπιστοσύνη στους εαυτούς τους. Συχνά υποτιμούν τις δυνατότητές τους και τις γνώσεις τους και φαίνονται να πιστεύουν ότι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα καλά επειδή ακριβώς αντιμετωπίζουν κάποια δυσκολία στη γραφή, την ορθογραφία και την ανάγνωση.
ΠΗΓΗ https://www.dyslexia.gr/index.php/dyslexia/dyslexia

8 τρόποι για να μιλήσετε στο παιδί σας για την Δυσλεξία!!!

Να ξεκινήσετε μια συζήτηση με το παιδί σας για να το ενημερώσετε ότι αντιμετωπίζει κάποια μαθησιακή δυσκολία, όπως η δυσλεξία, δεν είναι πάντα εύκολο. Είναι όμως απαραίτητο. Μόνο έτσι θα μπορέσουν να κατανοήσουν, να δεχτούν και να συμμετάσχουν ενεργά στην παρέμβαση.

Όσο πιο νωρίς ξεκινάει αυτή η συζήτηση, τόσο καλύτερα για το παιδί. Η ορολογία και το ύφος της γλώσσας που θα χρησιμοποιήσετε θα πρέπει να είναι ανάλογα της ηλικίας του παιδιού. Η συζήτηση δεν θα είναι μια στον αριθμό. Όσο το παιδί μεγαλώνει και αναπτύσσεται καλό θα είναι να συζητάτε για τη δυσλεξία και να του λύνετε όλες τις απορίες που του γεννιούνται.

Παρακάτω παρουσιάζονται 8 τρόποι με τους οποίους μπορείτε να μιλήσετε με το παιδί σας για τη δυσλεξία:

1. Βεβαιωθείτε ότι το παιδί σας νιώθει ότι το αγαπάτε και το αποδέχεστε

Δείξτε καθημερινά τα συναισθήματά σας και την αγάπη σας στο παιδί. Βοηθήστε το να καταλάβει πως η δυσλεξία δε σημαίνει χαμηλή νοημοσύνη και τονώστε του την αυτοεκτίμηση.

2. Επιλέξτε την κατάλληλη στιγμή για συζήτηση

Είναι προτιμότερο να συζητήσετε με το παιδί σας για τις δυσκολίες μάθησης που αντιμετωπίζει σε ήρεμη και ειρηνική ατμόσφαιρα. Θα πρέπει να είναι μια στιγμή που θα είναι αδύνατον να διακοπεί. Το παιδί σας δε θα πρέπει να το απασχολεί κάτι άλλο ή κάνει κάποια άλλη δραστηριότητα. Καλό θα είναι να του δώσετε και λίγο χρόνο στο τέλος για να μπορέσει να εκφράσει τις τυχόν απορίες του.

3. Κάντε τον να νιώσει ότι μπορεί να τα καταφέρει

Δώστε του παραδείγματα από ανθρώπους που έχουν δυσλεξία και έχουν διαπρέψει στον τομέα τους. Πείστε τον πως η δυσλεξία δεν μπορεί να του σταθεί εμπόδιο στα όνειρά του.

4. Εξηγείστε του ότι το σχολείο μπορεί να βοηθήσει

Τα περισσότερα παιδιά με δυσλεξία πιστεύουν πως οι εκπαιδευτικοί τους έχουν την άποψη ότι δεν προσπαθούν αρκετά για τις σχολικές εργασίες τους. Ενημερώστε το σχολείο για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει το παιδί σας και φροντίστε μαζί ώστε να αισθάνεται το σχολείο ως ένα μέρος ασφαλές που μπορεί να το υποστηρίξει και να το βοηθήσει.

5. Μην εστιάζετε στα αρνητικά

Βρείτε τα ταλέντα και τους τομείς που μπορεί να επιτύχει το παιδί σας. Σίγουρα υπάρχουν! Βοηθήστε το να τα ανακαλύψει. Υποστηρίξτε το και ενθαρρύνετε το προς την επιτυχία.

6.Μην αφήνετε το παιδί σας να πιστεύει πως για όλες τις αποτυχίες φταίει η δυσλεξία

Εξηγήστε στο παιδί σας που το δυσκολεύει η δυσλεξία και που όχι. Μην το αφήνετε για κάθε αποτυχία να χρησιμοποιεί ως δικαιολογία τη δυσλεξία

7. Μην αποθαρρύνεστε από την αδιαφορία

Είναι φυσικό στις πρώτες συζητήσεις το παιδί να μην μπορεί να αντιληφθεί πλήρως τα όσα συζητάτε, κυρίως αν είναι μικρής ηλικίας. Δώστε του το χρόνο να διαχειριστεί τα όσο του πείτε, αλλά μην εγκαταλείπετε. Να επιμένετε κι όταν βρίσκεται την κατάλληλη στιγμή να συζητάτε μαζί του για τη δυσλεξία.

8. Συνεχής επικοινωνία και διάλογο

Μια συζήτηση είναι πάντα η αρχή. Προσπαθήστε να συζητάτε κατά καιρούς με το παιδί σας, χωρίς να αφήνετε μεγάλα χρονικά διαστήματα, για όλους τους τομείς της ζωής του που επηρεάζονται απ τη δυσλεξία, όπως τους φίλους, το σχολείο, κ.τ.λ. Να είστε πάντα έτοιμοι να δεχτείτε και να απαντήσετε οποιαδήποτε απορία του, όποια στιγμή κι αν τεθεί.

Θα πρέπει να θυμάστε πάντα πως το παιδί με δυσλεξία έχει ανάγκη από ένα ασφαλές και ευχάριστο περιβάλλον για να εκφράσει τις ανησυχίες του για τη δυσλεξία. Αντιλαμβάνεται πλήρως πως & που διαφέρει από τους συμμαθητές του και τις δυσκολίες που αντιμερωπίζει κατά την εκαπιδευτική διαδικασία. Το σημαντικότερο είναι να είστε θετικοί και να ενημερωθείτε όσο το δυνατόν περισσότερο για τη δυσλεξία.

ΠΗΓΗ https://eidikospaidagogos.gr/8tropoi-milisete-dyslexia/

Εξηγώντας στο παιδί τις μαθησιακές δυσκολίες!!!

Είναι αρκετά σύνηθες παιδιά που έχουν μαθησιακές δυσκολίες να θεωρούν πως στερούνται δυνατότητες και μυαλό σε σύγκριση με τους συνομηλίκους τους. Στην πραγματικότητα όμως αυτά τα παιδιά μπορεί να είναι ιδιαίτερα έξυπνα απλά οδηγούνται σε αυτό το εσφαλμένο συμπέρασμα διότι δεν έχουν άλλο τρόπο να εξηγήσουν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στο κομμάτι τις μάθησης. Αυτό που έχει διαπιστωθεί είναι ότι τα παιδιά που έχουν αυτήν την αρνητική εικόνα για τον εαυτό τους, είτε έχουν πλήρη άγνοια για τη διάγνωση των μαθησιακών δυσκολιών, είτε δεν έχουν κατανοήσει τη φύση τους ακόμα και αν μπορούν να τις κατονομάσουν (πχ. έχω δυσλεξία).

Όταν οι γονείς και οι δάσκαλοι δεν γνωρίζουν τις μαθησιακές δυσκολίες του παιδιού, βλέπουν ένα παιδί με ιδιαίτερα αναπτυγμένες ικανότητες που δεν προσπαθεί αρκετά. Αυτό βέβαια δεν ισχύει σε καμία περίπτωση. Το παιδί με μαθησιακές δυσκολίες καταναλώνει μεγάλες ποσότητες ενέργειας και προσπάθειας για να ολοκληρώσει δύσκολα πράγματα. Παρόλα αυτά, όταν δεν έχει την κατάλληλη υποστήριξη πολύ συχνά αποτυγχάνει χωρίς να μπορεί να εξηγήσει το γιατί.

Τα παιδιά που έχουν άγνοια για τις μαθησιακές τους δυσκολίες βρίσκονται σε μεγάλο κίνδυνο να αναπτύξουν κατάθλιψη και αγχώδεις διαταραχές. Επίσης, μπορεί να είναι ανυπάκουα απέναντι στους γονείς και τους δασκάλους, να μην ακολουθούν κανόνες, να κλαίνε εύκολα, να απομονώνονται, ή και να έχουν σωματικά συμπτώματα όπως πόνο στο στομάχι και πονοκέφαλο.

Γιατί δυσκολεύονται οι γονείς να μιλήσουν για τις μαθησιακές δυσκολίες;

Τα συναισθήματα που βιώνουν οι γονείς όταν ακούν πως το παιδί τους έχει μαθησιακές δυσκολίες ποικίλουν. Μπορεί να νιώσουν σοκ, ενοχή, οργή, θλίψη, απελπισία ή να θεωρήσουν πως αν μιλήσουν στο παιδί θα νιώσει ακόμα πιο διαφορετικό από τα άλλα. Υπάρχουν βέβαια και περιπτώσεις όπου οι γονείς νιώθουν αποδοχή, ελπίδα και στο τέλος ανακούφιση που γνωρίζουν το πρόβλημα και είναι πρόθυμοι να ενημερώσουν και να στηρίξουν το παιδί.

Όταν όμως οι γονείς αποφεύγουν να μιλήσουν για τις μαθησιακές δυσκολίες, προωθούν μια αίσθηση άρνησης που αποτρέπει το παιδί να αναζητήσει τη βοήθεια που χρειάζεται. Επομένως είναι πολύ σημαντικό να αποδεχτούν αρχικά οι γονείς τις μαθησιακές δυσκολίες ως κάτι πραγματικό, και στη συνέχεια να βρουν έναν τρόπο να τις εξηγήσουν στο παιδί.

Το παράδειγμα του “μποτιλιαρίσματος…”

Για να κατανοήσουν τα παιδιά τι είναι οι μαθησιακές δυσκολίες, θα πρέπει οι γονείς να τις εξηγήσουν με έναν τρόπο απλό και παραστατικό. Το παρακάτω παράδειγμα του “μποτιλιαρίσματος” το βρίσκω ιδιαίτερα αποτελεσματικό και το δανείζομαι από την σχολική και κλινική παιδοψυχολόγο Dr. Ania Siwek. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε παιδιά δημοτικού ακόμα και σε μεγαλύτερα κάνοντας τις ανάλογες τροποποιήσεις.

Βήμα πρώτο: Ο τρόπος που μαθαίνουμε…

Εξηγούμε στο παιδί πως όλη η μάθηση συμβαίνει στον εγκέφαλο. Οτιδήποτε γνωρίζουμε και θα μάθουμε στο μέλλον αποθηκεύεται εκεί. Οι πληροφορίες φτάνουν στον εγκέφαλο ταξιδεύοντας μέσα από μονοπάτια νευρώνων και εξειδικευμένους μηχανισμούς. Από το να χρησιμοποιήσουν όμως οι γονείς τέτοιου τύπου ορολογία, μπορούν να δοκιμάσουν τα “αμάξια” και τους “περιφερειακούς δρόμους”.

Ο εγκέφαλος είναι φτιαγμένος από εκατομμύρια περιφερειακούς δρόμους και εκατομμύρια αμάξια ταξιδεύουν σε αυτούς με μεγάλες ταχύτητες ασταμάτητα. Αυτά τα αμάξια μεταφέρουν πληροφορίες σε διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου. Υπάρχουν πολλές περιοχές στον εγκέφαλό σου και η κάθε μία αποθηκεύει διαφορετικές πληροφορίες. Αυτές οι περιοχές είναι τα γκαράζ. Υπάρχουν γκαράζ που έχουν μέσα λέξεις, αριθμούς, συναισθήματα και πολλά άλλα πράγματα. Όταν μαθαίνεις κάτι καινούριο, οι πληροφορίες ταξιδεύουν μέσα στα αμάξια πάνω στους περιφερειακούς δρόμους για να φτάσουν σε συγκεκριμένα γκαράζ. Με παρόμοιο τρόπο, όταν θες να θυμηθείς κάτι που έμαθες πριν καιρό, ένα αμάξι πηγαίνει στο συγκεκριμένο γκαράζ, παίρνει την πληροφορία και την οδηγεί στο μέρος που τη χρειάζεσαι.

Αυτά τα αμάξια ταξιδεύουν πάρα πολύ γρήγορα για να φτάσουν στον προορισμό τους γιατί δεν υπάρχουν εμπόδια όπως φανάρια ή πινακίδες του στοπ. Ένα αμάξι μπορεί να χρειαστεί λιγότερο από δευτερόλεπτο για να πάρει μια πληροφορία από το γκαράζ και να την πάει εκεί που πρέπει.

Βήμα δεύτερο: Τι σημαίνει να έχεις μαθησιακές δυσκολίες…

Όταν έχεις κάποια μαθησιακή δυσκολία, μερικοί περιφερειακοί δρόμοι στον εγκέφαλό σου πέφτουν σε μποτιλιάρισμα. Όχι όμως όλοι οι δρόμοι, μόνο αυτοί που επηρεάζονται από τις μαθησιακές δυσκολίες. Όταν ένα αμάξι κολλήσει σε μποτιλιάρισμα κανένας δεν ξέρει πόση ώρα θα κάνει για να φτάσει στον τελικό του προορισμό. Μερικές φορές μπορεί να ξεκολλήσει γρήγορα, και άλλες μπορεί να μοιάσει αιώνας.

Όταν έχει κάποιος μαθησιακές δυσκολίες και κολλήσει σε μποτιλιάρισμα στον περιφερειακό δρόμο της ανάγνωσης, της γραφής ή των μαθηματικών μπορεί να νιώσει μεγάλη ενόχληση. Σκέψου πότε ήταν η τελευταία φορά που ήσουν σε αμάξι και κόλλησες σε κίνηση. Είχε πλάκα; Ένιωσες θυμό, εκνευρισμό ή πλήξη; Στο τέλος πάντως φτάσατε εκεί που θέλατε απλά σας πήρε περισσότερη ώρα.

Το μποτιλιάρισμα μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα. Για παράδειγμα, όταν προσπαθείς να διαβάσεις και δυσκολεύεσαι, υπάρχει μποτιλιάρισμα στον δρόμο που πάει στο γκαράζ της ανάγνωσης (εκεί που αποθηκεύονται οι λέξεις) και τα αμάξια κινούνται πολύ αργά. Παρομοίως, όταν κάνεις μαθηματικά μπορεί να μπερδεύεις τα σύμβολα και προσθέτεις αντί να κάνεις πολλαπλασιασμό ή μπορεί να βάζεις τους αριθμούς σε λάθος σειρά και να βγάζεις λάθος αποτέλεσμα.

Βήμα τρίτο: Βοηθήστε το παιδί να καταλάβει πως οι δυνατότητές του είναι απεριόριστες…

Μπορεί οι μαθησιακές δυσκολίες να προκαλούν ενόχληση, τα καλά νέα είναι όμως ότι υπάρχουν πολλά κόλπα που μπορούν να σου μάθουν ειδικοί δάσκαλοι για να μαθαίνεις πιο εύκολα. Αυτά τα κόλπα είναι οι παράπλευροι δρόμοι. Όταν χρησιμοποιείς παράπλευρο δρόμο βοηθάς το αμάξι να πάει πιο γρήγορα εκεί που θες.

Αυτό που πρέπει να θυμάσαι όμως είναι πως οι παράπλευροι δρόμοι είναι απρόβλεπτοι. Μερικές φορές σε πηγαίνουν εκεί που θες πάρα πολύ γρήγορα και μερικές φορές κάνουν ώρα εξαιτίας των εμποδίων όπως φανάρια, πινακίδες του στοπ ή των παιδιών που κάνουν ποδήλατο στο δρόμο. Ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να συμβεί σε έναν παράπλευρο δρόμο. Αυτό σημαίνει πως ακόμα και αν χρησιμοποιήσεις έναν παράπλευρο δρόμο την ώρα που διαβάζεις, μπορεί και πάλι να κάνεις λάθη. Το σίγουρο όμως είναι πως ένας παράπλευρος δρόμος είναι πιο γρήγορος από το να μείνεις κολλημένος στο μποτιλιάρισμα. Και όταν τον χρησιμοποιήσεις ξανά και ξανά, θα δεις ότι πράγματα που στην αρχή έμοιαζαν δύσκολα όπως η ορθογραφία, γίνονται πιο εύκολα και θα κάνεις λιγότερα λάθη.

Επίσης να θυμάσαι πως ο παράπλευρος δρόμος σε κάνει να σκεφτείς δημιουργικά. Ίσως για αυτό πολλοί επιτυχημένοι καλλιτέχνες, τραγουδιστές, αθλητές, επιστήμονες έχουν μαθησιακές δυσκολίες. Όλα τα κομμάτια που χρειάζεσαι για να είσαι έξυπνος είναι στον μυαλό σου. Τίποτα δεν λείπει και τίποτα δεν είναι χαλασμένο. Η διαφορά του δικού σου μυαλού με κάποιου που δεν έχει μαθησιακές δυσκολίες είναι ότι το δικό σου μυαλό πέφτει σε μποτιλιάρισμα σε συγκεκριμένους περιφερειακούς δρόμους. Που σημαίνει ότι τα δικά σου τα αμάξια χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να φτάσουν στα γκαράζ αλλά στο τέλος πάντα φτάνουν!

Αυτό ήταν μόνο ένα παράδειγμα για να εξηγήσουν οι γονείς τις μαθησιακές δυσκολίες. Είτε επιλέξουν να το κάνουν μόνοι τους είτε με τη βοήθεια κάποιου ειδικού ή δασκάλου, τα παιδιά χρειάζονται να γνωρίζουν την αλήθεια. Όταν το παιδί βλέπει πως οι μαθησιακές δυσκολίες είναι ένα θέμα που η οικογένεια το συζητάει ανοιχτά και με ειλικρίνεια, νιώθει υποστήριξη, απαλλάσσεται από άγχος και νιώθει πιο ικανό να προσπαθήσει να τις αντιμετωπίσει!
ΠΗΓΗ http://www.parentshelp.gr/%CE%B5%CE%BE%CE%B7%CE%B3%CF%8E%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%82-%CF%83%CF%84%CE%BF-%CF%80%CE%B1%CE%B9%CE%B4%CE%AF-%CF%84%CE%B9%CF%82-%CE%BC%CE%B1%CE%B8%CE%B7%CF%83%CE%B9%CE%B1%CE%BA%CE%AD%CF%82-%CE%B4%CF%85/

10 μυστικά πειθαρχίας για το παιδί μας!

Ο κλινικός ψυχολόγος Thomas W. Phelan και συγγραφέας του βιβλίου 1-2-3 Magic: Effective Discipline for Children, μας δίνει τον δικό του αποτελεσματικό δεκάλογο πειθαρχίας για τα παιδιά μας

1. Ψάξτε τις αιτίες της κακής συμπεριφοράς
Κανένα παιδί δεν κλοτσά έπιπλα ή δεν κλαίει γοερά από τη μια στιγμή στην άλλη! Τα «κακά» παιδιά είναι συνήθως τα κουρασμένα, εκείνα που πεινάνε, που φοβούνται, αυτά που κάτι ζηλεύουν, αλλά κι εκείνα που θυμώνουν όταν δεν ασχολούμαστε μαζί τους. Κάνοντας μια ανοιχτή συζήτηση, του δίνουμε την ευκαιρία να μας πει τι το ενοχλεί, πώς αυτό θα μπορούσε να διορθωθεί, αλλά και να το ρωτήσουμε αν πραγματικά πιστεύει πως η συγκεκριμένη συμπεριφορά του ήταν σωστή.

2. Ακολουθούμε και οι δύο γονείς την ίδια συμπεριφορά
Αν και οι δύο γονείς ακολουθούν την ίδια πορεία διαπαιδαγώγησης, το παιδί δεν μπερδεύεται ούτε αποσυντονίζεται. Γι’ αυτό φροντίζουμε να μένουμε σταθεροί σε αυτό που λέμε και δεν κάνουμε υποχωρήσεις.

3. Ζητάμε από το παιδί να κάνει κάτι με σταθερό τόνο και σαφήνεια
Αποφεύγουμε την προστακτική και τις γενικότητες και χρησιμοποιούμε φράσεις που ενημερώνουν το παιδί για την αιτία. Για παράδειγμα αντί για «σταμάτα να μιλάς δυνατά», προτιμάμε προτάσεις όπως «Ο μπαμπάς έχει πονοκέφαλο και νομίζω ότι θα ήταν καλύτερα να κάνουμε όλοι λίγη ησυχία».

4. Αγνοούμε τα ξεσπάσματά του
Επίσης αδιαφορούμε για τις φωνές, τις βρισιές, τα αγενή σχόλια και όταν είναι δυνατό, φεύγουμε και αφήνουμε το παιδί χωρίς ακροατήριο. Αυτό μέχρι να ηρεμήσει.

5. Δίνουμε έμφαση στο «όχι»
Το λέμε σταθερά και με νόημα.

6. Δεν χάνουμε την υπομονή μας
Προσπαθούμε τουλάχιστον! Αυτό που πρέπει να θυμόμαστε, είναι πως εμείς θα μάθουμε στο παιδί μας τι σημαίνει αυτοέλεγχος, σεβασμός και συνέπεια!

7. Θυμόμαστε πάντα το ρόλο μας ως γονείς
Και χωρίς να κάνουμε κατάχρηση εξουσίας, θυμόμαστε ότι δεν χρειάζεται πάντα να αιτιολογούμε τους κανόνες που θέτουμε ή να απολογούμαστε για τη συμπεριφορά μας.

8. Δεν ξεχνάμε πως εμείς είμαστε το πρότυπο συμπεριφοράς του παιδιού μας
Ας φροντίσουμε λοιπόν να είμαστε καλά παραδείγματα προς μίμηση και να μην κάνουμε εμείς πράγματα που απαγορεύουμε στο παιδί.

9. Επιβραβεύουμε την καλή συμπεριφορά
Αλλά πάντα με συγκεκριμένα επιχειρήματα. Δεν αρκούμαστε σε ένα «μπράβο», αλλά φροντίζουμε να είμαστε συγκεκριμένοι: «Μπράβο που έβαλες τα παιχνίδια στο κουτί» ή «Πολύ χαίρομαι που μοιράζεσαι τα παιχνίδια με την αδερφή σου».

10. Αποδεχόμαστε τα συναισθήματά του παιδιού μας
Και ποτέ δεν τα κρίνουμε και δεν τα υποβιβάζουμε. Αντιμετωπίζουμε το παιδί με σεβασμό και ευγένεια όπως του αξίζει.

πηγή :http://www.imommy.gr/nipia/psychologia/article/5889/10-mystika-peitharxias-gia-to-paidi-mas/

Τα καλά όρια πλάθουν ευτυχισμένα παιδιά…

Τα όρια, μπορεί κανείς να μιλά για αυτά μέρες! Τα όρια αφορούν όλους μας και υπάρχουν παντού.

 

pos-tha-megalosoume-charoumena-paidia

Χωρίς αυτά δε θα μπορούσαμε να είμαστε λειτουργικοί, να συνεργαζόμαστε, να οργανωνόμαστε και να είμαστε αποδοτικοί. Τα όρια δημιουργούν το πλαίσιο μέσα στο οποίο κάθε άνθρωπος μπορεί να συνυπάρξει με τους συνανθρώπους του, να αντλεί όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ικανοποίηση και ασφάλεια, να εξελίσσεται και να δημιουργεί.

Γιατί μέσα στην οικογένεια οι γονείς βάζουν όρια στα παιδιά και δεν τα αφήνουν να τα ανακαλύψουν μόνα τους; Γιατί επιφορτίζονται εκείνοι με το απαιτητικό αυτό έργο, που στην πράξη αποδεικνύεται αρκετά ζόρικη υπόθεση;

Μα, γιατί τα παιδιά δεν κατανοούν τη χρησιμότητα των ορίων! Δεν καταλαβαίνουν τη σημασία του να αναστέλλουν τις επιθυμίες τους, να ασκούν αυτοέλεγχο, να λειτουργούν υπεύθυνα, να συμπονούν τους γύρω τους.

Εκτός αυτού, αν οι γονείς δε θέσουν όρια, τότε το παιδί αισθάνεται ανυπεράσπιστο και απροστάτευτο, αντιλαμβάνεται τον κόσμο ως απειλή, συνεχώς μεταβαλλόμενο και το γονιό ως ανίσχυρο. Μπερδεύεται και δεν μπορεί να διαμορφώσει μια ξεκάθαρη εικόνα του άγνωστου κόσμου μέσα στον οποίο μεγαλώνει, αλλά και των προθέσεων και των συναισθημάτων των γονιών του απέναντί του.

Νιώθει δυστυχισμένο, αποθαρρυμένο, ανασφαλές και συχνά εκδηλώνει προβλήματα στη συμπεριφορά του. Ένα παιδί το οποίο μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον χωρίς κανόνες και σαφή όρια δεν είναι ένα παιδί ελεύθερο. Αντίθετα, είναι ένα παιδί σκλαβωμένο σε μια ασαφή και περίπλοκη δομή, μέσα στην οποία δεν μπορεί να καλλιεργήσει το αίσθημα της υπευθυνότητας και της συνεργασίας.

Από την άλλη, το παιδί που ζει και μεγαλώνει σε ένα υπερβολικά αυστηρό περιβάλλον, βομβαρδισμένο από αυταρχικούς και υπερβολικούς κανόνες, δυσκολεύεται να αναπτύξει ενδιαφέροντα, κλίσεις και προτιμήσεις. Συχνά είναι ένα παιδί με χαμηλό αίσθημα αυτοεκτίμησης που μπορεί όμως μελλοντικά να εμφανίσει έντονα σημάδια ανυπακοής και αντίδρασης.

Πολλές μελέτες δείχνουν ότι όταν οι γονείς θέτουν σταθερά όρια, τα παιδιά μεγαλώνουν έχοντας μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και καλύτερη προσαρμογή στην ομάδα των συνομηλίκων. Εκτός αυτού, γίνονται περισσότερο αυτόνομα.

Η συνέπεια και η σταθερότητα στην εφαρμογή των κανόνων αυτών, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ολοκληρωμένη και υγιή ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού, καθώς και την ομαλή λειτουργία ολόκληρου του οικογενειακού συστήματος. Τα όρια, όσο και αν ακούγεται περίεργο, είναι ένδειξη αγάπης και μέρος της φροντίδας που οι γονείς παρέχουν στα παιδιά τους.

Είναι από τα σπουδαιότερα δώρα που μπορεί να προσφέρει ένας γονιός στο παιδί του, από τα σημαντικότερα εφόδια που του δίνει για να μάθει να πορεύεται μόνο του. Κάθε γονιός προσβλέπει σε ένα ευτυχισμένο μέλλον για το παιδί του και αυτό για να επιτευχθεί προϋποθέτει την ύπαρξη ορίων.

Στις μικρότερες ηλικίες, οι γονείς συχνά οριοθετούν τα παιδιά τους για λόγους ασφαλείας, π.χ. λένε στο παιδί του ενός έτους «ΟΧΙ!» όταν πάει να πιάσει τα χάπια της γιαγιάς από το κομοδίνο ή λένε «ΜΗ» στο δίχρονο παιδί τους όταν ανεβαίνει πάνω στην καρέκλα για να σκαρφαλώσει στη βιβλιοθήκη και να πάρει ένα παιχνίδι που του γυάλισε. Αυτή η οριοθέτηση είναι απολύτως απαραίτητη, αφού το παιδί δεν έχει ακόμη αίσθηση του κινδύνου και μπορεί να πάθει κακό.

Στις περιπτώσεις που δεν το κάνει ο γονιός μιλάμε για παραμέληση, η οποία αποτελεί μια μορφή βίας και διώκεται ποινικά. Εκτός αυτών των παρεμβάσεων, οι γονείς από πολύ νωρίς θέτουν κανόνες που σχετίζονται με τις ώρες ύπνου και διατροφής, ενώ στην πορεία βάζουν κανόνες και για το ντύσιμο, τα παιχνίδια, τις σχέσεις με τους άλλους, τη μελέτη, τις αγορές, την τηλεόραση, τις εξόδους, κλπ.

Καθώς το παιδί μεγαλώνει και ειδικά από το 2ο έτος της ζωής του και μετά, η οριοθέτηση αρχίζει να περιστρέφεται και γύρω από θέματα επιθετικής συμπεριφοράς, όπως όταν ένα παιδί θέλει το παιχνίδι που έχει ο αδερφός του και τον χτυπά για να το πάρει. Οι ανάγκες για οριοθέτηση είναι συνεχείς!

Ακόμα κι όταν ένας γονιός θεωρεί ότι έχει διευθετήσει πολύ καλά τα θέματα αυτά, την επόμενη κιόλας στιγμή θα προκύψουν νέες καταστάσεις, που πρέπει να επεξεργαστεί και να πάρει θέση. Γονείς και παιδιά βρίσκονται σε συνεχή συνδιαλλαγή, διαπραγμάτευση και κάνουν συμβιβασμούς.

Ένας πατέρας λέει: «ο μικρός τρίχρονος γιος μου επέλεξε τη χειρότερη ώρα για να κάνει μια κρίση θυμού. Καθώς περπατούσαμε στο διάδρομο ενός καταστήματος, άρπαξε ένα κουτί με καραμέλες. Του είπα ότι δεν μπορεί να πάρει τις καραμέλες τώρα και αν θέλει κάτι από το κατάστημα, πρέπει πρώτα να με ρωτήσει. Αντί να υπακούσει, όταν του είπα να το βάλει πίσω στη θέση του, άρχισε να κλαίει, να ουρλιάζει και να με χτυπά.

Μετά, έπεσε στο πάτωμα και ακολούθησε μια έκρηξη σε όλο της το μεγαλείο! Όλο το μαγαζί είχε γυρίσει και μας κοιτούσε! Δεν ήξερα τι να κάνω! Δε μου αρέσει καθόλου να αισθάνομαι ότι ένα δίχρονο παιδί έχει τόση δύναμη! Τι θέλει; Να με ρεζιλέψει; Αμάν πια! Άλλη φορά θα πάει με τη μάνα του και άμα κάνει τα ίδια, δε θα πάει ποτέ ξανά και με κανέναν!»

Τα καλά όρια χτίζουν καλές σχέσεις και οι καλές σχέσεις χτίζονται πάνω σε καλά όρια

Μια σχέση στέρεη και δυνατή, που τροφοδοτείται από το γονιό με αγάπη, αποδοχή, κατανόηση και τρυφερότητα προς το παιδί, είναι η καλύτερη βάση πάνω στην οποία μπορεί να στηριχτεί για να βάλει όρια. Αν η σχέση είναι δυνατή, ο θυμός από τις διενέξεις που αναπόφευκτα θα προκύψουν, θα εκτονωθεί σύντομα.

Επιβραβεύουμε τις επιθυμητές συμπεριφορές αντί να σχολιάζουμε τις μη επιθυμητές, π.χ. αντί για «Μην είσαι αφηρημένος!», λέμε «Συγκεντρώσου!» ή αντί για «Μην κρατάς τα παιχνίδια μόνο για σένα!» λέμε «Μπράβο παιδί μου, που παίζεις ωραία με την αδερφή σου! Πολύ σε χαίρομαι!». Πιο αναλυτικά, για να έχει αποτέλεσμα, η επιβράβευσή μας χρειάζεται να είναι:

– Άμεση: να δίνεται τη στιγμή που το παιδί εκδηλώνει την επιθυμητή συμπεριφορά και όχι πολύ αργότερα.

– Συγκεκριμένη: να περιλαμβάνει ένα ξεκάθαρο λιτό λεκτικό μήνυμα, π.χ. «Κάθεσαι πολύ ωραία δίπλα μου στο καρότσι και με βοηθάς να ψωνίσω! Σ’ευχαριστώ!».

– Ειλικρινής και απόλυτα αφιερωμένη σε αυτό που συμβαίνει: να δίνεται ενώ προσέχουμε το παιδί, π.χ. το κοιτάμε στα μάτια και στεκόμαστε στο ύψος του όταν του μιλάμε.

– Προσανατολισμένη στην αναγνώριση της προσπάθειας και όχι μόνο στην επιτυχία: να δίνεται όταν το παιδί καταφέρνει κάτι, αλλά και ενδιάμεσα, όσο δείχνει να προσπαθεί, ώστε να ενθαρρύνεται να βάλει τα δυνατά του μέχρι το τέλος.

– Σταθερή και συνεπής: να ενισχύει σε κάθε ευκαιρία το παιδί, καθημερινά και χωρίς διακυμάνσεις.

Ο τρόπος που ένας γονιός ορίζει, διατυπώνει και επικοινωνεί τα όρια, είναι πολύ σημαντικός.

1. Οι τρόποι πειθαρχίας που θα μεταχειριστεί ένας γονιός εξαρτώνται από τη δική του ιδιοσυγκρασία, καθώς και αυτή του παιδιού του. Τι ταιριάζει στον ίδιο, με ποιο τρόπο θα το κάνει, τι πιάνει στο παιδί του; Ό,τι ξέρει ο γονιός γύρω από το χαρακτήρα και τις ευαισθησίες του παιδιού του είναι ιδιαίτερα χρήσιμο.

Μπορεί για ένα παιδί η στέρηση των παιχνιδιών του να είναι η μέγιστη τιμωρία, ενώ για ένα άλλο να μη σημαίνει κάτι. Ή μπορεί το να κοιτά τον τοίχο για λίγα λεπτά να είναι ό,τι χειρότερο, ενώ να μην ενοχλείται καθόλου άμα δε φάει σοκολάτα για μια μέρα.

2. Τα όρια πρέπει να συμβαδίζουν με το στάδιο ανάπτυξης του παιδιού και να προσαρμόζονται στα χαρακτηριστικά της ηλικίας του. Όσο πιο μικρό το παιδί, τόσο πιο σύντομες, ξεκάθαρες και λιτές οι εντολές του γονιού προς αυτό. Αν πρόκειται για βρέφος ή νήπιο που μόλις άρχισε να στέκεται στα πόδια του, ο γονιός μπορεί να στρέψει την προσοχή του σε μια άλλη δραστηριότητα.

Από την άλλη, για ένα παιδί άνω των δύο ετών, η επιβολή των ορίων είναι πιο σύνθετη διαδικασία, καθώς περιλαμβάνει διάλογο, εξηγήσεις και διαπραγμάτευσεις. Συχνά το παιδί από μόνο του προκαλεί το γονιό κάνοντας ερωτήσεις, π.χ. «Γιατί μπαμπά; Δεν είναι δίκαιο!». Απαντήσεις τύπου «γιατί έτσι το λέω εγώ!» ή «είσαι μικρός ακόμα για να καταλάβεις» δεν έχουν αποτέλεσμα, δεδομένου ότι οι απαγορεύσεις που δεν συνοδεύονται από κάποια εξήγηση δε γίνονται κατανοητές από το παιδί, αλλά φαίνονται σαν περιορισμός. Κανείς δεν υπακούει απλά επειδή κάποιος του λέει ότι αυτό είναι το σωστό.

Αφήνουμε το παιδί να μας πει την άποψή του και κάνουμε ειλικρινή προσπάθεια για διάλογο. Είναι μια από τις καλύτερες επενδύσεις που μπορεί να κάνει ένας γονιός. Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν και ειδικά στην εφηβεία, το παιδί που δεν του δόθηκε ουσιαστικός χρόνος και χώρος να εκφραστεί, έχει περισσότερες πιθανότητες να αποφεύγει συζητήσεις με τους γονείς.

3. Το παιδί μαθαίνει από αυτό που κάνουμε και όχι από αυτό που του λέμε. Το προσωπικό μας παράδειγμα αποτελεί «μοντέλο» προς μίμηση για το παιδί. Αν δυσκολευόμαστε να βάλουμε όρια σε εμάς πρώτα, τότε πώς θα βάλουμε στους άλλους; Τα παιδιά κατανοούν πιο εύκολα το τι είμαστε και πώς λειτουργούμε, παρά το τι λέμε.

Για παράδειγμα, τι κάνουμε εμείς οι γονείς όταν είμαστε θυμωμένοι, αγχωμένοι, απογοητευμένοι, όταν δε γίνεται το δικό μας κλπ. Τι θα σήμαινε για το παιδί του παραδείγματός μας αν ο πατέρας του άρχιζε να του φωνάζει μέσα στο κατάστημα, το χτύπαγε ή …; Πώς θα ένιωθε εκείνο μετά;

Από την άλλη, στην περίπτωση που το χάσουμε και παραφερθούμε, δεν τελείωσαν όλα. Κανένας δεν είναι τέλειος, αλλά τον τιμά περισσότερο το να το αναγνωρίζει και να παραδέχεται τα λάθη του, γιατί έτσι γίνεται καλύτερος. Τέλειοι γονείς δεν υπάρχουν, όπως δεν υπάρχουν και τέλεια παιδιά…

4. Δεν είναι όλα τα θέματα το ίδιο σημαντικά. Ξεχωρίζουμε ποια είναι προς διαπραγμάτευση και ποια όχι, π.χ. είναι το ίδιο αν ο δίχρονος γιος μου χοροπηδάει στα πατώματα τις ώρες κοινής ησυχίας και αν χτυπάει την αδερφή του για να πάρει ένα παιχνίδι;

Αν η έφηβη κόρη μου θέλει να βάλει το αγαπημένο της μπλουζάκι στο πάρτι ακόμα και αν αυτό είναι βρώμικο, είναι λιγότερο σημαντικό από το να επιστρέψει αργότερα από την ώρα που έχουμε συμφωνήσει. Διαχωρίζω τα ζητήματα και ασχολούμαι με κάποια, όχι με όλα, γιατί αλλιώς θα κάνω κήρυγμα όλη μέρα και το παιδί μου θα γίνει σκέτος τύραννος ή θα απομονωθεί εντελώς. Η σχέση μου μαζί του θα διαταραχθεί και αυτό δεν το θέλω με τίποτα στον κόσμο.

5. Η επικοινωνία πρέπει να είναι παρούσα και συγκεκριμένη, χωρίς αναφορές στο παρελθόν, να αφορά το «Εδώ και Τώρα»: («…και την περασμένη φορά τα ίδια έκανες!»), χωρίς προφητείες για το μέλλον («…ποτέ δεν θα αλλάξεις!») και χωρίς γενικεύσεις (πάντα, ποτέ, όλοι, κανένας…).

Πώς αισθάνεται κάποιος όταν κάνει ένα λάθος στη δουλειά και ο εργοδότης του λέει «Πάλι λάθος έκανες! Αδιόρθωτος είσαι πια! Όλοι έχουν καταλάβει πώς λειτουργεί το σύστημα, αλλά εσύ ποτέ σου!»; Ματαίωση, απόρριψη, απογοήτευση, ντροπή, χαμηλή αυτοεκτίμηση, θυμό, πίκρα, παραίτηση και καμία διάθεση για περαιτέρω προσπάθεια κλπ.

Μην Χάσετε: Δυστυχισμένοι γονείς δεν μπορούν να μεγαλώσουν ευτυχισμένα παιδιά!

Μέσα από όλα τα παραπάνω, κατανοούμε τη μεγάλη σημασία που διαδραματίζουν τα όρια στην ανάπτυξη των παιδιών. Το είδος των οικογενειακών σχέσεων, η αυτοπεποίθηση και σιγουριά του γονέα για την επιβολή ορίων σε συνδυασμό με την έμπρακτη αγάπη προς το παιδί αποτελούν τα βασικά συστατικά της επιβολής ορίων στα παιδιά.

Τα καλά όρια πλάθουν ευτυχισμένα παιδιά, ικανούς και ολοκληρωμένους ενήλικες, οι οποίοι καθώς μεγαλώνουν θα έχουν περισσότερες ευθύνες, μα και περισσότερα δικαιώματα.

Από την Ευγενία Δουβαρά, ψυχολόγο – o-cosmos-mas.blogspot.gr