Αρχείο ετικέτας Χριστιανισμός και Ισλάμ

H Αγία Σοφία τόπος λατρείας για Μουσουλμάνους και Χριστιανούς. Γίνεται;

Του ΒΑΣΙΛΗ ΞΥΔΙΑ[*]

Και τζαμί, και εκκλησιά, και ανοικτή στον κάθε επισκέπτη. Αυτή θα ήταν ίσως μια λύση για την Αγία Σοφία, καλύτερη και από το σημερινό «κοσμικό» καθεστώς του μουσείου, πιο κοντά στις πνευματικές αξίες που φέρει το ίδιο το κτίριο και πιο κοντά στις θρησκευτικές παραδόσεις που το διαχειρίστηκαν στην υπερχιλιετή του ιστορία. Αυτό λέει το Παρατηρητήριο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO σε πρόσφατη ανακοίνωσή του με αφορμή την απόφαση του Ερντογάν, και το ίδιο πρότεινε ήδη από το 2014 ο Πέτρος Βασιλειάδης, καθηγητής Θεολογίας στο ΑΠΘ.

Το Παρατηρητήριο Παγκόσμιας Κληρονομιάς (World Heritage Watch), που έχει έδρα το Βερολίνο, εξέδωσε τη Δευτέρα 13 Ιουλίου 2020 ανακοίνωση (βλ., και ελληνική μετάφραση στο τέλος του άρθρου), όπου μεταξύ άλλων λέει τα εξής :

«[…] Ο αρχικός λόγος για την οικοδόμηση της Αγίας Σοφίας ήταν η δημιουργία ενός Οίκου Προσευχής, προς επίκληση του Ενός Θεού, και για πνευματική εμπειρία. Η υλική κληρονομιά που ενσωματώνεται στο κτίριο δεν μπορεί να γίνει κατανοητή χωρίς την κατάλληλη κατανόηση της άυλης κληρονομιάς που υπήρξε η πηγή έμπνευσης για αυτά τα αριστουργήματα της τέχνης και της αρχιτεκτονικής που ο κόσμος θαυμάζει εδώ και αιώνες. Και οι δύο αυτές κληρονομιές (υλική και άυλη) είναι αδιαχώριστες και πρέπει να προστατευτούν από κοινού. Πιστεύουμε λοιπόν ότι το άνοιγμα της Αγίας Σοφίας στην προσευχή δεν έρχεται κατ’ αρχήν σε αντίθεση με το καθεστώς της Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Αυτό μπορεί πράγματι να αποτελεί μια συμπληρωματική δραστηριότητα – αρκεί να μην τίθεται σε κίνδυνο το ίδιο το κτίριο και οι παγκόσμιες αξίες του. Ωστόσο, όταν θα γίνει αυτό, θα πρέπει κανείς να σεβαστεί επαρκώς την αρχική προέλευση και ολόκληρη την ιστορία της Αγίας Σοφίας, πράγμα που συνεπάγεται ότι το κτίριο πρέπει να είναι διαθέσιμο για προσευχή εξίσου στους Μουσουλμάνους και στους Χριστιανούς. Ένας κοινός οίκος προσευχής για τις δύο θρησκείες που λατρεύουν τον ίδιο Παντοδύναμο Θεό θα ήταν πράγματι ο μόνος αξιόπιστος τρόπος επιβεβαίωσης και συνέχισης του ρόλου της Αγίας Σοφίας ως συμβόλου διαθρησκειακής αδελφοσύνης και ειρήνης μεταξύ των πολιτισμών του κόσμου. Ποτέ ο κόσμος δεν είχε τόση ανάγκη από τέτοια σύμβολα, και η ιστορία θα τιμήσει εκείνους που, αντί να προκαλούν διχασμό και να κάνουν εχθρούς, δείχνουν μεγαλοσύνη οικοδομώντας την ειρήνη».

Αν λάβει κανείς υπ’ όψη του πως το Παρατηρητήριο Παγκόσμιας Κληρονομιάς εδρεύει στο Βερολίνο, αναρωτιέται μήπως η παραπάνω δήλωσή έχει κάποια συνάφεια με τις δηλώσεις του Γερμανού κυβερνητικού εκπροσώπου, Στέφεν Ζάιμπερτ, ο οποίος τη Δευτέρα 13 Ιουλίου είπε ότι η υπόθεση της Αγίας Σοφίας αφορά την UNESCO (βλ., εδώ). Παρ’ όλα αυτά, αν και αρνήθηκε την άμεση εμπλοκή της κυβέρνησής του ο Γερμανός εκπρόσωπος τόνισε την «τεράστια» πολιτιστική ιστορική και θρησκευτική σημασία που έχει η Αγία Σοφία «τόσο για τον Χριστιανισμό, όσο και για το Ισλάμ» και επεσήμανε πως η λειτουργία της ως μουσείου «επέτρεπε σε όλους τους ανθρώπους, ανεξάρτητα από τη θρησκείας τους, να την επισκεφτούν». Αξιοσημείωτη είναι και η δήλωση του εντεταλμένου της ομοσπονδιακής κυβέρνησης για θρησκευτικά ζητήματα Μάρκους Γκρίμπελ πως είναι «πολύ λυπηρό το γεγονός ότι η Αγία Σοφία διατίθεται αποκλειστικά σε μία θρησκεία για την τέλεση προσευχής».

Κινούνται οι δηλώσεις, των Γερμανών κυβερνητικών ιθυνόντων εκπροσώπου και του Παρατηρητηρίου Παγκόσμιας Κληρονομιάς, στο ίδιο μήκος κύματος ή είναι άσχετες; Θα φανεί σύντομα.

Πάντως, την ίδια ακριβώς πρόταση, που εμπνέεται από μια «μετα-εκκοσμικευτική» λογική, είχε κάνει για την Αγία Σοφία ήδη από τον Ιανουάριο 2014 ο Πέτρος Βασιλειάδης, Καθηγητής Βιβλικής Θεολογίας στη Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ. Σε ειδική μελέτη του, που τιτλοφορείται «Το τουρκικό πείραμα και το μέλλον της Αγίας Σοφίας» καταλήγει στα εξής, απευθυνόμενος μάλιστα προσωπικά στον Ερντογάν, τότε πρωθυπουργό της Τουρκίας:

«[…] Προσωπικά υποστηρίζω ένα είδος επιστροφής όλων των τόπων λατρείας στην αυθεντική τους χρήση. Αντίθετα από όλους σχεδόν τους οπαδούς της εκκοσμίκευσης, που επιμένουν στην παρούσα χρήση του ως μουσείων, προτιμώ να υπάρχουν –εν μέρει τουλάχιστον– ως λατρευτικοί τόποι. Αυτό λοιπόν που θα τολμούσα, πολύ φιλικά, να συμβουλέψω τον Τούρκο Πρωθυπουργό, βασισμένος και στην εμπειρία μου από την προώθησε του διαθρησκειακού διαλόγου, είναι να εξετάσει την πιθανότητα να επιτρέψει στην Αγία Σοφία να χρησιμοποιηθεί, όχι μονομερώς από Μουσουλμάνους, αλλά επίσης και από (Ορθοδόξους) Χριστιανούς. Τρεις ώρες τις Παρασκευές για ισλαμική προσευχή, τρεις ώρες τις Κυριακές για Ορθόδοξη Λειτουργία, και την υπόλοιπη εβδομάδα να παραμένει ένας πολιτιστικός χώρος για όλους από κοινού, και για όλον τον κόσμο. […]»Ολόκληρη η μελέτη του καθηγητή Πέτρου Βασιλειάδη είναι αναρτημένη στο Academia.edu.

Δήλωση του Παρατηρητηρίου Παγκόσμιας Κληρονομιάς για την Αγία Σοφία

«Η Αγία Σοφία θεωρείται γενικώς σαν ένα από τα σημαντικότερα κτίρια στην ιστορία της αρχιτεκτονικής, των θρησκειών, και γενικά στην παγκόσμια ιστορία. Υπήρξε το τελευταίο από τα μνημειώδη κτίρια της αρχαιότητας, το μεγαλύτερο του κόσμου στην εποχή του. Τόσο η κατασκευή του, όσο και τα ανεκτίμητα ψηφιδωτά και άλλα έργα τέχνης συνιστούν υψηλά επιτεύγματα του ανθρωπίνου πνεύματος. Η Αγία Σοφία υπήρξε η πιο σημαντική εκκλησία του Ορθόδοξου Χριστιανισμού για πάνω από χίλια χρόνια και έγινε σύμβολο του Ισλάμ όταν μετατράπηκε σε τζαμί από τον Σουλτάνο Μωάμεθ Β’ μετά την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης το 1453. Και βρίσκεται εκεί, στη θέση της, όλη την περίοδο των ετών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μέχρι το τέλος της, και για όλη την περίοδο που η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν παγκόσμια δύναμη, για άλλα 450 χρόνια. Τέλος, η μετατροπή της το 1934 σε μουσείο υπήρξε χαρακτηριστικό σημάδι της πολιτισμικής προόδου που απετέλεσε η μετάβαση ενός κατά μεγάλη πλειονότητα μουσουλμανικού πληθυσμού σε ένα σύγχρονο κοσμικό κράτος. Το στάτους της ως μουσείου συνέβαλε σημαντικά στη διατήρηση της ειρήνης μεταξύ των Μουσουλμανικών και Χριστιανικών κοινοτήτων.

Αυτή η σύντομη περιγραφή είναι πολύ λίγη μπροστά στην παγκόσμια σημασία της Αγίας Σοφίας, ίσως όμως αρκεί για να εξηγήσει γιατί αυτό το κτίριο έχει τόσο μεγάλη σημασία για ολόκληρο τον κόσμο, και γιατί εγγράφηκε το 1985 στον Κατάλογο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής και Φυσικής Κληρονομιάς.

Η θεμελιώδης ιδέα της Σύμβασης Παγκόσμιας Κληρονομιάς (στην οποία προσχώρησε η Τουρκική Δημοκρατία το 1983) είναι ότι η αξία που έχουν τα αντικείμενα του Καταλόγου της Παγκόσμιας Πολιτιστικής και Φυσικής Κληρονομιάς είναι παγκόσμια. Η πολιτιστική ή φυσική σημασία τους είναι τόσο εξαιρετική, ώστε να ξεπερνά τα εθνικά σύνορα και να αποκτά κοινή σημασία και για τις σημερινές και τις μελλοντικές γενιές της ανθρωπότητας στο σύνολό της. Ως εκ τούτου, η διαρκής προστασία αυτής της κληρονομιάς είναι ύψιστης σημασίας για το σύνολο της διεθνούς κοινότητας. Με απόλυτο σεβασμό στην κυριαρχία των κρατών στην επικράτεια των οποίων βρίσκεται ένα τέτοιο αντικείμενο πολιτιστικής ή φυσικής κληρονομιάς και χωρίς καμμία αμφισβήτηση των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων που προκύπτουν από την εθνική νομοθεσία, τα κράτη – μέλη της Σύμβασης Παγκόσμιας Κληρονομιάς αναγνωρίζουν ότι η εν λόγω κληρονομιά αποτελεί Παγκόσμια Κληρονομιά.

Η απόφαση να μετατραπεί η Αγία Σοφία σε τζαμί επιβάλλει να υπενθυμίσουμε στις αρμόδιες τουρκικές αρχές την επίσημη δέσμευση που έχει αναλάβει η Τουρκική Δημοκρατία έναντι της παγκόσμιας κοινότητας για σεβασμό του διεθνούς δικαίου, και τήρηση των σχετικών διαδικασιών. Είναι συνεπώς αβάσιμος και παραπλανητικός οποιοσδήποτε ισχυρισμός ότι τα ζητήματα που αφορούν την Αγία Σοφία είναι υπόθεση των τουρκικών εθνικών αρχών και μόνο και ότι η έκφραση γνώμης της διεθνούς κοινότητας αποτελεί παραβίαση της τουρκικής κυριαρχίας.

Έχει τεράστια σημασία, οι αρχές, οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης και ο λαός της Τουρκίας να κατανοήσουν και να σεβαστούν το γεγονός ότι η Αγία Σοφία είναι κληρονομιά όχι μόνο μιας επιμέρους εθνικής, θρησκευτικής ή άλλης ομάδας, αλλά αποτελεί κληρονομιά όλων των λαών του κόσμου και πρέπει να είναι εγγυημένη η ανεμπόδιστη πρόσβασή τους στην Αγία Σοφία. Αναμένουμε από την Τουρκία να τηρήσει τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει από τη Σύμβαση Παγκόσμιας Κληρονομιάς να “κάνει ό,τι μπορεί … στο μέγιστο των δυνατοτήτων της … για την προστασία, τη διατήρηση, την παρουσίαση και τη μεταβίβαση στις μελλοντικές γενιές” όλων των στοιχείων που συνιστούν την Εξαιρετική και Παγκόσμια Αξία της Αγίας Σοφίας.

Ο αρχικός λόγος για την οικοδόμηση της Αγίας Σοφίας ήταν η δημιουργία ενός Οίκου Προσευχής, προς επίκληση του Ενός Θεού και για πνευματική εμπειρία. Η υλική κληρονομιά που ενσωματώνεται στο κτίριο δεν μπορεί να γίνει κατανοητή χωρίς την κατάλληλη κατανόηση της άυλης κληρονομιάς που υπήρξε η πηγή έμπνευσης για αυτά τα αριστουργήματα της τέχνης και της αρχιτεκτονικής που ο κόσμος θαυμάζει εδώ και αιώνες. Και οι δύο αυτές κληρονομιές (υλική και άυλη) είναι αδιαχώριστες και πρέπει να προστατευτούν από κοινού.

Πιστεύουμε λοιπόν ότι το άνοιγμα της Αγίας Σοφίας στην προσευχή δεν έρχεται κατ’ αρχήν σε αντίθεση με το καθεστώς της Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Αυτό μπορεί πράγματι να αποτελεί μια συμπληρωματική δραστηριότητα – αρκεί να μην τίθεται σε κίνδυνο το ίδιο το κτίριο και οι παγκόσμιες αξίες του. Ωστόσο, όταν θα γίνει αυτό, θα πρέπει κανείς να σεβαστεί επαρκώς την αρχική προέλευση και ολόκληρη την ιστορία της Αγίας Σοφίας, πράγμα που συνεπάγεται ότι το κτίριο πρέπει να είναι διαθέσιμο για προσευχή εξίσου στους Μουσουλμάνους και στους Χριστιανούς. Ένας κοινός οίκος προσευχής για τις δύο θρησκείες που λατρεύουν τον ίδιο Παντοδύναμο Θεό θα ήταν πράγματι ο μόνος αξιόπιστος τρόπος επιβεβαίωσης και συνέχισης του ρόλου της Αγίας Σοφίας ως συμβόλου διαθρησκειακής αδελφοσύνης και ειρήνης μεταξύ των πολιτισμών του κόσμου. Ποτέ ο κόσμος δεν είχε τόση ανάγκη από τέτοια σύμβολα, και η ιστορία θα τιμήσει εκείνους που, αντί να προκαλούν διχασμό και να κάνουν εχθρούς, δείχνουν μεγαλοσύνη οικοδομώντας την ειρήνη. Βερολίνο, 13 Ιουλίου 2020».

[*] Ο Βασίλης Ξυδιάς είναι θεολόγος, εκπαιδευτικός. Κείμενά του έχουν δημοσιευθεί σε πολλές εφημερίδες, ιστοσελίδες, περιοδικά και επιστημονικές επιθεωρήσεις. Έχει εκδοθεί το βιβλίο του Βαλκανική Κοινοπολιτεία (Δόμος, 1994) και συμμετείχε στο συλλογικό τόμο: Τι είναι η ψυχή; (Αρχέτυπο, 2002). Είναι πτυχιούχος της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (1992) και της Σχολής Ηλεκτρολόγων Μηχανικών ΕΜΠ με ειδίκευση σε Οργάνωση – Διοίκηση (1984). Έχει παρακολουθήσει μεταπτυχιακά σεμινάρια Συμβούλου Ανάπτυξης (ΕΕΤΑΑ, 1986) και εκκρεμεί ένα διδακτορικό στην Πολιτική Φιλοσοφία (Πάντειο Πανεπιστήμιο) που… ίσως, κάποτε ολοκληρωθεί.

ΠΗΓΗ

ΚΟΣΜΟΔΡΟΜΙΟ

Απάντηση του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ στην ανακοίνωση της ΠΕΘ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Το ΔΣ της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων (ΠΕΘ), μπροστά στην πολιτικά αλλά και συμβολικά φαιδρή απόφαση του Τουρκικού Συμβουλίου της Επικρατείας ότι η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε μουσείο το 1934 ήταν «παράνομη», ξαναορθώνει τον «αποκαλυπτικό» και υβριστικό του λόγο, όχι από ενδιαφέρον για το ίδιο το γεγονός, αλλά ως αφορμή για να δηλητηριάσει την κοινή γνώμη και να πλήξει τους στόχους του: το μάθημα των θρησκευτικών, το προπτυχιακό πρόγραμμα της Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών του Τμήματος Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και το άνοιγμα στην επιστημονική γνώση και κατανόηση της θρησκευτικής διαφορετικότητας, καθώς και ορισμένα άλλα θέματα εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής, σπιλώνοντας, όπως το συνηθίζει, πρόσωπα και πράγματα. Δεν ασκούν εποικοδομητική κριτική, γνώρισμα κάθε δημοκρατικής συμπεριφοράς, αλλά πολεμική μισαλλοδοξίας, υποκαθιστώντας εγωιστικά θεσμούς Πολιτείας και Εκκλησίας, τάσσοντας τους εαυτούς τους υπεράνω αρχών και θεσμών ως κριτές της Οικουμένης. Μια νοοτροπία ολοκληρωτισμού. 

Συγκεκριμένα, μετονομάζει σκοπίμως και διαστρεβλωτικά την Εισαγωγική Κατεύθυνση Μουσουλμανικών Σπουδών σε «Ισλαμικό Τμήμα», ενώ δεν πρόκειται ούτε για Τμήμα πόσο δε μάλλον για «Ισλαμικό», αλλά για ένα ανεξάρτητο επιστημονικό πρόγραμμα προπτυχιακών σπουδών εντός του Τμήματος Θεολογίας. Η Κατεύθυνση Μουσουλμανικών Σπουδών δεν προορίζεται για τους φοιτητές της Θεολογίας, μια επίσης σκόπιμη εκ μέρους τους παρερμηνεία για να συγκινήσουν τους ευσεβείς και τους ευαίσθητους ανθρώπους, αλλά απευθύνεται σε κάθε άνθρωπο, σε κάθε νέο και νέα, θρησκευόμενο και μη, που επιθυμεί να γνωρίσει επιστημονικά τους πολιτισμούς του κόσμου, και ειδικώς το Ισλάμ, την ποικιλία των πολιτιστικών και θρησκευτικών του εκφράσεων και τις γλώσσες των κειμένων του, την αραβική και περσική πρωτίστως, καθώς και τους δια βίου διαλόγους των Εκκλησιών της Ανατολής με τους μουσουλμάνους. Η επιστημονική αυτή προσέγγιση των άλλων πολιτισμών και θρησκειών αποτελεί αντικείμενο ακαδημαϊκής μελέτης στα πλείστα πανεπιστήμια του κόσμου, ακόμη και σε πανεπιστημιακά ιδρύματα μουσουλμανικών πλειοψηφικώς χωρών. 

Αν κάποια από τα μέλη της ΠΕΘ δεν ήταν «συνάδελφοι» στη Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, θα λέγαμε πως πιθανώς παρανοούν εν αγνοία τους το επιστημονικό εγχείρημα των μουσουλμανικών σπουδών, το οποίο, παρά τη συνεχή πολεμική, προχώρησε και βρίσκεται στην ολοκλήρωση της πρώτης τετραετίας του. Πρόκειται όμως για μέλη της Θεολογικής Σχολής. 

Με λύπη ερχόμαστε ξανά αντιμέτωποι με την εσκεμμένη κατασυκοφάντηση και πολεμική τους. Οι διασυνδέσεις που κάνουν και οι οποίες στηρίζονται στην απόλυτη διαστρέβλωση δεδομένων, προθέσεων και επιχειρημάτων είναι επιζήμιες και επικίνδυνες τόσο ακαδημαϊκά όσο και εθνικά. Δεν κατανοούν ότι ανατινάσσουν τον ίδιο τον εαυτό τους και τη Θεολογία, κλείνοντας τη χώρα σε έναν ατέρμονα και σκοτεινό θρησκευτικό φονταμενταλισμό, που στερεί την ειρήνη από την καρδιά και το φως από τη νόηση. Το Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ πιστό στην ακαδημαϊκή του ταυτότητα και προοπτική, αλλά και στην κλήση του διαλόγου, που αποτελεί συστατικό στοιχείο του Χριστιανισμού, με την ίδρυση της Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών, στοχεύει στην περαιτέρω μελέτη και κατανόηση του θρησκευτικού φαινομένου. Άμεσο αποτέλεσμα η ουσιαστική συμβολή στην ειρηνική και δημιουργική συνύπαρξη των μελών των διαφορετικών θρησκευτικών κοινοτήτων του τόπου μας, όπως αυτή εκφράζεται από το ξεχωριστό και μοναδικό παράδειγμα της Θράκης, από όπου προέρχονται πλέον πολλοί από τους φοιτητές της Κατεύθυνσης των Μουσουλμανικών Σπουδών μας, αλλά και διδάσκοντες, όπως ο Μουφτής της Κομοτηνής Dr. Τζιχάντ Χαλήλ, του οποίου οι πρόσφατες δηλώσεις για το θέμα της Αγιά Σοφιάς δείχνουν την ποιότητα της εργασίας που συντελείται στο μεγαλύτερο πανεπιστημιακό ίδρυμα της χώρας, το ΑΠΘ. Ως εκ τούτου, ως επιστήμονες θεολόγοι οφείλουμε να καταδείξουμε τη συκοφαντία και τον επικίνδυνο για τη χώρα και τη θεολογία λόγο της ΠΕΘ, ο οποίος πέραν των υπολοίπων, εξαιρέτως της αλήθειας, στερείται του πιο πολύτιμου αγαθού /συστατικού της χριστιανικής πίστης: την Αγάπη.

ΠΗΓΕΣ

ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΑΠΘ. Τμήμα Θεολογίας

Θρησκευτική Εκπαίδευση

Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ: Ιδιώνυμη προσβολή κατά του Χριστιανισμού και κατά του Ισλάμ

Νέα δήλωση του Αρχιεπισκόπου στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ (18 Ιουλίου 2020 )

Η ανένδοτη απόφαση της Τουρκίας περί Αγίας Σοφίας δεν είναι μόνον ένα είδος πολιτιστικού «τζιχάντ» (ιερού πολέμου), σήμερα μάλιστα που κάθε είδος τζιχαντιστών διεθνώς καταδικάζεται, αλλά αποτελεί ιδιώνυμη προσβολή τόσο κατά του Χριστιανισμού όσο και κατά του Ισλάμ.

Έκαναν τζαμί την υπέροχη εκκλησιά της αδιαίρετης Χριστανοσύνης και επιχειρούν να αποκρύψουν το πανέμορφο πρόσωπό της και να αχρηστεύσουν τις θαυμάσιες εικόνες της, τα εκφραστικά της μάτια. Επιπλέον εγκαινιάζουν κι έναν αλλόκοτο για το κλασικό Ισλάμ τύπο τζαμιού, με σκεπασμένες τις χριστιανικές εικόνες, οι οποίες μέσα στην «εύγλωττη σιωπή» τους δεν παύουν να μαρτυρούν τη χριστιανική αλήθεια. Δεν γνωρίζω να υπάρχει παρόμοιος ισλαμικός χώρος προσευχής στον κόσμο.Το πείσμα των τουρκικών αρχών υπογραμμίζει αυτό που τονίζουμε στις τελευταίες δεκαετίες: Η βία εν ονόματι της θρησκείας βιάζει την ιερότητα της ίδιας της θρησκείας. Και κανένας, όσο δυνατός και μεγάλος φαντάζεται πως είναι, δεν δικαιούται να περιφρονεί τηνπανανθρώπινη αυτή αλήθεια.

Ο Μακ. Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας κ. Αναστάσιος είναι Επίτιμο Μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, Ομότιμος Καθηγητής της Ιστορίας των Θρησκευμάτων στο ΕΚΠΑ και Επίτιμος Πρόεδρος της «Παγκοσμίου Διασκέψεως των Θρησκειών για την Ειρήνη.

ΠΗΓΗ
Η τέχνη του θεολογείν

Το Τμήμα Θεολογίας Α.Π.Θ. για την Αγία Σοφία

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Το Τμήμα Θεολογίας του Α.Π.Θ., εκφράζει την έντονη αποδοκιμασία του για τις μεθοδεύσεις της τουρκικής ηγεσίας να εδραιώσει το σχεδιαζόμενο χαλιφάτο της στην απαράμιλλου κάλλους εκκλησία της Χριστιανοσύνης, την Αγία Σοφία. Η κίνηση αυτή στηριγμένη στο θράσος και την αυθαιρεσία προσβάλλει το Ισλάμ και τη Χριστιανοσύνη. Καλεί τους οπαδούς του Ισλάμ να προσευχηθούν στον ιερό χώρο μιας άλλης θρησκείας και με τη διαπεραστική φωνή του μουεζίνη επιδιώκει να σφραγίζει τα αυτιά τους να μην ακούν την οκτώηχη ασματική υμνολογία. Αυτή που έχει διαποτίσει τα μάρμαρα, τα ψηφιδωτά, τους θόλους και τον επιβλητικό τρούλο της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας.

Με αυτόν τον αλαζονικό τρόπο που τυφλώνει τους ταραξίες της ιστορίας, οι αποφάσεις ακυρώνουν το Μπλε Τζαμί και τους προγόνους των Τούρκων που το έκτισαν, για να έχουν ένα δικό τους μεγαλοπρεπή χώρο λατρείας. Υποκλέπτουν ό,τι δεν τους ανήκει, διότι δεν εκφράζει τη δική τους πίστη, εφόσον η Αγία Σοφία αναφέρεται στον Χριστό που οι ίδιοι δεν τον πιστεύουν ως Θεό. Περιφρονούν ένα θρησκευτικό μνημείο της παγκόσμιας κληρονομιάς, ένα αρχιτεκτονικό μεγαλούργημα με μία εξαίσια εικαστική τέχνη που αποτύπωσε τη χριστιανική πίστη και αδιαφορούν για τις αξίες της πολιτιστικής ετερότητας και της ανοχής λαών και θρησκειών.

Οι πρόσφατες πολιτικές αποφάσεις της Τουρκίας πλήττουν τον διαθρησκειακό διάλογο, περιθωριοποιούν τις ειρηνικές πτυχές του Ισλάμ, αναχαιτίζουν τις πολιτιστικές και ακαδημαϊκές προσπάθειες για τη συνεργασία και συνύπαρξη λαών και πολιτισμών. Προ πάντων εμποδίζουν τον ισλαμικό κόσμο να συνειδητοποιήσει ότι, «Το λάδι της θρησκείας είναι αμαρτία και λάθος να χρησιμοποιείται, για να ανάβει και να εξυπηρετεί εθνικιστικούς σκοπούς. Ο ευγενής σκοπός της θρησκείας είναι να απαλύνει τις πληγές και να ειρηνεύει τις ψυχές των ανθρώπων» (Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος).

ΠΗΓΗ

ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΑΠΘ. Τμήμα Θεολογίας