Αρχείο ετικέτας Άγιος Σπυρίδων

ΙΩΑΝΝΑ ΜΠΙΘΑ, “Παρατηρήσεις στον εικονογραφικό κύκλο του Αγίου Σπυρίδωνα”, Δελτίον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας”, 19 (1996-1997) 251-284

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΚΟ ΚΥΚΛΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΠΥΡΙΔΩΝΑ

Ο Άγιος Σπυρίδων, Μανουήλ Πανσέληνος

Ο Άγιος Σπυρίδων, Θεοφάνης ο Κρής

Με αφορμή τη γιορτή του Αγίου Σπυρίδωνα του θαυματουργού· 12η Δεκεμβρίου

Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ

ΟΥΡΑΝΟΥ ΚΡΙΣΙΣ. Ένα άγνωστο έργο του Αγίου Αθανασίου του Παρίου για τον Άγιο Σπυρίδωνα

ΟΥΡΑΝΟΥ ΚΡΙΣΙΣ ήτοι θαύμα φρικτόν και εξαίσιον του θαυματουργικωτάτου θείου Σπυρίδωνος, δι ου τας βουλάς των παρανόμων Παπιστών εματαίωσε, μη συγχωρήσας αυτοίς, να εγείρουν Αλτάριον, ήτοι  θυσιαστήριον, μέσα εις τον εν τη Κέρκυρα άγιον τον Ναόν, συντεθέν, μετά και ιεράς και επινικείου ακολουθίας, εις αυτό, παρά ζηλωτού τινός αδελφού, συν τούτω δε και ο θεοφεγγής βίος του ιερού Κλήμεντος του Βουλγαροκήρυκος και ομολογητού, εκδίδοται ετέρα κρίσις ουρανού, και ούτος ων, κατά των καινοτόμων Παπιστών, συντεθείς μεν, Ελληνιστί υπό του εν αγίοις Θεοφυλάκτου Αρχιεπισκόπου Βουλγαρίας, μετενεχθείς δε,  παρ’ ημών, εις την κοινήν ημών διάλεκτον χάριν των απλουστέρων λαών, δια την εξ αυτού ελπιζομένην κοινήν ωφέλειαν, ων ένεκα νυν δεύτερον πλήρης εκδίδοται, άτε κολοβωθείς τα καίρια παρά τινος,  ο πρότερον εν Βενετία τυπωθείς. Εκδίδονται δε και τα δύω εις εν τεύχος δια δαπάνης τίνων φιλαδέλφων  Χιοπολιτών. Eν Λειψία της Σαξωνίας. Eν τη τυπογραφία του Νάϋμπερτ Αωε’ (1805).

Αν και ανώνυμο το εν λόγω έργο, η μέχρι σήμερα έρευνα ως συγγραφέα του θεωρεί τον Άγιο Αθανάσιο Πάριο. Με αφορμή ένα θαύμα του Αγίου Σπυρίδωνος στην Κέρκυρα το 1718, ο Πάριος βρίσκει εδώ την κατάλληλη στιγμή να επικρίνει έντονα την Δυτική Εκκλησία και την Ευρώπη. Επαναλαμβάνει την πάγια θέση του, έναντι της «κακοδόξου, αιρετικής, δυσεβεστάτης και ακαθάρτου» όπως τη χαρακτηρίζει, Παπικής Εκκλησίας. Ο Άγιος Σπυρίδων κατατάσσεται δίπλα στον Μέγα Φώτιο, που «έγραψε κατά  Λατίνων», στον ιερό Σέργιο «οπού εξήλειψεν από τα δίπτυχα, του Πάπα το μνημόσυνον», στον Μάρκο Εφέσου που «ανέτρεψεν, εκατήργησε και εματαίωσε, τα κατά της Ευαγγελικής αληθείας, της Φλωρεντίας  σαπρομηχανήματα». Επιπλέον, ψέγει τα «έθνη των Λατίνων» γιατί έγιναν «εχθροί, άσπονδοι, της Ανατολικής Εκκλησίας» και τους παροτρύνει να δεχθούν «το ορθόδοξον δόγμα», εκβάλλοντας την προσθήκη από το Σύμβολο Πίστεως του Filioque, απορρίπτοντας τον άζυμο άρτο από τη Θεία Ευχαριστία και αποσιωπώντας το καθαρτήριο πυρ.

Για τον άγιο Αθανάσιο Πάριο, η Ανατολική Εκκλησία είναι ο κατεξοχήν ορθός φορέας έκφρασης των δογμάτων, γι’ αυτό και διαφοροποιείται από τη Δυτική. Χαρακτηριστική η εικόνα της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας, η οποία εκπροσωπεί το φως, έναντι της Δυτικής που αντιπροσωπεύει το σκότος: «σήμερον εκ δευτέρου ο Θεός των θαυμασίων, διεχώρισεν ανά μέσον του φωτός της Ανατολικής Εκκλησίας, και ανά μέσον του σκότους της Δυτικάς οχλαγωγίας ανά μέσον δηλαδή της φωτεινότατης αληθείας των ουρανίων δογμάτων, τα οποία, καθώς παρέλαβε ούτε φυλάττει, η Ανατολική εκκλησία, και ανά μέσου του σκοτεινότατου ψεύδους των σατανικών φρονημάτων τα οποία εφεύρε και κρατεί, η Δυτική Εκκλησία».

Ανάλογη είναι και η κριτική του κατά της «αθεωτάτης» Ευρώπης. Συστήνει στους ομογενείς του να αποκηρύττουν τους «χριστομάχους και θεωφωτίστους θεϊστές», να αποφεύγουν την ανάγνωση των βιβλίων τους και τους «παραλογισμούς του Βολταίρ». Αντίθετα στη θέση αυτών συστήνει να μελετούν τον Απόστολο Παύλο, το θείο Σπυρίδωνα, τον ιερό Χρυσόστομο, τον Μέγα Βασίλειο, τον Γρηγόριο τον Θεολόγο, τον Μέγα Αθανάσιο. Έτσι για άλλη μια φορά ο «βολταιρισμός» χτυπιέται αδυσώπητα θεωρούμενος ως «ρίζα και πηγή παρανόμου πράξεως».

Η έκδοση του έργου θα είχε γίνει σχεδόν μια δεκαετία πιο πριν από το 1805, δηλαδή το 1796, αλλά η καθυστέρηση αυτή οφειλόταν στον Θεοδώρητο Αγιαννανίτη, γνωστό στον κύκλο των Αντικολλυβάδων, τον οποίο ο Πάριος χαρακτηρίζει «φθορέα της κανονικής βίβλου» και σε κάποιον Θεόδωρο που αμέλησαν για την τύπωσή του. Ο Θεοδώρητος φαίνεται ηθελημένα καθυστέρησε την έκδοση, αφού στάθηκε αδιάλλακτος αντίπαλος των Κολλυβάδων.

Στη συνέχεια παραθέτω τη σύνθεση του έργου σε κεφάλαια:

Προμετωπίδα

«Πάσι τοις εντευξομένοις τω παρόντι βιβλιαρίω, εν Χριστώ μοι αδελφοίς, και τέκνοις της αγιωτάτης μητρός ημών Εκκλησίας της Ανατολικής, εγώ ο ταπεινός αυτού συγγραφεύς, εύχομαι, ει και ανάξιος, υγείαν, ειρήνην, και σωτηρίαν αιώνιον», (σσ. 3-6).

«ΟΥΡΑΝΟΥ ΚΡΙΣΙΣ ή φρικτόν του θαυματουργικωτάτου Σπυρίδωνος, δια του οποίου εματαίωσε τας βουλάς των παρανόμων Παπιστών, μη συγχωρήσας αυτοίς να κτίσουν Αλτάριον μέσα εις τον εν Κέρκυρα άγιον του Ναόν», (σσ. 7-38).

«KEΦ. A΄: Tην Διήγησιν του θαύματος περιέχον», (σσ. 11 –16).

«KEΦ. B΄: Ότι ο εμπρησμός της αποθήκης, όντως έργον εστάθη του ουρανού», (σσ. 16-23).

«KEΦ. Γ΄: Ότι η θαυματουργία αύτη του θείου Σπυρίδωνος, είναι κατά αλήθειαν αδέκαστος κρίσις του ουρανού, μεταξύ των δύο Εκκλησιών, Ανατολικής και Δυτικής», (σσ. 23-30).

«KEΦ. Δ΄: Επίλογος παραίνεσιν έχων προς τους ομογενείς», (σσ. 31-33).

«Το σχέδιον».  Πώς, δηλαδή, το λείψανο του Αγίου Σπυρίδωνα έφτασε στην Κέρκυρα, (σσ. 34-38).

«Ακολουθία υμνητήριος, ήτις οφείλει ψάλλεσθαι υπό των ορθοδόξων, κατά την δωδεκάτην του Νοεμβρίου μηνός, δια την εν αυτή γενομένην φρικτήν θαυματουργίαν υπό του θείου Σπυρίδωνος δια πυρός και ολέθρου μεγίστου τους παπιστάς κωλύσαντος, του οικοδόμησαι εν τω σεβασμίω αυτού Ναώ Αλτάριον, ήτοι θυσιαστήριον, ως η βουληθήσαν γίνεται ουν, ει ενδέχεται αγρυπνία και εν τω μεγάλω εσπερινώ, μετά το μακάριος ανήρ, τι κύριε εκέκραξα, και ψάλλομεν τα παρόντα προσόμια εις στίχους η΄, ηχ. πλ. δ’, (σσ. 39-63).

«Διήγησις έργου παραδόξου και πανθαυμάστου». Πρόκειται περί διηγήσεως ενδιαφέρουσας ιστορίας, όπου γίνεται λόγος για την άρση απαγορευτικής αποφάσεως του Σουλτάνου Μουσταφά, όσον αφορά τον πανηγυρισμό στις 6 Αυγούστου του Αγιάσματος κοντά στο Σεράι Μπουρνού, (σσ. 64-70).

«Μηνί Νοεμβρίω κβ΄. Βίος Πανθαύμαστος του εν αγίοις Πατρός ημών Κλήμεντος αρχιεπισκόπου Αχριδών και πάσης Βουλγαρίας του ομολογητού, μεταφρασθείς  εκ  του ελληνικού ιδιώματος άνευ των προοιμίων,  και  μέχρι τινός. Όστις  κολοβωθείς  τα καίρια, και αχρειωθείς  παρά  τινός,  ως  η του παρόντος προς εκείνον παράθεσις, σαφώς δήλοι, ήδη άρτιος και ολόκληρος τύποις εκδίδοται», (σσ. 71-133).

«Ο ζηλωτής  ορθόδοξος, άπασι τοις ευσεβέσι  τέκνοις  της αγίας και θεοδοξάστου  Εκκλησίας  του Χριστού της Ανατολικής, υμίν τον εν Χριστώ ασπασμόν και το χαίρειν», (σσ. 73-82).

Ακολουθούν δύο επιγράμματα:

«Eις την ιεράν Mονήν του Προδρόμου, την έχουσαν την αγίαν κάραν του ιερού Kλήμεντος. Του Προδρόμου τέμενος, του Kλήμεντος θεολήπτον χάρην ον κενεόν πριν φρενός, ήτις έχες.

Tούτου νυν μαθέουσα νόον μέγαν αγγελόμητιν.

Kοινόν,  μητι κυνών, ποίεε τον βίο του».

«Eις την περίφανη Θεσσαλονίκην, την ενέγκουσαν τους θεοφόρους και ισαποστόλους Kήρυκας της Bουλγαρίας, Kύριλλον και Mεθόδιον, στίχοι πολιτικοί.

Oλβιωτάτη πάλαι συ, Πόλις Θεσσαλονίκη.

Πατρίς γαρ χρηματίσασα, των νέων Aποστόλων,

Aπάσας υπερήλασας, τας άλλως υφουμένας

Pάστα δε τούτο δείκνυσιν η νυν αναφανείσα

Iστοριών η θαυμαστή, και ξένων μυστογράφος

Όθεν και χαριστήρια, πάντων Bουγλάρων έθνη

Σοι δια Kύριλλον τον συν κασιγνήτω θύει».

Μεταξύ της σελίδας 82 και των επιγραμμάτων, παρεμβάλλεται ολοσέλιδη εικόνα του Αγίου Κλήμεντος, (σ. 33).

«Βίος και Πολιτεία του εν αγίοις Πατρός ημών Κλήμεντος Αρχιεπισκόπου Βουλγαρίας του ομολογητού μεταφρασθείς εις την κοινήν φράσιν εκ του ελληνικού, προς κοινήν ωφέλειαν των ορθοδόξων λαών», (σσ. 84-133).

ΕΚΔΟΣΕΙΣ: Πρώτη έκδοση του έργου έγινε στη Λειψία το 1805. Ο Ευλογίας Κουρίλας αναφέρει και δεύτερη το 1807, σε τυπογραφείο της Βενετίας ΑΝΤΙΤΥΠΑ: Αθήνα· Εθνική Θ. 7431. Γεννάδιος· Τ. 2128.1. Θεσσαλονίκη: Πανεπιστημιακή Βιβλιοθήκη. Καρπενήσι: Μονή Προυσού 72. Το αντίτυπο αυτό φέρει και την αφιέρωση του Νικοδήμου Αγιορείτου: «Το παρών αφιερώθη εις την ιεράν μονήν του Προυσού, την κειμένην μεν, κατά την επαρχίαν τον αγίου λιτσάς και αγράφων αφιερωμένην δε, εις μνήμην της Κυρίας ημών Θεοτόκου, παρά του Διδασκάλου Κυρίου Νικοδήμου του ναξίου εις μνημόσυνον αυτού τε την των Γονέων τον και ο δε αποξενώσας τούτο ή άλλο βιβλίον εκ της ρηθείσης μονής εχέτω αντίδικον την Kυρίαν Θεοτόκον. αωιθ’ Ιουλίου α’»· (διατηρώ την ορθογραφία του συγγραφέα).

Δεύτερη έκδοση: Αθήνα 1850· ΑΝΕΜΗ· Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Νεοελληνικών Σπουδών