Αρχείο ετικέτας Τάκης Θεοδωρόπουλος

Σφαγή στο μικροχώραφο των ελληνικών

Του ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

Το 1976, όταν ο Γεώργιος Ράλλης νομοθετούσε την κατάργηση της διδασκαλίας της καθαρευούσης, το σάρωθρο του προοδευτικού λυρισμού ήταν ικανό να ρουφήξει ακόμη και τις σκόνες στις γωνίες. Και ως «σκόνες» αντιμετωπίσθηκαν τα τριτόκλιτα και οι δοτικές, κόκκοι που εμπόδιζαν τα έπιπλα της εκπαίδευσης να λάμψουν, όπως έλαμψαν πανθομολογουμένως στη συνέχεια. Το γλωσσικό αισθητήριο των νεότερων γενεών συρρικνώθηκε σε έναν ακρωτηριασμένο κώδικα επικοινωνίας. Προσοχή. Δεν ισχυρίζομαι ότι πρέπει να ξαναρχίσουμε να μιλάμε καθαρεύουσα. Εκείνο που υποστηρίζω είναι ότι η καθαρεύουσα είναι όργανο του σώματος της σύγχρονης ελληνικής γλώσσας που αν το αφαιρέσεις ακρωτηριάζεις τη ζωντανή γλώσσα. Ένα σημαντικό, αν όχι το σημαντικότερο κεφάλαιο της σύγχρονης ελληνικής γραμματείας της ανήκει.

Η μεταρρύθμιση του Γεωργίου Ράλλη εντάσσεται στην ενοχική πολιτική την οποία ακολούθησε η συντηρητική παράταξη της μεταπολίτευσης απέναντι στις «λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις». Ώσπου αυτές ήρθαν στην εξουσία και κατήργησαν την περισπωμένη και τα πνεύματα το 1981 τα οποία κι αυτά «καταπίεζαν» τα ελληνικά μας. Εξάλλου, το χειρόγραφο του Μακρυγιάννη όταν το βρήκε ο Βλαχογιάννης δεν είχε τόνους, έλεγαν, και τα πνεύματα τα προσέθεσαν οι Αλεξανδρινοί γραμματικοί στα ελληνικά της εποχής τους, υποστήριζαν. Την ίδια εκείνη εποχή άνοιξε και η συζήτηση για την κατάργηση της διδασκαλίας των αρχαίων από το πρωτότυπο στο γυμνάσιο, όπως είχε γίνει το 1965 από τον Παπανούτσο.

Είναι εντυπωσιακό ότι εν έτει 2016 το ζήτημα επανέρχεται στο προσκήνιο. Οι φυλές των φιλολόγων, χωρισμένες σε νεοελληνιστές και κλασσικούς, σφάζονται μεταξύ τους για 1 (ολογράφως μία) ώρα διδασκαλίας των ελληνικών στο γυμνάσιο. Θα μου πείτε, όταν το σύνολο αρχαίων και νέων κατανέμεται σε εφτά ώρες, τότε η μία ώρα είναι πολύτιμη. Οι νεοελληνιστές μάλιστα, ως προοδευτικότεροι των «κλασσικών», επαναφέρουν το θέμα της κατάργησης της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών από το πρωτότυπο στο γυμνάσιο. Πέρυσι, επί υπουργίας του ποιητού Κουράκη και του φιλοσόφου Μπαλτά, κατηργήθη η διδασκαλία του «Επιταφίου του Περικλέους».

Κατ’ αρχάς να συμφωνήσουμε σε κάτι. Η διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσης, με στόχο την ανάγνωση της γραμματείας από το πρωτότυπο, μπορεί να είναι συνυφασμένη με τη διεύρυνση του γλωσσικού ορίζοντα της σύγχρονης ελληνικής, όμως δεν περιορίζεται σ’ αυτό. Δεν είναι μόνον θέμα «ετυμολογίας» όπως υποστηρίζουν φαρισαϊκά οι σοφοί νεοελληνιστές. Πάνω στην αντίληψη της ύπαρξης ενός «πρωτοτύπου» οικοδομήθηκε ο δυτικός πολιτισμός από την εποχή του Κικέρωνα κιόλας. Και δεν είναι τυχαίο ότι ο διαφωτιστής Κοραής φροντίζει πρωτίστως για τις εκδόσεις της αρχαίας γραμματείας. Δεύτερο, εξίσου σημαντικό, είναι ότι η ανάγνωση του Πλάτωνα στο πρωτότυπο εκπαιδεύει τους μαθητές στην αργή ανάγνωση. Στην εποχή του σκαναρίσματος είναι ζωτικής σημασίας.

Η διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών δεν αφορά μόνον την ελληνική μας συνείδηση. Αφορά και την ευρωπαϊκή μας συνείδηση. Όμως επειδή το θέμα είναι μεγάλο θα επανέλθω.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Βλέπε και:

Τυμβωρύχοι στα ερείπια της γλώσσας

Πανελλαδικές εξετάσεις αγλωσσίας

Του ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

«Η φιλία, δώρο ακριβό κι ευτύχημα σπάνιο, έχει πανάρχαιους τίτλους ευγενείας. Την εχάρηκαν άνθρωποι εκλεκτοί, σε όλα τα γεωγραφικά και τα ιστορικά πλάτη της οικουμένης, και την εγκωμίασαν ποιητές, σοφοί, πολιτικοί, με τον τρόπο του ο καθένας, αλλά όλοι με την ίδια συγκίνηση». Ποιος θα μπορούσε να διαφωνήσει; Είναι σαν να διαφωνείς με την άποψη ότι η αναπνοή είναι απαραίτητη για την ανθρώπινη ζωή ή ότι οι μέλισσες όπως και οι μέρμηγκες είναι εργατικά ζωντανά, σε αντίθεση με τους τζίτζικες που ξύνονται ολημερίς παράγοντας τον ενοχλητικό και θορυβώδη τριγμό τους, αυτόν που σου χαλάει τον μεσημεριανό ύπνο του ελληνικού καλοκαιριού. Με όλον τον σεβασμό στον Ευάγγελο Παπανούτσο, το κείμενο αυτό, απόσπασμα από το έργο του «Πρακτική Φιλοσοφία», είναι ό,τι πιο επίπεδο και αδιάφορο μπορεί να βάλει ο νους του ανθρώπου. Στη δε αναφορά της εκφώνησης διαβάζω πως πρόκειται για «διασκευή» – τι θέλει άραγε να πει ο ποιητής;

Και όμως το αδιάφορο και επίπεδο αυτό κείμενο που εξαντλείται στην κοινοτοπία του υπήρξε το θέμα των πανελλαδικών εξετάσεων στο μάθημα των μαθημάτων, την έκθεση ιδεών. Έκθεση ιδεών χωρίς ιδέες. Με την εκσυγχρονιστική προσθήκη: «Η φιλία στην εποχή των ΜME, δηλαδή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης». Για λόγους πνευματικής υγείας παρακάμπτω την ταύτιση των ΜΜΕ με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Το θέμα, ως ανεμένετο εθεωρήθη βατόν, κοινώς φιλικόν προς τους χρήστες, τους υποψηφίους. Ένα γκάτζετ παπαγαλίας με ακριβείς οδηγίες χρήσης. Για να συμπληρωθεί δε η εικόνα, τους ζητήθηκαν τα συνώνυμα των εξής λέξεων: «Εγκωμίασαν», «ευχαρίστηση», «συναναστροφή». Τα αντώνυμα των λέξεων «οικεία», «επιδέξιος», «αξία». Και ποια «νοηματική σχέση» ορίζουν οι λέξεις: «δηλαδή», «όταν», «λοιπόν». Δεν ερωτήθηκαν για τον ρόλο του συνδέσμου «και» στη σύνταξη, λάθος κατά τη γνώμη μου, διότι έτσι θα μπορούσαν οι εξεταστές να αντιληφθούν αν ο εξεταζόμενος γνωρίζει εις βάθος τη γλώσσα του, αφού στην κοινή χρήση οι σύνδεσμοι έχουν αντικατασταθεί από το μακρόσυρτο βέλασμα εεε…

Τα παιδιά περνάνε τόσο δύσκολα με τα μνημόνια, οπότε μην τα ταλαιπωρήσουμε και με τη νεοελληνική γλώσσα. Έχουν όλη τη ζωή μπροστά τους για να βρουν μια γλώσσα να τη μιλάνε και να τη γράφουν. Εξάλλου, τα παιδιά μαθαίνουν τόσο καλά αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά, και ο Παπανούτσος είναι σίγουρη αξία. Και το χειρότερο δεν είναι αυτό. Το χειρότερο είναι ότι αυτή η εις βάθος εξέταση κρίσεως και γλωσσικής επάρκειας είναι και η μόνη εξέταση ελληνικών που γίνεται για τις πανελλαδικές εξετάσεις.Το μάθημα της λογοτεχνίας έχει καταργηθεί ακόμη και για τους υποψήφιους φιλολόγους.

Τα χειρότερα έπονται. Αρκεί να αναλογισθείς ότι αυτά τα παιδιά έχουν περάσει έξι χρόνια στα θρανία της μέσης εκπαίδευσης και θα μπουν σε κάποιο ΑΕΙ ή ΤΕΙ με εφόδιο τη νοηματική σχέση του «λοιπόν» και του «δηλαδή» και την «ευχαρίστηση» που παράγεται από τη «συναναστροφή» με τα likes στις αναρτήσεις του FB.

Λοιπόν, ή μήπως δηλαδή, αποδεικνύεται για μία ακόμη φορά πως η έκθεση ιδεών είναι το μάθημα όπου ο μαθητής μαθαίνει να παπαγαλίζει νομίζοντας πως κατεβάζει ιδέες. Το μάθημα των μαθημάτων. Η πληβειοποίηση αφορά πριν απ’ όλα την απονεύρωση της γλώσσας, την επιβολή του καθεστώτος της αγλωσσίας, κοινώς της συλλογικής ακρισίας.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Τα ελληνικά ως κάτεργο

Του ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

Φ​​ίλη μού έλεγε προχθές πως τα εγγόνια της, πρώτη και τρίτη γυμνασίου, δυσκολεύονται πολύ με τη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών. Κατ’ αρχάς, δεν υπάρχει γραμματική και συντακτικό – πού είσαι, Τζάρτζανε!

Όπως θα διαπιστώσει κανείς αν ανατρέξει στα βιβλία, τα φαινόμενα εξηγούνται με βάση τα αποσπάσματα κειμένων που διδάσκονται. Εμφανίζεται κάπου μια δοτική; Μαθαίνουν τη δοτική. Ένα τριτόκλιτο εδώ; Να σου και η τρίτη κλίσις. Όλα αυτά σε ένα πακέτο που περιλαμβάνει και εκμάθηση πολιτισμού, και εκμάθηση μιας γλώσσας η οποία έχει μεν ελληνικούς χαρακτήρες, είναι όμως γραμμένη σε μιαν αλλόκοτη για τα μάτια του δεκατριάχρονου μαθητή ορθογραφία. Στην αρχή των λέξεων ίπτανται κάτι πνεύματα, άλλα αριστερόστροφα και άλλα δεξιόστροφα, ορισμένα φωνήεντα δε τα καλύπτει ένα καλλίγραμμο συννεφάκι, που το λένε περισπωμένη.

Αν συνυπολογίσουμε σ’ αυτά και το επίτευγμα του κ. Μπαμπινιώτη, το γεγονός δηλαδή ότι έχει πείσει τους δασκάλους των ελληνικών –της σημερινής μας γλώσσας– ότι το πόνημά του είναι απαραίτητο εφόδιο για τη δουλειά τους, αντιλαμβανόμαστε το μέγεθος του προβλήματος. Το εν λόγω λεξικό περιστασιακά αναφέρεται στην ετυμολογία, από τις λέξεις δε και τη σημασία τους λείπει η καταγραφή της ιστορικής τους ύπαρξης, αγνοείται δηλαδή το αποθεματικό κεφάλαιο της γλώσσας μας, η λογοτεχνία. Λογικόν. Διότι, πλην του κόπου που προϋποθέτει η αναζήτηση των γραπτών πηγών, ο λεξικογράφος θα ήταν αναγκασμένος να εντρυφήσει και στο περιβάλλον της καθαρευούσης, είδους που αντιμετωπίζεται ως παραβίαση του δημοκρατικού συντάγματος της εκπαίδευσης. Οι λέξεις παράγονται βάσει κανόνων που έχει εκπονήσει ο απόλυτος άρχων της, ο γλωσσολόγος, αντιστοίχως δε και η ορθή χρήση τους.

Για να εικονογραφήσω την κατάσταση, λέω ότι τα ελληνικά που διδάσκουν στον σύγχρονο έφηβο έχουν την ίδια σχέση με τα αρχαία που έχουν οι εργολαβικές πολυκατοικίες των Αθηνών με τον Παρθενώνα. Συνυπάρχουν στο λεκανοπέδιο και κοιτάζουν ο ένας τον άλλον σαν δύο ξένοι που δεν καταλαβαίνει ο ένας τον άλλον, για κάποιους λόγους όμως είναι καταδικασμένοι να συγκατοικούν. Αισθητική ασυνεννοησία στην οποία, ως γνωστόν, πολλά οφείλει η συλλογική ψυχασθένεια των κατοίκων της πρωτεύουσας.

Και για να επανέλθω στην εκπαίδευση. Απέναντι σ’ αυτόν τον τρόπο διδασκαλίας ο μαθητής, όσο παραμένει υγιής, πριν μετατραπεί σε υπόδουλο των εισαγωγικών, είναι απολύτως φυσιολογικό να μισήσει τα αρχαία ελληνικά. Ξαφνικά βρίσκεται αντιμέτωπος με μια ξένη γλώσσα η οποία, σε αντίθεση με τα αγγλικά, δεν του είναι χρήσιμη ούτε στα αεροδρόμια ούτε για να περιηγηθεί στο Διαδίκτυο. Οι ώρες που ξοδεύονται είναι σαν τις ώρες του καταδίκου που περιμένει την αποφυλάκισή του. Κάποια ποινή εκτίει. Και για ποιο έγκλημα έχει καταδικασθεί; Είναι απλό: γεννήθηκε Έλληνας, και επειδή γεννήθηκε Έλληνας πρέπει να μιλάει ελληνικά.

Όλοι κάνουμε ό,τι μπορούμε για να συνηθίσουμε από μικροί στη ζωή στο κάτεργο.

Λυπούμαι, αλλά αν είναι να κάνουμε τους σημερινούς εφήβους, όπως και τους χθεσινούς και τους προχθεσινούς, να μισήσουν τα αρχαία ελληνικά, καλύτερα να μην τους τα διδάσκουμε. Έτσι υπάρχει κάποια ελπίδα, κάποια μέρα, αν και όταν ωριμάσουν, να ενδιαφερθούν γι’ αυτό το σημαντικό κεφάλαιο του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Υπενθυμίζω ότι βάσει της έρευνας του διαNΕΟσις του κ. Δασκαλόπουλου, οι πατεράδες και οι μανάδες αυτών των παιδιών πιστεύουν, στη συντριπτική τους πλειονότητα, πως η Ευρώπη έχει ωφεληθεί πολιτισμικά από την Ελλάδα. Πιστεύουν πως έχει ωφεληθεί και οικονομικά, αλλά αυτό είναι μάλλον της αρμοδιότητος των ειδικών ψυχιάτρων.

Γνωρίζω ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνον ελληνικό. Το ζήτημα της διδασκαλίας των κλασικών γραμμάτων (ελληνικά και λατινικά) στη Μέση Εκπαίδευση είναι μία από τις καίριες παραμέτρους της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Και το αλλοπρόσαλλο είναι ότι οι ίδιοι προοδευτικοί που ζητούν την κατάργησή τους εξεγείρονται αμέσως μετά, διότι θεωρούν ότι η Ευρώπη έχει πάρει λάθος δρόμο διότι στο μυαλό της δεν έχει πάρεξ το ευρώ. Μα αν της αφαιρέσεις την κλασική παιδεία και τον χριστιανισμό, τότε τι κοινό μένει εκτός από το νόμισμα; Η μακαρίτισσα Ζακλίν ντε Ρομιγί ώς την τελευταία ημέρα της ζωής της έδινε μάχες για την υπεράσπιση της διδασκαλίας των κλασικών γραμμάτων. Είχε διδάξει σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης και έγραψε πως ψυχολογικά δεν θα είχε αντέξει, Εβραία ούσα, στη γερμανική κατοχή, αν δεν είχε διδάξει πριν τους λόγους του Λυσία στο λύκειο.

Ανάμεσα στην έπαρση και την ταπείνωση. Χειρότερα ακόμη: ταπεινωμένοι από την ίδια μας την έπαρση. Αν είχαμε στοιχειώδη εθνική συνείδηση, κατά συνέπεια γλωσσική και πολιτισμική συνείδηση, εμείς πρώτοι θα είχαμε επινοήσει πρότυπους τρόπους διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών, αλλά και των δύσμοιρων παρ’ ημίν συγγενών τους, των λατινικών. Καταργήσαμε την καθαρεύουσα, που μας προσέφερε τόσες δυνατότητες εξοικείωσης με την κλασική γραμματεία, γλώσσα της σύγχρονης κλασικής γραμματείας κι αυτή, διότι δεν μας άρεσαν αυτοί που τη μιλούσαν. Μας έπεφταν συντηρητικοί.

Και απορρίψαμε ό,τι κλασικό, ακόμη και την αριστεία, ακολουθώντας την πεπατημένη της μετανεωτερικής Ευρώπης. Δεν μπορέσαμε να σηκώσουμε το συμβολικό βάρος που η ίδια αυτή Ευρώπη μας ανέθεσε για να γίνουμε μέλη της. Διαβάζουμε Μπαντιού, αλλά ξεχάσαμε τους Κοραήδες και τους Συκουτρήδες μας. Η κλασική παιδεία σού μαθαίνει να απαιτείς από τον εαυτό σου σκέψεις και συμπεριφορές που σε ξεπερνούν. Και η Ελλάδα απεμπόλησε το δικαίωμα να απαιτεί από τον εαυτό της.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Από το Γλωσσικό στην αγλωσσία

Του ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

Φ​​ίλος μαθηματικός στη Μέση Εκπαίδευση μού επισήμανε τις συνέπειες της αγλωσσίας στη διδασκαλία των θετικών επιστημών. Μου είπε πως ακόμη και οι μαθητές που έχουν ευχέρεια στην εφαρμογή των απαραίτητων για τη λύση των προβλημάτων τύπων αδυνατούν να εξηγήσουν τη μέθοδο που ακολουθούν. Έχουν τις γνώσεις, έχουν την ευφυΐα, πλην όμως τους λείπει η σκέψη, επειδή τους λείπει η γλώσσα που θα μπορούσε να τη διαμορφώσει. Ο φίλος μου είναι γυμνασιάρχης σε ένα εξαιρετικό σχολείο και εμπιστεύομαι την κρίση του. Παπαγαλία, λοιπόν, τρόπον τινά και στα μαθηματικά.

Η επισήμανση έχει ιδιαίτερη σημασία, διότι αναδεικνύει τους συγγενικούς δεσμούς του μεγαλύτερου καρκινώματος του εκπαιδευτικού μας συστήματος, της παπαγαλίας, με την αγλωσσία. Διότι, όταν ο μαθητής μαθαίνει από στήθους τη σελίδα 235 του κακογραμμένου βιβλίου της Ιστορίας, επειδή χρησιμοποιεί λέξεις της ελληνικής κρύβει το πραγματικό πρόβλημα. Ότι δηλαδή, με τη συνενοχή του διδάσκοντος, αποδέχεται την αδυναμία του να μεταφράσει σε δική του σκέψη, και με δικές του λέξεις, αυτό που διάβασε. Το ίδιο ισχύει και στην έκθεση ιδεών. Αν ακολουθήσει τις οδηγίες χρήσεως, αυτές που αντιστοιχούν στις εξίσου στερεότυπες ιδέες, τότε θεωρείται ότι «γράφει καλά», άρα χειρίζεται καλά τη γλώσσα του.

Ξέρω καλά πως όσοι διδάσκουν τα λεγόμενα φιλολογικά μαθήματα έχουν προ πολλού αποδεχθεί την ήττα τους. Η ανυπαρξία σχέσης με τη λεγόμενη αγορά εργασίας έχει μετατρέψει τη διδασκαλία της λογοτεχνίας και των κλασικών γραμμάτων σε αγγαρεία. Στο σημερινό λύκειο ο φιλόλογος μπορεί να απειλεί με κακό βαθμό, όμως δεν έχει την αίγλη του μαθηματικού, όποιου διδάσκει ηλεκτρονικούς υπολογιστές ή ακόμη και του γυμναστή. Σε παλαιότερους καιρούς στη λεγόμενη Φιλοσοφική Σχολή –φιλολογική στην πραγματικότητα– εγγράφονταν όσοι κατά τεκμήριο αγαπούσαν το διάβασμα και τη λογοτεχνία. Με το σημερινό σύστημα, το πιθανότερο είναι να καταλήξεις να αποκρυπτογραφείς τον Πλάτωνα «από σπόντα», επειδή δεν είχες αρκετά μόρια για να γίνεις κάτι άλλο. Τη βαρεμάρα τους τη μεταφέρουν στη σχολική τάξη και το σύστημα αναπαράγεται μια χαρά: πόσες φορές δεν έχω ακούσει πανεπιστημιακούς καθηγητές να παραπονιούνται ότι οι φοιτητές τους δεν ξέρουν ούτε να μιλούν ούτε να γράφουν. Κοινώς, τους λείπει το εργαλείο της σκέψης.

Δεν πρόκειται για την αδυναμία ορθής χρήσης της ελληνικής. Το φαινόμενο λέγεται αγλωσσία.

Πριν από το επικό καλοκαίρι που μας πέρασε, με το δημοψήφισμα, τις εκλογές και την πλημμύρα των προσφύγων και των μεταναστών, είχα γράψει μια σειρά από σημειώματα στα οποία υποστήριζα ότι για την κατάντια μας ευθύνεται η κατάργηση της διδασκαλίας της καθαρευούσης. Πέρα από την «ομαλότητα του ύφους», όπως λέει και ο Ροΐδης, η οποία στάθηκε ικανή να αφομοιώσει αφηρημένες έννοιες, πέρα από τις δυνατότητες πρόσβασης στην ιστορική μνήμη της ελληνικής και την εξοικείωση με την κλασική γραμματεία, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε το γεγονός ότι στην καθαρεύουσα δημιουργήθηκε σημαντικός, ίσως ο σημαντικότερος όγκος της σύγχρονης λογοτεχνίας μας, από τον Παπαρρηγόπουλο ώς τον Εμπειρίκο. Οι αντιδράσεις των αναγνωστών, θετικές ως επί το πλείστον, ήσαν εντυπωσιακές. Κυρίως επειδή απέδειξαν πως πολλούς συμπατριώτες μας απασχολεί το ζήτημα. Πολλούς, όχι όμως και τους καθ’ ύλην αρμοδίους, το υπερήφανο, αδέσμευτο, ανεξάρτητο και ηρωικό υπουργείο Παιδείας.

Να θυμίσω απλώς ότι ο κ. Κουράκης, ο γνωστός λυρικός υμνητής των γεννητικών του οργάνων, πριν ολοκληρώσει την καταστροφική του θητεία κατήργησε τη διδασκαλία της λογοτεχνίας στις τελευταίες τάξεις του λυκείου. Και να επισημάνω ότι στην ιστοσελίδα του Εθνικού Διαλόγου για την Παιδεία υπάρχει θεματικό κεφάλαιο για τη Βουλή των Εφήβων –δημοφιλή επιθεώρηση όπου οι έφηβοι μιμούνται τις αγορεύσεις Τσίπρα και Κωνσταντοπούλου–, όμως δεν υπάρχει θεματικό κεφάλαιο για τη λογοτεχνία. Ενδεχομένως οι σοφοί να θεωρούν πως ο Βιζυηνός αποτελεί κι αυτός μονάδα του Εθνόμετρου που θέλουν να καταργήσουν. Θα μου πείτε, τους ακούς να μιλούν ή διαβάζεις τα γραπτά τους και αντιλαμβάνεσαι πόσο αυτό το «επί ιδιαζούση αγροικία», για το οποίο κατηγορούσε ο Ροΐδης τους βουλευτές του καιρού του, δεν είναι σημερινό πρόβλημα. Πώς να αντιληφθεί κάποιος ο οποίος είναι αγράμματος λογοτεχνικά την αξία της λογοτεχνίας για τη διάπλαση του γλωσσικού αισθητηρίου; Θεωρεί πως φτάνουν οι πέντε γραμματοσυντακτικοί κανόνες που θα παπαγαλίσει ο μαθητής. Και πολύ του πάει.

Πώς από το περίφημο «γλωσσικό» που καταταλαιπώρησε γενιές Ελλήνων φτάσαμε στη σημερινή «αγλωσσία»; Επειδή πολιτικοποιήθηκε και επειδή παραδόθηκε στα χέρια των φιλολόγων. Οι συγγραφείς μας και οι ποιητές μας δεν είχαν ποτέ γλωσσικό πρόβλημα. Γι’ αυτούς η γλώσσα ήταν μία, η γλώσσα της δημιουργίας τους. Αν τους είχαμε ακούσει, αν τους είχαμε διαβάσει, αν τους είχαμε πάρει στα σοβαρά.

Η κρίση της ελληνικής κοινωνίας, υπαρξιακή και όχι μόνον οικονομική, χρωστάει πολλά στις ιδεοληψίες που καταδυναστεύουν τον δημόσιο διάλογο. Μήπως ήρθε η ώρα να αναρωτηθούμε πόσα χρωστούν αυτές οι ιδεοληψίες στην αγλωσσία; Όταν η λέξη «Ευρώπη» είναι μια λέξη χωρίς συμφραζόμενα σκέψης, ένα νεκρό κύτταρο, όπως η λέξη «ανάπτυξη», τότε είναι πολύ φυσικό να πέφτουν στο κενό. Πόσα χρωστάει στην αγλωσσία μας ο τρόμος που προκαλεί η λέξη «αξιολόγηση»; Και πόσα χρωστάει στην αγλωσσία μας η μετατροπή οποιασδήποτε ιδέας σε σύνθημα;

«Εθνικός Διάλογος για την Παιδεία»; Μην ανησυχείτε. Πέρα από τα ευτράπελα που έγιναν στην πρώτη συνάντηση με τους γνωστούς ταραξίες, δεν πρόκειται να γίνει απολύτως τίποτε. Θα αλλάξουν μερικά βιβλία, θα αλλάξουν τον τρόπο των εξετάσεων, και κάπου εκεί, χαμένο κάπου από τις τηγανητές πατάτες μπορεί να βρουν και το φιλέτο.

ΠΗΓΗ

Ελληνόμετρο, εθνόμετρο, αριστερόμετρο

Του ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

Στα χρόνια των «αγανακτισμένων» το ελληνόμετρο ήταν το μοναδικό κριτήριο της δημόσιας ζωής. Όσοι δεν συμμερίζονταν τον ηρωισμό της πλατείας, όσοι δεν ήθελαν να καεί η Βουλή και δεν έβλεπαν τη Μέρκελ ντυμένη γκεσταπίτισσα, έμεναν στην ίδια τάξη ως γερμανοτσολιάδες, προδότες και λοιπά απόβλητα. Το ελληνόμετρο λειτούργησε ως εμβρυουλκό στον τοκετό των Ανεξαρτήτων Ελλήνων, ως δυναμωτικό της Χρυσής Αυγής και ως πολυβιταμινούχο για τον ΣΥΡΙΖΑ. Το ελληνόμετρο επέτρεψε την υβριδική συγκυβέρνηση της ριζοσπαστικής αριστεράς με το εθνικιστικό κομματίδιο. Ας μην ξεχνάμε ότι στο Υπουργικό Συμβούλιο συνυπάρχει ο άνθρωπος που έχει στο γραφείο του το πορτρέτο του Αρη Βελουχιώτη με τον άλλον που κάνει τρισάγιο για τους πεσόντες στη ναυμαχία της Σαλαμίνας και επιβάλλει καρφίτσες με τον προστάτη άγιο του όπλου στις στρατιωτικές στολές. Ολα αυτά, ως γνωστόν, είναι δυνατά και εφικτά μόνον αν πονάς τον ελληνικό λαό και διαθέτεις υψηλό ελληνόμετρο.

Προσοχή! Δεν πρέπει να συγχέουμε το ελληνόμετρο με το εθνόμετρο. Το πρώτο ανήκει στο οπλοστάσιο των προοδευτικών δυνάμεων του τόπου. Είναι σαν εκπομπή του Λαζόπουλου. Το δεύτερο είναι στενός κορσές, μια διαστροφή που βασανίζει τα μυαλά των συντηρητικών του κόσμου τούτου. Ας πάρουμε το παράδειγμα της Μικρασιατικής Καταστροφής. Όσοι διαθέτουν υψηλό εθνόμετρο υποστηρίζουν πως ήταν μια τραγική στιγμή στην ιστορία του ελληνικού έθνους, αφού ξερίζωσε τον ελληνισμό της Ιωνίας και συρρίκνωσε το έθνος στα όρια του ελλαδικού κράτους. Όσοι έχουν απελευθερωθεί από τις εθνικές τοξίνες υποστηρίζουν, όπως η κ. Σία Αναγνωστοπούλου, πως είναι μεγάλο εθνικό γεγονός, επειδή «το προσφυγικό είναι μεγάλο ζήτημα στην ανθρώπινη ιστορία».

Η κατάργηση του «εθνόμετρου» στα βιβλία της Ιστορίας είναι το σλόγκαν της νέας εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης. Τα βιβλία της Ιστορίας είναι, ως επί το πλείστον, κακογραμμένα και διδάσκονται από φιλολόγους ή καθηγητές ξένων γλωσσών, από ανθρώπους δηλαδή που δεν μπορούν να κρίνουν αυτό που διδάσκουν και αναγκαστικά το επαναλαμβάνουν βαριεστημένοι. Είναι εθνοκεντρική η αντίληψή τους; Είναι. Θα μπορούσε να τροποποιηθεί; Θα ώφειλε. Θα ώφειλαν να δώσουν ευρωπαϊκή προοπτική στη διδασκαλία της ελληνικής ιστορίας. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι θα καταργήσουν τα εθνικά της χαρακτηριστικά.

Ο κ. Λιάκος, εν τη σοφία του ως πρόεδρος της επιτροπής σοφών για τη μεταρρύθμιση, γνωρίζει πως στην Ιστορία μετράει και το υποκείμενο της αφήγησης. Εκτός αν θέλει να μας πει πως, αν είσαι αντικειμενικός, δεν έχει σημασία αν μιλάς ελληνικά ή την κινεζικήν. Εδώ μετράει στη φυσική το υποκείμενο του πειράματος. Οταν λοιπόν ισχυρίζεται ότι θα αντικαταστήσει την «εθνική συνείδηση» με την «ιστορική συνείδηση», πουλάει χάντρες στους ιθαγενείς. Και ποια θα είναι τα χαρακτηριστικά του φορέα αυτής της «ιστορικής συνείδησης»; Κάποιο υποκείμενο που θα μιλάει εσπεράντο και θα είναι απαλλαγμένο από τα εθνικά συμπλέγματα. Πώς θα διδάσκεται η Ιστορία του τελευταίου εμφυλίου; Νικητής υπήρξε ο εθνικός στρατός ή κάποιος στρατός;

Ας μην κοροϊδευόμαστε, αδελφοί μου ιθαγενείς. Η πιο γυαλιστερή από τις χάντρες είναι το αριστερόμετρο.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Και αν υπήρχε εθνική συνείδηση;

Του ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

Σ​​​​ε όλη μου τη ζωή είχα μια ορισμένη ιδέα για τη Γαλλία. Μου την εμπνέει το αίσθημα εξίσου με τη λογική. Το συναίσθημα που έχω μέσα μου φαντάζεται αβίαστα τη Γαλλία, σαν την πριγκίπισσα των παραμυθιών ή την Παρθένο στις τοιχογραφίες, σαν να είναι προορισμένη για μια μοίρα ξεχωριστή και εξαιρετική». Με αυτές τις φράσεις, σε πρόχειρη μετάφραση, ξεκινούν τα απομνημονεύματα του Σαρλ ντε Γκωλ, ένα από τα ωραιότερα κείμενα που μας κληροδότησε ο γαλλικός εικοστός αιώνας.

«Περί δε των αρχαιοτάτων χρόνων του ελληνικού έθνους, υπάρχουσιν δύο ειδών ιστορήματα. Τα μεν είναι μυθικαί παραδόσεις, όσας διέσωσαν εις ημάς αρχαίοι ποιηταί και λογογράφοι. Τα δε ερμηνείαι των μυθευμάτων τούτων, τας οποίας επεχείρησαν αρχαίοι και νεώτεροι ιστορικοί και άλλοι λόγιοι άνδρες». Με αυτές τις φράσεις –ελπίζω να μη χρειάζονται μετάφραση στη δημώδη των ημερών μας– ξεκινά η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου, ένα από τα ωραιότερα κείμενα που μας κληροδότησε ο ελληνικός δέκατος ένατος αιώνας. Πάντα με εντυπωσίαζε το γεγονός ότι η Ιστορία του ξεκινούσε από τους μύθους της Θεογονίας και έφτανε ως την Ελληνική Επανάσταση. Έτσι οικοδομήθηκε η εθνική συνείδηση του σύγχρονου Ελληνισμού.

Παραθέτω τα δύο αυτά αποσπάσματα για να επισημάνω δύο ουσιαστικές παραμέτρους της εθνικής συνείδησης. Η πρώτη παράμετρος είναι το «αίσθημα» το οποίο αναφέρει ο στρατηγός Ντε Γκωλ, αίσθημα το οποίο αποδίδει σε μια σχεδόν μυθική Γαλλία, όπως η Παρθένος στις τοιχογραφίες – και λέω «σχεδόν», διότι οι τοιχογραφίες, παρά τη μυθική τους αφήγηση, ανήκουν στην υλική πραγματικότητα του παρόντος. Λίγο πιο κάτω στο κείμενο ο συγγραφέας αναφέρεται στο «πνεύμα»–génie– της Γαλλίας. Ως γνωστόν, ο στρατηγός, ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, πολλές φορές όταν αντιμετώπιζε δυσεπίλυτα προβλήματα, αποσυρόταν στο σπίτι του στο Colombay Les Deux Eglises για να συνομιλήσει, όπως έλεγε, μπροστά στο τζάκι με το πνεύμα της Γαλλίας και να βρει τις λύσεις. Είχε χιούμορ ο στρατηγός. Δεν ήταν κάνας καταραμένος ποιητής. Υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους πολιτικούς του περασμένου αιώνα.

Η δεύτερη παράμετρος είναι ο «μύθος». Οι μυθικές παραδόσεις στις οποίες αναφέρεται ο εθνικός μας ιστορικός, δεν είναι τίποτε άλλο από επεξεργασίες της πραγματικότητας, κυρίως διά του λόγου, για λογαριασμό του συλλογικού αισθήματος. Η εθνική συνείδηση, η συλλογική συνείδηση με τους όρους της σύγχρονης εποχής, είναι ένας συνδυασμός μύθων και ιστορικών γεγονότων με όχημα τη γλώσσα. Δεν μπορεί όμως να υπάρξει χωρίς το αίσθημα της ενότητας αυτών των τριών στοιχείων. Χωρίς αίσθημα δεν υπάρχει εθνική συνείδηση. Ο Παπαρρηγόπουλος είναι ο πνευματικός αντίπαλος του Μακρυγιάννη. Έφτιαξε μια Ελλάδα οικουμενική, απέναντι στην Ελλάδα του μικροχώραφου που απαθανάτισε ο περίφημος στρατηγός με το αίσθημα του φθόνου και του χόλου.

Και τώρα ας έρθουμε στο επίμαχο θέμα των ημερών, στο θέμα της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού από τους νεότουρκους. Δεν θα επαναλάβω τα γνωστά, ότι ο όρος «γενοκτονία» έχει αξία νομική, και από τη στιγμή που τον αποδέχθηκε το Κοινοβούλιο αποτελεί νόμο του κράτους. Θα υπενθυμίσω απλώς ότι πριν από μερικά χρόνια η Τουρκία του Ερντογάν απέσυρε για ένα διάστημα τον πρεσβευτή της από το Παρίσι όταν το γαλλικό Κοινοβούλιο αναγνώρισε τη Γενοκτονία των Αρμενίων. Άρα ο όρος «γενοκτονία» έχει και αξία πολιτική, και μάλιστα αξία στη διεθνή πολιτική και τη διπλωματία.

Είμαι εναντίον της ποινικοποίησης των απόψεων, όσο αιρετικές και προκλητικές κι αν είναι. Στις μετανεωτερικές πολιτείες, θύματα αυτής της ποινικοποίησης είναι συνήθως όσοι υπερασπίζονται θέσεις που θεωρούνται συντηρητικές, ή εν πάση περιπτώσει μη πολιτικά ορθές. Ας πούμε η υπεράσπιση της ανωτερότητας του δυτικού πολιτισμού ή του Χριστιανισμού απέναντι στο Ισλάμ. Πριν από χρόνια, ένας ιστορικός στη Γαλλία αναγκάσθηκε να παραιτηθεί από τη θέση του στο Πανεπιστήμιο της Λυών, ο κ. Γκουγκενέμ, διότι μείωσε τον ρόλο των Αράβων στη μετάδοση των ελληνικών γραμμάτων στη Δύση, με το βιβλίο του «Ο Αριστοτέλης στο όρος του Αγίου Μιχαήλ».

Υπάρχουν ιστορικά γεγονότα, όπως η Γενοκτονία των Ποντίων ή η Καταστροφή της Σμύρνης, που έχουν καταγραφεί ως κομβικά σημεία του συλλογικού μας μύθου, της κοινής μας ευαισθησίας, κοινώς της εθνικής μας συνείδησης. Δεν χρειάζεται να έχεις πρόγονο Σμυρνιό ή Πόντιο για να αντιληφθείς το βάρος τους. Μπορεί τα επιστημονικά εργαστήρια των ιστορικών να καταλήγουν σε συμπεράσματα που διαφοροποιούν την εκτίμηση, όμως όταν αναφέρεσαι σ’ αυτά ως πολιτικός, και δη ως υπουργός Παιδείας, δεν μπορείς να κάνεις ότι δεν ξέρεις πως θίγεις το συλλογικό αίσθημα. Αλλιώς, ή είσαι βλάκας ή παριστάνεις τον βλάκα. Η συγγραφέας ενός σχολικού βιβλίου που έγραψε για τον «συνωστισμό» στη Σμύρνη δεν έγραφε επιστημονικό σύγγραμμα. Απλώς δεν ξέρει να γράφει. Δεν αντιλαμβάνεται την αξία των λέξεων που χρησιμοποιεί. Ο υπουργός Παιδείας όμως;

Κακός πολιτικός; Μέλος μιας Αριστεράς που ταυτίζει, εν τη αγνοία της, την εθνική συνείδηση με τον εθνικισμό; Όταν κατηγορούμε τη Χ.Α. ως νεοναζί στην εθνική συνείδηση απευθυνόμεθα, αυτήν τη συλλογική ευαισθησία που απέρριψε ως βδέλυγμα τον Χίτλερ. Υπάρχει ακόμη εθνική συνείδηση που εκφράζει το αίσθημα της Ελλάδας; Ή μήπως έχει κατακερματισθεί σε διάφορα γελοία υποκατάστατα, που αναγορεύουν τις αδιόριστες καθαρίστριες σε φορείς της; Ο κάθε πικραμένος ζώνεται μια ελληνική σημαία και τραβάει για Σύνταγμα.

Η Ευρώπη οικοδομείται με την υπέρβαση των εθνικών συνειδήσεων. Όχι με την κατάργησή τους.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Ο Χριστός, ο Αλλάχ και ο φιλελευθερισμός

Του ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

Στη δεκαετία του ογδόντα, τα παλιά εκείνα χρόνια που το ήθος και το πνεύμα των Ελλήνων βαπτίσθηκαν στην κολυμβήθρα του προοδευτικού λυρισμού, άνοιξε η συζήτηση για την κατάργηση της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών από το γυμνάσιο και το λύκειο. Τη θέση υιοθέτησαν και αρκετοί κλασικοί φιλόλογοι, οι οποίοι δεν ήθελαν να μείνουν αμέτοχοι στο πνεύμα της εποχής. Η διδασκαλία της δημοτικής είχε ήδη κατοχυρωθεί, τα πνεύματα και η περισπωμένη είχαν εξορισθεί στο πυρ της συντηρητικής κολάσεως και είχαν «ωριμάσει οι διαλεκτικές συνθήκες» για την τελική λύση, την εξόντωση της πηγής του συντηρητισμού, την ανάγνωση της αρχαίας γραμματείας από το πρωτότυπο. Μας έφταναν οι μεταφράσεις και μια γενική θεώρηση του πολιτισμού των προγόνων μας.

Για την υπεράσπιση της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών έχω κατά καιρούς αρθρογραφήσει. Δύο είναι τα βασικά επιχειρήματα. Το πρώτο είναι ότι αποτελούν ένα βασικό κεφάλαιο του ευρωπαϊκού πολιτισμού και, ως εκ τούτου, τα Ελληνόπουλα, με την προνομιούχο σχέση που μπορούν να έχουν με τα κείμενα του Σοφοκλή ενισχύουν, εκτός από το γλωσσικό τους αισθητήριο, και την ευρωπαϊκή τους συνείδηση. Το δεύτερο είναι το επιχείρημα που προβάλλει η Ζακλίν ντε Ρομιγί, η οποία, ως γνωστόν, είχε διδάξει σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Υποστήριζε πως η εκμάθηση των λεγομένων νεκρών γλωσσών, ελληνικής και λατινικής, είναι μια πρώτης τάξεως άσκηση για την αργή ανάγνωση. Επειδή το «σκανάρισμα» ή το βιαστικό ρούφηγμα των κειμένων είναι από τις βασικές ασθένειες του πολιτισμού μας, πιστεύω ότι αυτό το εκπαιδευτικό επιχείρημα έχει μεγάλη αξία. Για την αξία της αργής ανάγνωσης έχει γράψει εξαιρετικά κείμενα και ο Μίλαν Κούντερα.

Για την πολιτικοποίηση της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών παραπέμπω στο υπέροχο κείμενο του Ιωάννη Συκουτρή «Ημείς και οι Αρχαίοι». Ηδη από το 1928 είχε επισημάνει ο μεγαλοφυής αυτόχειρ του μεσοπολέμου πως επειδή πολλοί αριστεροί είναι δημοτικιστές έχουν την τάση να συνδέουν την καθαρεύουσα με την κλασική παιδεία και να τις απορρίπτουν συλλήβδην. Τη δεκαετία του ογδόντα η προοδευτική διανόηση είχε προσθέσει και το επιχείρημα της χρησιμότητας. Γιατί τα παιδιά να χάνουν χρόνο με τους δεύτερους αορίστους αντί να μαθαίνουν χρησιμότερα πράγματα;

Σε μία από τις άπειρες μεταρρυθμίσεις η διδασκαλία καταργήθηκε, μετά επανήλθε, αλλά δεν άλλαξε τίποτε. Ακόμη και αυτοί που υποστήριζαν τη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών συμφωνούσαν πως έπρεπε να αλλάξει ο τρόπος, όμως, επειδή αυτό προϋποθέτει κόπο και ανάλωση φαιάς ουσίας, απλώς παρεπέμφθη εις τας ελληνικάς καλένδας και τον πατριωτισμό των διδασκόντων. Το ζήτημα ξεχάστηκε. Αν δεν κάνω λάθος ο μόνος που το θυμόταν ώς την τελευταία ημέρα της ζωής του ήταν ο Εμμανουήλ Κριαράς. Οταν τον επισκέφθηκε ο Γιώργος Ανδρέα Παπανδρέου για να του προτείνει την τελευταία τιμητική θέση στο ψηφοδέλτιο της Επικρατείας –στις εκλογές του 2009;– εκείνος του είπε να φροντίσει ώστε να καταργηθεί η διδασκαλία των αρχαίων. Αναρωτιέμαι τι κατάλαβε ο ηγέτης της σοσιαλιστικής διεθνούς.

Σήμερα τη σειρά της έχει η διδασκαλία των θρησκευτικών. Το ζήτημα άνοιξε με μια δήλωση της κυρίας Αναγνωστοπούλου, και έκλεισε με μια συνάντηση του κ. Βούτση με τον αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο. Τα απόνερά του όμως απέδειξαν πως το θέμα είναι ουσιαστικότερο και των πολιτικών δηλώσεων και των διπλωματικών συναντήσεων. Λογικό. Είναι ένα θέμα που αγγίζει και την παιδεία, αλλά και θεμελιώδεις αξίες της πολιτισμικής μας υπόστασης, όπως είναι ο χριστιανισμός και η ανεξιθρησκεία. Οι αντιδράσεις των αναγνωστών στην αρθρογραφία μου της περασμένης εβδομάδας ήσαν στην πλειονότητά τους αρνητικές στη θέση μου, που υπερασπίστηκε τα θρησκευτικά. Ανέδειξαν όμως την πολυπλοκότητα του ζητήματος.

Ποτέ δεν υπερασπίστηκα την κατήχηση. Μου είναι ξένη, από όποια ορθοδοξία κι αν προέρχεται, εκκλησιαστική, μαρξιστική ή νεομαρξιστική – προοδευτική. Οπως και δεν υπερασπίζομαι και την τυπολατρική διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών. Υποστηρίζω όμως ότι όπως η πολιτισμική ανοχή προέκυψε από την προβολή του ευρωπαϊκού πολιτισμού στις ελληνορωμαϊκές αξίες, έτσι και η ανεξιθρησκία ρίζωσε σε χριστιανικό περιβάλλον. Ούτε η μεν ούτε η δε υπάρχουν στη χώρα του Ισλάμ, εκεί όπου ο Θεός ονομάζεται Αλλάχ.

Θέλουμε την εκπαίδευσή μας σύγχρονη; Και βέβαια. Οπως το Ελληνόπουλο οφείλει να μαθαίνει μαθηματικά, για να μπορεί να στήσει έναν αφηρημένο λογισμό με αρχή, μέση και τέλος, έτσι πρέπει να μαθαίνει και αρχαία, και λατινικά, αλλά και χριστιανισμό, για να αντιλαμβάνεται τον τρόπο με τον οποίον ο πολιτισμός μας έφτασε να είναι αυτό που λέμε «σύγχρονος». Μπορεί να δηλώνεις άθρησκος ή άθεος, όπως μπορείς να πεις ότι δεν σου αρέσει ο Παρθενών. Ομως, αν δεν τον ξέρεις τον Παρθενώνα, τότε είσαι απλώς αγράμματος.

Ολες οι θρησκείες είναι ίδιες; Οχι δεν είναι όλες οι θρησκείες ίδιες, όσο κι αν καθεμιά έχει την αξία της. Οπως και δεν είναι όλοι οι πολιτισμοί ίδιοι. Η ενιαία σκέψη, κοινώς η μη σκέψη, τις θέλει όλες ίδιες. Μην ξεχνάμε ότι αρχή της σκέψης είναι η διάκριση. Και η ελληνική αριστερά, που θυμάται τον φιλελευθερισμό, ο οποίος της φέρνει αλλεργία, όποτε πρόκειται για τα θρησκευτικά ή την ισότητα των φύλων, καλά θα έκανε να επεξεργαστεί λίγο την πρόζα της. Το «εγώ Χριστός κι εσύ Αλλάχ, όμως κι οι δυο μας αχ και βαχ» δεν είναι το καταλληλότερο ιδεολογικό σωσίβιο.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

ΕΙΝΑΙ ΑΘΕΗ Η ΕΥΡΩΠΗ;

Του ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

Όταν το 2005 συναντήθηκαν στο Εδιμβούργο οι υπουργοί Εξωτερικών των 25 για να εγκρίνουν το σχέδιο του ευρωπαϊκού συντάγματος συμφώνησαν να απαλειφθούν δύο στοιχεία. Το πρώτο ήταν το προοίμιο που είχε εντάξει ο συντάκτης του σχεδίου Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν, το γνωστό παράθεμα από τον Επιτάφιο του Περικλέους που έχει διασώσει ο Θουκυδίδης. «Το πολίτευμά μας καλείται δημοκρατία επειδή αποφασίζουν οι πολλοί». Το επιχείρημα για την απάλειψη θύμιζε προοδευτικό ιδεασμό: η αθηναϊκή δημοκρατία ήταν δουλοκτητική, σεξιστική και κατακτητική. Ως εκ τούτου δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί ως πρότυπο αναφοράς σε έναν πολιτικό οργανισμό ο οποίος έχει απαλλαγεί από τις παιδικές ασθένειες της Ιστορίας. Exit λοιπόν ο ελληνορωμαϊκός πολιτισμός.

Το δεύτερο στοιχείο που απαλείφθηκε ήταν μια αναφορά στις χριστιανικές ρίζες της Ευρώπης. Ζήτημα ανεξιθρησκίας. Με τα εκατομμύρια των μουσουλμάνων που ζουν στη Γαλλία, τη Γερμανία ή την Αγγλία οι ευρωπαϊκές δημοκρατίες, για λόγους αβρότητος αν μη τι άλλο, οφείλουν να ξεχάσουν τις χριστιανικές τους καταβολές. Αβρότητα ή ενοχές και φόβος; Οι μνήμες της 11ης Σεπτεμβρίου ήταν ακόμη νωπές και, ας μην ξεχνάμε ότι το καλοκαίρι του 2005 έγιναν οι μεγάλες τρομοκρατικές επιθέσεις στο κέντρο του Λονδίνου. Οπότε για να τακτοποιήσουν τις ενοχές τους και να έχουν και το κεφάλι τους ήσυχο ότι δεν προκαλούν τα θρησκευτικά αισθήματα των μουσουλμάνων αποφάσισαν να ξεχάσουν τις καταβολές τους. Exit και ο Χριστιανισμός.

Ως γνωστόν το σχέδιο του ευρωπαϊκού συντάγματος απερρίφθη μετά φανών και λαμπάδων. Η Ευρώπη όμως συνέχισε να οικοδομείται, να εκδίδει προδιαγραφές για τα αντιβιοτικά και την αλιεία της ρέγγας και να υπερηφανεύεται για τη δημοκρατία της και τον ανθρωπισμό της. Δεν της χρειαζόταν ούτε ο Θουκυδίδης, ούτε ο Παύλος, ούτε ο Ακινάτης. Δεν ενδιαφερόταν πια σε ποιο τοπίο φύτρωσε το καθεστώς της ανεξιθρησκίας και της πολιτισμικής ανοχής. Της αρκούσε που τα είχε επιτύχει. Ακολούθησε ο συστηματικός ακρωτηριασμός της εκπαίδευσης από τις κλασικές σπουδές. Τι να τον κάνεις τον Πλάτωνα όταν έχεις το ευρώ. Μπορείς να ζήσεις σε καθεστώς πολιτισμικού Αλτσχάιμερ με όπλο την ευημερία.

Όταν όμως σου λείψουν τα ευρώ και η ευημερία μεταμορφωθεί σε φάντασμα τότε τι κάνεις; Τότε η μικρή Ελλάς, καταχρεωμένη, πτωχευμένη και κατάκοπη επικαλείται την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Και πού στηρίζεται η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη εκτός από τον ΦΠΑ; Μα στις κοινές ευρωπαϊκές αξίες. Και από πού προκύπτουν οι ευρωπαϊκές αξίες; Από την Ιστορία. Και πώς θα καταλάβεις το τοπίο της ευρωπαϊκής Ιστορίας αν έχεις ξεχάσει τις χριστιανικές ρίζες και τον ελληνορωμαϊκό πολιτισμό; Μα είμαστε ανθρωπιστές, αγαπάμε όλον τον κόσμο «γιατί ζεις κι εσύ μαζί». Να θυμίσω επίσης ότι η ελληνική Αριστερά, και όχι μόνον, κρατικιστική, χωρίς δημοκρατική παιδεία, θυμάται τον φιλελευθερισμό μόνον όταν πρόκειται για τα θρησκευτικά.

Αυτά σε απάντηση όσων απόρησαν πώς εγώ, ως ευρωπαϊστής, υπερασπίζομαι τη διδασκαλία των θρησκευτικών. Μα ακριβώς ως ευρωπαϊστής την υπερασπίζομαι. Επειδή πιστεύω ότι το ευρωπαϊκό οικοδόμημα για να σταθεί χρειάζεται τα υλικά του πολιτισμού του. Αλλιώς μην κλαίγεστε ότι το ευρώ έγινε ο θεός της Ευρώπης.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

ΓΙΑΤΙ ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ

Του ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

Αν πρόκειται να περάσεις Πανελλήνιες, τρέχεις όλη μέρα από το σχολείο στο φροντιστήριο και ξέρεις πως αν μπορείς να γλιτώσεις μία ώρα την εβδομάδα, θα το κάνεις. Θα ζητήσεις απαλλαγή από τα θρησκευτικά κι ας μην είσαι άθεος ή ετερόδοξος. Θα αδιαφορήσεις και για τη λογοτεχνία από τη στιγμή που ξέρεις ότι δεν πρόκειται να εξετασθείς επί του θέματος. Αν μάλιστα έχεις συμπληρώσει τα 17 σου, άρα θεωρείσαι ενήλικος από τον νόμο, και δεν χρειάζεσαι καν τη συγκατάθεση των γονέων σου για να απαλλαγείς, τότε δεν το σκέφτεσαι. Βάσει αυτής της λογικής ο τελειόφοιτος έχει τη διακριτική ευχέρεια να διδάσκεται ό,τι τραβάει η όρεξή του. Τότε ποίο το νόημα της γενικής παιδείας;

Αυτή είναι η χρησιμοθηρική απάντηση στη συζήτηση που άνοιξε μια δήλωση της κ. Αναγνωστοπούλου σε ραδιοφωνικό σταθμό. Η ίδια προσπάθησε να την περιβάλλει με δημιουργική ασάφεια στη συνέχεια, όμως η συζήτηση άνοιξε. Γιατί χρειάζονται τα θρησκευτικά στην εκπαίδευση; Αλλέως πώς: σε τι χρειάζονται τα θρησκευτικά; Η απάντηση της επίσημης εκκλησίας είναι ότι η ορθοδοξία αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του ελληνισμού. Θα συμφωνήσω, όπως θα συμφωνήσω ότι το παιδί από το δημοτικό θα πρέπει να αποκτά το αίσθημα της χριστιανικής ηθικής, τον διαχωρισμό του καλού και του κακού, τον σεβασμό στον πατέρα σου και τη μητέρα σου.

Η προαιρετική διδασκαλία των θρησκευτικών, με το επιχείρημα της ανεξιθρησκίας, μπορεί να τανύζει τις χορδές της προοδευτικής ψυχής, δεν παύει όμως να αποτελεί την άλλη πλευρά του νομίσματος. Όπως η αθεΐα είναι η άλλη πλευρά της πίστης. Το ζήτημα είναι λίγο πιο περίπλοκο. Η Βίβλος, η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη, είναι ένας από τους πυλώνες του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Οι επιστολές του Παύλου είναι από τα σημαντικότερα κείμενα της γλώσσας μας, κείμενα γραμμένα από Ρωμαίο πολίτη που έμαθε τα ελληνικά ως ξένη γλώσσα. Το ζήτημα δεν θα λυθεί αν αντικατασταθούν τα θρησκευτικά με τη θρησκειολογία ή την ιστορία των θρησκειών. Χριστιανισμός πρέπει να διδάσκεται.

Η Εκκλησία πρώτη θα έπρεπε να επεξεργαστεί τρόπους για να απαλλαγεί η διδασκαλία των Θρησκευτικών από την προσήλωση στη δογματική τυπολατρία. Θα μου πείτε όλο το εκπαιδευτικό σύστημα, από τον Πλάτωνα ως τον Βιζυηνό, κι από την Αλγεβρα ως τη Φυσική στηρίζεται στην τυπολατρική παπαγαλία. Γιατί να εξαιρεθούν τα θρησκευτικά; Και γιατί σε λίγα χρόνια, καιρού επιτρέποντος, να μη μετατραπεί και η διδασκαλία των αρχαίων σε προαιρετική; Λυπάμαι αλλά το ζήτημα που άνοιξε, αν άνοιξε, δείχνει την ανικανότητά μας όχι μόνον να σχεδιάσουμε, αλλά ακόμη και να σκεφθούμε πώς θα σχεδιάσουμε το ελληνικό σχολείο.

Η κ. Αναγνωστοπούλου, ως καθηγήτρια του Παντείου, έχει άποψη για το ελληνικό σχολείο. Δυστυχώς άποψη είχε και ο κ. Μπαλτάς. Δεν ξέρω αν έχει άποψη και ο κ. Φίλης. Εκείνο που ξέρω είναι ότι η εκπαίδευση, κυρίως η πρωτοβάθμια και η δευτεροβάθμια, θα πρέπει να απελευθερωθεί από τις ιδεολογικές εμμονές των προοδευτικών δογμάτων. Όπως τα αρχαία ελληνικά φέρνουν πιο κοντά τα Ελληνόπουλα στην ευρωπαϊκή παιδεία, έτσι και η διδασκαλία του χριστιανισμού. Αν μη τι άλλο, το σχολείο οφείλει να διδάσκει πως υπάρχουν γνώσεις οι οποίες υπερβαίνουν τη χρησιμοθηρία του φροντιστηρίου. Και αυτές στηρίζουν τον ανθρωπισμό μας.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Ο πόλεμος εναντίον των Ελληνικών

Του ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

Με αφορμή προηγούμενο σημείωμά μου, αναγνώστρια με ευχαρίστησε που την παρότρυνα να διαβάσει Βιζυηνό. Είπε πως δεν πίστευε ότι θα ανακαλύψει έναν Έλληνα Τσέχοφ. Να θυμίσω απλώς ότι στις αρχές της δεκαετίας του ενενήντα, το 1993, η Άννα Κοκκίνου είχε ανεβάσει μια συρραφή από έργα του Βιζυηνού με τον τίτλο «Μορφές από το έργο του Βιζυηνού». Το εγχείρημα είχε όλα τα στοιχεία που θα μπορούσαν να το χαρακτηρίσουν «αντιεμπορικό». Η ηθοποιός ήταν μόνη της πάνω στη σκηνή, η παράσταση διαρκούσε πάνω από δύο ώρες και ο Βιζυηνός ήταν φορτωμένος με όλα τα αρνητικά του «ξεπερασμένου» συγγραφέα. Και όμως δόθηκαν πάνω από εξακόσιες παραστάσεις σε μια αίθουσα γεμάτη από θεατές. Θυμάμαι πολλούς φίλους που μου έλεγαν «μα τι υπέροχη γλώσσα», γι’ αυτήν την υπέροχη, σφύζουσα από ζωή καθαρεύουσα του συγγραφέα.

Άλλος αναγνώστης, με αφορμή το σημείωμά μου «Κι αν επιστρέφαμε στην καθαρεύουσα;», με προκάλεσε να εφαρμόσω πρώτος εγώ τις «καθαρεύουσες» απόψεις μου και να αρχίσω να γράφω σε αρχαΐζουσα. Τον ενημερώνω απλώς ότι στο μυθιστόρημά μου «Το αδιανόητο τοπίο», το 1991, ο κεντρικός ήρωας κρατάει το ημερολόγιό του στην καθαρεύουσα. Δεν είναι αμιγής, επιπέδου Τέλλου Άγρα φερ’ ειπείν, είναι η καθαρεύουσα που άκουγα όταν ήμουν παιδί στο ραδιόφωνο ή στις συζητήσεις των μορφωμένων αστών, γιατρών, δικηγόρων, αυτήν που χρησιμοποιούσε στη Βουλή ακόμη και ο Ηλίας Ηλιού. Η προφορική καθαρεύουσα, γεμάτη σολοικισμούς, η οποία πολλές φορές εχρησιμοποιείτο επιδεικτικά για να επιδείξει κάποιο μορφωτικό επίπεδο, πριν η μόρφωση περάσει στην παρανομία. Αυτή η καθαρεύουσα την οποία γελοιοποίησε και διέσυρε ο Γεώργιος Παπαδόπουλος.

Ας πούμε τα πράγματα με το όνομά τους. Η ελληνική γλώσσα κινδυνεύει; Η ελληνική γλώσσα κινδυνεύει όχι από τις επιμειξίες ή τα αγγλικά των αεροδρομίων, την «κοινή» της εποχής της παγκοσμιοποίησης, αλλά από την περιφρόνηση με την οποία την αντιμετωπίζουμε εμείς οι ίδιοι. ¨Ενα παιδί που μεγαλώνει στην Ελλάδα του 2015 έχει κάθε λόγο να αντιπαθεί τα ελληνικά. Τα ελληνικά, έτσι όπως τα καταντήσαμε, έχουν γίνει η γλώσσα της καθημερινής ασχήμιας, του καβγά, της επιθετικότητας, της κατεστημένης μαγκιάς. Τα περιφρονεί όταν τα ακούει στην τηλεόραση, κι όταν γράφει στο Διαδίκτυο αισθάνεται πως ακόμη και οι χαρακτήρες τους είναι εμπόδιο για την επικοινωνία.

Στο σχολείο, τα ελληνικά είναι η γλώσσα της παπαγαλίας και της αποστήθισης. Το παιδί ξέρει πως αν θέλει μια μέρα να καταφέρει να σκεφτεί κάτι παραπάνω ή να προχωρήσει στο επιστημονικό στάδιο πέρα από την παπαγαλία των πανελληνίων εξετάσεων, θα πρέπει να μάθει τουλάχιστον αγγλικά. Θα μου πείτε και τα αγγλικά που διδάσκονται στην ελληνική μέση εκπαίδευση είναι κατάλληλα μόνο για τα «γκαρσόνια της Ευρώπης», αν και τα γκαρσόνια στο Άμστερνταμ μιλούν άψογα αγγλικά. Η φυματική διδασκαλία των ξένων γλωσσών στο ελληνικό σχολείο είναι κι αυτή μέρος της αγλωσσίας, όμως αυτό είναι άλλο θέμα.

Η ελληνική γλώσσα θα σωθεί εάν ξαναθυμηθούμε την καθαρεύουσα; Ελάτε τώρα. Δεν είμαι τόσο αφελής ώστε να υποστηρίζω ότι αν ο μέσος Έλληνας βουλευτής θα χρησιμοποιεί την τρίτη κλίση θα χάσει την πρωτογενή χοντροκοπιά της σκέψης του. Εκείνο που υποστηρίζω είναι ότι η απαξίωση της ελληνικής γλώσσας, ο πόλεμος εναντίον των ελληνικών, ξεκίνησε με την επιβολή της δημοτικής στην εκπαίδευση ως μοναδικής εκδοχής της γλώσσας μας, θριάμβευσε με την ιστορική αμνησία που επέβαλε το μονοτονικό και ολοκληρώνεται τώρα με την ουσιαστική κατάργηση της διδασκαλίας της νεοελληνικής λογοτεχνίας.

Η νεοελληνική λογοτεχνία είναι το αποθεματικό κεφάλαιο της ελληνικής γλώσσας, καλώς ή κακώς είναι αυτή που είναι, και αν θέλουμε να πείσουμε το νέο παιδί πως τα ελληνικά μπορούν να παραγάγουν σκέψη, και μάλιστα σύγχρονη, μόνον μέσω της αγάπης για τη λογοτεχνία μπορούμε να το επιτύχουμε. Ο αποκλεισμός του νέου από την καθαρεύουσα σημαίνει και τον αποκλεισμό του από το σημαντικότερο ίσως κληροδότημα αυτού του κεφαλαίου. Μην ξεχνάμε ότι οι εκπαιδευτικοί κοιμούνται με το λεξικό Μπαμπινιώτη στο προσκέφαλό τους, ένα λεξικό κανονιστικό, μιας γλώσσας που την έχουν κατασκευάσει ένας γλωσσολόγος και οι μαθητές του, όπου δεν υπάρχει ούτε μία αναφορά στη λογοτεχνία που θα νομιμοποιούσε την εκδοχή της ερμηνείας των λέξεων. Προχειρότητα; Ή προκεχωρημένο φυλάκιο του πολέμου κατά των ελληνικών;

Εδώ ο κόσμος καίγεται κι εσύ ασχολείσαι με την καθαρεύουσα. Ναι, γιατί πιστεύω ότι είναι σημαντικότερη η σωτηρία των ελληνικών από τις αποφάσεις του Κατρούγκαλου ή του οποιουδήποτε τυχάρπαστου κάθισε σε υπουργική καρέκλα. Και είμαι και θα παραμείνω ορκισμένος ευρωπαϊστής όταν διαπιστώνω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει με περισσότερο σεβασμό το εκπαιδευτικό μας σύστημα από ό,τι εμείς, αφού είναι ο μόνος τομέας της δημόσιας ζωής στον οποίον δεν παρεμβαίνει. Με αποτέλεσμα να το έχουμε παραδώσει στον ανεκδιήγητο Κουράκη και στα αμόρφωτα αφεντικά του, τους συνδικαλιστές.

Αξίζει τα παιδιά να χάνουν ώρες για να διαβάζουν Βιζυηνό; Ναι, αξίζει. Έτσι για να μαθαίνουν ότι αυτός ο τόπος, αυτή η γλώσσα, έβγαλε πολιτισμό, πιο εξευγενισμένο απ’ τον κόσμο του Τσακνή και των ομοίων του. Αν έχουμε ένα τεκμήριο για να αποδείξουμε ότι δεν είμαστε τα κωμικά ανδρείκελα της Ιστορίας μας, αυτό είναι η γλώσσα μας. Νόθα παιδιά του Κοραή; Έστω. Πάντως, παιδιά του και όχι αποπαίδια της τύχης που μας έριξε στα ρηχά της αγλωσσίας.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ