Αρχείο ετικέτας Επικαιρότητα

Αρθρο έντεκα πανεπιστημιακών στην «Κ»: Η συμφωνία των Πρεσπών δεν αποτελεί έντιμο συμβιβασμό

Η δημόσια συζήτηση για την αποδοχή και την αναγκαιότητα της συμφωνίας των Πρεσπών μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ περιλαμβάνει τρεις βασικές ανακρίβειες, οι οποίες πρέπει να αποκατασταθούν.

Το αδιέξοδο της διπλωματίας δεν οφειλόταν στην έλλειψη τόλμης ή ευφυΐας. Επί 25 χρόνια το βάρος των διαπραγματεύσεων έπεσε στην εξεύρεση μιας μεικτής ονομασίας, η οποία θα χαρακτήριζε και τη νέα χώρα και το έθνος που την κατοικεί και τη γλώσσα που ομιλείται, βάσει της αντίληψης ότι οι λαοί δίνουν την ονομασία τους στις χώρες και τις γλώσσες και όχι το αντίστροφο. Αυτή ήταν η κόκκινη γραμμή της ελληνικής διπλωματίας και από πουθενά δεν προκύπτει ότι υπήρξε ποτέ διαφορετική προσέγγιση. Δεν μπορούσε να την παραβλέψει καμία κυβέρνηση, διότι, ασχέτως των επιστημονικών προσεγγίσεων, η Ιστορία αποτελεί, πέρα από κάθε αμφιβολία, τη ραχοκοκαλιά του ελληνικού έθνους και θέμα εξαιρετικά μεγάλης ευαισθησίας στον ελληνικό Βορρά, στην ελληνική Μακεδονία. Η πραγματικότητα αυτή δεν ανατρέπεται ούτε αναθεωρείται με συνοπτικές διαδικασίες. Η Αθήνα δεν μπορούσε να αναγνωρίσει ένα μακεδονικό έθνος δίπλα στον δικό της μακεδονικό πληθυσμό, ασχέτως της ονομασίας του γειτονικού κράτους, για την οποία πάντοτε υπήρχαν προτάσεις και συζητήσιμες λύσεις.

Η συμφωνία των Πρεσπών δεν αποτελεί έναν έντιμο συμβιβασμό. Στην προσπάθεια να προφυλαχθεί –και όχι να καταπολεμηθεί, όπως μερικοί πιστεύουν– το εθνικό αφήγημα και των δύο κρατών, εντέλει υπονομεύθηκε ανεπανόρθωτα το προβεβλημένο αντίδωρο των Σκοπίων στην Αθήνα, δηλαδή η μεικτή ονομασία erga omnes.

Εφόσον, κατά το περίφημο 7ο άρθρο, με τον όρο «Μακεδονία» νοείται και η επικράτεια της ΠΓΔΜ, η διεθνής ονομασία «Βόρεια Μακεδονία» θα συνυπάρχει χωρίς αντιρρήσεις με τη σκέτη «Μακεδονία», την οποία ουδόλως θα επισκιάσει. Εξάλλου, η ελληνική παραδοχή πως με το επίθετο «μακεδονικός -ή -ό» μπορούν να προσδιορίζονται «η γλώσσα, ο πληθυσμός και τα χαρακτηριστικά του, με τη δική τους ιστορία, πολιτισμό και κληρονομιά», συνιστά –για όσους πολιτικούς και εμπειρογνώμονες δεν το έχουν καταλάβει ακόμη– άμεση αναγνώριση από την Αθήνα μιας εθνότητας, που ονομάζεται «μακεδονική». Σε έναν κόσμο όπου η άγνοια ιστορίας και γεωγραφίας είναι ο κανόνας, η ονομασία υπηκοότητας και εθνότητας συνάμα ως «μακεδονικών» δίνει στους γείτονες, εμμέσως πλην σαφώς, ασχέτως των όρων της συμφωνίας περί αρχαιότητας, απεριόριστη πρόσβαση στη μακεδονική κληρονομιά συνολικά – και μάλιστα με την υπογραφή μας.

Η συμφωνία των Πρεσπών δεν αποτελεί ουσιαστική συμβολή στην προσέγγιση των δύο γειτονικών λαών. Δεν επιλύει τη διαφωνία. Προσπαθώντας να δώσει ίσο βάρος σε δύο απολύτως αντιφατικές ιστορικές εκδοχές, παραβιάζει την κοινή λογική, αφού αναγνωρίζει ότι αμφότερες είναι κατ’ όνομα «μακεδονικές». Η συνωνυμία αυτή δεν αποτελεί επωφελή λύση, γι’ αυτό και την αντιμαχόμασταν ανέκαθεν. Εύκολα εκλαμβάνεται ως διάσπαση μιας και μοναδικής μακεδονικής ιστορικής ενότητας, ενώ ο εθνικός προσδιορισμός των «Βορείων» αναπόφευκτα υπερισχύει του τοπικού των «Νοτίων». Αφελής ήταν η αντίληψη των εμπνευστών της ότι οι δύο «αλήθειες» θα μπορούσαν να περιοριστούν και να ισχύουν μόνον μέσα στις αντίστοιχες επικράτειες. Όπως προκύπτει από τις συνεχείς δηλώσεις των πολιτικών της ΠΓΔΜ, τα πρόσωπα αυτοπροσδιορίζονται εντός και εκτός της χώρας όπου διαμένουν με τον τρόπο που επιθυμούν. Επιπλέον, η Iστορία δείχνει ότι οι δύο εκδοχές δεν μπορούν να στεγανοποιηθούν μεταξύ τους. Η ελληνική εκδοχή της αρχαίας μακεδονικής Iστορίας αφορά και γεωγραφικό τμήμα της ΠΓΔΜ, ενώ, από την άλλη, οι λεγόμενοι «Αιγαιάτες» πολιτικοί πρόσφυγες και οι απόγονοί τους δεν πρόκειται να αποκηρύξουν τη δική τους ιστορική εκδοχή για τις «χαμένες πατρίδες» τους, όπως προκύπτει από τη διατύπωση του άρθρου 36 στο αναθεωρημένο σύνταγμα της ΠΓΔΜ. Κοντολογίς, η συζήτηση περί Ιστορίας και ταυτοτήτων εντός του πλαισίου της συμφωνίας είναι ατελέσφορη και ασύμφορη.

Όλα αυτά, ασχέτως των συναισθημάτων που προκαλούν, δεν είναι οι κύριοι λόγοι που είμαστε αντίθετοι στη συμφωνία των Πρεσπών. Είμαστε αντίθετοι όχι γιατί η υπογραφή του υπουργού των Εξωτερικών αδυνατεί να αποτρέψει με πειστικό τρόπο τον σφετερισμό ευαίσθητων ιστορικών δεδομένων, αλλά γιατί επιτρέπει ρητώς αυτόν τον σφετερισμό· όχι γιατί αδυνατεί να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα, αλλά γιατί καταφεύγει σε λογικούς ακροβατισμούς, ώστε να μας πείσει πως το πέτυχε. Είμαστε αντίθετοι όχι γιατί η ελληνική κυβέρνηση διαπραγματεύθηκε, αλλά γιατί αδυνατεί να κατανοήσει ποια πράγματα είναι αδιαπραγμάτευτα. Αδυνατεί να κατανοήσει την ευαισθησία των πολιτών της για την ιστορική τους κληρονομιά – μιαν ευαισθησία που νοηματοδοτείται σε πολλές συνταγματικές διατάξεις και έρχεται ως συνέπεια δύο αιώνων δημόσιας εκπαίδευσης. Είμαστε αντίθετοι, τέλος, λόγω της ασυνέπειας σε μια εθνική γραμμή, η οποία προσδιόρισε την εσωτερική πολιτική και τη διεθνή θέση της χώρας επί 25 χρόνια με τεράστιο κόστος, σε μια γραμμή η οποία συστράτευσε σχεδόν το σύνολο της κοινής γνώμης. Κι αν το πρόβλημα είχε «κακοφορμίσει», όπως έγραψε πρόσφατα ο τ. υπουργός των Εξωτερικών, ποιος αποφάσισε ότι ο «ακρωτηριασμός» ήταν η δέουσα λύση για την Ελλάδα; Το κράτος μας αντιφάσκει με τον εαυτό του, χωρίς να προτείνει μια βιώσιμη εναλλακτική λύση, ενώ η κυβέρνηση έχει εναποθέσει τη δυναμική της συμφωνίας στις μελλοντικές επιλογές των Σκοπίων.

ΒΑΣΙΛΗΣ Κ. ΓΟΥΝΑΡΗΣ  (ΑΠΘ), ΜΑΝΟΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ  (King’s College London), ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΑΤΣΙΟΣ  (Ιόνιο Πανεπιστήμιο), ΙΩΑΝΝΗΣ Σ. ΚΟΛΙΟΠΟΥΛΟΣ  (ΑΠΘ), ΚΩΣΤΑΣ Α. ΛΑΒΔΑΣ  (Πάντειο Πανεπιστήμιο), ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ  (Πανεπιστήμιο Κρήτης), ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΚΙΑΔΑΣ  (Πανεπιστήμιο Μακεδονίας), ΜΙΧΑΛΗΣ Ι. ΤΣΙΝΙΣΙΖΕΛΗΣ  (ΕΚΠΑ), ΚΩΣΤΑΣ ΥΦΑΝΤΗΣ  (Πάντειο Πανεπιστήμιο), Ι. Κ. ΧΑΣΙΩΤΗΣ  (ΑΠΘ), ΕΥΑΝΘΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ  (ΕΚΠΑ).

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Γυναίκα με ημερομηνία λήξης

Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ· Θεολόγου Καθηγητή

Σάλος προηγήθηκε πριν από λίγες ημέρες από τις δηλώσεις ενός 50χρονου Γάλλου συγγραφέα ότι οι γυναίκες άνω των 50 ετών είναι πολύ μεγάλες για να τις ερωτευτείς. Συμπλήρωσε μάλιστα ότι το σώμα μιας 25χρονης είναι εντυπωσιακό σε αντίθεση με το σώμα μιας 50χρονης που δεν είναι.

Κακώς προκλήθηκε σάλος και κακώς, κυρίως γυναίκες, επιτέθηκαν ή ειρωνεύτηκαν τον συγγραφέα. Η πλειοψηφία αντρών, αλλά και γυναικών, ασπάζονται (έστω κι αν δεν τις ομολογούν όλοι κυνικά) αυτές τις απόψεις. Με αυτές ως οδηγό κυκλοφορούν, συναναστρέφονται, ψάχνουν, ποστάρουν φωτογραφίες, συνάπτουν σχέσεις. Η κυτταρίτιδα, τα ψωμάκια, η ηλικία είναι αιτία άγχους, αυτομαστιγώματος και χλευασμού στη δική μας «απελευθερωμένη» και ταυτόχρονα πουριτανική κοινωνία.

Κατακρίνουμε μια γυναίκα που δεν ταιριάζει στα δικά μας κουτάκια της προοδευτικής φθοράς και του κοινωνικού αποκλεισμού, ανάλογα με την ηλικία της και το οικογενειακό της status. Φθονούμε και σ-χολη-άζουμε μια γυναίκα «μεγάλης ηλικίας» που ντύνεται «νεανικά», που προσέχει το σώμα της, που βάφεται, που έχει κοινωνική ζωή, που αναζητά την αποδοχή, την παρέα, τον έρωτα.

Με διπλή ηθική μεγαλώνουμε οι γονείς τα αγόρια και τα κορίτσια μας, τα νουθετούμε στο σχολείο, τα σχολιάζουμε στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης.

Αν πάμε στην καθ’ ημάς θρησκευτική–συμπλεγματική  «διανόηση», τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. Ισχύουν όλα τα παραπάνω στο μέγιστο βαθμό με την προσθήκη ότι όσο πιο αντικοινωνική, στερεοτυπική, πλαδαρή, ατημέλητη και γενικά θαμμένη είναι μια γυναίκα, τόσο πιο πολύ αγγίζει την «αγιότητα».

Κακώς λοιπόν λοιδωρούμε το συγγραφέα. Με τον καθρέφτη μας μαλώνουμε.

Η γυναίκα ως κρέας. Σερβίρεται στον πελάτη–αρσενικό και πωλείται ακριβά ή πιο φθηνά, ανάλογα με τα προσόντα. Πάντως, αν σιτέψει αρκετά, απλά αποσύρεται από την αγορά.

Αυτό που προσωπικά με εξόργισε περισσότερο στις παραπάνω δηλώσεις είναι η σκύλευση μιας ιερής έννοιας: του έρωτα. Ταυτίστηκε μόνο με το σφριγηλό και νεανικό σώμα. Τίποτα παραπέρα.

Η γυναίκα ως κόσμος. Προς ανακάλυψη. Και ως κόσμημα. Για να ομορφαίνει τη ζωή.

Ψιλά γράμματα για όσους αρκούνται σε ανέραστα στερεότυπα που ικανοποιούν πρόσκαιρα το εγωιστικό τους αυτοείδωλο, αλλά τους στερούν μια μέγιστη γοητεία: να αγαπήσουν και να ερωτευθούν.

ΠΗΓΗ

Εκπαιδευτικές και Θεολογικές Αταξίες

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο και το ζήτημα της Ουκρανίας

«Ο Βασίλης ο Αρβανίτης», ο Σολωμός Σολωμού και ο Κ. Κατσίφας

Του ΣΠΥΡΟΥ ΚΟΥΤΡΟΥΛΗ 

Η κοντινότερη λογοτεχνικά μορφή στον Σολωμό Σολωμού και στον Κωνσταντίνο Κατσίφα είναι Ο Βασίλης ο Αρβανίτης του Σ. Μυριβήλη. Από κριτικούς όπως οι Ρένος Αποστολίδης, Α. Σαχίνης και Κ. Δεσποτόπουλος έχει υποδειχθεί ως ένα από τα σημαντικότερα διηγήματά του. Περιγράφει το παλικάρι, τον μάγκα, που οδηγείται αποκλειστικά από την ανδρεία του, δίχως να λογαριάζει την παροδική του ύπαρξη. 

Με αυτόν τον τρόπο ο Σολωμός Σολωμού, μόνος απέναντι από τις κατοχικές δυνάμεις, ανεβαίνει στον ιστό για να κατεβάσει την τουρκική σημαία. Αντίστοιχα ο Κ. Κατσίφας αρνείται τις εντολές του αλβανικού κράτους για να υποστείλει την ελληνική σημαία. Ούτε ο ένας ούτε ο άλλος λογάριασαν τη ζωή τους.

Αλλά, ας δούμε τι γράφει, σε μια γνήσια δημοτική, ο Στρατής Μυριβήλης, για τον ήρωα του:
«Είναι λογής παλικαριές, είναι και λογής παλικάρια. Το κάθε τι στη ζωή το αγναντεύεις και το χαίρεσαι μέσα στον περίγυρό του. Όμως μέσα του είναι κ’ ένας σκοπός που το κυβερνά, κι αυτός είναι που του δίνει το νόημά του. Κάθε καρπός θέλει τη γης και το κλίμα του για να μελώσει, θέλει κ’ ένα στόμα να τον βυζάξει. Κάθε καράβι θέλει τα νερά του για να πλέψει, όμως η μοίρα του, εκεί σ’ ένα μακρινό λιμάνι στέκεται και το καρτερεί. Έτσ’ είναι. Μόνο το Βασίλη τον Αρβανίτη, που στάθηκε μέσα στα παιδιάτικά μου όνειρα ο αρχάγγελος της παλικαριάς, τόσα χρόνια περνούσαν από πάνω μου, μέστωναν τη στόχασή μου, και μολαταύτα δε μπορούσα να καταλάβω το θάμα της ορμής του. Τι γύρευε, πού τραβούσε και τι πίστευε. Και μόνο τώρα, που ωρίμασε ο καημός στην ψυχή και στέριωσε ο καιρός την αντριά μου, τον κατάλαβα»

Πιο αδρά, συνεχίζει ο Μυριβήλης: «Και μέσα στην καρδιά του μαγικού κόσμου, στέκεται τροπαιοφόρος ένας ξανθός παλίκαρος. Πότε χαμογελά καλοσυνάτος και ζευγαρίζει πίσω με τ’ άσπρα δάχτυλα κάτι ξανθά μαλλιά σαν από φως. Πότε πάλι συννεφιάζουν τα μαβιά μάτια του. Γίνουνται μολυβιά σα δυο σφαίρες του γκραδιού και το κάτω χείλι ξεβγαίνει με το μορφασμό του ερεθισμένου αγριμιού, που οσμίζεται να χιμήξει. Σαν τι γύρευε και χτυπιόταν με τόσον καημό η παλικαριά του Βασίλη του Αρβανίτη; Με τους ανθρώπους και με το Θεό χτυπιόταν, με ξένους και δικούς, με το καλό και με το κακό έπιανε αμάχη. Και ποτές δεν έλεγε να καταλαγιάσει ο παραδαρμός του».

Ο πατέρας του Βασίλη ήταν οικοδόμος, αψύς και πεισματάρης, τον είχαν βγάλει για αυτούς τους λόγους Αρβανίτη. Ο Βασίλης ήταν το δεξί του χέρι, τον βοηθούσε στα χτισίματα. Ο Σαμπρής ο Τούρκος σκότωσε τον πρώτο παλικάρι του χωριού τον Ζαχαριά, που έφερνε «κοντραμπάντο γκράδες απ’ το Ελληνικό». Το σκηνικό θυμίζει αρχαία τραγωδία: «Το κουφάρι, απόμεινε ξαπλωμένο δυο μέρες στη μέση του δρόμου, δαγκάνοντας το χώμα. Κόσμος περνούσε και το ‘βλεπε, κανένας δεν τ’ άγγιζε, ώσπου να ‘ρθουν από το Μόλυβο αστυνόμοι και δικαστάδες. Μόνο σαν ξημέρωσε η Δευτέρα βρέθηκε κάτω από το κεφάλι του νεκρού ένα κεντητό μαξιλάρι και πλάι ένα κλωνί ανθισμένη ροδιά. Ο Ζαχαριάς είχε ανοιχτά από τη μια κι από την άλλη τα μπράτσα. Λες κι αγκάλιαζε ολάκερη τη γης στο στέρνο του να την παλέψει και να την καταπονέσει. Κάτι γριές του ‘βαλαν ένα αναμμένο φανάρι κοντά στο κεφάλι, κολλήσαν κεράκια στις τριγυρινές πέτρες».

Ο Βασίλης θα συναντήσει σε ένα χωράφι τον Σαμπρή και θα πάρει εκδίκηση για τον Ζαχαριά. Τον ρωτά «γιατί, βρε Σαμπρή, τόνε σκότωσες το Ζαχαριά;» Η απάντηση του Σαμπρή δεν θα είναι βέβαια ικανοποιητική και «ο Βασίλης τραβά την κάμα, την καρφώνει τέσσερις φορές, σταυρωτά, στα στήθια του Σαμπρή. Το αυλάκι κατεβάζει κόκκινο το νερό. Ποτίζει τις ντοματιές που μυρίζουν δυνατά στον ήλιο, κι όλο τραγουδά και σπιθοβολά. Ο Βασίλης σκουπίζει προσεχτικά το μαχαίρι στο βρακί του Τούρκου. Το βάζει στο ζουνάρι, ακουμπά με τα δύο μπράτσα, τσομπάνικα περασμένα στην κοντινή απιδιά και κοιτάζει το κουφάρι. Έτσι που έχει απλωμένο το χέρι, πιάνει στην τύχη ένα αχλάδι. Το κόβει μηχανικά, το μασάει από γύρω-γύρω χωρίς να βιάζεται. Ύστερα πετά το κοτσάνι στο σκοτωμένο και φεύγει. Σφυρίζει και φεύγει».

Υ.Γ. Το διήγημα του Σ. Μυριβήλη περιέχει και μια από πρώτο χέρι αναφορά στον Θεόφιλο: «Και τούτος ο καφενές είναι σημαντικός και περίφημος, μπορεί να πει κανείς, σαν το νερό της Καρύνης γιατί μέσα κι όξω οι τοίχοι του είναι στολισμένοι με λογής πλουμίδια και ζουγραφιές του Θεόφιλου του Τσολιά. Ήταν ένας παράξενος άνθρωπος, για μισοπάλαβο τον είχαν, έρεψε φτωχός και έρμος μέσα στις λερές φουστανέλες του. Θα πεις, πού βρέθηκε νησιώτης άνθρωπος και να’ ναι φουστανελάς. Να, έτσι από μεράκι περίμενε τις Απόκριες κάθε χρόνο, να βάλει τις φουστανέλες και να βγει στο δρόμο. Για «μακεδόνας» θα ‘βγαινε, για εύζωνας. Ήταν ένας ανθρωπάκος κοντός, χλωμός και κακομοίρης στο παρουσιαστικό, μολαταύτα μέσα του τον έτρωγε το μαράζι της λεβεντιάς, που του αρνήθηκε ο Θεός… Ο καημός του ήταν να στορίσει ηρωικά θέματα. Από την ιστορία του Αλή-πασά κι από τα κυνήγια. Σαν πέθανε κ’ ύστερα, οι γραμματιζούμενοι από το Παρίσι και την Αθήνα, τον τελάληξαν μεγάλο ζωγράφο και τα κάδρα του έκοβαν μονέδα»…

ΠΗΓΗ

Η ΡΗΞΗ

Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο με θέμα: «Ο πατριάρχης άγιος Γεννάδιος Β´ Σχολάριος και η εποχή του»

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Tο Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών και ο Σύλλογος Φίλων της Πατριαρχικής Μεγάλης του Γένους Σχολής συνδιοργανώνουν Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο με θέμα: «Ο πατριάρχης άγιος Γεννάδιος Β´ Σχολάριος και η εποχή του» στη Θεσσαλονίκη την Παρασκευή 19 και το Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2018 στο αμφιθέατρο του Πατριαρχικού Ιδρύματος Πατερικών Μελετών, στους χώρους της Ιεράς Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής Μονής Βλατάδων. Δείτε παρακάτω το αναλυτικό πρόγραμμα και τους ομιλητές.

Πρόγραμμα

Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος: «Όποιος υπονομεύει τον διάλογο μεταξύ Εκκλησίας – Πολιτείας εξυπηρετεί ιδιοτελή συμφέροντα»

Τη θέση του για τη σημασία του Μαθήματος των θρησκευτικών σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή κοινωνία, καθώς και τον ρόλο του διαλόγου μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας, αναλύει σε επιστολή του προς τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο και τους Συνοδικούς Αρχιερείς ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος.

 Διαβάστε την επιστολή εδώ: ORTHODOXIA INFO

Η ανιστόρητη εκπαίδευση

Του ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

Με την πρώτη ματιά χαίρεσαι διότι κάποιοι αντελήφθησαν πως ο τρόπος με τον οποίον διδάσκεται η Ιστορία ευθύνεται για την παραγωγή του τελικού προϊόντος, του ανιστόρητου Έλληνα πολίτη. Κάποιοι στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής αποφάσισαν να θεραπεύσουν τη διδασκαλία της Ιστορίας από την παρατεταμένη νεκροφάνεια. Ο μαθητής δεν θα περιορίζεται πλέον στην αποστήθιση χρονολογιών και στους ατελείωτους καταλόγους με τα ονόματα των Βυζαντινών αυτοκρατόρων. Θα συνδυάζει τα ως άνω με θεματικές ενότητες που αφορούν την κάθε περίοδο, με ιδιαίτερη έμφαση στις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτισμικές παραμέτρους. Ίσως έτσι αντιληφθούν τα παιδιά πως η σύγχρονη Ελλάς, εκτός από εμφυλίους και πτωχεύσεις, παρήγαγε και σημαντικούς συγγραφείς και μεγάλους ζωγράφους. Μπορεί και να μάθουν επίσης πως τα πιο δυναμικά της στοιχεία συνομιλούσαν πάντα με τον δυτικό κόσμο και προσπαθούσαν να μεταφράσουν τα επιτεύγματά του στη δική μας γλώσσα και στις δικές μας συνθήκες ζωής. Στη μεταρρύθμιση ας προσθέσουμε και τους «κύκλους», που ξεκινούν από τον πρώτο, τον «ελληνικό», περνούν στο «βαλκανικό» περιβάλλον και ξανοίγονται ως το ευρωπαϊκό για να μπορέσουν οι μαθητές να αποκτήσουν αντίληψη του κόσμου στον οποίον μεγαλώνουν. Ως εδώ όλα καλά. Εδώ όμως αρχίζει το βασίλειο της σκιάς, η επικράτεια του βαθέος κράτους της εκπαίδευσης.

Θα γραφούν, λένε, νέα εγχειρίδια βάσει των ως άνω προδιαγραφών, οι δε συγγραφείς τους θα επιλεγούν από την τράπεζα υπογραφών που διαθέτει το ΙΕΠ. Κοινώς από ένα κεφάλαιο κακογράφων ως επί το πλείστον εκπαιδευτικών οι οποίοι δεν διαθέτουν κανενός είδους γλωσσικό αίσθημα. Ξέρουν μόνον να παραθέτουν πληροφορίες. Αυτό σημαίνει ότι θα αλλάξουν οι πληροφορίες, όμως η σχέση του μαθητή με το βιβλίο θα παραμείνει εξίσου αποτροπαϊκή. Ξεχνούν βέβαια ότι, αν δεν αλλάξει ο τρόπος που διδάσκονται η γλώσσα και η λογοτεχνία, δεν πρόκειται να αλλάξει ουσιαστικά και ο τρόπος που διδάσκεται η Ιστορία. Θα δοθεί, λένε, η πρωτοβουλία στους εκπαιδευτικούς. Μεταμοντέρνα πράγματα, που λέμε. Σε ποιους εκπαιδευτικούς; Αφού η διδασκαλία της Ιστορίας γίνεται, ως επί το πλείστον, από φιλολόγους, ενίοτε δε και από καθηγητές ξένων γλωσσών, οι οποίοι καλούνται να συμπληρώσουν τα κενά, κοινώς να βουλώσουν τρύπες. Πότε θα σταματήσουν να αντιμετωπίζουν την Ιστορία σαν τρύπα; Όταν αντιληφθούν τη σημασία της γλώσσας στην οποία είναι γραμμένη. Τολμούν και μιλούν για «βιωματική κατανόηση» –άλλη μεταμοντερνιά κι αυτή– όμως δεν υπολογίζουν ότι η «βιωματική κατανόηση» προϋποθέτει γλωσσική ευαισθησία.

Κοινώς, μην ανησυχείτε. Τίποτε δεν θα αλλάξει. Θα γραφούν νέα εγχειρίδια τα οποία οι μαθητές θα αποστηθίζουν και όλα θα πάνε καλά.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Νεκροφιλίας διαιώνιση

Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ

«Τ​​​​α παιδιά να πηγαίνουν μία ώρα αργότερα το πρωί στο σχολείο»! Ποιος να τολμήσει αντίρρηση ή κριτική στον λαϊκισμό της «διευκόλυνσης»; Πρόκειται για «εύρημα» ιδιοφυές, προεκλογικό μπουναμά άκρως εντυπωσιακόν. Δεν στοιχίζει τίποτα στο κράτος, ενώ φαντάζει σαν «προοδευτική ανοιχτομυαλιά».

Αν κάποιος ψελλίσει αμφισβήτηση της «λογικής» του «ευρήματος», αν θυμίσει τη μακροβιότατη πείρα παιδαγωγίας που αρνείται τις «διευκολύνσεις» (πείρα κοινωνιών που ονειρευόμαστε οι τριτοκοσμικοί να μπορούσαν τα παιδιά μας να σπουδάσουν εκεί), αν τολμούσε κάποιος να υπομνήσει τον «ασκητικό» χαρακτήρα της σπουδής, θα εισπράξει μόνο χλεύη και ρετσινιές. Η κορυφαία ελευθερία της αυτοκυριαρχίας, η ασκητική των εθελούσιων αυτοπεριορισμών, δεν συνταιριάζει με την ηδονική κολακεία της ενστικτώδους ροπής προς τη ραστώνη.

Ο λαϊκισμός των «διευκολύνσεων» έχει ρημάξει το ελληνικό σχολειό τα τελευταία σαράντα τέσσερα χρόνια. Προσφέρει: άλλοτε λιγότερο χρόνο παραμονής στο σχολείο, άλλοτε κατάργηση κάθε αξιολόγησης ή σχετικοποίηση της βαθμολογίας. Κατασυκοφάντηση της αριστείας – άμιλλας ή υποκατάσταση του διαγωνίζεσθαι με παιγνιώδεις επιλογές: ποιο το σωστό – ποιο το λάθος. Άμετρη αύξηση (κωμική) των «επιτρεπόμενων» απουσιών ή και κατάργηση κάθε εποπτείας και κριτικής αξιολόγησης των διδασκόντων. Τέτοιου είδους «διευκολύνσεις» και άπειρες ανάλογες είναι ο «κοινός τόπος» εκπαιδευτικής πολιτικής όλων, μα όλων των ελλαδικών κυβερνήσεων και κομμάτων. Δεν υπάρχει διαφοροποίηση της πολιτικής, όταν πρόκειται για την Παιδεία. Οι «διευκολύνσεις» συνιστούν την «προοδευτική» εκπαιδευτική πολιτική.

«Προοδευτική» πολιτική χαρακτηρίζεται στην Ελλάδα, τελεσίδικα, αυτή που διαμορφώνεται από την ιδεολογία του Ιστορικού Υλισμού – των μαρξιστών ή των «Αγορών». Ετσι, από το νηπιαγωγείο ώς και το διδακτορικό, η παιδεία στην Ελλάδα είναι χρηστική: Η ελλαδική οικογένεια στέλνει τα παιδιά της στο σχολείο, όχι για να έχουν είσοδο στην έμπρακτη κοινωνία της ζωής και της γνώσης, όχι για να μάθουν τη χαρά της συνύπαρξης, της φιλίας, τη χαρά να μοιράζονται, να γοητεύονται από το καινούργιο, να ψάχνουν το άγνωστο, να ανακαλύπτουν το μοναδικό. Τίποτε από αυτά. Το ελληνόπουλο πηγαίνει στο σχολείο για να εξασφαλίσει «εφόδια», «χρήσιμη μάθηση», τον «εξοπλισμό» με γνώση που εξασφαλίζει χρήματα, ευζωία. Να πάρει το παιδί, τελικά, ένα «χαρτί» που θα το γλιτώσει από τη χειρωναξία.

Ο Ιστορικός Υλισμός (των μαρξιστών ή των «Αγορών», το ίδιο κάνει) είναι, στο σημερινό Ελλαδιστάν, εκπαιδευτικός μονόδρομος. Ίσως στη διαχείριση της Οικονομίας να παραλλάζουν (σπανιότατα) οι πρακτικές και να ξαφνιάζουν – κάποιες κοινωνικές ευαισθησίες του πρεσβύτερου Καραμανλή είχαν ξενίσει σαν «σοσιαλμανία»! Στην Παιδεία δεν παραλλάζει τίποτα, ποτέ – δεν τολμάει κανένας απόκλιση από τον μονόδρομο της χρηστικότητας και ωφελιμοθηρίας. Γι’ αυτό και δεν διέφεραν στην πολιτική τους η Γιαννάκου από τον Κακλαμάνη, ο Σουφλιάς από τον Αρσένη, ο Στυλιανίδης από τον Ευθυμίου. Όλοι ίδιο λάβαρο: τη χρησιμοθηρία.

Είναι η αιτία που παραμένουν ίδια πάντοτε και ανεπίλυτα τα εξευτελιστικά του εκπαιδευτικού μας «συστήματος» αδιέξοδα: Παγκόσμια αποκλειστικότητα, το φροντιστήριο να είναι το έργο και το σχολείο το πάρεργο. Η στείρα απομνημόνευση να υποκαθιστά την κριτική σκέψη. Στα πανεπιστήμια να στρατωνίζονται οι κομματικές νεολαίες, η χυδαιότητα των κομματικών συμφερόντων.

Παγιδευμένα στον ιστορικο-υλιστικό μονόδρομο της χρηστικότητας τα κόμματα, όλα, δεν σοκάρονται ούτε από το γεγονός ότι, εξόφθαλμα και προκλητικά, το σχολείο στην Ελλάδα ετοιμάζει βανδάλους. Με τον σουγιά, με το σπρέι, τον μαρκαδόρο, τη βαριοπούλα, το ελληνόπουλο καταστρέφει το σχολειό του, το πανεπιστήμιό του, τον αστικό περίγυρο, ανδριάντες, προτομές, ορθομαρμαρώσεις – κάθε τι «δημόσιο» που έμαθε να το θεωρεί εχθρικό, μισητό. Σαράντα τέσσερα ολόκληρα χρόνια. Και κανένας ποτέ υπουργός Παιδείας, κανένα προεκλογικό πρόγραμμα κόμματος, κανένα κανάλι κρατικό ή ιδιωτικό δεν τόλμησε ποτέ το ερώτημα: Γιατί αυτή η ωμή βαρβαρότητα, γιατί, σε τόσο παρατεταμένο χρονικό διάστημα, τόσος αυτοκαταστροφικός μηδενισμός;

Τις πιο μακάβριες επιδόσεις νεκροφορίας τις διεκδικεί σήμερα ο Κώστας Γαβρόγλου. Η περίπτωσή του δεν συζητιέται, έχει αυτοεξαιρεθεί ακόμα και από το πεδίο τού από πεποίθηση ιστορικο-υλιστή ιδεολόγου, μοιάζει, όπως και ο Τσίπρας, ο εν ψυχρώ εκτελεστής εντολών. Η απίστευτη «κωλοτούμπα» που τους τίναξε από τη «ριζοσπαστική» (όχι οποιανδήποτε) «Αριστερά» στο ανθρωπολογικό είδος του λακέ των «Αγορών», με μοναδικό αντίδοτο λίγο διαρκέστερη ηδονή της εξουσίας, αυτή η μεταστροφή τούς έχει τελειώσει. Αν συντηρηθεί η αναφορά στο όνομά τους, θα είναι μόνο για να εικονογραφείται η εμπειρική πιστοποίηση ότι ο Ιστορικός Υλισμός είναι Ιανός διπρόσωπος.

Τελικά, το πιο απελπιστικό από όλα είναι ότι αυτή την πραγματικότητα καταδίκης σε πνιγμό της ελληνικής κοινωνίας ετοιμάζεται να τη διαιωνίσει νομοτελειακά ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Δεν έχει καμία αντιπρόταση για την Παιδεία ούτε τολμάει να ψελλίσει ποιον, τελευταία στιγμή, θα ορίσει υπουργό.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Πογκρόμ κατά των κλασικών

Του ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

Η διδασκαλία τους υπήρξε πάντα προσχηματική. Ακόμη και στην εποχή μου που κάναμε, ελέω δικτατορίας, αρχαία ελληνικά από την Α΄ Γυμνασίου, λατινικά διδασκόμασταν στα δύο τελευταία χρόνια του λυκείου, στο «κλασικό». Κλίσεις, χρονικές αντικαταστάσεις, στοιχεία συντακτικού και, το χειρότερο, κείμενα σύγχρονα, γραμμένα ειδικά για να μας διδάσκουν γραμματική. Καμία επαφή με τη λατινική γραμματεία, Βιργίλιο ή Κικέρωνα. Και ελάχιστη επαφή με τον μεγάλο ρωμαϊκό πολιτισμό. Ο ρωμαϊκός πολιτισμός ήταν το μεγάλο απωθημένο της νεοελληνικής ιδεολογίας. Μαθαίναμε πάνω – κάτω πως ό,τι άξιζε από τόσους αιώνες Ιστορίας ήταν ό,τι μπόρεσαν να μιμηθούν και να αντιγράψουν από τους Έλληνες. Ακόμη και η μεγάλη ελληνική λογοτεχνία που δημιουργήθηκε κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο μάς ήταν άγνωστη. Πολύβιος, Πλούταρχος, Λουκιανός, αλλά και Μάρκος Αυρήλιος δεν υπήρχαν. Τα λατινικά και η Ρωμαϊκή περίοδος θάμπωναν την εικόνα του εθνικού ναρκισσισμού μας στον καθρέφτη και η σιωπή που τα περιέβαλλε υπηρετούσε την ανάγκη να μη θεωρηθεί το Βυζάντιο συνέχεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Το σχίσμα των Εκκλησιών δεν επηρέασε μόνον τον τρόπο που κάνουμε τον σταυρό μας. Επηρέασε και την παιδεία μας. Τα λατινικά χρειάζονταν μόνον για τις εξετάσεις στη Νομική. Κυρίως τους χρησίμευαν για να τα ξεχάσουν μόλις άρχιζαν να ασκούν το επάγγελμα. Τίποτε δεν άλλαξε έκτοτε.

Η κατάργηση της διδασκαλίας τους είναι συμβολική. Εντάσσεται στη γενικότερη τάση αποψίλωσης της εκπαίδευσης από τις κλασικές αξίες. Μόνον και μόνον ο χαρακτηρισμός των ελληνικών και των λατινικών, των δύο κλασικών γλωσσών του πολιτισμού μας, ως νεκρών, δείχνει την αδιαφορία αλλά και τον φόβο των ιδεοληπτικών, ακαλλιέργητων διπλωματούχων πανεπιστημιακών της πολιτικής. Έσβησαν την «Αντιγόνη», διέγραψαν τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία και τώρα καταργούν την, έστω προσχηματική, διδασκαλία των λατινικών. Για να την αντικαταστήσουν με την περίφημη κοινωνιολογία. Διότι προφανώς θεωρούν ότι το τελευταίο, κατά προτίμηση κακογραμμένο, πόνημα αποφοίτου του Παντείου με θέμα τη σχέση ταξικής πάλης και εκπαίδευσης είναι σημαντικότερο. Ο δε συγγραφέας του, ως απόφοιτος του Παντείου, ξέρει σίγουρα πολύ περισσότερα από τον Σοφοκλή, ο οποίος, καλός και άξιος, αλλά δεν είχε ιδέα από μαρξισμούς και μετανεωτερικότητες. Άσε που ο Ευριπίδης ήταν σεξιστής, οι δε Έλληνες, συλλήβδην ρατσιστές. Περιμένω μετά τη δικαστική απαγόρευση της λέξης «λαθρομετανάστης» να καταργηθεί και η λέξη «βάρβαρος» και το κείμενο του Ηροδότου να υποστεί τη σχετική επεξεργασία.

Το πογκρόμ εναντίον της κλασικής καλλιέργειας έχει και ψυχολογικά ερείσματα: τη φοβούνται διότι αυτή αναδεικνύει τις αναπηρίες της δικής τους σκέψης.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Η ηθικολογία και η συνθηματολογία, καθώς φαίνεται, ζουν και βασιλεύουν

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

«Ένα κορίτσι με μαγιό / μπήκε στην εκκλησία / πλην όμως δεν διέκοψε / την ιεράν θυσίαν.

Ο νιος παπάς αντίθετα / της χάιδεψε τα μάτια, / της γλυκοχαμογέλασε / κι ας πάει στα κομμάτια

 Εκείνη – ακούστε τούτο δω / γιατί έχει σημασία – / του πρόσφερε τριαντάφυλλο∙ / μια είναι η ουσία».

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ· Για Κύπριο ποιητή Κυριάκο Χαραλαμπίδη, ο αναγνώστης ας συμβουλευτεί το ωραίο άρθρο του αγαπητού συναδέλφου στη Θεολογική Σχολή ΑΠΘ, κ. Χρυσόστομου Σταμούλη, «Ένα κορίτσι με μαγιό / μπήκε στην εκκλησία. Ένα ανέκδοτο ποίημα – αναστεναγμός υπαινικτικός -του Κυριάκου Χαραλαμπίδη και η ουσία της θεολογίας», στο: https://antidosis.wordpress.com/

Σε εποχή εντόνων αντιπαραθέσεων, όποιας μορφής, – τέτοια είναι η σημερινή – αμφίβολη είναι η σταθερότητα αξιών που θα ‘πρεπε να επικρατούν. Αυτό φάνηκε κατά τις τελευταίες ημέρες με το σάλο που προκάλεσε το άρθρο γνωστού δημοσιογράφου της Μυτιλήνης, για το εκκλησάκι της Παναγιάς της Γαλατούσας στο Κάτω Κάστρο· (εδώ: https://www.emprosnet.gr/apopseis/75341-i-panagia-sto-kato-kastro). Για τα καλά φούντωσαν τα σχόλια στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Αγανακτισμένοι «χριστιανοί» θορυβήθηκαν για έναν χαρακτηρισμό που, ο δημοσιογραφικός λόγος, κατέγραψε για την Παναγία, όρο όμως, που αποδεδειγμένα απέδιδαν στη Μάνα Παναγιά, τον καιρό του Μεσοπολέμου, οι “απόξω”, οι «καθώς πρέπει» κύριοι και κυρίες, στο χώρο του Κάτω Κάστρο, όπου σύμφωνα με την τεκμηριωμένη ιστοριογραφικά δημοσιογραφική έρευνα ζούσαν οι πόρνες. Με άλλα λόγια οι τότε ηθικιστές δίδασκαν ηθικολογία και ηθικισμό, θεωρώντας πως οι πόρνες που προσκυνούσαν το παραπάνω εκκλησάκι διέπρατταν ιεροσυλία. Σήμερα, καθώς φαίνεται, επαναλαμβάνεται η ιστορία, αφού οι «καθώς πρέπει» κυρίες και κύριοι» διδάσκουν ξανά ηθικολογία και ηθικισμό. Πρόκειται για αγανακτισμένους «χριστιανούς» που ήρθαν για να φωταδίσουν τον κόσμο. Μόνο που όλοι αυτοί οι αγανακτισμένοι «χριστιανοί» ουδεμία σχέση έχουν με την Εκκλησία του Χριστού. Δεν γνωρίζουν και τόσο καλά τα εκκλησιαστικά και θεολογικά γράμματα. Απλά, νόμισαν πως ένας χαρακτηρισμός, που ξαναλέω δόθηκε στην Παναγιά από τους “απόξω”, τους/τις τότε «καθώς πρέπει» κυρίους και κυρίες, κυρίους και κυρίες των γνωστών «χρηστών ηθών», και η δημοσιογραφική πένα σωστά τον αναπαρήγαγε, βεβήλωσε την χριστιανική τους πίστη, κάλπικη όπως την έχουν μέσα τους. Δεν θα είναι καθόλου παράξενο, κάποια στιγμή, οι αγανακτισμένοι «χριστιανοί» να μας πουν πως ακόμη και ο εικονογραφικός τύπος της Παναγιάς της Γαλακτοτροφούσας, που παριστάνει τον Χριστό να θηλάζει από το στήθος της, ότι κι αυτή η εικόνα που απαντάται και στο Άγιον Όρος, βεβηλώνει την ορθόδοξη πίστη μας. «Θού, Κύριε, φυλακήν τω στόµατί µου και θύραν περιοχής περί τα χείλη µου», καθώς λέγει ο Ψαλμωδός.

Βέβηλος, λοιπόν, ο δημοσιογραφικός λόγος για έναν χαρακτηρισμό τής Παναγιάς, για μια εικόνα τής Παναγιάς που προστάτευε και τις πόρνες. Όμως, «οι τελώναι και αι πόρναι προάγουσιν υμάς εις την βασιλείαν του Θεού», «οι δε τελώναι και αι πόρναι επίστευσαν αυτώ· υμείς δε οιδόντες ου μετεμελήθητε ύστερον του πιστεύσαι αυτώ», λέγει ο Χριστός. Λόγια που την εποχή του ξένιζαν τους Φαρισαίους, λόγια που προφανώς ξενίζουν και σήμερα τους/τις «καθώς πρέπει» κυρίους και κυρίες, δηλαδή, τους κατ’ επίφαση «χριστιανούς».

Είναι σαφές πως έναντι του ανθρωποφάγου ηθικισμού, χθεσινού και σημερινού, έναντι της στενόμυαλης και κοντόφθαλμης ηθικής των αγανακτισμένων «χριστιανών» για το χαρακτηρισμό της Παναγιάς στο Κάτω Κάστρο, η διαπίστωση είναι μια: η αισχύνη σε καμιά περίπτωση δεν θα μπορούσε να βαρύνει τον δημοσιογραφικό λόγο, ο οποίος οφείλει να είναι καίριος, ελεύθερος και αληθινός, αλλά όλους εκείνους που από την πρώτη στιγμή τον στιγμάτισαν, θεωρώντας πως έτσι διασώζουν τη «χριστιανική» τους πίστη από το κακό. Ποιο κακό; Μα πόρνες, ιερόδουλες, καθώς λένε, κάποτε, στα χρόνια του Μεσοπολέμου, διέπρατταν ιεροσυλία γιατί προσκυνούσαν την εικόνα της Παναγιάς της Γαλατούσας . Στην περίπτωση, όμως, αυτή άκρως διδακτικά είναι δύο κείμενα, προερχόμενα από την αγιολογική παράδοση της Εκκλησίας, αυτή των δια Χριστόν σαλών. Και τα δύο είναι καταπέλτης έναντι του αδηφάγου ηθικισμού τους. Στον βίο του αγίου Ανδρέα του δια Χριστό σαλού, ο οποίος έζησε στην Πόλη κατά τα χρόνια βασιλείας του Λέοντος Α΄, αναφέρεται πως τον είδαν στο δρόμο μερικές πόρνες να φοράει ωραία ρούχα θεωρώντας τον τρελό. Έτσι τον τράβηξαν στο πορνείο, τον γύμνωσαν, πουλώντας τα πανάκριβα ρούχα του, δίχως ο άγιος να αντιδράσει για τη γύμνωσή του. Ακόμη, στον βίο ενός άλλου σαλού, του αγίου Συμεών, υπάρχει η εξής διήγηση: ένας διάκονος, ονόματι Ιωάννης θέλησε να οδηγήσει τον άγιο Συμεών σε ένα δημόσιο λουτρό, επειδή λυπήθηκε που τον είδε ακάθαρτο και καταπονημένο από τη σκληρή άσκηση. Ο άγιος Συμεών πράγματι μπήκε στο λουτρό γυμνός, μάλιστα αυτό το λουτρό ήταν των γυναικών, από το οποίο οι γυναίκες όταν τον είδαν τον έβγαλαν έξω χτυπώντας τον. Όταν ο διάκονος Ιωάννης τον ρώτησε πως ένιωσε που μπήκε γυμνός σε λουτρό γυναικών, ο άγιος Συμεών απάντησε πως ένιωθε ότι δεν είχε καθόλου σώμα, ένιωθε σαν ξύλο μετά ξύλων.

Δεν χωρά αμφιβολία πως ζούμε σε εποχή πολυειδών φανατισμών, εποχή όπου θεριεύει η μισαλλοδοξία. Προκαταλήψεις, φοβίες, στενοκεφαλιές, στο όνομα ενός δήθεν αγώνα για διάσωση της πατρίδας και της θρησκείας, είναι σίγουρο πως δεν θα φέρουν κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Λείπει ο φιλάνθρωπος λόγος, λείπει η αλληλεγγύη, λείπει η ανοχή, λείπε η αγάπη. Αξίες που δίδαξε ο ίδιος ο Χριστός. Που άραγε θα οδηγηθούμε αν ο δρόμος μας προς το μέλλον είναι γεμάτος αγκάθια; Πολύ φοβάμαι πως τα χρόνια που έρχονται θα είναι χρόνια βαρβαρότητας. Μάλλον η Ιστορία, παλαιότερη και νεότερη, δεν μας διδάσκει. Η τρικυμία που δέρνει την κοινωνία, ανοίγει τεράστια κύματα που παρασέρνουν τον νηφάλιο λόγο, προφορικό και γραπτό. Ήρθε, νομίζω, η ώρα σοβαρά να σκεφτούμε πολύ καλά τον τόσο σημαντικό λόγο του ποιητή Νικηφόρου Βρεττάκου, που στις ημερολογιακές του σημειώσεις Ενώπιος Ενωπίω, στα 1962, γράφει τα εξής καταπληκτικά: «Θυμάμαι μια φορά πως βαδίζοντας μοναχός, κάθισα σε μια πλαγιά, πάνω από ένα λεκανοπέδιο. Δίπλα μου ήταν μια τούφα λουλουδιών. Βλέποντάς τα, άλλαξα εντύπωση. Ένοιωσα σα νάφτασα και να κάθισα σε μέρος κατοικημένο». Η Παναγιά μας και η αγκαλιά της είναι «μέρος κατοικημένο» με πανέμορφα λουλούδια, για όλους, ακόμη και για τις πόρνες, όσο κι αν αυτό ηχεί παράξενα στα ερμητικά κλειστά αυτιά μας. Θυμηθείτε την Οσία Μαρία την Αιγυπτία. Στον πρότερο βίο της ήταν πόρνη, αλλά αγίασε.

Υ.Γ. Φίλος αγαπητός με ενημέρωσε πως στους αγανακτισμένους «χριστιανούς» είναι και κάποιοι ιερείς, που με τα σχόλιά τους στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης καυτηριάζουν τον δημοσιογραφικό λόγο. Αναρωτιέμαι με τέτοιον τρόπο διδάσκουν το Ευαγγέλιο στο ποίμνιό τους κάθε Κυριακή; Θα τους παρακαλούσα, με ταπείνωση και μετάνοια, να μπουν στον κόπο να διαβάσουν το παρακάτω απόσπασμα από τους Αδελφούς Καραμάζοβ (τ. Α΄) του Φ. Ντοστογιέβσκι.

«Η ομορφιά είναι κάτι τρομερό και φοβερό! Είναι τρομερή γιατί είναι ακαθόριστη και δεν μπορείς να την καθορίσεις γιατί ο Θεός μονάχα αινίγματα μας έθεσε. Εδώ σμίγουν τα πιο απόμακρα ακρογιάλια, εδώ ζουν όλες μαζί οι αντιφάσεις. Εγώ, αδελφέ μου, είμαι πολύ αμόρφωτος μα τούτο το σκέφτηκα πολύ. Τα μυστήρια είναι πάρα πολλά. Πάρα πολλά αινίγματα βασανίζουν τον άνθρωπο σε τούτη τη γη. Βρες τη λύση όπως μπορείς και κοίτα να ξελασπώσεις  όπως – όπως. Η ομορφιά! Δεν μπορώ να το υποφέρω πως μερικοί, πολλές φορές μάλιστα μεγαλόκαρδοι και μυαλωμένοι, πούχουν στην αρχή για ιδανικό τους τη Μαντόνα και καταλήγουν νάχουν για ιδανικό τους τα Σόδομα. Πιο φοβεροί ακόμα είναι κείνοι που, έχοντας πια για ιδανικό τους τα Σόδομα, δεν απαρνιούνται και το ιδανικό της Μαντόνας κι η καρδιά τους φλογίζεται για χάρη της και, στ’ αλήθεια, στ’ αλήθεια, φλογίζεται όπως και στα εφηβικά, αγνά τους χρόνια. Ναι, πραγματικά, ο άνθρωπος χωράει πολλές αντιφάσεις μέσα του· αν ήταν στο χέρι μου θα τον περιόριζα κάπως. Ένας διάολος ξέρει τι συμβαίνει. Αυτό είναι! Αυτό που ο νους το θεωρεί ντροπή, στην καρδιά φαντάζει σαν καθαρή ομορφιά. Στα Σόδομα να βρίσκεται άραγε η ομορφιά; Νάσαι βέβαιος πως για τη μεγάλη πλειονότητα των ανθρώπων, στα Σόδομα ακριβώς είναι θρονιασμένη. Τόξερες αυτό το μυστικό ή όχι; Το τρομερό είναι που η ομορφιά είναι όχι μονάχα φοβερή μα και μυστηριώδης. Είναι ο διάολος που παλεύει με το Θεό και το πεδίο της μάχης είναι οι καρδιές των ανθρώπων».