Αρχείο μηνός Νοέμβριος 2018

Αγάπη και συγχώρεση στον Γρηγόριο Παλαμά και τον Ν. Γ. Πεντζίκη

ΠΗΓΗ

Αντίφωνο

Έθνος, Κράτος & Εκκλησία· Ανοιχτή Εκδήλωση – Συζήτηση του ΑΡΔΗΝ (14 Νοεμβρίου 2018)

Πίστη – Ετήσιο Συνέδριο του Άρτου Ζωής 2018

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Το θέμα του φετινού, ένατου κατά σειρά, Συνεδρίου του Άρτου Ζωής είναι η πίστη. Το συνέδριο θα πραγματοποιηθεί την Παρασκευή 23 και το Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2018, στην Αίθουσα Λόγου της Στοάς του Βιβλίου (Αρσάκειο Μέγαρο, Πεσμαζόγλου 5 & Σταδίου).

AZ

Πρόγραμμα

Παρασκευή, 23 Νοεμβρίου 2018

5.00 μ.μ. Xαιρετισμός (Σταύρος Ζουμπουλάκης).

Α΄ συνεδρία (πρόεδρος: Σταύρος Γιαγκάζογλου).

5.10 μ.μ. Χρήστος Καραγιάννης, επίκ. καθηγητής στο Τμήμα Θεολογίας του ΕΚΠΑ, H πίστη ως ενοποιητικό στοιχείο στον βιβλικό Ισραήλ.

5.30 μ.μ. Μόσχος Γκουτζιούδης, επίκ. καθηγητής στο Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ, Η πίστη στις διηγήσεις θαυμάτων. Από την Πεντάτευχο στα συνοπτικά Ευαγγέλια.

5.50 μ.μ. Αικατερίνη Τσαλαμπούνη, αναπλ. καθηγήτρια στο Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας του ΑΠΘ, «Πίστις Χριστού»: όρος-κλειδί στην παύλεια σωτηριολογία.

6.10 μ.μ. Συζήτηση.

6.40 μ.μ. Διάλειμμα.

Β΄ συνεδρία (πρόεδρος: Μόσχος Γκουτζιούδης).

6.50 μ.μ. Γιώργος Καραμανώλης, αναπλ. καθηγητής στο Τμήμα Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου της Βιέννης, H «πίστις» ως τεχνικός φιλοσοφικός όρος στην ελληνιστική φιλοσοφία και στον Φίλωνα τον Αλεξανδρέα.

7.10 μ.μ. Σταύρος Γιαγκάζογλου, επίκ. καθηγητής στο Τμήμα Θεολογίας του ΕΚΠΑ, Πίστη και γνώση στην πατερική θεολογία. Η ερμηνευτική των Ελλήνων Πατέρων στη βιβλική θεώρηση της εν Χριστώ πίστης.

7.30 μ.μ. Συζήτηση.

Σάββατο, 24 Νοεμβρίου 2018

Γ΄ συνεδρία (πρόεδρος: Στέλιος Βιρβιδάκης).

10.00 π.μ. Κώστας Ανδρουλιδάκης, καθηγητής στο Τμήμα ΦΚΣ του Πανεπιστημίου Κρήτης, Έννοια και λειτουργία της πίστης στη φιλοσοφία του Καντ.

10.20 π.μ. Γιάννης Πίσσης, επίκ. καθηγητής στο Τμήμα ΦΚΣ του Πανεπιστημίου Κρήτης, Δος μοι πα στω. Ο Γιακόμπι για τον Λόγο και την πίστη.

10.40 π.μ. Χαράλαμπος Βέντης, επίκ. καθηγητής στο Τμήμα Κοινωνικής Θεολογίας και Θρησκειολογίας του ΕΚΠΑ, Ένας χριστιανισμός της καρδιάς: Η απολογητική της καταφυγής στο συναίσθημα στο έργο του Φρήντριχ Σλαϊερμάχερ.

11.00 π.μ. Συζήτηση.

11.30 π.μ. Διάλειμμα.

Δ΄ συνεδρία (πρόεδρος: Κώστας Ανδρουλιδάκης).

11.40 π.μ. Βασιλική Τσακίρη, διδάσκουσα στο ΕΑΠ, Εκφάνσεις της πίστης στο έργο του Σαίρεν Κίρκεγκωρ.

12.00 μ.μ. Μιχάλης Πάγκαλος, διδάσκων στο ΕΚΠΑ. Ο  Άλασνταιρ Μακιντάιρ μεταξύ πίστης και Λόγου.

12.20 μ.μ. Στέλιος Βιρβιδάκης, καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης του ΕΚΠΑ, Η ηθική της πίστης.

12.40 μ.μ. Μιχάλης Φιλίππου, διδάσκων στο ΕΚΠΑ, Βούληση και θρησκευτική πίστη.

1.00 μ.μ. Συζήτηση.

Ε΄ συνεδρία (πρόεδρος: Βασιλική Τσακίρη).

5.30 μ.μ. Γιώργος Βλαντής, διευθυντής του Συμβουλίου των Εκκλησιών της Βαυαρίας, επιστημονικός συνεργάτης. της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου, Η πίστη στον Καρλ Μπαρτ.

5.50 μ.μ. Άγγελος Γουνόπουλος, πολιτικός επιστήμονας, Το «πρωτείο της πίστης» στη Θεολογία της απελευθέρωσης.

6.10 μ.μ. Σταύρος Ζουμπουλάκης, πρόεδρος ΔΣ Άρτου Ζωής, Πίστη και αγάπη.

6.30 μ.μ. Συζήτηση.

Δεσποτοκρατία με αριστερό πρόσημο;

Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΚΑΛΑΪΤΖΙΔΗ· Διευθυντή της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου
Οι μεγάλες αλλαγές και οι μεγάλες τομές με προοδευτικό πρόσημο δεν γίνονται με μυστικοσυμβούλια και διακανονισμούς κεκλεισμένων των θυρών που οδηγούν τελικά σε περισσότερη δεσποτοκρατία και στην εν μιά νυκτί βίαιη αλλαγή του εργασιακού καθεστώτος 10.000 κληρικών και εκκλησιαστικών υπαλλήλων. Από τη χθεσινή συμφωνία κερδισμένοι βγαίνουν ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών και ο πρωθυπουργός, ενώ χαμένοι η Εκκλησία ως κοινότητα πιστών (λαϊκών και κληρικών) και το δημοκρατικό αίτημα εκκοσμίκευσης των θεσμών και νέας ρύθμισης των σχέσεων Κράτους και Εκκλησίας.
Ο πρωθυπουργός μπορεί τώρα να «πουλήσει» στο κοινό του μια αριστερόστροφη πολιτική απόφαση (που την έχει τόσο ανάγκη, μια και στα οικονομικά υπάρχουν δεσμεύσεις έναντι των δανειστών), καθώς «πετάει εκτός Δημοσίου τους παπάδες»! Την ίδια στιγμή ελευθερώνει 10.000 θέσεις στο Δημόσιο, υποσχόμενος διορισμούς (το έκανε ήδη, σήμερα κιόλας, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δ. Τζανακόπουλος).
Ο αρχιεπίσκοπος (μέγας τακτικιστής και ισορροπιστής, εξαιρετικά ικανός στο πολιτικό παζάρι) παίρνει μ’ έναν σπάρο πολλά τρυγόνια: λαμβάνει από τον πρωθυπουργό ένα δώρο 200 εκατομμυρίων και ενδυναμώνει θεαματικά τη θέση του και την ισχύ του όχι μόνο έναντι των άλλων μητροπολιτών και της Συνόδου, αλλά και έναντι του Οικουμενικού Πατριαρχείου που όχι τυχαία αφέθηκε έξω από αυτή την ιστορία, ενώ δεκάδες επαρχίες του βρίσκονται εντός των ορίων της ελληνικής πολιτείας (το Πατριαρχείο είχε πρόσφατα επίσης αγνοηθεί κατά την τοποθέτηση του Κ. Δήμτσα, στενού συνεργάτη του αρχιεπισκόπου, ως πολιτικού διοικητή του Αγίου Όρους, παρά τη ρητή αντίθεση και διαφωνία του Οικουμενικού Πατριάρχη). Λύνονται επίσης τα χέρια του αρχιεπισκόπου για να κάνει αυτό που γνωρίζει καλύτερα απ’ οτιδήποτε άλλο, για να προβεί δηλαδή (από κοινού με την πολιτεία) σε αξιοποιήσεις ακινήτων.
Σε ένα άλλο επίπεδο, και οι κατά τόπους μητροπολίτες ενδυναμώνουν τη θέση τους έναντι των απλών κληρικών οι οποίοι θα βρεθούν κυριολεκτικά στο έλεος των δεσποτάτων που θα έχουν επάνω τους δικαίωμα ζωής ή θανάτου, πειθαρχικού ελέγχου ή και απόλυσης (φανταστείτε ποια τύχη περιμένει τους προοδευτικούς εκείνους κληρικούς που θα τολμήσουν να εκφράσουν ανοιχτά την άποψη ή τη διαφωνία τους για τα επίμαχα ζητήματα που κατά καιρούς ανακύπτουν!…).
Ένας θεσμός όπως η Εκκλησία (να μην ξεχνάμε, ο μόνος θεσμός του ελληνικού κράτους που δεν πέρασε μεταπολίτευση), με τεράστια κοινωνική επιρροή, που όμως ούτε για τις επιδόσεις του στην οικονομική διαχείριση φημίζεται ούτε για διαφάνεια, δημοκρατικές διαδικασίες και κοινωνική λογοδοσία διακρίνεται, είναι λάθος στην παρούσα φάση να αποκόπτεται και να αφήνεται εκτός του δημοκρατικού ευρωπαϊκού πλαισίου που εγγυάται η πολιτεία, και μάλιστα έχοντας λάβει ως προίκα 200 εκατομμύρια ευρώ! Αυτό ούτε προοδευτική τομή στη λειτουργία του κράτους σηματοδοτεί ούτε αριστερή πολιτική συνιστά, αλλά μάλλον δεσποτοκρατία με αριστερό πρόσημο!
ΠΗΓΗ

Πανελλήνιος Θεολογικός Σύνδεσμος ΚΑΙΡΟΣ για την αναβάθμιση της Θρησκευτικής Εκπαίδευσης. 2η ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΘΕΟΛΟΓΩΝ ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η Ορθόδοξη Θεολογία μέσα στη νεωτερική πολιτική θεωρία και πράξη» (Αθήνα, 9-11 Νοέμβριου 2018)

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Η Ορθόδοξη Θεολογία μέσα στη νεωτερική πολιτική θεωρία και πράξη, (9-11 Νοεμβρίου 2018)· Ελληνογαλλική Σχολή Ουρσουλινών (Ψυχάρη 10, Ν. Ψυχικό).
Η συνεχιζόμενη συζήτηση για το μάθημα των Θρησκευτικών εμπεριέχει πολύ ευρύτερα ερωτήματα που αφορούν το ρόλο του θεολόγου εκπαιδευτικού, τη λειτουργία του σχολείου και τελικά τη θέση της Ορθόδοξης θεολογίας ως έλλογης έκφρασης της πραγματικότητας της εκκλησιαστικής ζωής σε μια οργανωμένη κοινωνία που έχει τις δικές της προτεραιότητες και αγωνίες σήμερα και είναι πολύ διαφορετικές σε σχέση με το παρελθόν. Ο ρόλος της θεολογίας σε μια νεωτερική πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα δεν μπορεί να εξαντλείται στην εξιδανικευτική ρητορική της «συναλληλίας» Εκκλησίας και Πολιτείας, όταν από τη μια η σύγχρονη Δημοκρατία δεν θέλει να καθορίζεται με συγκεκριμένες θρησκευτικές διαφορές, επικαλείται τα ατομικά δικαιώματα, την ουδετεροθρησκία κ.λπ, ενώ από την άλλη η σύγχρονη παγκόσμια κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα (εντεινόμενη ανισότητα, διαφθορά στην πολιτική, πόλεμοι και περιβαλλοντική καταστροφή) διαβρώνει στην πράξη τη δημοκρατία των λέξεων και των τύπων. Η αντιμετώπιση της μετανάστευσης είναι μικρό μόνο δείγμα αυτής της αντίφασης. Η Εκκλησία και η θεολογία έχουν λόγο για την σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα ή αρκούνται στη διάσωση «μεριδίου» εξουσίας μέσα από την οποία θα διαβουκολούν το απομονωμένο δικό τους κοινό; Αυτός πρέπει να είναι ο ρόλος του θεολόγου ή η διαφύλαξη του προφητικού διακονήματος που απευθύνεται στο σύνολο της κοινωνίας; Κι αυτός ο προφητικός λόγος είναι μάθημα θεωρητικού διδακτισμού ή πράξη και παράδειγμα; Το μάθημα των Θρησκευτικών με τη σύγχρονη μορφή και τεχνική του δεν θα διαμορφωθεί ανάλογα; Αυτά τα ερωτήματα θα συζητηθούν στην εφετινή 2η Πανελλήνια Συνάντηση Θεολόγων που διοργανώνει ο ΚΑΙΡΟΣ από 9-11 Νοεμβρίου με αναγνωρισμένους Έλληνες και ξένους διανοητές και πανεπιστημιακούς δασκάλους αλλά και νέους μαζί με πεπειραμένους συναδέλφους της τάξης στη δημιουργία παιδαγωγικών εργαστηρίων. Η συμμετοχή στο πλούσιο μα και απαιτητικό αυτό συνεδριακό πρόγραμμα πιστοποιείται με χορήγηση βεβαίωσης συμμετοχής στο τέλος των εργασιών.
Δείτε το πρόγραμμα του συνεδρίου εδώ ή εδώ

Αυτοκέφαλη Ουκρανία ίσον δικέφαλη Ορθοδοξία

Του ΜΑΡΙΟΥ Π. ΜΠΕΓΖΟΥ· Προκοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών

«Τρίγωνο του Διαβόλου» («Τρίγωνο των Βερμούδων») θυμίζει η εκκλησιαστική κρίση στην Ουκρανία με τρεις πλευρές.
1. Η πολιτικοποίηση των ορθοδόξων προκαθημένων της Μόσχας στη Ρωσία του Πούτιν και της Κ/Πολης στις ΗΠΑ του Τραμπ. Ανέκαθεν τα δύο πρωτοκορυφαία πατριαρχεία των ελληνόφωνων και των μη ελληνόφωνων (κυρίως σλαβόφωνων) ορθοδόξων είχαν προσάρτηση και εξάρτηση από τις δύο Υπερδυνάμεις.
Η Αμερική στήριζε και υποστήριζε το Φανάρι στην ψυχροπολεμική εποχή. Ο Πατριάρχης Αθηναγόρας ως Αρχιεπίσκοπος Αμερικής μετέβη στην Κ/Πόλη με το προεδρικό αεροσκάφος του Τρούμαν. Ο νυν «Πράσινος» Πατριάρχης ευοδώνεται στις περιβαλλοντικές του πρωτοβουλίες επί 25ετία από τις ΗΠΑ, οι οποίες ανεπιτυχώς ρητορεύουν υπέρ της επαναλειτουργίας τής από το 1971 κλειστής Θεολογικής Σχολής της Χάλκης.
Με την Αυτοκεφαλία της Ουκρανίας ευνοείται η πολιτική των ΗΠΑ να πληγεί το «μαλακό υπογάστριο» της Ρωσίας, ο σιτοβολώνας της Ουκρανίας. Ετσι βαθαίνει το ρήγμα δυτικόφιλων – ρωσόφιλων Ουκρανών και παγιώνεται ο άτυπος διχασμός της πολύπαθης χώρας σε ανατολική ρωσόφιλη (Ντόνετς) και σε δυτική «φιλευρωπαϊκή» Ουκρανία (Κίεβο).
Ένα αυτοκέφαλο Πατριαρχείο του Κιέβου συμβολίζει συνειδησιακά μέσα στον πιστό λαό και τον φανατισμένο όχλο την ουκρανική αντιπολίτευση στη Μόσχα και τη συναφή πρόσδεση της χώρας σε ΗΠΑ, ΕΕ και ΝΑΤΟ με ορατή την πολεμική περικύκλωση της Ρωσίας.
Το πολιτικό πρόβλημα Ρωσίας – Αμερικής στην Ουκρανία γίνεται θρησκευτικό ζήτημα αναμοχλεύοντας την οργίλη λαϊκή συνείδηση και αναδεύοντας απαίσιες ιστορικές μνήμες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Με την πολιτικοποίηση του ουκρανικού «γόρδιου δεσμού» διά της εκκλησιαστικής Αυτοκεφαλίας μετασχηματίζεται το πολιτικό σε θρησκευτικό, σαν την πρώην Γιουγκοσλαβία του 1990 (Βοσνία και Ερζεγοβίνη, Κροατία, Κόσοβο: ορθόδοξοι, καθολικοί, μουσουλμάνοι). Αντί του κατευνασμού επέρχεται διέγερση και έμμεση αλλά σαφής προτροπή σε βιαιοπραγίες και αιματοχυσία.
2. Ο ρωσικός πανσλαβισμός της Μόσχας από τον 19ο αιώνα και ενωρίτερα μάλιστα αναβιώνει μετασοβιετικά με τον «νεοβυζαντινισμό» του Πούτιν και τη θεοκρατική ιδεολογία του μοναστηριακού Κύκλου Στρεζένσκι. Η θεωρία περί Μόσχας ως «Τρίτης Ρώμης» μετά τη «φραγκοκρατούμενη» Πρώτη / Πρεσβυτέρα Ρώμη και την «τουρκοκρατούμενη» Νέα Ρώμη / Κ/Πολη πρυτάνευσε μέσα στην τσαρική θεοκρατία.
Προβλήθηκε επί σοβιετικής αθεΐας από την εξόριστη ρωσική Διασπορά σε Ευρώπη (Αγ. Σέργιος στο Παρίσι) και Αμερική (αυτοκέφαλη «Αμερικανική Ορθοδοξία»: «Μετροπόλια»). Μετασοβιετικά υιοθετήθηκε από τον «νεοβυζαντινισμό» του Πούτιν με την περιβόητη «Ρωσική Ιδέα» ως τη «Νέα Αυτοκρατορία» παγκοσμίως, σαν θεοκρατία του 21ου αιώνα χωρίς τσάρο, αλλά με απομίμηση του Μ. Κωνσταντίνου στο Βυζάντιο.
Ο πολιτικός πανσλαβισμός ταλάνισε τον Αγιον Ορος με απόπειρα ρωσικής διείσδυσης από τον 19ο αιώνα. Επίσης ταλαιπώρησε τους Αγίους Τόπους με τη διαβόητη «Αυτοκρατορική Ορθόδοξη Εταιρεία της Παλαιστίνης» ως το θρησκευτικό πρακτορείο της ρωσικής κρατικής πολιτικής στο εξωτερικό από τον τσάρο μέχρι και τον Πούτιν.
Το Βατοπαίδι με ρωσόφιλους κύπριους μοναχούς θεοκρατικών ιδεολογημάτων, προπαγανδιστικά πρακτορεία ειδήσεων και εθνικιστικές θρησκευτικές εφημερίδες στην Ελλάδα, πλουσιοπάροχες πολιτιστικές εκδηλώσεις, υποτροφίες σε νέους ερευνητές και ο θρησκευτικός τουρισμός είναι οι ιμάντες του πανσλαβισμού στη χώρα μας πρόσφατα.
Η Ουκρανία με την προσάρτησή της στη Μόσχα εκκλησιαστικώς συμβολίζει την εξάρτησή της από τη Ρωσία πολιτικά και πολιτιστικά. Άλλωστε ο εκχριστιανισμός των Ρώσων έλαβε χώρα στην Ουκρανία, τη «Μικρή Ρωσία», σε αντιδιαστολή προς τη «Λευκή Ρωσία» (Λευκορωσία) και τη «Μεγάλη Ρωσία» ή «Μητέρα Ρωσία».
Η σχέση Ελλάδας – Κύπρου αντικατοπτρίζεται στη συνάφεια Ρωσίας – Ουκρανίας ιστορικά, γλωσσικά, εθνικά, πολιτιστικά και θρησκευτικά. Αν η Κύπρος είναι το διεθνές βαρόμετρο της χώρας μας (Κυπριακό 1950-1960, Διχοτόμηση 1974), η Ουκρανία διαδραματίζει ανάλογο ρόλο για τη Ρωσία.
Χάνοντας την Ουκρανία εκκλησιαστικώς η Μόσχα, με την Αυτοκεφαλία του Φαναρίου, θα χάσει την «Τρίτη Ρώμη» και τη «Ρωσική Ιδέα». Εμμένοντας για την εξάρτηση της Ουκρανίας από τη Μόσχα αναδεικνύει τον εαυτό της ως το «αντίπαλον δέος» της ελληνόφωνης Ορθοδοξίας, σαν δήθεν τον πρόμαχο «γνησίων ορθοδόξων» του παλαιού ημερολογίου και τον τάχα ηγήτορα της παγκόσμιας θεοκρατίας των ορθοδόξων.
3. Ο συγκεντρωτισμός του Φαναρίου, ο αυταρχισμός αντί της συνοδικότητας, η «βατικανοποίηση» της Κ/Πολης με τη σταδιακή απομάκρυνση της «πράσινης πατριαρχίας» από τη συναινετική πατριαρχία ενός Αθηναγόρα και την ταπεινόφρονα πατριαρχία του διαδόχου του Δημητρίου οδήγησαν στην όξυνση του ουκρανικού ζητήματος. Η διαβόητη φράση «η Κ/Πολη δεν απειλεί, ούτε απειλείται» είναι πολιτικάντικη κορόνα και όχι εκκλησιαστικός λόγος, που ευτυχώς δεν ελέχθη από τον Οικουμενικό Πατριάρχη αλλά από αυλικούς που είναι βασιλικότεροι του βασιλέως των πάντοτε!
Η Αυτοκεφαλία κυοφορεί Σχίσμα! Αυτό είναι το ύπατο διακύβευμα στην Ουκρανία. Μετά το Σχίσμα Ανατολικής – Δυτικής Εκκλησίας (1054) που δίχασε τον ελληνόφωνο και τον λατινόγλωσσο χριστιανισμό, επαπειλείται στον 21ο αιώνα το Σχίσμα Ελληνοφώνων – Σλαβοφώνων Εκκλησιών. Η Σύνοδος της Κρήτης (2016) ήταν Αγία αλλά όχι Μεγάλη με την απουσία του 1/3 (4 εκ των 14) των ορθοδόξων.
Δεν επιτρέπεται η «πολυτέλεια» ενός σχίσματος ελληνοφώνων και μη ελληνοφώνων (σλαβοφώνων και αραβοφώνων) ορθοδόξων σήμερα πια. Αφορμή είναι ποιος προκαθήμενος υπογράφει την Αυτοκεφαλία: ένας, μόνος και πρώτος ή μαζί με άλλον / άλλους! Για μια υπογραφή αξίζει ένα σχίσμα;
Με παγκόσμια ανθρωπιστική κρίση (γενικευμένη «φτωχοποίηση»), οικολογική απειλή (κλιματική αλλαγή) και ψυχροπολεμικό κλίμα (αμερικανικός απομονωτισμός, βρετανικός ευρωσκεπτικισμός, ευρωπαϊκός εθνικολαϊκισμός) απαγορεύεται ένα σχίσμα ορθοδόξων συνειδήσεων.
Μια αυτοκέφαλη Ουκρανία θα σημάνει μια ακέφαλη Ορθοδοξία με «δικέφαλη» ηγεσία (Κ/Πόλεως και Μόσχας).

Προσεγγίζοντας την πολυπλοκότητα ενός πάντοτε επίκαιρου ζητήματος

Του ΜΙΛΤΙΑΔΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ· Καθηγητού Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ, τέως Κοσμήτορα

Η παρουσίαση των διαφορών ενός νέου προγράμματος σπουδών σε σχέση με παρόμοια παλαιότερα φαίνεται σε πρώτη προσέγγιση να είναι μια σχετικά απλή και εύκολη διαδικασία. Αρκεί να παραλληλίσει κανείς το περιεχόμενο του νέου προγράμματος με εκείνο των παλαιοτέρων, να παρουσιάσει τις τυχόν ομοιότητες ή τις διαφορές τους και να επιχειρήσει μια όσο το δυνατόν αντικειμενικότερη αξιολόγησή τους. Αυτή η φαινομενικά απλή διαδικασία, όμως, δεν είναι εντελώς απαλλαγμένη από δυσκολίες, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για τα προγράμματα του μαθήματος των Θρησκευτικών, καθώς η αξιολόγηση δεν έχει συνήθως να κάνει με την επισήμανση κάποιων ίσως λαθών ή με την ανάδειξη κάποιων θετικών στοιχείων, αλλά κάθε θετική εκτίμηση ορισμένων σημείων ενός προγράμματος εκλαμβάνεται συχνά και ως δήλωση προτίμησης προς μια συγκεκριμένη θεολογική τάση ή, αντίθετα, κάθε αρνητική κρίση αντιμετωπίζεται με ανάλογη κακοπιστία ως απαξίωση κάποιας άλλης τάσης. Παρά τη δυσκολία αυτή, όμως, υπάρχουν κάποια κριτήρια αξιολόγησης που θα μπορούσαν να θεωρηθούν “αντικειμενικά” και αυτά θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση της προσέγγισης του ζητήματος.

Κριτήρια αξιολόγησης

Ένα ασφαλές, σύμφωνα με τα παραπάνω, κριτήριο αξιολόγησης για κάποιο πρόγραμμα είναι το κατά πόσον αυτό λαμβάνει υπόψη του την πραγματικότητα του σύγχρονου σχολείου, στο οποίο φοιτούν πλέον πολλοί μαθητές που είτε στερούνται θρησκευτικών παραστάσεων είτε είναι και αλλόθρησκοι ή αλλόδοξοι, αλλά ενδεχομένως παρακολουθούν το μάθημα των Θρησκευτικών. Δυστυχώς στο σημείο αυτό το παλιό πρόγραμμα υστερεί σημαντικά, καθώς δεν κατορθώνει να αποφύγει τον κατηχητικό και ηθικιστικό τόνο.
Ένα δεύτερο κριτήριο είναι το παιδαγωγικό. Σήμερα αναγνωρίζεται από όλους σχεδόν η σημασία της ενεργητικής συμμετοχής των μαθητών στο μάθημα. Αυτό σημαίνει ότι τα εγχειρίδια του μαθήματος θα πρέπει να αποτελούν για τον μαθητή εργαλεία δουλειάς και όχι δοκίμια που απλώς πρέπει κανείς να τα διαβάσει και ενδεχομένως να τα αποστηθίσει. Ασφαλές, κατά συνέπεια, κριτήριο για την αξιολόγηση ενός προγράμματος είναι το κατά πόσον αυτό παρέχει στον μαθητή τη δυνατότητα να επεξεργαστεί τις πληροφορίες που του προσφέρονται, και κυρίως να αντιληφθεί τη σχέση του περιεχομένου του με τον πολιτισμό και τη σύγχρονη ζωή.
Αυτό το τελευταίο συνιστά ένα γενικότερο πρόβλημα για το μάθημα των Θρησκευτικών, καθώς με τον τρόπο που συχνά διδάσκονται δημιουργείται η εντύπωση στους μαθητές, και δυστυχώς η αρχική αυτή εντύπωση μετατρέπεται σταδιακά σε πεποίθηση, ότι τα Θρησκευτικά αναφέρονται σε κάποιες αφελείς ιστορίες του παρελθόντος ή, στην καλύτερη περίπτωση, σε κάποιες αλήθειες για τον Θεό, που όμως, είτε στη μία είτε στην άλλη περίπτωση, καμιά σχέση δεν έχουν με την καθημερινή ζωή και πραγματικότητα.

Η εκκλησία ως φορέας πραγματικού πολιτισμού

Ένα άλλο πρόβλημα που προκύπτει από την πρακτική που ακολουθείται στην ελληνική πολιτική πραγματικότητα σε ό,τι αφορά το μάθημα των Θρησκευτικών αποτελεί η εντύπωση που συνειρμικά δημιουργείται στους περισσότερους ότι το συγκεκριμένο μάθημα μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης ανάμεσα στην Εκκλησία και στο Κράτος. Είναι όμως προφανές και σήμερα αναγνωρίζεται αυτό από όλο και περισσότερους ανθρώπους καλής θέλησης ότι το σχολικό θρησκευτικό μάθημα δεν μπορεί να υποκαταστήσει την κατήχηση των χριστιανών νέων που γίνεται ή πρέπει να γίνεται στο πλαίσιο της ενορίας και που αποσκοπεί στην καλλιέργεια χριστιανικής συνείδησης και στην παροχή χριστιανικής παιδείας. Ένα ομολογιακό μάθημα προϋποθέτει αυτόματα την απαλλαγή των μη ορθοδόξων μαθητών από την παρακολούθησή του, πράγμα που σημαίνει ότι μια μεγάλη μερίδα των μαθητών του δημόσιου σχολείου θα στερηθεί την πρόσβαση στη γνώση της ουσιαστικότερης πολιτισμικής παράδοσης του χώρου στον οποίο ζουν, καθώς δύσκολα μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο η ορθόδοξη παράδοση εκφράζει πολιτισμικά το σύνολο σχεδόν του ελληνικού λαού, πιστών και απίστων.
Έτσι, η Εκκλησία, ως φορέας πραγματικού πολιτισμού, στηριζόμενη στη μακραίωνη παράδοσή της, στις Γραφές της και στην πίστη της, μπορεί να αποτελέσει τον παράγοντα εκείνον που θα κινητοποιήσει τον πνευματικό κόσμο να βρει το θάρρος, ώστε να προβάλλει, μέσα σε μια εποχή απόλυτου ευτελισμού και απαξίωσης του ανθρώπινου προσώπου, τις διαχρονικές ανθρώπινες αξίες της αγάπης του αλληλοσεβασμού και της αλληλεγγύης. Όμως η θρησκευτική εκπαίδευση των νεαρών μελών μιας κοινωνίας παραμένει αποκλειστική υποχρέωση του Κράτους. Σε μια εποχή απόλυτου αποπροσανατολισμού και πνευματικής αποχαύνωσης το μάθημα των Θρησκευτικών, απαλλαγμένο από τα κατηχητικά χαρακτηριστικά του, μπορεί να λειτουργήσει ως μια φωνή ελπίδας που θα αντιπαραθέσει στα σημερινά αδιέξοδα το όραμα μιας κοινωνίας χωρίς αποκλεισμούς που θα αναζητήσει μια έντιμη διέξοδο ανάμεσα από τις παγίδες της απόλυτης ατομοκρατίας του “create your own myth” από τη μια μεριά και του ολοκληρωτισμού στον οποίο οδηγεί ο φονταμενταλισμός από την άλλη.

ΠΗΓΗ

Η ΕΠΟΧΗ