Αρχείο μηνός Αύγουστος 2016

“Όποιος δεν αντιστέκεται θάβεται ζωντανός”

“Φτωχός κόσμος κλειστός, άλλη μια νύχτα / κι όλα γίναν ένα μάταιο καθεστώς.

Ποιος αλήθεια ουρλιάζει στα μουλωχτά / μέσα σ’ αυτόν τον άσπρο κύκλων των θαμμένων;”

ΛΕΦΤΕΡΗΣ ΠΟΥΛΙΟΣ, “Όποιος δεν αντιστέκεται θάβεται ζωντανός¨, στο: Το αλληγορικό σχολείο, (1978), Αθήνα: Κέδρος, σ. 8, [2η έκδοση].

Αποτέλεσμα εικόνας για Διαμαντής Διαμαντόπουλος Στο δρόμο

Διαμαντής Διαμαντόπουλος, “Στο δρόμο”, (λάδι σε καμβά επικολλημένο σε ξύλο).

Άρχισαν τα όργανα… με «μαθήματα Εκκλησιαστικής Ιστορίας»

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Τον Οκτώβριο του 2009, σ’ ένα ταξίδι μου στη Μητέρα Θεσσαλονίκη, στο θρυλικό βιβλιοπωλείο του Ραγιά είχα συναντήσει τον αξέχαστο συνάδελφο της Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ Γιώργο Τσανανά. Βγαίνοντας από το βιβλιοπωλείο τον προσκάλεσα να πιούμε έναν καφέ στον Τερκενλή της πλατείας Αγίας Σοφίας. Στα πολλά που συζητήσαμε τότε ήταν και το μάθημα των Θρησκευτικών (μτΘ). Είναι γνωστό ό,τι ο αείμνηστος Γιώργος είχε αφιερώσει πολλά χρόνια στη σπουδή και τη διδασκαλία του μτΘ στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Στην ερώτησή μου γιατί εκείνη η λυσσαλέα αντίδραση στα νέα τότε βιβλία Θρησκευτικών του Δημοτικού και του Γυμνασίου, μου είχε πει ό,τι οι αντιδράσεις αυτές είναι σαν τις στρακαστρούκες που όταν τις ρίχνουμε, πέραν του ότι κάμουν θόρυβο, προκαλούν και θύματα. Δυστυχώς αυτός ο φωτισμένος συνάδελφος τρία χρόνια αργότερα, στις 9 Σεπτεμβρίου του 2012 έφυγε από ζωή ήσυχος και ήρεμος, αφήνοντας πίσω του ένα έργο παρακαταθήκη, γεμάτο αγάπη για το μτΘ, λέγοντας πολλές φορές και το εξής σοφό απόφθεγμα: «όποιος στη θεολογία κοιτάζει μόνο πίσω, μάταια θα περιμένει την άνοιξη της “καινής κτίσης”».

Γιατί τα γράφω όλα αυτά, ίσως, διερωτηθεί ο αναγνώστης. Ευθύς αμέσως εξηγούμε. Λυπούμαι βαθύτατα που ύστερα από τόσα χρόνια κυκλοφορίας και διδασκαλίας, πολλά από τα βιβλία των Θρησκευτικών ακόμη συναντούν την μήνιν συναδέλφων θεολόγων, κατηγορώντας τους συγγραφείς τους για λάθη, αβλεψίες και παραλείψεις. Κι αυτό, δυστυχώς, γίνεται κάθε χρόνο λίγο πριν ανοίξουν τα σχολειά μας.

Καθώς, λοιπόν, σε λίγες ημέρες αρχίζει η νέα σχολική χρονιά, σε πολλά blogs βλέπουμε ταυτόχρονα να αρχίζει κι ο «αγώνας αποκατάστασης» της πίστης, της θεολογίας και της Εκκλησίας, στο όνομα πάντα του μτΘ. Μερίδα συναδέλφων θεολόγων, με υπερβάλλοντα ζήλο, ζηλωτές μονοπωλίου γύρω από την ορθόδοξη χριστιανική πίστη, αυτεπάγγελτοι θεματοφύλακες της ελληνορθόδοξης παράδοσης, μικρόψυχοι κονδυλοφόροι, παίρνουν ξανά χαρτί και μολύβι και διεκδικούν τον ρόλο του διορθωτή λαθών στα σχολικά εγχειρίδια του μτΘ.

Το πρόβλημα, ωστόσο, δεν είναι η διαφορετική άποψη που εκφράζει ο οποιασδήποτε διδάσκων το μτΘ θεολόγος στα σχολειά μας. Αυτή είναι επιβεβλημένη και θεμιτή όταν είναι καλοπροαίρετη. Το πρόβλημα είναι άλλο· πολλές φορές μάλιστα γίνεται μη ορατό, συνεπώς επικίνδυνο. Το καταγράφω: αυτοί οι αμβλύνοες κονδυλοφόροι – μάλιστα έχουν και θέσεις ηγετικές – αρέσκονται στην κατά γράμμα ερμηνεία του όρου ορθόδοξος, ελεεινολογώντας και αναθεματίζοντας τους πάντες, εδώ συγγραφείς σχολικών βιβλίων του μτΘ. Προκειμένου να διασφαλίσουν τον σεμνότυφο και εκκλησιαζόμενο ναρκισσισμό τους, σ’ ότι αφορά στο μτΘ, τα βιβλία του και τα νέα προγράμματα σπουδών, προσπαθούν να παίξουν το ρόλο του προφήτη και του γνήσιου ορθόδοξου. Ποιος, όμως, υποστήριξε ό,τι εδώ και διακόσια χρόνια νεοελληνικής εκπαίδευσης γράφτηκαν σχολικά βιβλία χωρίς λάθη και το κυριότερο εγχειρίδια που να λαμβάνουν σοβαρά υπόψιν τις επιστήμες που διδάσκουν; Αντί, λοιπόν, όλοι αυτοί οι αυτεπάγγελτοι θεματοφύλακες της ελληνορθόδοξης παιδείας να συντρέξουν στον καλό και τίμιο αγώνα για διάσωση του μτΘ από πολύμορφες προσπάθειες σπίλωσής του – στις μέρες μας αυτές είναι πάρα πολλές – εν πολλοίς γίνονται εσωστρεφείς. Ψάχνουν σε σελίδες σχολικών βιβλίων να βρουν «παραλείψεις σημαντικών θεμάτων» και «σφάλματα» για τα οποία, βέβαια, σαφέστατα υπάρχει ο καθαρός επιστημονικός θεολογικός και παιδαγωγικός αντίλογος. Τα παραδείγματα είναι πολλά και σ’ αυτά, εν ευθέτω χρόνω, θα αφιερώσω σχετικό άρθρο μου. Δυστυχώς αυτή είναι η νοοτροπία του μικρόψυχου επαρχιωτισμού. Και δυστυχώς, το παράδοξο σήμερα είναι η υπερβολή που κυριαρχεί στο επιφαινόμενο κάθε πνευματικής δραστηριότητας.

Γεώργιος Γουναρόπουλος, “Αγιορείτικο Μοναστήρι”, (λάδι σε κόντρα πλακέ).

ΙΔ΄ Διαχριστιανικό Συμπόσιο με θέμα: «Ευαγγελισμός και Επανευαγγελισμός στην Ευρώπη του 21ου αιώνα», στη Θεσσαλονίκη

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Το ΙΔ΄ Διαχριστιανικό Συμπόσιο που οργανώνει το Τμήμα Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης σε συνεργασία με το Ποντιφικικό Ινστιτούτο Antonianum της Ρώμης θα διεξαχθεί από την Κυριακή 28 Αυγούστου έως και την Τρίτη 30 Αυγούστου στη Θεσσαλονίκη. Φέτος το θέμα του συμποσίου είναι: «Ευαγγελισμός και Επανευαγγελισμός στην Ευρώπη του 21ου αιώνα”. Η έναρξη του Συμποσίου θα ξεκινήσει με Θεία Λειτουργία στην Ιερά Μονή Βλατάδων (Κυριακή πρωί 28 Αυγούστου) και η πρώτη συνεδρία θα πραγματοποιηθεί στον ίδιο χώρο στην αίθουσα του Πατριαρχικού Ιδρύματος Πατερικών Μελετών. Οι λοιπές συνεδρίες (Κυριακή απόγευμα 28 Αυγούστου και Δευτέρα 29 Αυγούστου) θα διεξαχθούν στην αίθουσα συνεδριάσεων της Θεολογικής Σχολής (1ος όροφος).

Δείτε παρακάτω το αναλυτικό πρόγραμμα του Συμποσίου.

Πρόγραμμα

Κάθε χρόνο τέτοια μέρα….

Γράφει ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

Κάθε χρόνο τέτοια μέρα σφραγίζεται το οριστικό κλείσιμο ενός κύκλου. Μετά από την αναμονή και την αγωνία του καλοκαιριού, κάτι παιδιά (δικά σου παιδιά…) μαθαίνουν εάν θα φοιτήσουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και σε ποια σχολή. Γέλια, κλάματα, πειράγματα, περηφάνια, σχέδια για το μέλλον. Η Ελλάδα που ονειρεύεται, η Ελλάδα που σχεδιάζει, οι αφιλτράριστοι (ακόμη) αυριανοί πολίτες.

Κι εσύ εκεί… Ο καθηγητής τους… Ο πρώην καθηγητής τους….

– Να θυμάσαι τα δικά σου και να νοσταλγείς. Ίσως και να βουρκώνεις.

– Να μετράς τα χρόνια που έχουν περάσει και να τα βρίσκεις ένα χρόνο παραπάνω από τότε που τα ξαναμέτρησες.

– Να θυμάσαι τις στιγμές σου με αυτά τα παιδιά και να συνειδητοποιείς ότι παραδόξως(;) έχουν ξεθωριάσει οι κακές.

– Να πιάνεις τον εαυτό σου να χαίρεται με τη χαρά τους, να συμμετέχει στην αγωνία τους, να λαχταρά να κοινωνήσει λίγο από τη νέα ζωή τους που τώρα αρχίζει.

– Το καλύτερο όμως είναι όταν τα συναντάς. Στο δρόμο ή στο σχολείο όταν εκπληρώσουν το «θα έρχομαι να σας βλέπω». Το βάδισμα, ο τρόπος ομιλίας, το βλέμμα λένε δυο βασικά πράγματα: «Σε ευχαριστώ» και «θέλω να πετάξω». Ναι, πετάξτε. Μην κολλάτε πουθενά. Πετάξτε και σηκώστε κι εμάς λίγο ψηλότερα.

Αυτά τα παιδιά. Που πλέον δεν είναι παιδιά. Είναι νέοι. Κάποιοι είναι φοιτητές και κάποιες φοιτήτριες. Αλλά όλοι τους είναι έτοιμοι για τη ζωή που τους ανήκει, για τη ζωή που ονειρεύονται. Που κανείς δεν θα την μαράνει…

Κι εσύ εκεί. Να περιμένεις το νέο κύκλο που θα αρχίσει από το Σεπτέμβριο. Το νέο κύκλο που θα σε ανανεώσει, που θα σε προβληματίσει, που θα σε κάνει συνδημιουργό. Που σου υπενθυμίζει ότι δεν γίνεται να είσαι απλά υπάλληλος. Έστω κι αν είσαι ακόμη ένα χρόνο μεγαλύτερος και η παρέα σου παραμένει σταθερά από 13 έως 17 ετών.

Αν είσαι καθηγητής, η ζωή σου είναι κύκλοι που ανοίγουν και κύκλοι που κλείνουν. Αν είσαι και λίγο συναισθηματικός, απλά την πάτησες…

ΠΗΓΗ

Εκπαιδευτικές και θεολογικές αταξίες

Ο Ομράν και ο Αϊλάν

Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ

Από τη σωρεία των κλισέ δημοσιογραφικής χρήσεως, στην ομάδα των περισσότερο ξεθυμασμένων, των σχεδόν μηδενισμένων νοηματικά, ανήκει οπωσδήποτε το «οικουμενικό σοκ» καθώς και το «παγκόσμια συγκίνηση». Αν αλήθευαν έστω και μία στις δέκα φορές που τα βλέπουμε γραμμένα στο γυαλί ή στο χαρτί, και αν τη φημολογούμενη «παγκόσμια συγκίνηση» τη μοιράζονταν και οι κεφαλές του κόσμου, τότε ο κόσμος αυτός θα ήταν διαφορετικός. Ή, πιο μετρημένα, θα μπορούσε ν’ αλλάξει, κάπως να βελτιωθεί. Και τότε ο όρος «παγκοσμιοποίηση» ίσως αποκτούσε και μια δεύτερη σημασία, ηθικότερη από εκείνη που του προσδίδουν οι αριθμοί του εμπορίου, η «ελεύθερη αγορά» και τα συναφή.

Το βλέμμα ενός παιδιού τσακισμένου από τον πόλεμο, του πεντάχρονου Σύρου Ομράν Ντανκές, ο οποίος ανασύρθηκε ζωντανός, ματωμένος και κατασκονισμένος, μέσα από τα ερείπια που άφησαν πίσω τους οι οβίδες στο Χαλέπι, ένα βλέμμα πέρα και από τον φόβο, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί συγκλονιστικό αν πράγματι κλόνιζε έστω κι έναν από τους φανερούς και αφανείς πολεμόχαρους που διαμελίζουν επί πενταετία τη Συρία. Τον Άσαντ, τους αντικαθεστωτικούς, τους Ρώσους, τους Τούρκους, τους Αμερικανούς, τους Γάλλους, τους Σαουδάραβες – για τους φασίστες του Χαλιφάτου δεν γίνεται λόγος. Σε μια τέτοια περίπτωση, ίσως δεν ξαναβλέπαμε βομβαρδισμούς νοσοκομείων, ίσως δεν ξανακούγαμε για χρήση χημικών όπλων. Και μπορεί οι εγκλωβισμένοι στο Χαλέπι να είχαν μια ελάχιστη πιθανότητα σωτηρίας. Ακούμε βέβαια τώρα και διαβάζουμε για «διεθνή κατακραυγή», μετά την ανά τον κόσμο δημοσίευση της φωτογραφίας του Ομράν, και για «απαίτηση του ΟΗΕ και της Ε.Ε. να σταματήσουν αμέσως οι εχθροπραξίες στο Χαλέπι». Άλλη μία φορά. Η εικόνα όμως του Ομράν, που θέλουμε να πιστεύουμε ότι στοιχειώνει πια την οικουμενική συνείδηση, θα επηρεάσει τη φορά των πραγμάτων όσο και η επίσης εμβληματική εικόνα του άλλου μικρού Σύρου, του τρίχρονου Αϊλάν Κουρντί. Κλείνει χρόνος από τη μέρα που ο Αϊλάν, ένα προσφυγάκι ανάμεσα σε χιλιάδες, βρέθηκε άψυχος σε τουρκική παραλία. Ούτε οι μάχες στη Συρία κόπασαν ούτε οι μεγάλες και μικρομεσαίες δυνάμεις συγκινήθηκαν ιδιαίτερα ούτε οι πρόσφυγες έπαψαν να είναι ανεπιθύμητοι «λαθραίοι». Ετσι δεν λέει ο μητροπολίτης Χίου, ένας άνθρωπος του Θεού;

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Συναρπαστικό βιβλίο

Η πρώτη λέξη

Ο Μιλτιάδης, καθηγητής της συγκριτικής φιλολογίας στο Παρίσι, θα ήθελε πολύ να μάθει, πριν το θάνατο του, ποια ήταν η πρώτη λέξη που ξεστόμισε ο άνθρωπος. “Έτσι θα φύγω πιο ήσυχος”, λέει. Δυστυχώς πεθαίνει πριν προλάβει να την ανακαλύψει. Την ημέρα της κηδείας του η αδελφή του τού υπόσχεται να λύσει το αίνιγμα για λογαριασμό του. Θα συναντήσει επιστήμονες κάθε λογής, που θα της μιλήσουν για τον ανθρώπινο εγκέφαλο, τη γλώσσα των βρεφών, τους χιμπατζήδες και τους Ηοmo sapiens, τον Δαρβίνο και τους δημιουργιστές, τον Φρόιντ και το πείραμα του Φαραώ Ψαμμήτιχου. Επίσης, θα διασταυρωθεί με μια σειρά χαρακτήρες, οι οποίοι, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, θα φωτίσουν κάποια πτυχή του μυστηρίου της ανθρώπινης επικοινωνίας, χαρίζοντας στην ίδια πλήθος νέες γνώσεις και εμπειρίες.

Θα προχωρήσει την έρευνα της μέχρι το τέλος, γιατί αυτή η υπόσχεση είναι από αυτές που δεν μπορεί να μην κρατήσει κανείς. Ξέρει καλά ότι ο αδελφός της περιμένει μια απάντηση. Θα τα καταφέρει άραγε να του τη δώσει;

Τα “λογοτεχνικά μας σκουπίδια”

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Τι πανικός είναι αυτός με τα βιβλία της Μαντά, της Δημουλίδου και όλων αυτών των τυχάρπαστων συγγραφέων, που πολλές γκλαμουράτες κυρίες διαβάζουν, είναι ένα πρόβλημα που πρέπει σοβαρά να απασχολήσει τον μελλοντικό ιστορικό της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Επισκέπτεσαι ένα βιβλιοπωλείο, στοίβες οι τίτλοι των βιβλίων της Μαντά, της Δημουιλίδου και των συναφών δήθεν «λογοτεχνών». Απολαμβάνεις το μπάνιο σου στη θάλασσα και η ματιά σου πέφτει στα ίδια ονόματα και τους ίδιους τίτλους: Λένα Μαντά, Η εκδίκηση των αγγέλων, Χρυσηίδα Δημουλίδου: Οι δαίμονες δεν έχουν πνεύμα, και πάει λέγοντας.

Κι εύλογα αναρωτιέσαι: τελικά αυτή είναι η κατάσταση της Νεοελληνικής μας Λογοτεχνίας; Η απάντηση, νομίζω, ότι δεν είναι δύσκολη. Παραφράζοντας αυτά που γράφει ο Γιώργος Θεοτοκάς στο Ελεύθερο Πνεύμα, το δικαίως αποκαλούμενο μανιφέστο της γενιάς του ’30, καταλήγεις στο συμπέρασμα ότι όταν τελειώσεις το διάβασμα των παραπάνω βιβλίων, οι ήρωες και οι ηρωίδες των ιστοριών τους «διαλύονται σαν καπνός». Κι αυτή η λογοτεχνική αναιμική κατάσταση δεν αντέχεται πια άλλο.

ΑΛΕΞΗΣ ΑΚΡΙΘΑΚΗΣ, “Επανάσταση”, (ακρυλικό), Αθήνα 1967· Ιδιωτική Συλλογή.

Ο Χαντακωμένος

Του ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΠΑΝΤΟΥΛΑ

Στο χωριό του πατέρα μου μαγαζί λεν τον χώρο που λειτουργεί ως καφενείο, ως μπακάλικο κι ως χαρτοπαικτική λέσχη. Βρίσκεται στους πρόποδες του χωριού κι ανοίγει όποτε ξυπνήσει ο Γιώτης και κλείνει όποτε του αδειάσουν την γωνιά οι μεθυσμένοι και τα χαρτόμουτρα.

DSC_9459_resize

Στον αυλόγυρο του μαγαζιού μαζευόμασταν τα καλοκαίρια οι πιτσιρικάδες και παίζαμε. Ο πατέρας μας κέρναγε πορτοκαλάδες κι οι χωριανοί μας χάιδευαν τα κεφάλια. Μετά της Παναγίας ο Γιώτης έψηνε και σουβλάκια. Όσοι δεν μας ήξεραν, μας ρώταγαν «τίνος είσαι εσύ;» κι εμείς δασκαλεμένοι δεν λέγαμε τα ονόματά μας αλλά «του ΒαγγελΠερεκλή» – ήτοι του Βαγγέλη, του γυιού του Περικλή. Πάλι μας χάιδευαν τα κεφάλια και μας έλεγαν περίεργες λέξεις όπως «παλιοζάγαρα», «χαϊβάνια» κι άλλα τέτοια.

Στο μαγαζί δεν κάθονταν γυναίκες. Αν καμιά ήθελε κάποιον, στεκόταν παράμερα κι έστελνε εμάς τα παιδιά να τον ειδοποιήσουμε: «Σύρε, ωρέ καμάρι, να μου φωνάξεις το θειό σου».

Αυτοκίνητα δεν υπήρχαν το χωριό. Τα λέγαν «κούρσες» και τα είχαν κάποιοι σαν εμάς που έρχονταν για διακοπές και τα φύλαγαν όλα μαζί στο προαύλιο του σχολείου. Ένα απόγευμαι ήρθε στο χωριό μια μεγάλη μερσεντές, που στάθηκε στο μαγαζί μπροστά και ξεφόρτωσε τρία ωραία κορίτσια με τα μπανιερά τους. Οδηγός της ήταν ένας χοντρός και γελαστός τύπος με μαύρα γυαλιά, φορτωμένος πολλά χρυσαφικά στο λαιμό και στα χέρια.

«Όλα απ’ εμένα» είπε όταν μπήκε στο μαγαζί και κάναμε ουρά η πιτσιρικαρία στον πάγκο του Γιώτη για επιπλέον πορτοκαλάδες. Κάποιοι ξεθάρρεψαν και πήγαν για τις επόμενες. Τους ακολούθησα κι εγώ.

Στο μεταξύ οι μεγάλοι είχαν εξαφανιστεί και τα κορίτσια γέλαγαν που πίναμε πορτοκαλάδες μέχρι να μας βγάλει η κοιλιά μας.

Στο σπίτι από κάτι μισόλογα καταλάβαμε πως ο οδηγός της μερσεντές είναι χωριανός μας. Χαμηλοκουβέντιαζαν γι’ αυτόν κι εμείς ξεκλέβαμε καινούργιες λέξεις: κωλομπαράς», «κωλογυναίκες» «κωλόμπαρο», «κωλόπαιδο». Το όνομά του δεν το μάθαμε. «Χαντακωμένο» τον έλεγε η γιαγιά κι ο παππούς έλεγε πως «έχει παράδες βρώμικους» αλλά εγώ κι ο αδερφός μου τον συμπαθούσαμε γιατί μας κέρναγε πορτοκαλάδες.

Πριν της Παναγίας έφευγε –«δεν τις σηκώνει τις παλιανθρωπιές ο τόπος»– και στο πανηγύρι ξανακατηφόριζε όλο το χωριό –κι οι γυναίκες ακόμη– στο μαγαζί που είχε κι όργανα.

Απ’ όταν πέθαναν οι γερόντοι δεν ξαναπήγα στο χωριό. Φέτος κάτι μ’ έπιασε κι είπα τον Δεκαπενταύγουστο, θα πάμε. Ντροπή να μην ξέρουν τα παιδιά πούθε κρατάει η σκούφια μας.

Είχε ερημώσει ο τόπος. Ένας Αλβανός μας έδειξε από πού να στρίψουμε για το μαγαζί. Τρόμαξαν να με γνωρίσουν κι οι χωριανοί. Εγώ πάντοτε τους μπέρδευα: Γιωργομήτσος, Μητσογιώτης, Κιτσοκώστας. Άκρη δεν έβγαζα. «Του Βαγγέλη είσαι;» δυσπιστούσαν. «Τα κούτσικα δικά σου είναι;». «Καλώς ορίσατε. Να πάτε και στο ταφείο να προσκυνήσετε. Κουφέτο τα ’χουν τα μνήματα οι γυναίκες».

Μόνο ο Γιώτης ήταν ίδιος – με βαμμένο κορακί μαλλί. Είχε φέρει και παγωτά. «Αύριο θα ρθει παπάς από τα Δερβίζιανα και θα ’χω κι όργανα το βράδυ», μας ενημέρωσε. «Ποτά και παγωτά δικά μου» είπε με ύφος που δεν σήκωνε αντίρρηση.

Άναψε τα κάρβουνα και ξεκίνησε να ψήνει σουβλάκια για τους πελάτες του που οι περισσότεροι χάζευαν αμίλητοι έναν αγώνα μπάσκετ σε μια τεραστίων διαστάσεων πλάσμα.

Μετά το σούρουπο ήρθε κι ο «Χαντακωμένος». Ξαναέζησα την ίδια σκηνή. Μερσεντές, κορίτσια, χρυσαφικά κι ένας χοντρός γέρος με ξανθό μαλλί. «Όλα απ’ εμένα».

Πιτσιρικάδες δεν ήταν στο μαγαζί για πορτοκαλάδες κι οι μεγάλοι δεν κινήθηκαν. Ο Γιώτης από το βάθος σήκωσε την μπύρα του. Τον μιμήθηκαν κι οι άλλοι.

«Στην υγειά σου άρχοντα».

018-napolewn

Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό: Φρέαρ

Ξύλινη γλώσσα, δυστυχώς…

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Πολλοί ήταν οι ιεράρχες που στη σημερινή γιορτή της Παναγιάς, μπροστά στα τηλεοπτικά κανάλια άδραξαν την ευκαιρία και με αφορμή την “εισβολή” των αντιεξουσιαστών σε ιερούς ναούς, δριμύτατα επιτέθηκαν σ’ αυτούς ζητώντας τους μάλιστα να αλλάξουν νοοτροπία και να μην βεβηλώνουν ιερούς θρησκευτικούς χώρους. Κανείς, βέβαια, απ’ όλους αυτούς τους ιεράρχες, που σφιχταγκαλιασμένοι με ποικίλου χρώματος πολιτικάντηδες, γιορτινή σήμερα μέρα δεν μπήκε στον κόπο πρώτα αυτός να ζητήσει συγνώμη για ότι στραβό και ανάποδο η γενιά του έχει κληροδοτήσει προς τους νέους. Η καταδίκη πάντοτε είναι εύκολη υπόθεση. Η συγνώμη, όμως, απαιτεί θάρρος και αυτοκριτική. Ευχής έργο θα ήταν ο κάθε ιεράρχης να στήσει τη δική του γέφυρα επικοινωνίας με κάθε αντίπαλο, ακόμη και με αυτούς που “μπουκάρουν” στους ιερούς ναούς και όλα τα σπάνε. Γέφυρα όπως ακριβώς την περιγράφει ο Ίβο Άντριτς στο παρακάτω κείμενό του: “από όλα εκείνα τα πράγματα που ένας άνθρωπος στρέφεται στο να διεκδικήσει στο πέρασμα του χρόνου, τίποτα στα μάτια του δεν είναι πιο ευαίσθητο και πολύτιμο από μια γέφυρα. Οι γέφυρες είναι πιο αναγκαίες, πιο ιερές, πιο επιθυμητές ακόμα κι από τους τόπους λατρείας. Ανήκοντας στον κάθε ένα, και όλες το ίδιο για όλους χρήσιμες, κτισμένες πάντα με ορθολογισμό σε ένα μέρος όπου ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων έχουν αποφασίσει, έχουν μεγαλύτερη διάρκεια από άλλα κτίσματα και δεν εξυπηρετούν σε τίποτα απόκρυφο ή καταραμένο. Παντού στον κόσμο, οπουδήποτε οι στοχασμοί μου αναζητούν ή θαυμάζουν κάτι, εκστατικά έρχονται ενώπιόν μου σιωπηλά γεφύρια σαν μια αιώνια και αδιάκοπα ανικανοποίητη επιθυμία να συνδέσει, να επανασυνδέσει και να ενώσει ότι ανθίζει μπροστά στα πνεύματα και στα μάτια μας, έτσι ώστε να μην υπάρχουν διαιρέσεις, αντιπαραθέσεις και μοιραστές. Συμβαίνει το ίδιο στα όνειρά μου και στην πολυμήχανη φαντασία μου. Ακούγοντας κάποτε την πιο πικρή αλλά πιο όμορφη μουσική που ένιωσα ποτέ μου, είδα ξαφνικά μπροστά μου ένα πέτρινο γεφύρι. Τελικά όλα εκείνα με τα οποία η ζωή βρίσκει δρόμο για να εκφραστεί – σκέψεις, χαμόγελα, λέξεις, σημεία, βλέμματα – οδηγούν σε μια άλλη όχθη μόνο με τη βοήθειά τους και μόνο εκεί αποκτούν το πραγματικό τους νόημα. Κάθε τι εκεί, είναι εκεί για να το υπερβείς ή για να το γεφυρώσεις: χάος, θάνατος, στέρηση νοήματος. Κάθε τι είναι μια μετάβαση. Μια γέφυρα που οι άκρες της είναι χαμένες στο άπειρο και που τελικά όλες οι γέφυρες αυτού του κόσμου μοιάζουν μπροστά της με παιδικά παιχνίδια, χλωμά σύμβολα. Και όλες μας οι ελπίδες, απλώνονται σε αυτή την άλλη πλευρά της γέφυρας.[*]

[*] Μεταφρασμένο από τον Αντώνη Πλατανιά κείμενο του Ίβο Άντριτς, δημοσιευμένο στο περιοδικό Ίνδικτος, τχ. 9 (Καλοκαίρι 1999) 312-313. Ο Ίβο Άντριτς, Σερβοκροάτης στην καταγωγή, είναι ο συγγραφέας του εξαιρετικού μυθιστορήματος Το γεφύρι του Δρίνου, μτφρ. Χρήστος Γκούβης, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1997, [οι υπογραμμίσεις είναι δικές μου].

Κωνσταντίνος Παρθένης (1878-1967), Παναγία με βιβλίο. Ιδιωτική Συλλογή. Σ’ ένα ακαθόριστο χώρο η Παναγία, καθισμένη και ακουμπώντας σε τραπέζι διαβάζει την Αγία Γραφή. Πίσω της οι πτυχώσεις μίας κουρτίνας και ο γαλανός ουρανός με λευκά συννεφάκια· ΠΗΓΗ: eikastikon

Πάπας Φραγκίσκος: “Κάθε θρησκεία έχει πάντα φονταμενταλιστές”

Την ίδια στιγμή, ο Πάπας Φραγκίσκος, απευθυνόμενος στους νέους που συγκεντρώθηκαν στην Πολωνία προκειμένου να εορτάσουν την Παγκόσμια Ημέρα των Νέων, τους ζήτησε να προκρίνουν την προσευχή έναντι της ηλεκτρονικής συνομιλίας στο Διαδίκτυο και να κάνουν το Ευαγγέλιο πλοηγό τους στη ζωή. Ο Ποντίφικας χρησιμοποίησε τη γλώσσα της πληροφορικής στο κήρυγμά του κατά την τελευταία λειτουργία στο Μπρζέγκι, κοντά στην Κρακοβία. Κηρύττοντας την ελπίδα, κάλεσε τους νέους να απορρίψουν «τη θλίψη, έναν ιό που μολύνει και εμποδίζει τα πάντα και κλείνει όλες τις πόρτες».

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ