Αρχείο μηνός Φεβρουάριος 2016

Ποιον Χριστό;

Της ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΤΣΑΛΑΜΠΟΥΝΗ / Επίκουρης Καθηγήτριας Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας ΑΠΘ

Με ρώτησε τις προάλλες μια φοιτήτρια με αφορμή τα όσα απασχολούν τη Σχολή μας αυτές τις μέρες (μετακομίσεις προσκυνηταρίων, η «επονείδιστη» προσθήκη στο μηχανογραφικό της φετινής χρονιάς, τα αποκαλυπτικά σενάρια προδοσίας και «διωγμών» και τα προσκλητήρια σε μαζικές εκδηλώσεις-επιδείξεις δύναμης) πώς μπορεί κανείς να αποφασίσει ποια είναι η αλήθεια και ποιο είναι το σωστό κάθε φορά. Μου ήρθε τότε στο νου εκείνη η «αιρετική» φράση που έγραψε στο σημειωματάριό του ο Ντοστογιέφσκι: “Ότι ο Χριστός έκανε λάθη, είναι αποδεδειγμένο! Ένα οδυνηρό αίσθημα, μου λέει: προτιμώ να κάνω λάθος με τον Χριστό παρά μαζί σας”. Θα μου πείτε βέβαια ποιον Χριστό. Αυτόν που σκεπάσαμε με τα βαριά πλουμίδια μίας «βυζαντινής» λαμπρότητας η οποία συνδέει δυστυχώς συχνά την πίστη με ηχηρές εκδηλώσεις ευσέβειας και μας καθιστά κύμβαλα αλαλάζοντα; Ή μήπως τον άλλον τον ηθικολόγο, που θεωρήσαμε πως μας ανέθεσε το ρόλο του κριτή του πλησίον μας; Ή μήπως εκείνον, τον ωραίο Έλληνα, που ανέδειξε το έθνος μας σε εκλεκτό και μοναδικό μέσα σε όλους τους λαούς αυτού του κόσμου, αφού σε μας μονάχα χάρισε τη σωτηρία; Ή τάχα τον Χριστό που τον κρεμάσαμε εικόνα στα αναπαυτικά σαλόνιά μας, όπου δεν έχει θέση φυσικά η δυστυχία αυτού του κόσμου παρά μονάχα ως θέαμα στο γυαλί της τηλεόρασης; Ποιον Χριστό τελικά; Τον Χριστό μίας φωνασκούσας πλειοψηφίας, τον Χριστό που μιλά μια γλώσσα μίσους, που γυρνά την πλάτη σε αυτόν που έχει ανάγκη (τους αγαπάμε, βρε αδελφέ, κι αν τους διώχνουμε απ’ τη δική μας γειτονιά ή πόλη, είναι από αγάπη, γιατί δεν θέλουμε να ταλαιπωρηθούν). Τον Χριστό που μας έμαθε πως εμείς είμαστε καλύτεροι από τους άλλους (να δεις πώς το λέμε τόσο εύστοχα: δεν κατακρίνουμε τον αμαρτωλό αλλά την αμαρτία του με λόγια σκληρά, εμείς που δε βλέπουμε το δοκάρι στο δικό μας μάτι). Κι όμως ο Χριστός, που ο Ντοστογιέφσκι προτιμά, είναι εκείνος που έκανε το «λάθος» να συγχωρήσει όσους τον οδήγησαν στον θάνατο, που μακάρισε τους πτωχούς τῷ πνεύματι και κήρυξε την αδυναμία και το όνειρο μιας Βασιλείας που δεν ήρθε ποτέ. Αυτός ο Χριστός δεν εντυπωσιάζεται από τα ξυλόγλυπτα προσκυνητάριά μας, δεν μπορεί να καταλάβει πώς χωρίσαμε εμείς τα παιδιά του σε εμάς και τους άλλους με μπάρες και αναθέματα, πώς μπορούμε διεκδικώντας την αποκλειστικότητα στην αλήθειά του να μεταβάλλουμε το ευαγγέλιό του σε μια υπόθεση ολίγων εκλεκτών. Αυτόν τον Χριστό, που ενοχλεί τον κάθε Μεγάλο Ιεροεξεταστή χτες και σήμερα, που φαίνεται εύθραυστος, αδύναμος, ελάχιστος, μοναχικός, τόσο λάθος τελικά για τον δικό μας καθωσπρεπισμό (κι ας μην τολμάμε να το πούμε, είπαμε είμαστε ευσεβείς, έχουμε εμείς τρόπους να τον διορθώσουμε), αυτόν τον Χριστό ίσως αξίζει να ακολουθήσουμε, να «σφάλουμε» μαζί του ανεπανόρθωτα αγαπώντας αυτόν που δεν είναι δικός μας, κλείνοντας τα αυτιά σε μισαλλόδοξα καλέσματα.

ΠΗΓΗ

ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ

Ενάντια στο ολίσθημα νοοτροπίας…. «ζητηρθόδοξης»… γιατρειά η ποίηση…

Γράφει ο Α. Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Ποιός Άγιος Βαλεντίνος, ποιά πίστη, ποιός Χριστός και ποιοί κάτω απ’ την ομπρέλα, με την επωνυμία: Ένωση Θεολόγων Λέσβου; Στο ερώτημα αυτό, θα πάρω θέση επωμιζόμενος τη γοητεία της ποίησης, κρατώντας όχι φραγγέλιο, αλλά λέξεις ελληνικές, από το ποίημα του συντοπίτη μας φιλολόγου και ποιητή Γιάννη Κωνσταντέλλη, από την ποιητική του συλλογή Το Φωτώνυμο, εκδ. Διογένης, Αθήνα, 1982. Στο ποίημά του: «Η Λιτανεία Α΄», σ. 23, γράφει τα εξής καταπληκτικά:

«Με παρεπίκραναν οι άνθρωποι θα φύγω·

θ’ ανέβω να συναντήσω την ερημιά των βουνών

-ξέρω ένα σπήλαιο ίδιο στόμα θανάτου-

εκεί θα θάψω την πίκρα μου

εσθίοντας άρτον οδύνης.

 

Στο σκοτεινό βυθό του ύπνου μου

τρέχουν πράσινα ποτάμια

σαν ίσκιοι που φεύγουν πίσ’ από τον ήλιο·

η φύτρα μου είναι σκοτεινή.

Με παρεπίκραναν οι άνθρωποι θα φύγω·

θ’ ανέβω στη γαλήνη των βουνών

κάτω απ’ το Θεό.

Εκεί θ’ ανοίξω τη βίβλο της γενεαλογίας μου

(απ‘ τις γενεές των ανθρώπων, τί άραγε

περίσσεψε σε μένα;)

Εκεί θα βοσκήσω την αγωνία μου

-το βδέλυγμα της ερημώσεως-

Στη σκιά της αγριελιάς θα μείνω

γυμνός, γυμνός, γυμνός

Κύριε

Και θα κλάψω».

Α. Τάσσος, Ένα περιστέρι, (χαρακτικό), Δημοτική Πινακοθήκη Καλαμάτας.

Διαπροσωπικές σχέσεις: η οδυνηρή μας δυσκαμψία

Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ

Κάποτε, ένας πανεπιστημιακός καθηγητής μου, ο Νίκος Ματσούκας, διδάσκοντας το μάθημα της Φιλοσοφίας, σε έδρανα αμφιθεάτρου που δεν έπεφτε ούτε καρφίτσα – αιωνία του η μνήμη, μιας και έφυγε αναπάντεχα στα 74 χρόνια του – έλεγε ότι ο σημερινός άνθρωπος, ενώ εκδηλώνει ακατάπαυστη δραστηριότητα κι έναν αξιοθαύμαστο δυναμισμό σ’ ότι κάμει, στις διαπροσωπικές του σχέσεις παρουσιάζει μια οδυνηρή δυσκαμψία. Ενώ κινείται πολύ γρήγορα κι ενώ κερδίζει χρόνο, τον χάνει μέσα από τις χούφτες του, όπως ο Τάνταλος το νερό στον Άδη. Τεκμηρίωνε τούτην την άποψή του και με ένα περιστατικό. Το βρήκα γραμμένο σ’ ένα άρθρο του και το παραθέτω αυτούσιο ευθύς αμέσως: «κάποτε ο R. Rolland φιλοξενούσε στην εξοχική κατοικία του, στην Ελβετία, τον Μαχάτμα Γκάντι. Ένα απόγευμα ο Rolland του είπε να πάνε σ’ ένα γειτονικό πύργο. Του είπε επίσης ότι μπορούσαν να πάνε με το αυτοκίνητο ή με τα πόδια. Με το αυτοκίνητο θα κέρδιζαν μια ώρα. Ο Γκάντι απάντησε με απορία: να την κερδίσουμε και να την κάνουμε τί;».

Είναι φανερό πως στην προκειμένη περίπτωση ο κορυφαίος Ινδός στοχαστής, επαναστάτης και ακτιβιστής, έδινε στο χρόνο άλλη διάσταση κι όχι αυτή που έδινε η χρονοκτόνος δραστηριότητα του πρακτικού Ευρωπαίου R. Rolland, που κι αυτός, βέβαια, υπήρξε κορυφαίος μυθιστοριογράφος και δοκιμιογράφος, τιμημένος μάλιστα και με Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, στα 1915.

Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, Πολυκατοικίες, 1971 τέμπερα σε χαρτί, ιδιωτική συλλογή, Αθήνα.

IASIS· Xειμωνιάτικος ήλιος

https://www.youtube.com/watch?v=_ev5-05p3N8

Τουτέστιν: πολλές οι ιδεολογίες και οι ιδεοληψίες σήμερα. Όλο και περισσότερο γιγαντώνονται. Το δυστύχημα είναι ότι γίνονται δεκτές χωρίς αφομοίωση. Γι’ αυτό πολλοί σήμερα θυσιάζονται εν ονόματι αυτών. Ωστόσο, ένας ήρωας του Pirandello σοφά θα πει: «είμαι όπως με δημιουργήσατε».

Η ειρωνική γλώσσα στον Κ. Π. Καβάφη

«Από την άποψη αυτή ο Καβάφης δεν είναι ούτε λυρικός ούτε δραματικός. Είναι ειρωνικός ποιητής. Η σχηματική αυτή διάκριση δεν έχει φυσικά την πρόθεση να επιμείνει σ’ ένα καινούργιο ποιητικό είδος. Θέλει μονάχα να υπογραμμίσει τη μοναδικότητα της ποιητικής φύσης του Καβάφη και να βοηθήσει σ’ έναν ακριβέστερο προσδιορισμό της. Η σχέση της ειρωνικής ποίησης με τη δραματική είναι βέβαια στενή […] Ο Καβάφης δεν είναι Ρωμαίος. Είναι Αλεξανδρινός. Γι’ αυτό αν η ειρωνική ποίηση επιχειρούσε να αποκτήσει κάποτε την ολοκληρωτική της ανεξαρτησία, δεν θα μπορούσε να ελπίζει σε μιάν επιβίωση, αν δεν τηρούσε έναν βασικό κανόνα: αν δεν απέφευγε τα μεγάλα ποιήματα. Επειδή η ειρωνεία λειτουργεί με την ελλειπτικότητα και τη συμπύκνωση, η αποτελεσματικότητά της είναι φυσικό να εξασθενεί όταν το ποίημα εκτείνεται σε μήκος. Αυτός μου φαίνεται είναι ο λόγος που ο Καβάφης επέμενε σε σύντομα ποιήματα, σε μιάν εποχή που η μακρόστιχη σύνθεση θεωρούνταν ακόμη προϋπόθεση της μεγάλης ποίησης.

Η γλωσσική φύση οδήγησε τον Καβάφη σ’ ένα είδος λεκτικής ειρωνείας, που τ’ αποτελέσματά της θα ήταν δύσκολο να τα είχε προβλέψει ακόμα κι ο ίδιος. Ο τρόπος με τον οποίο ο Καβάφης συνδυάζει τη δημοτική με την καθαρεύουσα (ένας τέτοιος ειρωνικός συνδυασμός είναι από τη φύση του αποτελεσματικό μέσο ειρωνείας) είναι η κύρια πηγή έντασης της ειρωνικής γλώσσας, αφού η λεκτική ειρωνεία εντείνει τη δραματική ειρωνεία. Η ένταση της τελευταίας θα πρέπει να είναι στις μέρες μας αυξημένη, γιατί η ένταση της λεκτικής ειρωνείας του Καβάφη είναι φανερό πως έχει αυξηθεί. Και αυτό έχει συμβεί γιατί έχουμε ξεπεράσει ορισμένες, φυσικές για τις αρχές του αιώνα μας, προκαταλήψεις σχετικά με τη γλώσσα της ποίησης, γεγονός στο οποίο έχει συντελέσει και η ίδια η ποιητική γλώσσα του Καβάφη».

 ΝΑΣΟΣ ΒΑΓΕΝΑΣ, Η ειρωνική γλώσσα, εκδ. Στιγμή, Αθήνα 1998, 102-104.