Αρχείο μηνός Ιανουάριος 2016

Ο αξέχαστος Νίκος Γιανναδάκης

Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ

Είναι ενθαρρυντικό το γεγονός ότι άνθρωποι που, ενώ δεν πέρασαν ποτέ από τα πανεπιστημιακά έδρανα της Θεολογίας, έχουν μια αντίληψη των ιστορικών και θεολογικών πραγμάτων άκρως σημαντική, μας «ξεστραβώνουν» θα έλεγα εμάς τους θεολόγους και κατ’ επέκτασιν τους ιστορικούς. Ο αξέχαστος Νίκος Γιανναδάκης, γνωστός διευθυντής του περιοδικού Παλίμψηστον, περιοδικό με πλούσιο υλικό από τις ανθρωπιστικές επιστήμες, αλλά και Έφορος της Βικελαίας Δημόσιας Βιβλιοθήκης στο Ηράκλειο της Κρήτης, με σημαντικότατο εκδοτικό έργο, ένας εξαίρετος άνθρωπος, που μας έφυγε κι αυτός νωρίς, σ’ ένα βιβλίο του με τίτλο: Δύο εκδοχές της Ιστορίας – κυκλοφόρησε στα 1999 από τις εκδόσεις Αρμός – στις σελίδες 38-40 γράφει τα εξής καταπληκτικά: «οι δύο από τις εκδοχές για ό,τι είναι δυνατόν να θεωρηθεί σήμερα ως “ιστορία” – εκδοχές τις οποίες απλώς σκιαγραφήσαμε και μόνον υπαινικτικά κρίναμε – παρουσιάζουν την ακόλουθη διαφορά, τούτην εδώ: η μία – η ελληνική-χριστιανική – είναι θεμελιωμένη στην παραδοχή του “αρρήτου” και στην εκ μέρους του ανθρώπου αναγνώριση του γεγονότος ότι η δια της λογικής πρόσβαση στην “ουσία” του “αρρήτου” είναι ένα εγχείρημα εξ ορισμού ατελέσφορο· η άλλη – δηλαδή εκείνη του ιστορικού υλισμού – παραπέμπει αδιάκοπα σε μιάν “αντικειμενική” και πάντα κλεισμένη μέσα στα όρια του “φυσικού” “αλήθεια”, της οποίας η κατοχή παρέχει αυτομάτως το δικαίωμα της παρέμβασης (συχνά με “όλα τα μέσα”) στη λεγόμενη σφαίρα της κοινωνικής πράξης με την πρόθεση να εκτραπούν τα πάντα προς μια και μοναδική κατεύθυνση· η μια πάλι – η ελληνική-χριστιανική – είναι σαν πλασμένη από χέρι αόρατο σε μια πολυαίωνη διαδρομή, στην οποία έχουν κατισχύσει διαδοχικά ποικιλόμορφα και εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους κοινωνικά και πολιτικά καθεστώτα·  η άλλη πάλι – δηλαδή εκείνη του ιστορικού υλισμού – είναι κατασκευασμένη από τον νου ορισμένων, οπωσδήποτε ιδιοφυών ανθρώπων, όμως δεν παύει να υφίσταται  – όπως άλλωστε συμβαίνει με όλα τα ανθρώπινα – την επενέργεια την αναπόφευκτη του νόμου της γέννησης, της ανάπτυξης και της φθοράς· η μια τέλος – η ελληνική-χριστιανική -, με το να αναγάγει τον ανθρώπινο λόγο και την ανθρώπινη πράξη, σε κάτι το μη λογικά καθορισμένο και μη κωδικοποιημένο, σώζει διαρκώς το στοιχείο και της τραγικότητας και της ελευθερίας σε κάθε κρίσιμη ανθρώπινη εκλογή, ενώ, συνάμα, το μυστικό στοιχείο που ενέχεται στα γεγονότα της ύπαρξης, του έρωτος και του θανάτου, κατά κανέναν τρόπο δεν αναιρείται ούτε εξοστρακίζεται αλλά πάντοτε συνανήκει στη ζωή τούτη, που, κατά τον Schmemann, “δόθηκε στον άνθρωπο για να είναι ένα μυστήριο της παρουσίας του Θεού, για να είναι κοινωνία με τον Θεό”· η άλλη, τέλος – δηλαδή εκείνη του ιστορικού υλισμού -, με το να θεσπίζει για τον ανθρώπινο λόγο και την ανθρώπινη πράξη ως κριτήριο της αλήθειας ή της αξίας τους κάτι το φαινομενικά συγκεκριμένο, όπως αυτό οριοθετείται από την παραδοχή ότι η εξέλιξη της ανθρώπινης κοινωνίας διέπεται απόλυτα από “αντικειμενικούς” και επιδεκτικούς έλλογης περιγραφής “νόμους”, απολήγει συχνά και στη θέσπιση μιας εξουσιαστικής αρχής η οποία αποφαίνεται και γνωμοδοτεί για την εκάστοτε πολιτική “αλήθεια-οδηγό” της ανθρώπινης πράξης – “αλήθεια-οδηγό”, την οποία επιβάλλει τελικά».

Σαφέστατα, εδώ, κι αυτό με παρρησία οφείλω να το ομολογήσω, πρόκειται για ένα βιβλίο που σύμφωνα με το επιμελητή του Σωτήρη Γουνελά, παρουσιάζει πρόσθετο ενδιαφέρον «καθώς η περίοδος που διανύουμε είναι αρκετά ταραγμένη. Η ταραχή αφορά αφ’ ενός το “σημείο μηδέν”, στο οποίο έχει φτάσει η ελληνική κοινωνία και πρέπει να το αντιληφθεί το γρηγορότερο, και αφ’ ετέρου τα σημεία τριβής ανάμεσα σ’ αυτό που λέμε πνευματική μας παράδοση και σε όλα τα άλλα με τα οποία μας βομβαρδίζει ο σύγχρονος κόσμος. Η σκέψη του Γιανναδάκη αναντίρρητα συμβάλλει στο ξεκαθάρισμα μα και στην περιλάλητη αυτογνωσία μας», (σ. 12).

Ωστόσο, όσοι έχουν έρθει σε επαφή με ολόκληρο το έργο του Γιανναδάκη, επίσης, θα έχουν προσέξει και κάτι ακόμη. Το αναφέρω εν τάχει. Έχει σχέση με το ευσύνοπτο και ουσιαστικό σημείωμά του στην έκδοση του έργου του Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Περί Μυστικής Θεολογίας, με εισαγωγή του Vladimir Lossky, εκδ. Πολύτυπο, Αθήνα 1983. Σ’ αυτό ο αξέχαστος Κρητικός στοχαστής γράφει: «Η Μυστική Θεολογία του Διονυσίου Αρεοπαγίτου είναι ένα έργο που εισάγει στο χώρο της σιωπής, που σκοπεύει το ανείπωτο. Ο λόγος του δεν είναι “φιλοσοφικός” με τη σημερινή, τρέχουσα σημασία της λέξης, γιατί αφετηρία του έχει τον “φόβον” εκείνο που είναι η βασιλική προς την “σοφία” οδός. Η παρουσία αυτού του “φόβου” είναι άρρηκτα συναρτώμενη με αυτό που οι καιροί μας ασταμάτητα και μεθοδικά αποδιώχνουν: την επίγνωση του μυστηρίου. Και χωρίς την επίγνωση του μυστηρίου, ή, έστω, την υποψία για τα όρια της ανθρώπινης λογικής, ο λόγος αυτού του έργου δύσκολα γίνεται βατός», (σ. 9).

Οι θεολόγοι Δάσκαλοι, η διοικούσα Εκκλησία, το μάθημά μας (τα Θρησκευτικά) και οι… «κολλημένοι» στα Δελτία Τύπου

Γράφει ο Α. Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Άκρως λυπηρό το φαινόμενο. Απανωτά τα Δελτία Τύπου. Το θέμα τους, ποιος τελικά θα έχει το «πάνω χέρι» στα «καημένα τα θρησκευτικούλια μας». Πέραν του Διαδικτύου όπου μπορεί κανείς να τα διαβάσει, έρχονται και στα e-mails. Το ερώτημα καίριο: να απαντήσεις ή να τα διαγράψεις; Κι ενώ το Μάθημα των Θρησκευτικών (ΜτΘ), σε καιρούς ιδιαίτερα χαλεπούς αναζητά ξανά να επαναπροσδιορίσει την ταυτότητά του, το μύθο του, αυτοί που κρατούν το «ορθοδοξόμετρο» αναλίσκονται όχι στην ουσία των πραγμάτων, αλλά στο πως θα δείξουν ότι υπάρχουν.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΣΠΥΡΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Ανοικτό παράθυρο, λάδι σε καμβά

Σε μια γενιά θεολόγων, που των περισσοτέρων η «θεολογία» εξασκείται μόνον σε ζητήματα συντεχνίας, έτσι άλλωστε κάνουν κι οι εργατοπατέρες – κοντά, βέβαια, σ’ αυτήν την νοοτροπία βάλτε και το «ορθοδοξόμετρο» – είναι ευτύχημα που υπάρχουν και φωνές που νοιάζονται για τον μύθο του Μαθήματος των Θρησκευτικών, μύθο όπως παραλλήλως τον περιγράφει το παρακάτω απόσπασμα, αντλημένο από ένα περιοδικό που δυστυχώς έπαψε να υπάρχει, να κυκλοφορεί. Τα γραφόμενα του συντάκτη αφορούν κυρίως όσους υστερούν στη βαθιά γνώση του μυστηρίου του κόσμου τούτου: «ο μύθος είναι η πρωταρχική έκφραση του ψυχολογικού βάθους και της βιοθεωρίας ενός λαού. Ως ιστόρημα φανταστικό, δεν εξαντλείται στην καταγραφή των φαινομένων, ούτε υπόκειται στους νόμους της λογικής. Αντίθετα κάνοντας χρήση φανταστικών, εξωλογικών και μεταϊστορικών στοιχείων κατατείνει σε μια “παράδοξη” ερμηνεία του πραγματικού. Στη μυθική αφήγηση αφορά μια ανάδυση του συλλογικού υποσυνείδητου ενός λαού, είναι ο τρόπος με τον οποίο αυτός βιώνει το ιστορικό του πετρωμένο, συνειδητοποιεί τις λανθάνουσες δυνάμεις και αφουγκράζεται το μέλλον του. Είναι κοινός τόπος πια πως κάθε μεγάλο ιστορικό κίνημα έχει ως αφετηρία του ένα μύθο και κάθε συγκλονιστικό ιστορικό γεγονός γεννά κάποιο μύθο. Η συνέχεια διαδραματίζεται στο καθαρτήριο της Ιστορίας και η επιτυχία ή η αποτυχία του ιστορικού πια εγχειρήματος εξαρτάται από την σύμμετρη πραγμάτωση των προτύπων του δοκιμαζομένου ιστορικά μύθου. Η διαδρομή της Ιστορίας ως μια σειρά ατελεύτητων γεγονότων γίνεται αντιληπτή κάτω από το φως του μύθου, αντίστοιχα και κάθε μύθος μόνο στην ιστορική του προοπτική μπορεί να κατανοηθεί», Γιάννης Χελιδώνης, «Ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς και οι μαθητευόμενοι μάγοι», Ερουρέμ, τχ. 1(Μάιος 1995)143-144.

Έλεος πια, φίλες και φίλοι θεολόγοι Δάσκαλοι, σεβαστοί πατέρες της διοικούσας Εκκλησίας, ανοίξτε τα παράθυρα να μπει καθαρός αγέρας.

DAVID BOWIE. Ήταν μια ανατροπή…

Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ

Davin Bowie… ο δανδής της rock μουσικής, την προχθεσινή περικαλλή αυγή, άπλωσε τα φτερά του για τους ουρανούς. Κορυφαίος καλλιτέχνης υπήρξε ο Bowie. Τώρα σιωπή, καίρια, δυνατή, θα ποτίζει όσους συχνά τον ακούγαμε να μας τραγουδά. Ο θάνατος του Bowie… ποιος άραγε τον ανέφερε; Ποιος τον είπε; Και ποιος θα τον συνηθίσει; Οι ήχοι της μουσικής και της φωνής του πάντοτε θα φτάνουν στην καρδιά μας.

Άραγε είναι δυνατό να ασκείσαι σε διαθέσεις φυγής; Να ακούς κάποια απ’ τα τραγούδια του, να κρατάς υπό έλεγχο το δισυπόστατο τόνο μεταξύ βλέμματος και φωνής του και να ελευθερώνεσαι στο αυθόρμητο μιας φευγαλέας εξόρμησης, έτσι για να λες ότι έκανα ένα άλμα πέρα από τον εαυτό μου;

Ο Bowie ήταν ο τραγουδοποιός, αλλά και ο ηθοποιός της ανατροπής, που πάντα θα μας κάνει να ανατρέχουμε στο αιώνιο παρελθόν. Να θυμόμαστε την εφηβική μας αθωότητα. Σαν τελετουργία πνευματικής και σωματικής έκστασης. Κανένα τραγούδι του δεν μπορεί να καταδικαστεί σε θάνατο.

Ο Bowie θα είναι πάντα μια γιορτή. Για a priori «ασφάλιση του εφήμερου». Το εφήμερο που θα επαναλαμβάνεται, αλλά δεν θα οριστικοποιείται.

Σιωπή, λοιπόν, ο Bowie, ταξιδεύει… κι ο χρόνος του… υπό ανακύκληση!

Αποτέλεσμα εικόνας για Bowie

Αθώοι και φταίχτες…

«Μην το ξεχνάτε, έλεγε ο πατέρας, είναι ωφέλιμες οι απορίες και οι αμφιβολίες στη ζωή, μα για να προχωρούμε κι όχι να παραμένουμε στάσιμοι. Είναι ευλογημένη η αγωνία, αλλά για να μας βοηθάει να συμφωνούμε με τον διπλανό μας να του δίνουμε λίγο από την ελπίδα μας, να παίρνουμε λίγο από τη δική του. Κι ίσως αυτό το λίγο της ελπίδας του άλλου να είναι η δύναμη που σπρώχνει τον Ναζίμ στην Ιστανμπούλ. Κι εσένα, Χάινριχ, στη Φρανκφούρτη. Και τη μικρή Βιργινία στα Χανιά. Ναι, ο πατέρας μου ήταν Χανιώτης που ξεριζώθηκε από την αδυναμία του να πάει κόντρα στο ρεύμα, αλλά μπορεί και από την τόλμη του να το ακολουθήσει. Και η αδελφή του η Αϊσέ; Είχε τολμήσει ή μήπως είχε δειλιάσει η Αϊσέ – Ευτυχία, με όχημα τον έρωτα, σε μια πόλη που δεν μπορούσε πια να είναι πατρίδα της; Υπήρξε ποτέ πονετικός ο έρωτας; Ο χριστιανός Κρητικός σύζυγός της θα μπορούσε να της επιτρέψει να υπάρξει έξω από τη σκιά του; Μέσα από τα γκρεμίδια, Χάινριχ, ενός σεισμού ή μέσα από τη λάσπη μιας πλημμυρίδας, ανάμεσα σε πτώματα, υψώνει τα χέρια του λατρευτικά ο σωσμένος, για να ευχαριστήσει τον Θεό που τον έσωσε. Πότε και πώς και με ποια κριτήρια και κάτω από ποιες συνθήκες ή προϋποθέσεις σε προστατεύει ή δεν σε προστατεύει ο Θεός σου; Πώς εμφανίζεται το υψηλό θέλημά του; Και η τύχη; Αναρωτιέται συχνά, χωρίς να δίνει απάντηση, ο πατέρας μου, είναι τυφλή η τύχη; […] Την τύχη επικαλούνται όσοι δεν καταλαβαίνουν από στατιστικές. Ούτε κι εγώ, αν και θα έπρεπε, καταλαβαίνω από στατιστικές. Από το ένα θέμα στο άλλο, μειδιώ αμήχανα, είναι ίσως η εγγενής αδεξιότητα που με παρασύρει, ή μήπως θα μπορούσε να θεωρηθεί ο τρόπος μου αυτός;».

ΜΑΡΩ ΔΟΥΚΑ, Αθώοι και φταίχτες. Στις γραμμές του Μύθου και της Ιστορίας, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2014, 618-619, [έκδοση συμπληρωμένη].

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ

24 γράμματα

Νέα Εστία, τχ. 1783 (Νοέμβριος 2005)

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Βία και Μονοθεϊσμός

Του Α. Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ

Στα τόσα που ακούγονται στις μέρες μας για τη βία και πως με αυτή διαπλέκεται η  πολιτική, ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει το βιβλίο της Ρετζίνα Σβαρτζ, Βία και  Μονοθεϊσμός. Η κατάρα του Κάιν. Όποιος το διαβάσει θα μείνει έκπληκτος από την επιβλητική και βαθύτατη έρευνα των βιβλικών πηγών, την οποία με συνέπεια επιχειρεί η εν λόγω συγγραφέας, Καθηγήτρια της Αγγλικής Φιλολογίας στο Northwestern University. Αν και «αιρετικό» για τη «μαχόμενη ορθόδοξη θεολογία», το βιβλίο τούτο κάμει μια διαφορετική ανάγνωση του μονοθεϊσμού. Συνέχεια

ΕΘΝΟΜΕΤΡΟ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Ο τρώσας και ιάσεται

Του Α. Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ

Από τη Μυθολογία και την εποχή του Τρωικού Πολέμου γνωστή είναι η προφητεία του Απόλλωνα προς τον Τήλεφο, γιό του Ηρακλή και της Αύγης: «ο τρώσας και ιάσεται», πείθοντάς τον ότι για το τραύμα του στο μηρό θα βρει τη γιατρειά του από τον Αχιλλέα, ο οποίος και τον είχε τραυματίσει. Ως απόφθεγμα και μάλιστα προερχόμενο από τη σοφία των Αρχαίων Ελλήνων, είναι αυτονόητο ότι και σήμερα αυτό μπορεί να έχει τη σημασία του, φτάνει εκείνος ή εκείνη που κάμει τη ζημιά να έχει τη διάθεση να την αποκαταστήσει. Συνέχεια

Ευτυχώς η μνήμη του Ιωάννη Συκουτρή δεν χάθηκε…

ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ, Βερονάλ, εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2015.

Γράφει ο Α. Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Βερονάλ - metaixmio.gr

Η πρώτη ανάγνωση υπήρξε ιδιαίτερα απολαυστική. Ο συγγραφέας, γνωστός κι από άλλα βιβλία του, δεξιοτέχνης της γραφής. Τον διαβάζω συχνά και στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ.

Εδώ, σε 163 σελίδες, αφήνει στην άκρη τους κατά καιρούς ηθικολόγους και ηθικολάγνους που, δυστυχώς, είναι άφθονοι στον τόπο μας, και με κοφτερή λογοτεχνική γλώσσα αποκαθιστά την πολύπλευρη προσωπικότητα του Ιωάννη Συκουτρή (1901-1937), που δυστυχώς μέρος της πανεπιστημιακής κριτικής, κι όχι μόνον, του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, επολέμησε.

Ευτυχώς που υπήρξαν ο Κωστής Παλαμάς κι ο Άγγελος Σικελιανός, που θρήνησαν τον πρόωρο χαμό του και αποτίμησαν θετικά το έργο του. Και ευτυχώς που και σήμερα, ένα σχεδόν αιώνα μετά την αξιοπρόσεκτη παρουσία του κορυφαίου κλασικού και βυζαντινού φιλολόγου στα ελληνικά γράμματα Ιωάννη Συκουτρή, υπάρχουν συγγραφείς, όπως ο Τάκης Θεοδωρόπουλος, που με λογοτεχνική μαστοριά αφηγείται την πολυκύμαντη ζωή του.